Οι ιδιωτικές εταιρείες αποφεύγουν το ρίσκο

Οι ιδιωτικές εταιρείες αποφεύγουν το ρίσκο

2' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αναπάντεχη οικονομική καταστροφή της πανδημίας δεν αποκάλυψε κάτι που αγνοούσαμε. Εκανε, ωστόσο, πιο επείγουσα την ανάγκη να θεραπευθούν πασίγνωστες αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας.

Μία από αυτές είναι η μυθοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το μόνιμο καλόπιασμα των μικρών. Στην πραγματικότητα, έχουμε άπειρες πολύ μικρές επιχειρήσεις και δοξάζονται από τους πολιτικούς για τον απλό λόγο ότι είναι πολλές. Από τις 830.000 επιχειρήσεις που λειτουργούν στη χώρα, οι 810.000 κατατάσσονται ως μικρές, επειδή απασχολούν λιγότερα από δέκα άτομα. Είναι όμως πολύ μικρές, αφού ο μέσος όρος των ατόμων που απασχολούν είναι 1,7 άτομα. Οι εταιρείες που απασχολούν πάνω από 250 άτομα στη χώρα είναι μόλις 375.

Η αλήθεια είναι ότι αντί να εκθειάζουν όλοι, μέσα ενημέρωσης, πολιτικοί, διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τη μικρή επιχειρηματικότητα, την επιχείρηση του ενός υπαλλήλου, θα έπρεπε να προβληματίζονται για τον τρόπο αύξησης των μεγαλύτερων, για να αναπτυχθεί η χώρα.

Τα κεφάλαια από ευρωπαϊκές και άλλες πηγές πρέπει να συμβάλουν στην ενίσχυση σημαντικών εταιρειών ή και να βοηθήσουν στην επέκτασή τους. Ειδικά τώρα, την εποχή μηδενικών επιτοκίων, που προφανώς δεν θα υπάρχουν αιωνίως, είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την επέκταση των εταιρειών που έχουν στέρεο επιχειρηματικό πλάνο. Να βρεθούν κεφάλαια που θα χρηματοδοτούν εξαγορές και συγχωνεύσεις, που θα ενισχύουν το παραγωγικό δυναμικό, που θα επιτρέπουν την αποδοτική δραστηριότητα στις αγορές.

Αν αυτό προϋποθέτει να δοθούν κίνητρα ή να εκλείψουν περιοριστικοί παράγοντες, προφανώς πρέπει να γίνουν γρήγορα. Η δυσάρεστη αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν λείπουν ούτε τα κίνητρα ούτε τα κεφάλαια. Απουσιάζουν οι ιδέες, οι πρωτοβουλίες, η έμφαση στην ανάπτυξη, η στρατηγική επέκτασης, η δημιουργική ανησυχία. Υπάρχει έλλειμμα διάθεσης ανάληψης ρίσκου από ιδιώτες. Δεν θέλουν.

Η ελληνική οικονομία έχει παγιδευθεί ανάμεσα στις πολύ μικρές, ατομικές οικογενειακές εταιρείες που δεν μπορούν να επενδύσουν και στις μεγάλες που δεν θέλουν.

Εύστοχα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, αναρωτήθηκε προχθές, σε διαδικτυακή εκδήλωση του ΙΟΒΕ, ποια είναι τα επενδυτικά σχέδια των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων για το προσεχές μέλλον. Εχουμε εγκλωβιστεί στη διατύπωση ερωτημάτων και σχολίων που αφορούν τον δημόσιο τομέα. Πώς θα αξιοποιηθούν τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης; Τι θα κάνει το Δημόσιο για να ενισχύσει την ανάπτυξη, ποιες επιδοτήσεις θα διανεμηθούν σε ποιους για να έρθει η ανάκαμψη.

«Ξεχάσαμε» ότι για να αξιοποιηθούν τα ευρωπαϊκά κεφάλαια, για να επιστρέψει η ανάπτυξη, πρέπει να εμφανιστούν επενδυτικά σχέδια ύψους τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ από ιδιωτικές εταιρείες.

Ολα τα μεγάλα θέματα, για ψηφιακή μεταρρύθμιση, πράσινη ανάπτυξη, απολιγνιτοποίηση, νέα καύσιμα π.χ. υδρογόνο, αποτελούν το πεδίο στο οποίο έπρεπε να έχουν δραστηριοποιηθεί μεγάλες ελληνικές εταιρείες. Η ειδησεογραφία είναι γεμάτη από σχέδια αναδιάρθρωσης οφειλών, επιδοτήσεις ώστε να καλυφθούν ζημίες που προκάλεσε η πανδημία, κρατικές δαπάνες για εξασφάλιση θέσεων εργασίας. Εύκολες λύσεις για παλιά προβλήματα.

Υπάρχουν, βέβαια, εταιρείες που βλέποντας το αδιέξοδο ανοίγονται σε ξένες αγορές. Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν. Καλοδεχούμενη εξέλιξη, αλλά συμβαίνει κυρίως επειδή μειώνεται το ΑΕΠ, δεν διαφαίνεται έκρηξη εξαγωγών.

Η ελληνική οικονομία έχει μία μοναδική ευκαιρία να δρομολογήσει μια περίοδο επτά-οκτώ ετών στη διάρκεια της οποίας θα αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό 4%. Αλλά αυτό προϋποθέτει ιδιωτικό τομέα που δεν υπάρχει, που δεν θα ζητάει μόνο από το κράτος, αλλά κυρίως θα δημιουργεί κερδοφόρα επεκτατικά σχέδια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή