Τα καλοκαίρια που δεν έφυγαν

Τα καλοκαίρια που δεν έφυγαν

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Στη σελίδα 18 σκόνταψ’ η καρδιά μου…» Κάπως έτσι «ξανασυνάντησα» τον Δάκη της εφηβείας μου «μες στο μπλε βιβλίο». Αφού έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες ημέρες, σε ηλικία 79 ετών, όρμησε η δεκαετία του ’70 ατιθάσευτη και έκανε κατάληψη για 48 ώρες στη δική μου ζωή. Ακουσα, σχεδόν εμμονικά, τραγούδησα και χόρεψα, σχεδόν βουρκωμένη, όλα τα «ποπ χιτάκια» που εκείνος ερμήνευε με κομψότητα και φινέτσα, παρά το κιτς της εποχής, τρυφερός, ευγενής και απόμακρος, με αυτήν την αύρα αστικού σπιτιού στην παρουσία του.

Παρακολούθησα στο YouTube ό,τι συνεντεύξεις είχε δώσει, τις περισσότερες τα τελευταία τέσσερα χρόνια, σε τηλεοπτικές εκπομπές. Ακουσα το μεγάλης λεπτότητας και ευαισθησίας podcast του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου «Δάκη, γλυκό μου αγόρι» (Lifo), είχα δει την τελευταία (;) τηλεοπτική του εμφάνιση στο εξαιρετικό «Μουσικό κουτί» του Νίκου Πορτοκάλογλου (ΕΡΤ). Διάβασα τον ξεχωριστό τρόπο με τον οποίο τον είδε και τον «ξανασύστησε» η Γιώτα Συκκά στη συνέντευξη στην «Κ» (03/2014). Αυτό λοιπόν το αγόρι «που κάθε μαμά ήθελε για γιο και κάθε γιαγιά για εγγονό», όπως σχολίαζε γελώντας, όμορφο, με μια ανεμελιά, θαλασσινή ανοιχτωσιά στο χαμόγελό του, ένα πολυεθνικό κράμα (Αλεξανδρινός, με ρίζες από την Κρήτη και τη Σμύρνη), δεν ήταν μόνο τα «τόσα καλοκαίρια» μας.

Βυθίστηκα στη ζωή του, όλο και πιο βουλιμικά, διαπιστώνοντας ότι παρότι επαναλάμβανε τα στοιχεία του βίου του, το έκανε, απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, σα να ήταν η πρώτη φορά. Εβρισκε έναν τρόπο ειλικρινή και άμεσο για να αφηγηθεί τα 57 χρόνια καλλιτεχνικής πορείας, χορτάτος και προσγειωμένος, συνεργάσιμος («από τους πιο βολικούς»), ανεξάρτητος μοναχικός αλλά όχι μόνος. «Ποτέ δεν σκεφτόμουν πού θα μπει το όνομά μου, πόσα λεφτά θα έπαιρνα ή πόσα τραγούδια θα έλεγα, αρκεί να τραγουδούσα», έλεγε και ξανάλεγε.

Ο Δάκης, αυτό το αγόρι «που κάθε μαμά ήθελε για γιο και κάθε γιαγιά για εγγονό».

Οπως και ότι μικρός, στην Αλεξάνδρεια, τραγουδούσε στο μπάνιο, όπως και ότι απέφευγε να ερωτεύεται, ότι τον άγχωνε η διασημότητα, ότι δεν κάπνιζε, δεν έπινε, δεν έτρωγε τηγανητά (μαγείρευε τα πάντα στον ατμομάγειρα), ότι δουλεύοντας «πέρασε μια ζωή και δεν το κατάλαβε», ότι δεν πρόλαβε να παντρευτεί, ότι ταξίδευε πολύ, αγόραζε αντίκες και ρούχα για τις εμφανίσεις του (όχι για την καθημερινότητά του, τόνιζε). Τον εξόργιζε «η αγένεια, η ημιμάθεια, η απλυσιά».

Ολοι επαινούσαν το πόσο καλά φαινόταν, παρά την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε (οι γιατροί τού έδιναν έξι μήνες ζωή), το χαμόγελο που δεν έχασε ποτέ, τον χρόνο που άφηνε ελάχιστα σημάδια στην πάντα γοητευτική όψη του…

Και «μια καλή πρωία…», όπως τον άκουσα να ξεκινάει μια ιστορία, ο Δάκης έφυγε από το πάρτι, κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Στο πάρτι αυτό πήγαμε με «τα καλά μας» και παρότι κόντυναν τα μανίκια, στένεψαν τα ρούχα, τα πρόσωπα και τα σώματα πλαδάρεψαν, τα μαλλιά λιποθύμησαν, κρατήσαμε το χαμόγελο και μια, ακόμη μεγαλύτερη, ευσυγκινησία (της ηλικίας). Ισως και ευλυγισία… Οχι, βέβαια, όπως της Μαίρης Χρονοπούλου, με το πορτοκαλί αέρινο φόρεμα, που χορεύει τα «τόσα καλοκαίρια» (στο «Γοργόνες και μάγκες», 1967) ακροπατώντας στα λιθόστρωτα σοκάκια της Υδρας, αγγίζοντας με ηδυπάθεια τους τοίχους, με παρτενέρ τον Λάκη Κομνηνό. Οχι. Απέχουμε πολύ από τη χορογραφία εκείνη, από το μιούζικαλ του Δαλιανίδη, το φλερτ με την αιωνιότητα. Τα ενσταντανέ του ’70, με εκκωφαντικές καμπάνες και σούπερ μίνι, με «Μανίνες» και «Κατερίνες» να στοιβάζονται δίπλα μας, έχοντας εξώφυλλα τον Δάκη, ξεμάκρυναν και κλείστηκαν στα μπαούλα του υποσυνείδητου. Ηρθαν οι επιστρώσεις των φοιτητικών χρόνων, των διαφορετικών επιλογών και αναγκών.

Ωσπου οι πρώτοι ήχοι από το «Monsieur Cannibale» διαπέρασαν τις ηλεκτρονικές «επιστρώσεις» και έφτασαν στα βάθη του πικάπ. Λικνιστήκαμε, πιο βαρείς αλλά όχι ασήκωτοι… Ο Δάκης τραγουδάει υπέροχα Σασά Ντιστέλ, πιο νέος από ποτέ, πιο ανέγγιχτος από ποτέ: «Monsieur Cannibale, je n’veux pas mourir/ Monsieur Cannibale laissez-moi partir…» Τελικά, «ο κύριος Κανίβαλος» τον άφησε. Και έφυγε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή