Για κάποιο διάστημα, η πανδημία είχε δημιουργήσει την ελπίδα ότι οι ερευνητές έχουν τον πρώτο λόγο σε επιστημονικά ζητήματα· βέβαια και τότε, ο νηφάλιος και ζυγισμένος λόγος των επιστημόνων συνυπήρχε με τη διασπορά θεωριών συνωμοσίας και κάθε ανοησίας που κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο. Η ελπίδα ότι την πανδημία θα ακολουθούσε μια εποχή εμπιστοσύνης στην επιστήμη και συστράτευσης για τη λύση των προβλημάτων που μακροπρόθεσμα απειλούν και τη χώρα και τον πλανήτη έχει διαψευστεί. Είδαμε πρόσφατα το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος να αμφισβητεί χωρίς λόγο την εγκυρότητα των στοιχείων που έδωσε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών για την έκταση των καταστροφών από τις πυρκαγιές. Συνέχισαν στο ίδιο κλίμα κυβερνητικοί βουλευτές, μιλώντας για προπαγάνδα των αριθμών και πολιτικοποίηση του Αστεροσκοπείου. Και πάλι το Εθνικό Αστεροσκοπείο βρέθηκε στην επικαιρότητα, όταν με συνέντευξή του στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη μετακίνησή του από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας στο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας.
Είναι σωστό να προσπαθεί η κυβέρνηση να αντλήσει διδάγματα από τις καταστροφές του περασμένου καλοκαιριού. Η έκτασή τους οφείλεται σε ανεξέλεγκτους φυσικούς παράγοντες· αναδείχθηκαν ωστόσο και χρόνιες ανεπάρκειες κρατικών φορέων σε όλα τα επίπεδα. Η κρατική αναποτελεσματικότητα δεν οφείλεται στο ότι το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών δεν υπάγεται στο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας. Αλλού θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια. Η εξαγγελία του πρωθυπουργού ήταν βιαστική και προβληματική για τρεις λόγους.
Πρώτον, για ένα θέμα που άπτεται άμεσα της οργάνωσης και του περιεχομένου της έρευνας –και μάλιστα στον αρχαιότερο ερευνητικό οργανισμό της χώρας– ο πρωθυπουργός δεν συμβουλεύτηκε ούτε την επιστημονική κοινότητα ούτε το Εθνικό Συμβούλιο Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, που είναι, σύμφωνα με την κυβέρνηση που το δημιούργησε, το ανώτατο γνωμοδοτικό όργανο της χώρας σε ό,τι αφορά τη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την έρευνα, την τεχνολογία και την ανάπτυξη της καινοτομίας.
∆εύτερον, η υπαγωγή ενός ερευνητικού οργανισμού στο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας έχει άμεσες επιπτώσεις στη χρηματοδότησή του, στην επιλογή της επιστημονικής του ηγεσίας, στην αξιολόγησή του και στο περιεχόμενο του ερευνητικού έργου του. Απειλεί την ανεξαρτησία της έρευνας.
Η υπαγωγή ενός ερευνητικού οργανισμού στο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας έχει άμεσες επιπτώσεις στην αξιολόγησή του και το περιεχόμενο του ερευνητικού έργου του.
Τρίτον, η απόφαση αυτή δεν λαμβάνει υπόψη ένα ενδημικό πρόβλημα που εμποδίζει την πρόοδο της ελληνικής έρευνας. Το πρόβλημα αυτό είναι ο οργανωτικός κατακερματισμός της έρευνας, με την ασυντόνιστη υπαγωγή ερευνητικών κέντρων σε πληθώρα φορέων. Πριν από ένα χρόνο, η επιστημονική κοινότητα ξεκίνησε μια συζήτηση για τη δημιουργία ενιαίου φορέα για τη στρατηγική, την οργάνωση, και την αξιολόγηση της έρευνας. Η πρόσφατη εξαγγελία προχωρεί ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση. Αποσπά έναν ερευνητικό οργανισμό από τον κορμό του μόνου φορέα που κάπως συντονίζει την οργάνωση της έρευνας, δηλαδή της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας.
Η έρευνα είναι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες για την ανάπτυξη της χώρας. Για να προσφέρει λύσεις στα κάθε είδους μακροχρόνια προβλήματα που εξετάζει, χρειάζεται σταθερή χρηματοδότηση, δόκιμη οργάνωση, αυστηρή και επιστημονικά εμπεριστατωμένη αξιολόγηση και κυρίως ανεξαρτησία. Βιαστικές αντιδράσεις για τη στιγμιαία ικανοποίηση της κοινής γνώμης δεν βοηθούν· γιατί για την επιστήμη ο χρόνος μετριέται σε δεκαετίες και όχι σε κοινοβουλευτικές περιόδους.
Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.