Υποβολείο

2' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δύο είναι τα προπύργια της Δημοκρατικής Παράταξης: η Κρήτη και η Πάτρα» l Διαβάζουμε σε έγκυρη εφημερίδα. l Οπου «Δημοκρατική Παράταξη», όπως προκύπτει από το δημοσίευμα, νοείται το πολιτικό «σύνολο» Σύριζα και Πασοκινάλ. l Κι επειδή καιρό είχαμε ν’ ακούσουμε τέτοιες οριοθετήσεις της «Δημοκρατικής Παράταξης» l –και μάλιστα όχι από συριζαϊκές πηγές, που άλλωστε προτιμούν το «προοδευτικές δυνάμεις» και άλλα τέτοια ξεθεωμένα l (και παραπλανητικά, ιδίως μετά τον πενταετή εναγκαλισμό τους στην κυβερνητική παστάδα με τον Καμμένο)– l αναρωτιέται κανείς: l Είναι τυχαία η ατυχής χρήση αρχαιοπασοκικών «ορισμών», όπως αυτός της «Δημοκρατικής Παράταξης», l ή προαναγγέλλει μήπως πως το Κινάλ, πέρα από ήλιο κι όνομα, σκοπεύει να επαναφέρει και θρυλικούς ευφημισμούς τύπου «Πασόκ και άλλες Δημοκρατικές Δυνάμεις»; l

Την πρώτη κιόλας μέρα του νέου χρόνου είχαμε μια «ανδροκτονία», πράγμα που ερχόταν σε αντίθεση με το πλήθος «γυναικοκτονιών» του περασμένου χρόνου. l Αλλά η συνέχεια είναι γνωστή και αφόρητη, ήδη μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του πρώτου μήνα. l Η πύκνωση των πάσης φύσεως βαρβαροτήτων εις βάρος γυναικών αποδίδεται μάλλον στο ξεθάρρεμα των θυμάτων, που δεν φοβούνται πια τον κοινωνικό στιγματισμό, όπως συνέβαινε άλλοτε, και καταγγέλλουν την κακοποίησή τους. l Οι σίγουρα λιγότερες αλλά όχι και ανύπαρκτες κακοποιήσεις ανδρών από τις συντρόφους τους σπανιότατα δημοσιοποιούνται – αυτό κι αν θα ‘ταν στίγμα! l Γι’ αυτό, όταν συνέβαινε καμιά «ανδροκτονία» σηκωνόταν μεγάλος κουρνιαχτός. l Στον μεσοπόλεμο είχε γίνει ακόμα και λαϊκό τραγούδι η δολοφονία κάποιου νέου από τη σύζυγο και την πεθερά του. l «Καημένε Αθανασόπουλε τι σού ‘μελε να πάθεις / από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις». l Ο πρώτος στίχος μάλιστα πήρε και παροιμιακή σημασία l – «Αχ, καημένε Αθανασόπουλε…» άκουγα και τη μάνα μου καμιά φορά να λέει. * Εχουν οι καιροί γυρίσματα όμως. l

«Αχ, καημένε Αθανασόπουλε…» άκουγα και τη μάνα μου καμιά φορά να λέει.

Δεν θεώρησα ποτέ ότι είμαι αλάνθαστος, και γλωσσικά· κι όταν κάνω λάθος, επανορθώνω. l Αλλά το «σεσηπώτος» που βγήκε στο Υποβολείο της περασμένης Κυριακής δεν θα το χρεωθώ. l «Σεσηπότος» είχα γράψει – ο «σεσηπώς, του σεσηπότος, έτσι; l  

Εμφανίστηκε στο γραφείο μας στην εφημερίδα φουριόζος, πήρε ένα φύλλο κατρ ριγέ από το σημειωματάριό μου κι έφτιαξε μια φιγούρα από το Χορό των αριστοφανικών «Σφηκών» για τους οποίους είχε κάνει τότε τα κοστούμια, στην Επίδαυρο, και τα είχαμε επαινέσει. l Εφτιαξε ένα χάρμα, στο λεπτό, με στιλό διαρκείας, σ’ ένα κομμάτι χαρτί. l Μια άλλη φορά, στο γραφείο πάλι, πήρε ένα φύλλο άθλιο χαρτί, από αυτά όπου γράφαμε τότε και στέλναμε στο τυπογραφείο, κι έφτιαξε στο άψε σβήσε, πάντα με στιλό, μια υπέροχα ανάλαφρη σύνθεση l – ένα βάζο ψιλόλιγνο με κάτι σαν στάχια και φτερά παγωνιού μέσα, πάνω σ’ ένα μακρόστενο, διαφανές, άυλο λες, τραπέζι, δίπλα σ’ ανοιχτό παράθυρο, μ’ αραχνοΰφαντο μαντήλι ν’ ανεμίζει δεμένο στο χερούλι και στο τραπέζι αφημένα δυο ρόδια, ένα πινέλο, ένα μολύβι… l Σε μια άλλη συνάντησή μας έφερε κάτι διαφορετικό: σε μικρό, περίπου 25×25, χαρτόνι που είχε χρώμα μπλε βαθύ αλλά φωτεινό (!) είχε ζωγραφίσει με χρώμα χρυσό ένα ζευγαράκι καθισμένο δίπλα δίπλα σε καρέκλες, με δυο μικρά στρογγυλά σιδερένια τραπεζάκια παλιού καφενείου μπροστά τους – καφεδάκι στον άντρα, μια φέτα καρπούζι στην κοπέλα.  l Καθημερινή στιγμή, δοσμένη όμως με μια ονειρική και ταυτόχρονα αισθησιακή ατμόσφαιρα. l Η γεμάτη χαρμολύπη –όχι· η παυσίλυπη μάλλον–, απλά ανθρώπινη αλλά απροσδόκητα και μνημειακού χαρακτήρα ζωγραφική του σπουδαίου Αλέκου Φασιανού. l

Τέλος εποχής, τέλος εποχής, τέλος εποχής…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή