Οι δύσκολοι δρόμοι της δημοκρατίας

Οι δύσκολοι δρόμοι της δημοκρατίας

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η απότομη λήξη της θητείας του Μάριο Ντράγκι κλείνει άλλο ένα κεφάλαιο της ιταλικής πολιτικής όπου τεχνοκράτης κλήθηκε να άρει τα αδιέξοδα της δημοκρατίας και αφού εξάντλησε την υπομονή των κομμάτων που του ανέθεσαν την εξουσία, τώρα αυτά, που προκάλεσαν το πρόβλημα, προσδοκούν να το λύσουν διά των εκλογών. Οι δημοκρατικοί θεσμοί καλούνται να δώσουν λύση εκεί που πριν από 18 μήνες αδυνατούσαν. Εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις των δημοσκοπήσεων, από τις πρόωρες εκλογές του Σεπτεμβρίου πιθανώς θα προκύψει συνασπισμός ακροδεξιών κομμάτων. Ενώ δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία ήθελε να συνεχίσει ο μη εκλεγμένος, τεχνοκράτης Ντράγκι ως επικεφαλής κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ενδέχεται οι ψηφοφόροι να αναδείξουν στην εξουσία κόμματα που μάχονται εναντίον τέτοιας ενότητας. Αυτά είναι μόνο μερικά από τα παράδοξα της δημοκρατίας.

Η δημοκρατία έχει μια έμφυτη αστάθεια, αυτή που την καθιστά ευάλωτη σε κακές αποφάσεις αλλά που επίσης της παρέχει τη δυνατότητα να διορθώνει τα λάθη της. Σε αυταρχικά, ολιγαρχικά καθεστώτα δεν υπάρχει τέτοια δικλίδα ασφαλείας. Οι πολίτες ζουν με τα λάθη της ηγεσίας. Αλλο πεδίο δυναμικών αντιπαραθέσεων στη δημοκρατία είναι η αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ ομάδων πολιτών ώστε η πλειοψηφία να μην αφανίζει τη μειοψηφία ή τις κοινωνικές μειονότητες, αλλά ούτε οι λίγοι να ελέγχουν την κατάσταση εις βάρος των πολλών. Αυτή τη διαμάχη τη βλέπουμε συνεχώς όπου υπάρχουν δημοκρατικές διαδικασίες, και δη όπου ζητείται ομοφωνία χωρών για αποφάσεις. Εκεί βλέπουμε τον ελάχιστο αριθμό ψηφοφόρων να εμποδίζει τη βούληση των πολλών, οδηγώντας είτε σε αδιέξοδο είτε στο οι λίγοι να επιβάλλουν τη δική τους θέληση στους πολλούς, στερώντας το σύνολο από πολιτικές που θα ευνοούσαν τον μεγαλύτερο πιθανό αριθμό ανθρώπων.

Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να δει κανείς τις εξελίξεις στην Ιταλία, σε πολλές άλλες χώρες, και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οι μικροπολιτικές ανάγκες ενός κόμματος σε μια χώρα μπορούν να επηρεάσουν τη σταθερότητα της Ενωσης. Είναι προφανές σήμερα ότι οι ηγεσίες των δημοκρατικών χωρών δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα προβλήματα της εποχής, καθώς αυτά προκαλούν τις συνθήκες που δυσχεραίνουν την επίλυσή τους. Στις ΗΠΑ, π.χ., βλέπουμε πως η πολιτική διχόνοια παραλύει το σύστημα, ώστε οι δημοκρατικοί θεσμοί να δυσκολεύονται να λύσουν προβλήματα. Την ίδια ώρα, οι ακραίες ομάδες που συνήθως προκαλούν ή επιδεινώνουν τα προβλήματα, θεωρούν την όποια απόπειρα λύσης (ή τη μη λύση) ως επιβεβαίωση της θέσης τους. Αυτό οδηγεί σε παράλυση και στην ενίσχυση των πιο ακραίων ομάδων, θέτοντας την κοινωνία σε μια ολοένα μεγαλύτερη αντιπαλότητα μεταξύ πολιτών.

Οι μικροπολιτικές ανάγκες ενός κόμματος σε μια χώρα μπορούν να επηρεάσουν τη σταθερότητα της Ευρω- παϊκής Ενωσης.

Αυτά τα προβλήματα ταλανίζουν μια δημοκρατία. Και στην εποχή μας είναι ακόμη πιο δύσκολα απ’ ό,τι παλιότερα. Οι σημερινές ηγεσίες που δίνουν μάχες σε πολλαπλά μέτωπα μοιάζουν φτωχοί συγγενείς μυθικών προσώπων του παρελθόντος. Σαφώς κάποιοι σημερινοί ηγέτες είναι κατώτεροι των περιστάσεων, όμως υπάγονται σε έναν εξονυχιστικό έλεγχο όλο το 24ωρο για ό,τι κάνουν, ό,τι λένε, ό,τι παραλείπουν, τον οποίο δεν αντιμετώπιζαν οι παλιοί. Η ανηλεής καθημερινή τριβή είναι σημαντικό κομμάτι της ζωής και εργασίας των ηγετών δημοκρατικών χωρών, καθώς η τύχη τους καθορίζεται όχι μόνο από εκλογές αλλά και από δημοσκοπήσεις. Αυτές «τρέφονται» από τις εικόνες στα μέσα ενημέρωσης και από τα σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα. Οι φωνές αυτές μπορεί να μην έχουν θεσμοθετημένο ρόλο, όμως επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό κλίμα και την κομματική αντιπαράθεση. Βλέπετε στην Ελλάδα τι συμβαίνει. Ο ανώνυμος πολίτης μπορεί να εκφράσει τη γνώμη ή τη μισαλλοδοξία του, αυτή να ακουστεί και, ενίοτε, να εισακουστεί. Και επειδή συχνά το σχόλιο αφορά τις «ελίτ» που δεν δίνουν σημασία στους πολίτες, καλλιεργείται ένα κλίμα αέναου παραπόνου, οδηγώντας σε ολοένα περισσότερες προσπάθειες των κομμάτων είτε να διασκεδάσουν αυτόν τον «φόβο» είτε να τον καπηλευθούν. Σε μια τόσο ρευστή πολιτική σκηνή, κυβερνήσεις φοβούνται να αναλάβουν ή να στηρίξουν «αντιλαϊκές» πολιτικές, ενώ τα άλλα κόμματα σπεύδουν να καπηλευθούν τις αντιδράσεις σε τέτοια πολιτική.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι σήμερα οι πολιτικοί φοβούνται τις επιθέσεις και τα σχόλια στη δημόσια συζήτηση περισσότερο απ’ ό,τι οι παλιότεροι. Περιπλέκεται από τους σύντομους εκλογικούς κύκλους και το πάντα πιθανό ενδεχόμενο της κατάρρευσης μιας κυβέρνησης συνασπισμού όταν χάσει την εμπιστοσύνη έστω του μικρότερου μέλους της. Ετσι γίνεται ακόμη πιο δύσκολη η διαμόρφωση πολιτικών και η σύναψη διεθνών συμφωνιών για να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα προβλήματα της εποχής. Βλέπουμε ότι και όταν τέτοιες αποφάσεις λαμβάνονται από την Ε.Ε. ή διεθνείς οργανισμούς, ενίοτε προκαλούν δυσαρέσκεια, διχόνοια και πολιτική ρευστότητα εντός των χωρών που τις υιοθετούν.

Κάτω από τέτοιες συνθήκες, ποιος θέλει να είναι πολιτικός; Ποιος αντέχει να είναι πολιτικός; Ποιας ποιότητας και ποιων ικανοτήτων ανθρώπους έλκει αυτός ο χώρος; Θα καταπιαστούμε με αυτά τα ερωτήματα άλλη φορά. Για σήμερα, αρκεί να σημειώσουμε ότι ο Ντράγκι, με το αναμφισβήτητο κύρος και τις ιδιαίτερες ικανότητες, κράτησε ενωμένα σε μια κυβέρνηση σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα της Ιταλίας για 18 μήνες. Και ότι, παρ’ όλες τις αρετές του, δεν πέτυχε πολύ περισσότερα απ’ αυτό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή