«Εκανα ακραίους ρόλους»

6' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αλίμονο αν σε πνίγει ο μύθος των ρόλων. Οι ρόλοι είναι για να έρχονται και να φεύγουν. Ολοι αναμετρούνται με την Κλυταιμνήστρα, την Αμάντα, την Μπλανς, την Ανδρομάχη… Χάρηκα τόσο πολύ όταν μου πρότεινε ο Δημήτρης Καταλειφός τη συνεργασία μας –τρεις δεκαετίες από τα «Πέτρινα χρόνια»–, αλλά όταν άρχισαν να “μου την πέφτουν” για την ερμηνεία της τάδε ή της δείνα, είπα “τέρμα. Ο καθένας να πάρει την Αμάντα του και να πάει σπίτι”».

Σαν αρχίζει να μιλάει η Θέμις Μπαζάκα, σχεδόν σε αφοπλίζει. Είναι άμεση, ουσιαστική, συναισθηματική. Ετσι σε κερδίσει σαν ξεδιπλώνει την ηρωίδα του Τένεσι Ουίλιαμς στον «Γυάλινο κόσμο», που ανεβαίνει αύριο Τρίτη στο «Εμπορικόν» σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη. «Η δική μου Αμάντα είναι μια γυναίκα απόλυτη, ζωντανή με μια συγκεχυμένη ζωτικότητα, πουριτανή και εξοντωτική για τα παιδιά της, ένας άνθρωπος που το μυαλό του δουλεύει ακατάπαυστα για την επιβίωση της οικογένειάς της».

Προσπερνώντας ερμηνείες που άντεξαν στον χρόνο και άλλες που κουβαλούν τη χρυσόσκονη της υπερβολής, η Θέμις Μπαζάκα, η ηθοποιός των μεγάλων και των μικρών ρόλων, των προκλήσεων και των ανεξάντλητων μεταμορφώσεων στη σκηνή, στο σινεμά και στην τηλεόραση, ξεδιπλώνει το νέο της θεατρικό πρόσωπο. Μια γυναίκα από μια πιο άνετη οικογένεια του Νότου, με μια πιο ευχάριστη ζωή, παντρεύεται έναν άντρα που την πάει να ζήσει στο Σεν Λούις μέσα στο κραχ, σε ένα μίζερο διαμέρισμα, στο οποίο τελικά μένει μόνη με τα παιδιά της όταν ο σύζυγος που την ξελόγιασε αποδεικνύεται αλκοολικός, επιπόλαιος και ταξιδευτής. «Καταλαβαίνω την αγωνία της. Αυτή την οδηγεί στις αναμνήσεις και τις ψευδαισθήσεις που την ανακουφίζουν. Δεν θέλει να δει την πραγματικότητα, ενώ παράλληλα δημιουργεί ένα ασφυκτικό περιβάλλον για την οικογένειά της. Μέχρι που συγκρούεται με τον γιο της».

Το κραχ και το σήμερα. Υπάρχουν παραλληλισμοί με την Αμερική του κραχ. Απελπισμένες, μόνες μάνες με παιδιά που προσπαθούν να επιβιώσουν. Παιδιά με εφόδια που εργάζονται σε δουλειές οι οποίες δεν τους ικανοποιούν μόνο για να βοηθήσουν τους δικούς τους. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμή μου. Οτι πρόκειται για μια γυναίκα που αναζητεί λύσεις για οτιδήποτε της συμβαίνει, χωρίς όμως να μπορεί να δει την πραγματικότητα. Η κόρη της έχει ένα ελάττωμα που για μένα είναι μεταφορικό στο έργο. Η Λώρα είναι συνεσταλμένη, αγοραφοβική, εύθραυστη και εκείνη τη σπρώχνει να βγει στον κόσμο. Δεν την καταλαβαίνει ούτε τον γιο της. Η αγωνία μου είναι να κάνω ένα ζωντανό πρόσωπο, αληθινό.

Εγινα μητέρα στα 27 μου. Είχα χαρεί τη ζωή. Το παιδί δεν μου στέρησε τίποτα. Μόλις είχε τελειώσει μια ζωή με πολλά ξενύχτια. Είχα προλάβει και είχα πάει τρεις μήνες στην Ινδία και στο Νεπάλ με τα χρήματα που κέρδισα από τη βράβευσή μου για το «Ρεμπέτικο». Και αργότερα, όταν κέρδισα το α΄ βραβείο για τα «Πέτρινα Χρόνια» του Βούλγαρη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, έφυγα στη Νέα Υόρκη. Είχα ερωτευθεί τον άνδρα μου (τον Γιαπωνεζο-αμερικανό καλλιτέχνη Genji Ito) που γνωριστήκαμε σε παράσταση του La MaΜa στους Δελφούς. Με τη Σοφία μεγαλώναμε μαζί σαν μαμά και φίλη. Οταν κάνεις παιδιά, περνάς σε δεύτερη σειρά. Οι επιλογές στη δουλειά σου είναι διαφορετικές, αγωνιάς για τα χρήματα, η προσωπική σου ζωή αλλάζει, ο χρόνος. Ομως εμένα δεν με πείραζε, η ευτυχία που είχα παιδί ήταν μεγαλύτερη.

Δεν σπουδάσαμε μαμάδες. Δεν ήξερα πάντα πώς να συμπεριφερθώ. Μερικές φορές την έβαζα στη διαδικασία: «Tι πιστεύεις ότι πρέπει να κάνω σε αυτό που προέκυψε μαζί σου;». Αλλοτε, όταν δεν έτρωγε, πήγαινα από τη μια άκρη του τραπεζιού και της έλεγα «Σοφία, φάε» και ύστερα από την άλλη, με ανδρική φωνή: «Φάε, Σοφία», υποδυόμενη τον μπαμπά της. Είχαμε χωρίσει, την μεγάλωνα μόνη. Επαιζα τους δύο ρόλους και εκείνη ξεγελιόταν κι έτρωγε. Υπάρχει όμως μαμά που να μην έχει τύψεις; Οταν το λέω, μου απαντά: «Είσαι η καλύτερη, γιατί πάντα διασκεδάζαμε μαζί». Την έπαιρνα στα γυρίσματα, στο θέατρο, παντού. Την έβαζα κάτω από τη μασχάλη σαν μπόγο και τρέχαμε στο πάρκο, στο λούνα παρκ, της έλεγα τους ρόλους.

Μια ζωή τρέξιμο. Ελεγα στα 50 θα ηρεμήσω, θα κάνω τις δουλειές που θέλω. Στο κάτω κάτω πέτυχα σ’ αυτό που έκανα, είχα μια καλή καριέρα. Αυτή ήταν η αγωνία μου. Μετά τα «Πέτρινα χρόνια», πιέστηκα να ακολουθήσω μια μανιέρα που δεν ήθελα. Αντέδρασα βίαια κόντρα στην οικονομική άνεση που μου πρόσφεραν. Ηθελαν να διαιωνίσω τη συγκεκριμένη ηρωίδα που εγώ ήθελα να καταστρέψω. Ηθελα να είμαι ηθοποιός που δεν ταυτίζεται με μία μόνο εικόνα. Εκανα ακραίους ρόλους. Θυμάμαι πριν από πέντε χρόνια έπαιζα στην Κυψέλη, στην ταράτσα του θεάτρου «Χώρα», το «The New Electric Ballroom», σε σκηνοθεσία του 22χρονου τότε Δημήτρη Καραντζά. Ηρθε λοιπόν μια κυρία μεγαλύτερης ηλικίας και μου είπε: «Σας λατρεύω, σας ακολουθώ παντού, αλλά δεν αντέχω άλλο. Ανεβοκατεβαίνω υπόγεια, ταράτσες, σε κάθε θέατρο που πηγαίνετε. Δεν μπορείτε να παίξετε σε κανένα πιο κεντρικό θέατρο, που να οδηγείται ο θεατής κατευθείαν στην πλατεία;»

Εκανα 23 σίριαλ και 35 ταινίες. Πειραματίστηκα όσο μπορούσα στη σκηνή, από κρατικές σκηνές ώς το ελεύθερο θέατρο. Από πιο εμπορικά ώς πιο ακραία. Μετά τα 50, όμως, περνάς σε άλλη κατηγορία. Γι’ αυτό και οι γυναίκες ηθοποιοί παγκοσμίως κάνουν τα πάντα να δείχνουν νεότερες, δίνοντας χρόνο και χρήμα πάνω στο πρόσωπό τους για να διατηρηθεί η νεότητα και να έχουν ρόλους και καριέρες. Οταν ρώτησαν τη Σούζαν Σαράντον πώς νιώθει που υποδύεται πια μάνες, τους απάντησε: «Ναι, παίζω μάνες, αλλά τι μάνες». Εγώ έγινα κινηματογραφικά μάνα στα 22 μου στο «Ρεμπέτικο». Εκτοτε, έκανα δέκα γέννες και το μισό ελληνικό θέατρο ήταν παιδιά μου στη σκηνή, στο σινεμά, στην τηλεόραση.

Μικρές ανατάσεις

Διψώ να παίζω. Αυτό κάνουν και τα νέα παιδιά. Η κατάργηση των εργασιακών κεκτημένων έθιξε πρώτα τον ιδιωτικό τομέα. Οι ηθοποιοί ιδιωτεύουμε. Αν θέλουν μας πληρώνουν, αν θέλουν μας βάζουν ένσημα, μας δίνουν τα μισά ή μας δίνουν τις πρόβες κ.ο.κ. Αυτή τη στιγμή ντρέπομαι να πω ότι δεν μου φτάνουν 1.200 ευρώ. Τι μένει, λοιπόν; Να ελπίζεις και να νιώθεις αυτό για το οποίο είσαι φτιαγμένος να κάνεις: μικρές στιγμές ανάτασης μέσα στη δουλειά σου. Οταν νιώθω έτσι, ξεχνώ για λίγο ότι μπορεί να βοηθάει ακόμη ο μπαμπάς μου όταν χρειάζεται ή ότι δεν έχω να βοηθήσω την κόρη μου. Ολοι θέλουν αξιοπρέπεια. Γι’ αυτό υπάρχει τόσος θυμός στον δρόμο. Ηρθε η κόρη μου από το Βερολίνο όπου εργάζεται και μου είπε «μαμά τι συμβαίνει; Κόντεψαν να με πατήσουν δύο φορές».

Τι μας μένει; Να δούμε μια καλή παράσταση, μια ταινία, να κάνουμε μια βόλτα στον ήλιο, να φιλοξενηθούμε στο εξοχικό κάποιου φίλου, να είμαστε γεροί και όταν μαζευόμαστε να γελάμε. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ενώ δούλεψα σκληρά στη ζωή μου, χωρίς να κλέψω κανέναν, αντιθέτως ήμουν απόλυτα συνεπής στις υποχρεώσεις, ότι θα έρθει η ώρα που δεν θα πάρω σύνταξη. Αλλά δεν σταματάει η ζωή, πρέπει να ελπίζεις. Γι’ αυτό ονειρεύομαι ρόλους για να δραπετεύω. Αυτό ξέρω να κάνω και θέλω να το κάνω ώς το τέλος της ζωής μου. Το ’86 στην Αμερική αναρωτιόμουν ποιοι ήταν αυτοί οι καλοντυμένοι ανάμεσα στους άστεγους, που έβλεπα να σέρνουν καρότσια σούπερ μάρκετ έχοντας μέσα πράγματα. «Νεόπτωχοι που έχασαν σπίτια από δάνεια», μου είχε πει ο άντρας μου. Και είπαμε μαζί: «Δεν θα πάρουμε ποτέ δάνειο και κάρτες». Είχα δει τις συνέπειες. Ομως τόσοι φίλοι δεν μπορούσαν να τις φανταστούν.

Το fake φαίνεται

Δεν ήμουν ποτέ ενζενί. Από μικρή έκανα πιο ώριμα πράγματα. Τώρα στα 58 θεωρώ ότι η ηλικία μου είναι πολύ juicy θεατρικά. Στο σινεμά, όμως, υπάρχει πρόβλημα γατί ζω σε μια χώρα που έχει μικρή κινηματογραφική βιομηχανία και είναι περιορισμένη η επιθυμία των δημιουργών-σκηνοθετών να έχουν πρωταγωνιστές μεγαλύτερους ανθρώπους. Οπότε κι εγώ εκεί, παίζω τις μάνες. Στο θέατρο και το σινεμά υπάρχει μια μεγάλη κόντρα μεταξύ του ρεαλιστικού, του πιο ακαδημαϊκού ύφους με την αποδόμηση. Αν μου αρέσει κάτι, δεν κάνω διαχωρισμούς. Οταν ακολουθείς κάτι επειδή είναι μόδα, ο θεατής το καταλαβαίνει. Το fake φαίνεται.

​​Η παράσταση «Γυάλινος κόσμος» ανεβαίνει μεθαύριο Τρίτη στο θέατρο «Εμπορικόν», Σαρρή 11, σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή