Οικονομική ή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση;

Οικονομική ή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση;

3' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει με νομικά δημιουργικό τρόπο στη (μερική) απελευθέρωση του καθεστώτος που διέπει την ανώτατη εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα να επιτρέψει την εγκατάσταση και λειτουργία στη χώρα μας αναγνωρισμένων αλλοδαπών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, έχει μεγάλη συμβολική σημασία. Και αυτό γιατί διαρρηγνύει ένα μεγάλο ταμπού που έχει συμβάλει στην καθήλωση της παιδείας μας σε επίπεδα χαμηλότερα των επιθυμητών. Το ταμπού αυτό στηρίζουν διαχρονικά δύο ομάδες. Η πρώτη και πιο δυναμική είναι η Αριστερά που χρησιμοποιεί τα πανεπιστήμια ως προνομιακό πεδίο αναπαραγωγής της. Η δεύτερη και πιο ισχυρή είναι η συμμαχία της αδράνειας που υπονομεύει κάθε αλλαγή γιατί την ξεβολεύει. Και οι δύο αυτές ομάδες θα αντιδράσουν δυναμικά με τους τρόπους που ξέρουν, η Αριστερά με τις φωνές και η συμμαχία της αδράνειας με την υπόγεια υπονόμευση. Στη σύγκρουση αυτή εννοείται πως είμαστε με την κυβέρνηση.

Οσο, όμως, σημαντική και να είναι η συμβολική διάσταση της μεταρρύθμισης αυτής, το κεντρικό ερώτημα αφορά τη συμβολή της στην ουσιαστική βελτίωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, γιατί δεν γνωρίζουμε ποια ξένα πανεπιστήμια θα δημιουργήσουν παραρτήματα εδώ. Το πιο επιθυμητό σενάριο είναι να δραστηριοποιηθούν κορυφαία πανεπιστήμια. Αυτά όμως προχωρούν σε μεγάλες επενδύσεις πολύ προσεκτικά, κυρίως σε μεγάλες εκπαιδευτικές αγορές και συνήθως με την οικονομική υποστήριξη ισχυρών τοπικών παραγόντων. Ενα άλλο σενάριο, το πιθανότερο μάλλον, είναι πως θα προσελκύσουμε εκπαιδευτικά ιδρύματα δεύτερης κατηγορίας και κάτω. Εκεί όμως τα όρια ανάμεσα σε εμπορικές επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικά ιδρύματα είναι δυσδιάκριτα. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ενώ τα μη κερδοσκοπικά βρετανικά πανεπιστήμια επενδύουν σε ξένα παραρτήματα με βασικό κριτήριο τον προσπορισμό οικονομικού κέρδους που είναι απαραίτητος για τη λειτουργία τους. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, αν το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη στην Ελλάδα πανεπιστημίων αιχμής, δύσκολα θα επιτευχθεί μέσω παραρτημάτων που πάντοτε λειτουργούν ως φτωχοί συγγενείς μητρικών ιδρυμάτων.

Ποιες όμως θα είναι οι επιπτώσεις τους; Βασικός στόχος τους είναι η απορρόφηση της παγκόσμιας ζήτησης για πανεπιστημιακές σπουδές, κυρίως από την Ασία. Προφανώς θα επιδράσουν θετικά στην αγορά ακινήτων και την τοπική οικονομία, ενώ θα δημιουργήσουν ζήτηση για ειδικευμένο και ανειδίκευτο προσωπικό – ίσως μάλιστα ευνοήσουν και την επιστροφή ορισμένων Ελλήνων πανεπιστημιακών από το εξωτερικό, σίγουρα όμως όχι των περισσότερων ή των καλύτερων. Δεν είναι επίσης σαφές πως τα πανεπιστήμια αυτά θα αποδειχθούν ελκυστικά για τους περισσότερους Ελληνες φοιτητές που σήμερα κατευθύνονται προς το εξωτερικό στον βαθμό που αναζητούν, και πολύ ορθά, πρόσβαση τόσο σε νέες εμπειρίες όσο και σε μεγάλες, ανεπτυγμένες αγορές εργασίας. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά για τα ελληνικά πανεπιστήμια, ωθώντας τα να βελτιωθούν; Ενα μεγάλο εμπόδιο στην ανάπτυξη των ελληνικών πανεπιστημίων είναι οι μη ανταγωνιστικοί (δηλαδή χαμηλοί) μισθοί του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού. Τα νέα αυτά πανεπιστήμια μάλλον θα πληρώνουν κάπως καλύτερα, επομένως είναι πιθανό να προκαλέσουν ένα κύμα εξόδου μελών ΔΕΠ από τα ελληνικά πανεπιστήμια, κάτι που όμως θα συνέβαλλε στην περαιτέρω υποχώρησή τους. Καθώς τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι αυτόνομα ως προς τις συνθήκες πρόσληψης και εργασίας του προσωπικού τους, ούτε έχουν ιδίους πόρους για να τους διαθέσουν με βάση έναν στρατηγικό σχεδιασμό, τότε εύκολα μπορούμε να φανταστούμε πως ο ανταγωνισμός αυτός κινδυνεύει να τα αποδυναμώσει.

Αν το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη στην Ελλάδα πανεπιστημίων αιχμής, δύσκολα θα επιτευχθεί μέσω παραρτημάτων που πάντοτε λειτουργούν ως φτωχοί συγγενείς μητρικών ιδρυμάτων.

Συνολικά, η σημασία της μεταρρύθμισης φαίνεται να είναι περισσότερο οικονομική και λιγότερο εκπαιδευτική. Με την αίρεση πως ενδεχομένως αποτελεί μόνο ένα πρώτο βήμα, μια προκαταβολή για κάτι μεγαλύτερο, σημειώνω πως μολονότι κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση κινδυνεύει να μην υπηρετήσει τον στόχο της συνολικής αναβάθμισης της τριτοβάθμιας παιδείας. Στην περίπτωση όμως αυτή θα είχε μια σημαντική αρνητική συνέπεια: θα υπονόμευε τον σπουδαίο συμβολισμό της.

O κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή