Εναν καφέ, παρακαλώ, και τον καναπέ για το σπίτι

Εναν καφέ, παρακαλώ, και τον καναπέ για το σπίτι

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθόμαστε αναπαυτικά σε έναν πετρόλ καναπέ που θυμίζει κάτι από αρτ νουβό. Το τραπέζι, ένας συνδυασμός τσιμέντου και μετάλλου. Στην οροφή του ψηλοτάβανου χώρου, κάποτε μαγαζί όπου έραβαν τσάντες σε διάφορα χρώματα και μεγέθη, ένας χειροποίητος πολυέλαιος ενισχύει το φυσικό φως, που μπαίνει άπλετο από τα μεγάλα παράθυρα.

«Ολα τα έπιπλα είναι δικά μας. Μπορείς να αγοράσεις όποιο κομμάτι σού αρέσει», μας λένε οι Νίκος Ιωσήφ και Χρήστος Σέλλας του 2 Concept Store. Ανοιξαν πρόσφατα σε μια πλευρά του θρυλικού Καραβάν Σαράι, που φιλοξένησε για μισόν αιώνα το δημαρχείο Θεσσαλονίκης. Αν και είναι γνωστοί για τη δημιουργική μεταποίηση και συντήρηση επίπλων που έκαναν τα προηγούμενα χρόνια, συγκαταλέγονται στις νέες αφίξεις της ανερχόμενης περιοχής της Θεσσαλονίκης, άνωθεν της οδού Εγνατίας και πέριξ της Ρωμαϊκής Αγοράς, μιας γειτονιάς με κρυμμένα νεοκλασικά, φοιτητόκοσμο και νέες οικογένειες, στα «σύνορα» με την Ανω Πόλη. Μια κατάσταση mix & match όπως η νέα τους προσπάθεια, όπου σε μια καθ’ όλα έκθεση χειροποίητων επίπλων μπορείς να απολαύσεις το ποτό ή τον καφέ σου και να δεις έργα νέων καλλιτεχνών σε μια γωνιά που λειτουργεί σαν εκθεσιακός χώρος.

Στη Θεσσαλονίκη, όπου το κέντρο παραμένει διαχρονική επιλογή, η τάση που οδήγησε τη διασκέδαση στη Βαλαωρίτου –με γλυκόπικρα συναισθήματα τελικά– κατευθύνθηκε στις στοές του Μπορντελό και τώρα επεκτείνεται πιο ψηλά, με πιο lounge και ήρεμο ύφος, σε μια περιοχή που ήταν γνωστή για τον φημισμένο πατσά του Τσαρουχά, το φοιτητικό Μπιτ Παζάρ και τον διαχρονικό «Ηρακλή» των ξηρών καρπών και της ιστορίας του που ξεκινά από το 1939. Ετσι κοντά στους χώρους που έφεραν κόσμο τα προηγούμενα χρόνια, όπως το «Φρειδερίκο αγάπη μου» με σκηνικό ’60s, το μοντέρνο καφενείο Λουξ, το διαχρονικό Blues Bar, την γκαλερί Nitra, προστίθενται καταστήματα που συνδυάζουν εμπορικές δραστηριότητες και εστίαση, και νέοι επαγγελματίες που προτείνουν κάτι διαφορετικό στην ήδη κορεσμένη αγορά των μπαρ – καφέ.

Σ’ αυτήν τη λογική το Πικ Απ «σκρατσάρει» τις βελόνες του τα βράδια και σε ένα περιβάλλον εξοπλισμένο με έπιπλα και αξεσουάρ από τα θρυλικά παλαιοπωλεία της οδού Τοσίτσα, απολαμβάνεις το ποτό σου και διαλέγεις τους δίσκους και τα ρούχα –second hand ή local σχεδιαστών– που θα αγοράσεις. Αντίστοιχα, στη νέα Salumeria θα διαλέξεις από τα περίφημα αλίπαστα Πασχαλίδη, τα αλλαντικά και τα τυριά που θα σου προτείνουν η Βιβή και η Λευκή, ενώ μπορείς να τα παραγγείλεις με ένα ποτηράκι ούζο επεκτείνοντας τη γευστική δοκιμή από τον πάγκο στο τραπέζι.

Αν και η γεύση είναι κάτι υποκειμενικό, οι συνήθειες αλλάζουν και εξελίσσονται. Από το κοτόπουλο Αμερικέν και τα φιλιέ μινιόν της δεκαετίας του ’80, την πίτσα με απ’ όλα και τα ζελέ με γεύσεις φρούτων του ’90, το fusion σε υλικά και τεχνικές του 2000, ζούμε την εποχή της επιστροφής σε πιο απλά υλικά μαγειρεμένα με ελληνικά προϊόντα διαλεγμένων παραγωγών, στη μεσογειακή κουζίνα και την εκτίμηση του πρωινού, όπως μας λέει ο σεφ Δημήτρης Κοπαράνης.

«Το fast casual είναι το νέο γρήγορο φαγητό αλλά είναι μαγειρευτό, ίσως όχι τόσο φθηνό όσο το πρόχειρο φαγητό, αλλά πιο ολοκληρωμένο ως γεύμα. Η τάση είναι να μην πετιέται τίποτα, ακόμη π.χ. και τα κοτσάνια από τα λαχανικά βρίσκουν ρόλο στο πιάτο. Στη μόδα διεθνώς είναι οι ζωμοί λαχανικών και κρέατος, το έθνικ πρωινό, τα ωμά λαχανικά στις σαλάτες και η κρέμα κάσιους αντί της μαγιονέζας, το ελάχιστο συνοδευτικό κρέας και η παρασκευή βασικών ειδών, όπως βούτυρο, τυρί, ψωμί από τα ίδια τα εστιατόρια», τονίζει ο κ. Κοπαράνης.

Στην κρίση των Ν.Υ. Times

Οι γεύσεις της Θεσσαλονίκης «σερβιρίστηκαν» πρόσφατα σε όλο τον κόσμο όταν η αμερικανική εφημερίδα παρουσίασε τρία εστιατόρια της πόλης από τα περίπου 100 που επισκέφθηκαν ινκόγκνιτο οι κριτικοί της. Η «λίστα» με τις προτάσεις των N.Y. Times φούντωσε για λίγο την κόντρα μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης για την καλύτερη κουζίνα, σε μια ήδη κορεσμένη αγορά, καθώς οι περισσότερες νέες επιχειρήσεις σχετίζονται με τον τομέα της εστίασης. «Συμφωνώ ότι η Αθήνα υπερτερεί στα πολύ καλά εστιατόρια. Εμείς έχουμε ένα φαγητό πιο περιπετειώδες, ένα διεθνές μενού με ελληνικά στοιχεία. Κάναμε συνήθεια το all day breakfast στην πόλη. Πιστεύω ότι θα επικρατήσουν τα καταστήματα που δεν θα χάσουν την ταυτότητά τους», μας λέει ο Κώστας Καπετανάκης, ένας από τους ιδιοκτήτες του Estrela, που συμπεριλήφθηκε στη λίστα των N.Y. Times.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή