Μπρους Κλαρκ στην «Κ»: Η Ελλάδα παραμένει πολύ εύθραυστη

Μπρους Κλαρκ στην «Κ»: Η Ελλάδα παραμένει πολύ εύθραυστη

Ο αγώνας για την επιστροφή των Γλυπτών, ο άρρηκτος δεσμός με τη χώρα μας και η σχέση με την ορθόδοξη πίστη   

7' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Μπρους Κλαρκ διαθέτει βρετανικό και ιρλανδικό διαβατήριο και έχει εργαστεί στα σημαντικότερα έντυπα μέσα ενημέρωσης του Ηνωμένου Βασιλείου. Η ζωή και το έργο του, ωστόσο, ως δημοσιογράφου και συγγραφέα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την Ελλάδα.

Η πρώτη φορά που του πήρα συνέντευξη για την «Κ» ήταν πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, στα γραφεία του Economist στο Λονδίνο με αφορμή το «Twice a Stranger», το θαυμάσιο βιβλίο του για την ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας – Τουρκίας. Η πρώτη του δουλειά ως ανταποκριτή του ήταν στην Αθήνα, ενώ το πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι το «Athens: City of Wisdom» – μια συναρπαστική ιστορία της πόλης από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή.

Ο Κλαρκ είναι επίσης μέλος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Ξεκινήσαμε από εκεί την κουβέντα μας – η οποία πέρασε για σημαντικό μέρος της από τα αγγλικά στα ελληνικά, τα οποία μιλάει άπταιστα.

«Η βρετανική κοινή γνώμη είναι διαχρονικά υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών», λέει. «Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι την υποστηρίζουν με πάθος… Δεν θα βγουν στους δρόμους». Η Βρετανία αυτόν τον καιρό, εξηγεί, ταλανίζεται από ζητήματα που συνδέονται με την κληρονομιά της δουλείας και της αποικιοκρατίας, «αλλά παραδόξως τα Γλυπτά δεν βρίσκονται στο προσκήνιο αυτών των συζητήσεων».

Μπρους Κλαρκ στην «Κ»: Η Ελλάδα παραμένει πολύ εύθραυστη-1
«Είναι ένας μοναδικός συνδυασμός του εγκεφαλικού και του μυστικιστικού», λέει για την ορθόδοξη πίστη, την οποία έχει ασπαστεί, ο Μπρους Κλαρκ και συμπληρώνει: «Στον δυτικό χριστιανισμό, ο μυστικισμός και το διανοητικό στοιχείο δεν βρίσκουν πουθενά επαφή». [ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ]

Σχετικά με τις διαπραγματεύσεις μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και της ελληνικής κυβέρνησης αναδεικνύει μια κρίσιμη παράμετρο που ενισχύει το κίνητρο του πρώτου να καταλήξει σε συμφωνία: «Το μουσείο έχει δεσμευθεί να εκτελέσει ένα πρόγραμμα αναστήλωσης προϋπολογισμού ενός δισ. δολαρίων. Θα είναι δύσκολο να βρει χορηγίες αυτού του ύψους με το ζήτημα των Γλυπτών σε πλήρες αδιέξοδο».

Ο Κλαρκ στέκεται επίσης στο «τρομερό σκάνδαλο» με τις κλοπές στο Βρετανικό Μουσείο, που αναδεικνύουν «βαθιές παθογένειες» στον πυρήνα της λειτουργίας του. «Ο προϋπολογισμός του έχει συρρικνωθεί, οι έφοροι είναι κακοπληρωμένοι και δεν τηρεί σχολαστικά τον κατάλογο με τα αποκτήματά του. Το μουσείο δείχνει μια πολύ κακή εικόνα στον κόσμο. Επιδεικνύει μια πρωτοφανή αλαζονεία και κώφωση –σε αντίθεση με άλλα μεγάλα μουσεία, όπως το Λούβρο και το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης– απέναντι στα νέα αιτήματα για αυτοκριτική και αποκατάσταση, σε συνδυασμό με θεσμική ανικανότητα».

Θα ήταν τραγωδία αν οι κλασικές σπουδές σταματούσαν να αποτελούν θεμελιώδες μέρος των ανθρωπιστικών σπουδών – και στις ΗΠΑ είναι πραγματική η πιθανότητα αυτό να συμβεί.  

Ο Βρετανός διανοούμενος είναι πιο ανήσυχος για μια άλλη πτυχή του νέου προοδευτικού πολιτιστικού κλίματος – την καχυποψία απέναντι στις κλασικές σπουδές. «Θα ήταν τραγωδία αν οι κλασικές σπουδές σταματούσαν να αποτελούν θεμελιώδες μέρος των ανθρωπιστικών σπουδών – και στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πραγματική η πιθανότητα αυτό να συμβεί», λέει.

«Η αρχαία Ελλάδα και η αρχαία Αθήνα δεν ήταν κάτι μονολιθικό», συνεχίζει. «Η μεγαλοφυΐα της αρχαίας Αθήνας ήταν ότι μπορούσε να ασκήσει κριτική στον εαυτό της, να αυτοσαρκαστεί, να διεξαγάγει διαλόγους για εξαιρετικά επίμαχα ζητήματα. Ηταν ίσως η πρώτη στην Ιστορία, η πρώτη “ανοιχτή κοινωνία”, με την έννοια του Πόπερ».

Φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης. Ρώτησα τον συνδαιτυμόνα μου πόσο στέρεη παραμένει, παρά τους αναθεωρητικούς θορύβους από την τουρκική πλευρά. «Ο Ερντογάν θέλει να τα έχει όλα. Θέλει να επωφελείται από τη σταθερότητα της Τουρκικής Δημοκρατίας και παράλληλα να υποδαυλίζει ένα κλίμα οθωμανικής νοσταλγίας – που εξ ορισμού είναι, στην καλύτερη περίπτωση, διακριτικά αναθεωρητική».

Η αναστολή της επιθετικής ρητορικής της Αγκυρας «είμαι σίγουρος ότι έχει προκαλέσει μεγάλη ανακούφιση» στην Αθήνα, εκτιμά. Αλλά ο Κλαρκ, βαθύς γνώστης και της Τουρκίας, προειδοποιεί ότι η ύφεση μπορεί να αποδειχθεί πρόσκαιρη. «Πέρασα την περίοδο των Χριστουγέννων εκεί και έφυγα εξαιρετικά ανήσυχος για το τι μπορεί να συμβεί. Εχουμε σχεδόν ξεχάσει το ότι εξαπολύονταν απειλές περίπου καθημερινά [προς την Ελλάδα] περί εισβολής μέσα στη νύχτα… Τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν πολύ γρήγορα».

Τι προοπτικές δίνει στη νέα προσπάθεια επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών; «Ο μεταβλητός παράγοντας είναι ο Ερντογάν. Αν ο Ερντογάν δώσει μια ευκαιρία στον Μητσοτάκη, αυτός θα την αδράξει. Αλλά είναι ακραία απρόβλεπτος».

Ο Κλαρκ, που είναι χριστιανός ορθόδοξος, βρέθηκε και το περασμένο Πάσχα σε τουρκικό έδαφος – στην Ιμβρο, στο πλευρό του Πατριάρχη Βαρθολομαίου (ο οποίος κατάγεται από το νησί). «Ηταν σε ένα χωριό στο πιο ψηλό σημείο του νησιού, φυσούσε και έβρεχε και η μεταφορά του Επιταφίου γινόταν σε απόκρημνα μονοπάτια», λέει. «Εχω ζήσει τον Επιτάφιο σε πολλά μέρη, αλλά αυτή ήταν μία από τις πιο συγκινητικές εμπειρίες». Η πρόσφατη αναγέννηση του Ελληνισμού στην Ιμβρο, ωστόσο, όπως παρατηρεί, λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης συρρίκνωσης του ελληνικής καταγωγής πληθυσμού στην ηπειρωτική Τουρκία. Πιθανότατα υπάρχουν περισσότερα ελληνόπουλα που πηγαίνουν σχολείο στο νησί από ό,τι στην Κωνσταντινούπολη, λέει.

Η σχέση του με την ορθόδοξη πίστη «ξεκίνησε σε μια πολύ ταραγμένη περίοδο της ζωής μου», όταν έχασε τρεις αγαπημένους του ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και τον αδελφό του. «Είναι ένας μοναδικός συνδυασμός του εγκεφαλικού και του μυστικιστικού. Στον δυτικό Χριστιανισμό ο μυστικισμός και το διανοητικό στοιχείο δεν βρίσκουν πουθενά επαφή».

Ζητείται νέο θαύμα  

Ο Κλαρκ άρχισε να γράφει το βιβλίο του για την Αθήνα την περίοδο της ανάκαμψης. Από το διαμέρισμά του στο Μοναστηράκι έβλεπε κάθε εβδομάδα να ανοίγουν καινούργια μαγαζιά. Στις αρχές του μήνα ήταν εκεί όταν πλημμύρισε το κέντρο, λίγες ημέρες μετά τη νέα μεγάλη πυρκαγιά στην Πάρνηθα. «Το πώς η Αθήνα θα διατηρήσει τη συνοχή της είναι ένα ζήτημα το οποίο ξεπερνάει τις θεσμικές ικανότητες του Δήμου Αθηναίων», σημειώνει. «Αλλά η μεταπολεμική Αθήνα ήταν ένα είδος θαύματος. Τριπλασιάστηκε σε μέγεθος και, με τις πολυκατοικίες και την αντιπαροχή, το όλο σύστημα δούλεψε. Το αποτέλεσμα δεν ήταν αισθητικά ικανοποιητικό, αλλά ένας μεγάλος πληθυσμός απέκτησε ακίνητη περιουσία, η διευρυμένη οικογένεια του χωριού αναπαρήχθη στο αστικό περιβάλλον και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας λειτούργησαν. Τώρα χρειάζεται ένα νέο θαύμα – αλλά αυτή η πόλη έχει ένα ιστορικό επίτευξής τους».

Το πάθος για τα ελληνικά και τα δημοσιογραφικά χρόνια στην Αθήνα

Η ερωτική σχέση του Κλαρκ με την Ελλάδα ξεκίνησε όταν ήταν «μόλις 8-9 ετών». «Είχα μανία με τις γλώσσες… Μια μέρα διάβασα σε μια εγκυκλοπαίδεια την ελληνική αλφάβητο. Χρειάστηκε μόνο μία φορά. Ηταν σαν την πλατωνική ιδέα της ανάμνησης, σαν να την ήξερα πάντα».

Ως παιδί, ταξίδεψε οικογενειακώς δύο φορές στην Ελλάδα. Την πρώτη φορά, σε ηλικία 11 ετών, έφτασαν έως τη Μάνη, όπου γνώρισε τον Πάτρικ Λη Φέρμορ. Τη δεύτερη φορά, το 1972, «κάναμε τον γύρο των Κυκλάδων» με ένα ξύλινο κότερο που είχε δανειστεί ο πατέρας του. «Αυτό που μας έμεινε όλων τότε ήταν η επίσκεψη στη Δήλο – ήμαστε έξι άτομα, χωρίς κανέναν άλλον εκεί, σε άμεση επαφή με τα αρχαία». Οι παιδικές μνήμες αυτές τον κατέκλυσαν, λέει, όταν επισκέφθηκε ξανά τη Δήλο το 2019, για να καλύψει την έκθεση του Αντονι Γκόρμλεϊ για το Economist.

Το 1976, πριν πάει στο Κέμπριτζ, έζησε για έξι μήνες στην Αθήνα – αρχικά σε σπίτι ενός Βρετανού γνωστού του στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, στη συνέχεια σε φοιτητική εστία στου Ζωγράφου. «Για ένα παιδί από αγγλικό ιδιωτικό σχολείο, η εμπειρία της εστίας ειδικά μου άνοιξε τα μάτια», σημειώνει. Το 1982, χάρη στη γνώση της ελληνικής που καλλιέργησε στο ταξίδι εκείνο, πήρε τη θέση του ανταποκριτή του Reuters στην Αθήνα.

Εμεινε τέσσερα χρόνια στη χώρα μας – την περίοδο ακμής της Αλλαγής. Θυμάται τις μεγάλες συγκεντρώσεις και τον «απρόσιτο» Ανδρέα Παπανδρέου. Πώς βλέπει την Ελλάδα του 2023 σε σύγκριση με αυτή του 1983; «Παραμένει πολύ εύθραυστη σαν κράτος, σαν κοινωνία. Η ανάκαμψη της οικονομίας είναι εντυπωσιακή, ο τουρισμός σπάει ρεκόρ, αλλά παράλληλα πολλοί Ελληνες δεν μπορούν να πάνε διακοπές».

Μια άλλη χώρα που ο Βρετανός συγγραφέας γνωρίζει καλά είναι η Ρωσία. Βρέθηκε εκεί ως ανταποκριτής (των Times του Λονδίνου). Τον ρώτησα πώς βλέπει τη διολίσθησή της στον ολοκληρωτισμό – και αν ελπίζει να αναδυθεί μια πιο φιλελεύθερη εκδοχή της στον απόηχο του πολέμου.

«Εφτασα στη Ρωσία την ημέρα της κηδείας του Αντρέι Ζαχάροφ, τον Δεκέμβριο του 1989», θυμάται. «Είδα τότε τον τεράστιο ηθικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος υψηλών αρχών, ακόμη και σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. (Στη Ρωσία) μπορεί κανείς να βρει τρομακτική βαναυσότητα και κυνισμό. Αλλά είναι επίσης μια χώρα όπου η προσήλωση σε ένα ηθικό ιδεώδες έχει τεράστια σημασία, όπως δείχνουν και οι σημερινοί αντιφρονούντες – ο Ναβάλνι, ο Κάρα-Μούρζα… Και αυτή η ηθική δύναμη έχει την επίδρασή της σε βάθος χρόνου».

Η συνάντηση

Βρεθήκαμε στο εστιατόριο του Μουσείου της Ακρόπολης, που στα 14 χρόνια λειτουργίας του δεν έχει εκτεθεί από κανένα σκάνδαλο κλοπής ή κακοδιαχείρισης. Μοιραστήκαμε μια πράσινη σαλάτα με μανούρι και στη συνέχεια επέλεξε ο καθένας το ζυμαρικό του: πένες με κολοκυθάκια για τον καλεσμένο της «Κ», σπαγκέτι με κεφτεδάκια για τον γράφοντα. Αυτά, συν ένας διπλός εσπρέσο και ένας αμερικάνο, κόστισαν 62 ευρώ.   

Μπρους Κλαρκ στην «Κ»: Η Ελλάδα παραμένει πολύ εύθραυστη-2
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή