Νέοι και πολιτισμός, μια σχέση απρόθυμη

Νέοι και πολιτισμός, μια σχέση απρόθυμη

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υ​​πάρχει μια παράδοση στις έρευνες που σφυγμομετρούν τις προτιμήσεις του κοινού για τον πολιτισμό, τις επιθυμίες ή την αδιαφορία του, τι κερδίζει την προσοχή του, ποια τέχνη γνωρίζει άνοδο και ποια πτώση. Συνήθως, θρηνούμε με τα αποτελέσματα, κουνάμε με νόημα το κεφάλι για τα χαμηλά ποσοστά των Ελλήνων που επισκέπτονται μουσεία, που διαβάζουν βιβλία, που πηγαίνουν θέατρο ή κινηματογράφο. Σαν να επιβεβαιώνονται τα χειρότερα προγνωστικά για το μέλλον της χώρας, αναλαμβάνουμε, όσοι αγαπάμε τον πολιτισμό εν τη πράξει, να σχολιάσουμε με πικρία, ειρωνεία ή καθ’ υπερβολή τα, κάθε φορά συγγενή, δεδομένα. Πρόσφατα εκπονήθηκε από το ΕΚΠΑ, για λογαριασμό του υπουργείου Πολιτισμού, μια νέα έρευνα που ανιχνεύει τη σχέση των παιδιών, των νέων και των ευάλωτων ομάδων με τον πολιτισμό, στα χρόνια της κρίσης, καλύπτοντας ένα φάσμα δραστηριοτήτων, όπως η ανάγνωση, ο κινηματογράφος, oι επισκέψεις αρχαιολογικών και πολιτιστικών χώρων, κ.ά. Ενδιαφέρουσα· και όχι υποχρεωτικά για να ερμηνεύσουμε τις αρνητικές πτυχές ως προϊούσα παρακμή. Αναφέρουμε ενδεικτικά:

Το 2015, στην Ελλάδα, το 77,8% των νέων (περίπου 8 στους 10), από 16 έως 24 ετών, δήλωσε ότι δεν επισκέφθηκε κανένα αξιοθέατο μέσα στον χρόνο. Για την Ευρωπαϊκή Ενωση ο μέσος όρος, για τις ίδιες ηλικίες, είναι 52,5%. Το 2007 οι εισπράξεις των κινηματογραφικών ταινιών καταγράφονται σε 104,2 εκατ. ευρώ, ενώ το 2017 σε 58,5 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες των νοικοκυριών για εφημερίδες και περιοδικά στα χρόνια της κρίσης μειώθηκαν κατά 50%. Στους λόγους μη συμμετοχής σε πολιτιστικές δραστηριότητες νέων 16-24 χρόνων (για το 2015), προηγείται θεαματικά η έλλειψη ενδιαφέροντος (εάν υπολογίσουμε έναν μέσο όρο). Στην περίπτωση των παραστάσεων ένα 49,4% δηλώνει ότι δεν πήγε για οικονομικούς λόγους, ενώ ένα 44,2% από έλλειψη ενδιαφέροντος. Η διαφορά είναι μικρή. Το 2015-2016 ο αριθμός των θεατρικών έργων υπερδιπλασιάστηκε, οι παραστάσεις αυξήθηκαν κατά 30%. Προσφορά (έως και υπερπροσφορά) υπάρχει. Η κοινωνία, όμως, ανταποκρίνεται;

Πλασματικό το ερώτημα. Η ελληνική κρίση θα μπορούσε να είναι μιας πρώτης τάξεως δικαιολογία γι’ αυτό που εμφανίζεται ως αλλαγή συνήθειας και σχέσης με το πολιτιστικό προϊόν. Χρησιμοποιούμε την «κρίση» όλο και περισσότερο προσχηματικά, έχοντας, ενδεχομένως, στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι όταν αποκατασταθεί η «κανονικότητα» η σχέση των νέων με τον πολιτισμό θα πάρει άλλη τροπή. Η εκδοχή αυτή, δραματικά παρωχημένη, παραμένει πεισματικά εκτός πραγματικότητας.

Ο κόσμος αλλάζει προς αδιευκρίνιστες ακόμα κατευθύνσεις. Δεν είναι μόνο το ψηφιακό μέλλον, το Netflix που κερδίζει διαρκώς θεατές, η οθόνη του υπολογιστή και του κινητού, το διαρκές σκρολάρισμα, το τσεκάρισμα των λογαριασμών μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που ευθύνονται για πολυδιάσπαση (και ελάχιστα λεπτά συγκέντρωσης σε ένα θέμα). Είναι, πιο δομικά, η σχέση μας με την εικόνα, οι οξυμένες και την ίδια στιγμή ταλαιπωρημένες προσλαμβάνουσες, τα ερεθίσματα που πυκνώνουν και προσφέρονται ποικιλοτρόπως μέσα στο σπίτι· δεν χρειάζεται κανείς να μετακινηθεί. Η ηλεκτρονική επαφή δυναμώνει. Δεν είναι εύκολο να πει κανείς αν, ταυτόχρονα, η φυσική επαφή εξασθενεί. Ομως, η πρώτη, ασφαλώς εδραιώνεται.

Οταν, από την άλλη, η «έλλειψη ενδιαφέροντος» συναγωνίζεται σε ποσοστά τους «οικονομικούς λόγους», τότε η αποχή από τα πολιτιστικά δρώμενα δεν έχει να κάνει μόνο με τα χρήματα. Κι αν η γλώσσα των θεαμάτων γίνεται όλο και πιο ανοίκεια για τους νέους 16-24 χρόνων; Αν οι δημιουργοί και οι καλλιτέχνες επιβαρύνονται, από τη μετάβαση σε άλλη εποχή, με την υποχρέωση να επινοήσουν διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης του κοινού; Ποιοι και πώς θα είναι οι τρόποι αυτοί επαφίεται στους αρμόδιους να δοκιμάσουν. Το εγχείρημα είναι κοπιαστικό αλλά την ίδια στιγμή και συναρπαστικό.

Ακόμη μια παράμετρος, κομβική για τη σχέση των νέων με τον πολιτισμό, είναι η σχέση με την οικογένεια. Με έναν θεσμό που έχει υποστεί πιέσεις και αλλοιώσεις, συν-διαμορφώνοντας μια γενιά παιδιών βουτηγμένων στον θυμό, στην επιθετικότητα, στην αδυναμία επαφής τόσο με το περιβάλλον όσο και με τον εαυτό τους.

Ναι. Οκτώ στα δέκα παιδιά δεν επισκέφθηκαν κανένα μουσείο ή πολιτιστικό χώρο. Γιατί, όμως;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή