Εχω ζήσει κι εγώ ιδεολογικά ναυάγια

Εχω ζήσει κι εγώ ιδεολογικά ναυάγια

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ούτε στους δημοφιλέστερους ηθοποιούς δεν έχω ακούσει να βουίζει τόσο συχνά το τηλέφωνο, όσο ακούω να χτυπάει δαιμονισμένα το κινητό του Γιώργου Μιχαλακόπουλου από συναδέλφους που του ζητούν συνέντευξη. Χορτασμένος απ’ όλα αυτά, αντιμετωπίζει αυτές τις ενοχλητικές διακοπές στη συζήτησή μας, ως αναγκαστικό μέρος της δουλειάς του.

Είναι δύο ημέρες πριν από την πρεμιέρα της παράστασης «Ενας άνθρωπος για όλες τις εποχές» του Ρόμπερτ Μπολτ που σκηνοθέτησε ο παλιός μαθητής του, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, και είναι φανερό ότι έχει ένταση. «Δύσκολος ρόλος, εξοντωτικός, έργο με πολιτική ματιά, απαιτεί μέτρο και δύναμη από τον ηθοποιό». Το 1963 έπαιξε ένα μικρό ρόλο στο ίδιο έργο σε σκηνοθεσία του Κώστα Μουσούρη. Τώρα ερμηνεύει τον σερ Τόμας Μορ, που επιμένει να μείνει πιστός στις αρχές του και στη συνείδησή του και όχι στις βασιλικές επιδιώξεις. «Η δύναμη της συνείδησης είναι και το θέμα του έργου».

Του αρέσει ο υψηλόβαθμος ανυποχώρητος, απόλυτος ήρωας που ερμηνεύει. «Η σύγκρουση συνείδησης με την εξουσία δεν αφορά μόνο την Αγγλία του 16ου αιώνα αλλά και την εποχή μας. Ο αμετακίνητος στις πεποιθήσεις του Μορ κρατάει τη θέση του ώς το τέλος, γνωρίζοντας ότι θα καρατομηθεί. Ενα μοντέλο ζωής ξεχασμένο στις μέρες μας, αλλά χρήσιμο. Οταν ένας δημόσιος λειτουργός θυσιάζει την προσωπική του συνείδηση στον βωμό του κρατικού συμφέροντος οδηγεί τη χώρα στο χάος. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Εχουν σημασία οι αρχές. Ακόμη κι αν έχεις απογοητευτεί, αν ναυάγησαν όσα πίστεψες και διαψεύστηκαν. Κι εγώ έζησα ιδεολογικά ναυάγια, δεν υπάρχει κανείς αμόλυντος. Αλλά πάντα ελπίζουμε, έχοντας βέβαια τα ερωτηματικά μας. Συστατικό του πολίτη με την ευρύτερη έννοια».

Φλεγματικός, σαρκαστικός, με υποδόριο χιούμορ, μιλάει για την επιστροφή του στο Εθνικό θέατρο μετά από 17 χρόνια. «Παιδί» του Κουν και του θεάτρου Τέχνης έχει παίξει τα 53 χρόνια που έχει στο θέατρο, έργα σταθμούς και ρόλους που θα ζήλευαν πολλοί συνάδελφοί του. «Παλιότερα ήταν άλλες οι δομές του ελευθέρου θεάτρου. Οι θίασοι ήταν δομημένοι και δεδομένοι: της Κατερίνας, της Λαμπέτη, του Χορν, του Μουσούρη κ.ο.κ. Ολοι τους είχαν ομάδες ηθοποιών. Πρώτος καρατερίστας, δεύτερος, ο ζεν πρεμιέ, υπήρχε μια ιεραρχία ώστε όταν έμπαινε ο νεότερος έπρεπε να ανεβεί την κλίμακα. Τώρα τα πράγματα έχουν αντιστραφεί και το ασανσέρ είναι αυτόματο, πάει κατευθείαν στην κορυφή. Οι θίασοι τότε είχαν 15-17 πρόσωπα. Καρατερίστας λ.χ. η Σαπφώ Νοταρά, γνώριζες λίγο πολύ πώς κινείται ο θίασος. Τώρα ο αριθμός αυτός σε θίασο είναι απαγορευτικός. Πολυπρόσωπα έργα δεν ανεβαίνουν συχνά γιατί οι δυσκολίες έριξαν το βάρος σε μικρά σχήματα. Επιπλέον οι εποχές είναι ανθρωποφαγικές».

Στο Θέατρο Τέχνης που δεν έμεινε πολύ σαν τελείωσε τη σχολή, έμαθε τι σημαίνει δυσκολία και τι απαγόρευση. «Φεύγοντας κι εγώ από του Κουν γύρισα δύο ταινίες στη Φίνος Φιλμ, το «Ξύπνα Βασίλη» όπου έπαιζα τον ποιητή Φανφάρα και το «Ενας ιππότης για τη Βασούλα» με την Τζένη Καρέζη που παίξαμε στο θέατρο. Τώρα που βλέπω όλες εκείνες τις απαγορεύσεις νομίζω ότι καλά μας έκανε ο Κουν. Ο νέος σαν βγάλει λίγο τη μούρη του στο γυαλί και απογειώνεται, κι άντε να τον μαζέψεις. Η στέρηση δεν είναι καλή αλλά σε μαθαίνει να παλεύεις. Τότε βέβαια, όλα ήταν διαφορετικά ακόμη και οι δάσκαλοι. Ο Κουν ήταν σπουδαία προσωπικότητα, μου έμαθε το θεατρικό αλφάβητο. Ηταν όμως και μια εποχή που υπήρχαν γύρω σου μεγάλες φυσιογνωμίες: Τσαρούχης, Μόραλης, Εγγονόπουλος, Χατζιδάκις, μοιραία έπαιρνες το οξυγόνο τους. Σε μια εποχή μετριότητας τι φταίνε τα παιδιά; Σήμερα όλοι κάνουν τον δάσκαλο».

Οι εμπειρίες από τον Κορυδαλλό

Καθηγητής στο Εθνικό θέατρο, αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης στο τμήμα Θεάτρου, μαθητές έχει βγάλει πολλούς όλα αυτά τα χρόνια. Και σε όλους, όπως και στη μικρή του κόρη που ακολούθησε τον δικό του δρόμο, τους έλεγε να μην ξεχάσουν κάτι βασικό: «Είναι μεγάλη η ανηφόρα του θεάτρου». «Σήμερα η παθογένεια του χώρου, η υπερπροσφορά, η ευκολία των παραστάσεων που ανεβοκατεβαίνουν μου προκαλούν έναν τρόμο. Κυρίως το αποτέλεσμα των παραστάσεων κι όχι ο αριθμός τους. Ομως προτιμώ τους ηθοποιούς που μπλέκονται στα πατάρια, κοπιάζουν σε πρώην αποθήκες, συνεργεία και βιομηχανικούς χώρους παρά εκείνους που κάθονται στα μπαράκια και κάνουν κριτική στους υπόλοιπους. Κάτι θα αφήσει όλη η υπερβολή στο θέατρο».

Η συγκλονιστικότερη εμπειρία του ήταν σαν έκανε τον δάσκαλο στους ποινικούς κρατουμένους των φυλακών Κορυδαλλού. Οπως και η ενασχόλησή του με τις θεραπευτικές κοινότητες (Ιθάκη-Εξοδος-Στροφή-Παρέμβαση). «Στις φυλακές προσπαθούσα να τους διαβάσω έργα που να τους αφορούν, για να έχουν κάτι από τον εαυτό τους. Οπως το “Τάβλι” του Κεχαΐδη. Και οι δύο πλευρές ξεκινούσαμε σαν αχινοί. Με τα αγκάθια της επιφύλαξης. Εκείνοι αναρωτιόντουσαν τις πρώτες ημέρες αν ήμουν ρουφιάνος της διεύθυνσης, κι εγώ από την άλλη προσπαθούσα να δω τον κόσμο τους. Μια φορά άφησα επίτηδες ένα ραδιοφωνάκι για να τους δοκιμάσω. Το είχα ήδη ξεγράψει. Με ξάφνιασαν όμως: “Κύριε Γιώργο το ραδιοφωνάκι σας”. Είδα καταπληκτικά πράγματα στις φυλακές. Θυμάμαι κάποιος είχε 17 χρόνια καταδίκη για εμπόριο ηρωίνης και κυνηγούσε ένα ρόλο που φοβόταν ότι θα τον πάρει άλλος κρατούμενος. Ηρθε λοιπόν και μου είπε: “Κύριε Γιώργο, ο Ηλίας είναι κακό παιδί, μην του δώσετε το ρόλο”. Ολα αυτά δηλαδή που γεννά ο ανταγωνισμός στο θέατρο, γεννούσε και η φυλακή».

Οσοι γνωρίζουν τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο ξέρουν πόσο νοιάζεται για τα κοινά, πόσο πάλεψε από το 1974 έως το 1986 στο δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων. Οτι έχει άποψη και πολιτική ματιά. «Οικογενειάρχης», θαυμάζουν οι συνοδοιπόροι του, είναι αλήθεια πως χαίρεται να μιλάει για τις κόρες και τα εγγόνια του. «Πολύ σοβαρός» στέκονται άλλοι στη θεατρική του αυστηρότητα. «Είμαι και πλακατζής και ευαίσθητος» απαντάει γελώντας βροντερά. Και ο χρόνος; «Εχω ένα μότο που επαναλαμβάνω σαν με ρωτούν. “Μεγαλώνω αφηρημένος”. Τι να φοβηθώ στα 76; Εχω τα εγγόνια μου, τον Γιώργο και τον Ερμή. Ο ένας πάει Δ΄ και ο άλλος Α΄ Δημοτικού. Με κυνηγούν διαρκώς και μου αφήνουν χαρτάκια με σημειώματα. Δεν τους λέω παραμύθια, εγώ δεν είμαι παππούς παραμυθάς αλλά της δράσης. Εμείς πλακωνόμαστε, παίζουμε…».

Εγώ κι ο Μοσχίδης

«Ο Γιώργος Μοσχίδης είναι ο μοιραίος. Ο ηθοποιός που έχω παίξει τα περισσότερα ντουέτα. Ξέρουμε ο ένας την ανάσα του άλλου από απόσταση. Εχουμε κοινούς υποκριτικούς κώδικες, είναι φίλος. Γνωριστήκαμε στο Θέατρο Τέχνης του Κουν. Παίξαμε μαζί στους Ορνιθες του Αριστοφάνη και στον Αρτούρο Ουί του Μπρεχτ. Στο Εθνικό πριν από 17 χρόνια συναντηθήκαμε στον Ρινόκερο, ενώ στο ελεύθερο θέατρο τελευταία φορά στο Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν. Είναι σπουδαίος καρατερίστας-ρολίστας ο Μοσχίδης, απαιτητικός, ιδιαίτερος. Είμαστε πάντα σε καλή σχέση και πάντα στα μαχαίρια. Πειραζόμαστε, καβγαδίζουμε, αυτή είναι και η ομορφιά της αληθινής σχέσης των ανθρώπων».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή