Γιώργος Μαυροψαρίδης: Η γενναιοδωρία του Λάνθιμου και το Οσκαρ

Γιώργος Μαυροψαρίδης: Η γενναιοδωρία του Λάνθιμου και το Οσκαρ

Το μοντάζ χτίζει έναν κόσμο για τον θεατή. Ετσι το περιγράφει ο Γιώργος Μαυροψαρίδης, τον οποίο οι συνάδελφοί του στα γυρίσματα ξεχωρίζουν από τον άλλο Γιώργο –τον Λάνθιμο– φωνάζοντάς τον «blackfish». Ο μοντέρ των ταινιών του Ελληνα σκηνοθέτη περιγράφει τον καλλιτεχνικό τους γάμο και τον «αυτοσχεδιαστικό» τρόπο της δουλειάς του, μιλώντας στο Γεύμα με την «Κ» λίγο πριν από την απονομή των βραβείων Οσκαρ

7' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απόψε στο Λος Αντζελες, στην 96η τελετή των Οσκαρ ο Γιώργος Μαυροψαρίδης θα συνοδεύεται από τις δύο κόρες του, την 24χρονη Ηλέκτρα, μουσικό, βιολίστρια και την 27χρονη Πηνελόπη, σκηνοθέτρια. Ισως αυτή είναι και η μεγαλύτερη χαρά του, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της βραδιάς, αν δηλαδή υπερισχύσει των συνυποψηφίων του και αποσπάσει το Οσκαρ για το μοντάζ στο «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου. Ο ίδιος πάντως βρίσκεται ένα βήμα μπροστά. Εχει ήδη ολοκληρώσει το μοντάζ της επόμενης ταινίας του Λάνθιμου, «Kinds of Kindness», σε σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου – τρεις ιστορίες με τους ίδιους ηθοποιούς σε διαφορετικούς ρόλους και έναν κοινό χαρακτήρα. Παίζουν και πάλι η Εμα Στόουν, ο Γουίλεμ Νταφόε και ο Τζέσε Πλέμονς.

Τα γυρίσματα έγιναν στη Νέα Ορλεάνη, το μοντάζ στην Αθήνα.

«Αλλη ταινία;», τον ρωτώ σε μια προσπάθεια να «ανοίξουμε» τη συζήτησή μας. Και να ήθελε όμως δεν θα μπορούσε γιατί «σχεδιάζει μια καινούργια ο Γιώργος για τον Μάιο»… «Είναι σαν “γάμος” λοιπόν…», σχολιάζω. «Κατά κάποιον τρόπο, ναι!», γελάει. Γνωρίστηκαν το 2000 στον χώρο της διαφήμισης και από τότε είναι σχεδόν αχώριστοι. Τον ενοχλεί που τον συνδέουν μαζί του; «Καθόλου δεν με ενοχλεί. Καμία υποψηφιότητα ή βραβείο δεν θα ήταν εφικτά χωρίς τη ματιά του Λάνθιμου και τη συνεργασία μαζί του. Είναι πολύ γενναιόδωρος σκηνοθέτης. Σου αφήνει μεγάλα περιθώρια αυτοσχεδιασμού. Και η δική μου δουλειά εξελίχθηκε κοντά του».

Για να τους ξεχωρίζουν μάλιστα, επειδή απευθύνονται σε δύο Γιώργηδες, εκείνος είναι για «τους φίλους» ο blackfish!

14 βραβεία

Η προσωπική σελίδα του Γ. Μαυροψαρίδη στο IMDb (τη μεγαλύτερη κινηματογραφική βάση δεδομένων) απαριθμεί 14 βραβεία και 53 υποψηφιότητες. Ξεκίνησε ως επαγγελματίας από τη μουβιόλα, όταν για να συντονίσεις την εικόνα με τον ήχο γυρνούσες το μηχάνημα με το χέρι.

Ο τρόπος που έβλεπε το μοντάζ άλλαξε άρδην όταν πήγε στην Αμερική αρχές του ’90. Εκεί, στο Σαν Φρανσίσκο, επισκέπτεται τα στούντιο του Κόπολα και γνωρίζει έναν μοντέρ που χειριζόταν μια νέα τεχνική. Τώρα με την τεχνητή νοημοσύνη σκέφτεται, άραγε, ότι μπορεί να εμφανιστεί ένα αυτοματοποιημένο σύστημα που να δίνει ονομασίες στα πλάνα και στις λήψεις και να παραγγέλνεις τη σειρά, φωνητικά. Υπάρχει κίνδυνος; «Μα το θέμα δεν είναι η σειρά, αλλά τι απόφαση παίρνεις και το σκεπτικό πίσω από την απόφαση. Δεν είναι μόνο αισθητικά τα κριτήριά σου αλλά και τι θέλεις να σκέφτεται ο θεατής εκείνη τη στιγμή, ποιες προσμονές θέλεις να του δημιουργήσεις. Οσες πληροφορίες και να “ταΐσεις” την τεχνητή νοημοσύνη για να προκύψουν αποφάσεις, θα λείπει πάντα η δημιουργικότητα, αυτό που ρισκάρουμε για να βρούμε, αυτό που δεν είναι εμφανές. Η τέχνη εμπίπτει και σε παραμέτρους που δεν έχουν λογική: γιατί αποφασίζει ο σκηνοθέτης την άλφα ή τη βήτα λήψη; Οταν αλλάζεις, για παράδειγμα, τη σειρά των σκηνών, είναι αποφάσεις ενστικτώδεις που βασίζονται στο μπαγκράουντ, στον χαρακτήρα, στον τρόπο σκέψης του καθενός».

– Εχετε αισθανθεί ότι μπορεί να είστε μιας άλλης γενιάς μοντέρ;

– Δεν μπορείς να κάνεις μοντάζ με τα δεδομένα μιας άλλης εποχής. Ο μοντέρ, όσο μεγάλος κι αν είναι στην ηλικία, πρέπει να προσαρμόζεται, να εξελίσσεται. Απευθύνομαι και σε νέο κοινό. Ενας μοντέρ γίνεται καλύτερος με τα χρόνια γιατί αναπτύσσει την «πλαστικότητα» του εγκεφάλου του. Πρέπει να ξεφύγεις από τις συνήθειές σου. Ασχολείσαι και με διαφορετικούς σκηνοθέτες που ο καθένας έχει άλλο μοντέλο σκέψης κι άλλες απαιτήσεις, οπότε πρέπει να προσαρμόζεσαι. Η μοντέζ του Σκορσέζε, Θέλμα Σκουνμέικερ (σ.σ. υποψήφια κι αυτή για Οσκαρ για τους «Δολοφόνους του ανθισμένου φεγγαριού»), είναι 84 χρόνων και μοντάρει ακόμη με φρεσκάδα. Ο Μάικλ Καν, που δουλεύει με τον Σπίλμπεργκ, είναι σχεδόν 80. Το μοντάζ σε βοηθάει να κρατήσεις το μυαλό σου νεανικό και σύγχρονο.

Καμία υποψηφιότητα ή βραβείο δεν θα ήταν εφικτά χωρίς τη ματιά του Λάνθιμου και τη συνεργασία μαζί του. Σου αφήνει μεγάλα περιθώρια αυτοσχεδιασμού.

– Μοντάροντας μπαίνετε στον πειρασμό να πείτε ότι «αυτή τη σκηνή θα τη γύριζα αλλιώς εγώ»;

– Ποτέ! Γιατί τότε δεν έχεις αποφασίσει ότι είσαι μοντέρ, αλλά θα ήθελες να είσαι σκηνοθέτης. Ενας μοντέρ στηρίζεται αποκλειστικά στο υλικό που έχει. Με τους σκηνοθέτες είναι αλλιώς. Συχνά σκέφτονται, εγώ θα το είχα μοντάρει διαφορετικά. Και είναι λογικό. Οταν σπούδαζα στο London Film School έβλεπα τον κινηματογράφο περισσότερο μέσα από τα μάτια του ηθοποιού. Δεν ασχολήθηκα με τη σκηνοθεσία γιατί δεν είχα την οργανωτική ικανότητα να «βλέπω» έναν κόσμο και να τον χτίζω με τα πλάνα. Επειδή ήμουν και μοναχικός χαρακτήρας προτιμούσα να γράφω σενάρια ή να κάνω μοντάζ.

«Ανατροπή»

Εξηγεί πώς ανατρέπονται σκηνές και γυρίσματα, πώς στον «Κυνόδοντα», για παράδειγμα, κατέληξαν στην έναρξη της ταινίας, προϊδεάζοντας τον θεατή ότι θα δει μια ιστορία όπου τα παιδιά –μπορεί κι εσύ που τα παρακολουθείς– έχουν μάθει τον κόσμο με άλλον τρόπο. «Δεν αφορά μόνο την οικογένεια ή την πλοκή αλλά και την υπαρξιακή πλευρά, το υπαρξιακό δίλημμα. Ανατροπή κάναμε και στην “Ευνοούμενη”. Πρότεινα κάτι διαφορετικό, το δέχτηκε ο Γιώργος. Δεν του αρέσει να κάνει ταινίες περιγραφικές. Είναι σαν ένα essay, μια διατριβή πάνω σε ένα θέμα: στην αγάπη, στην απομόνωση, στην έλλειψη. “Κυνόδοντας” και “Poor Things” αναπτύσσονται γύρω από την ίδια θεματολογία: πώς μαθαίνεις τον κόσμο. Η ματιά ενός πλάσματος που έχει τη δυνατότητα να μη δεχθεί όλες αυτές τις προκαταλήψεις και να ζήσει άμεσα με τον τρόπο της».

– Εχω πάντα την αίσθηση ότι ο Λάνθιμος τοποθετεί τους ηθοποιούς σε συνθήκες πειράματος και παρακολουθεί πώς θα αντιδράσουν.

– Ετσι είναι. Κι αυτό αποτελεί και μέρος του «λανθιμικού κόσμου». Ο ηθοποιός δεν έχει να παίξει, να αποδώσει κάτι, αλλά να βρει έναν δικό του τρόπο για να ζήσει αυτό το πείραμα. Δεν υπάρχει διδασκαλία ηθοποιών, με την έννοια της οδηγίας «κάν’ το έτσι». Προκύπτει από μια σειρά αυτοσχεδιασμών. Είναι μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό. Του ζητάει να «είναι» ο εαυτός του και το «κάνει». Κατευθύνει μεν, αλλά δεν λέει και πώς θα το πεις. Ενθαρρύνει τον ηθοποιό, του δίνει κουράγιο και δύναμη να κάνει κάτι. Να ξεπεράσει τα όριά του. Στην κλασική αφήγηση υπάρχει αίτιο – αποτέλεσμα. Μια σκηνή οδηγεί στην άλλη. Εμείς έπρεπε να το αποδομήσουμε αυτό. Δεν ενδιαφέρει τον Γιώργο η απεικόνιση της πραγματικότητας. Το βασικό μέλημα του μοντάζ είναι να θέσει το ερώτημα στον θεατή. Το πώς θα αντιδράσει έχει και το στοιχείο της μαγείας. Εξαρτάται και σε ποια οθόνη ποιανού μυαλού «προβάλλεται». Με απασχολεί πολύ τελευταία η νευροεπιστήμη και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Το μοντάζ έχει στενή σχέση με το πώς ο εγκέφαλος χτίζει τον κόσμο. Και το μυαλό έχει «προεγγραφές», προδιάθεση. Και ο ίδιος ο άνθρωπος, με αυτόν τον τρόπο, είναι ένα πείραμα.

– «Αλλάζετε» μέσα από τη δουλειά σας;

– Ναι. Σε αλλάζει το έργο τέχνης. Σε παρηγορεί. Πιστεύω πως ο λόγος που επέλεξα αυτό το επάγγελμα είναι η σαφέστατη συνάφεια ανάμεσα στο πώς το μυαλό μας αντιλαμβάνεται τον κόσμο και πώς το μοντάζ, χρησιμοποιώντας τις ίδιες λειτουργίες του εγκεφάλου, κατασκευάζει τον κόσμο που βλέπουμε στην οθόνη. Οντως, ο εγκέφαλός μας είναι η οθόνη, διότι δίνει νόημα σ’ αυτό που βλέπουμε, αλλά και στον κόσμο που μας περιβάλλει. Οπως σκέφτομαι μοντάρω.

Μπάτζετ και αναγνώριση

Μπορεί οι διεθνείς βραβεύσεις και η αναγνώριση μαζί με τις δύο υποψηφιότητες για Οσκαρ να έφεραν αλλαγές στη ζωή του –«σε καλούν ανά τον κόσμο για masterclass», λέει–, όπως και έναν ατζέντη και καλύτερα οικονομικά. «Παλαιότερα έπρεπε να κάνω πολλές δουλειές για να τα βγάζω πέρα. Τώρα μπορώ να ζω ικανοποιητικά από μια ταινία. Οι αμοιβές εξαρτώνται βέβαια πάντα από το μπάτζετ της ταινίας. Αλλιώς πληρώνεσαι στον χαμηλού προϋπολογισμού «Κυνόδοντα» των 250.000 ευρώ, αλλιώς στην «Ευνοούμενη» ή στο «Poor Things», που είχαν προϋπολογισμό 17 εκατ. και 35 εκατ. αντίστοιχα».

Αλλά ο Γιώργος Μαυροψαρίδης ξέρει τι σημαίνει «επάγγελμα του μοντέρ»: «Στήνουμε στην Ελλάδα το δικό μας σωματείο, των Greek Film Editors, όπως υπάρχουν αντίστοιχα στην Αγγλία, στην Αμερική, στη Δανία. Ναι, τώρα που όλα καταργούνται έχει νόημα, γιατί δίνει υπόσταση στον χώρο αυτό και, επίσης, μπορεί να βοηθήσει στα εργασιακά. Κάνεις ένα διαφημιστικό και πληρώνεσαι 8-9 μήνες μετά. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και μάλλον έχει χειροτερέψει».

Η συνάντηση

Χιόνιζε όταν συναντηθήκαμε, τέλος Ιανουαρίου, στο «Αθηναϊκό» (Ν. Ψυχικό), στο οποίο πηγαίνει συχνά. Φάγαμε μοσχάρι οσομπούκο (εγώ), σολομό φρέσκο με βραστά λαχανικά (εκείνος), μοιραστήκαμε μια γερμανική σαλάτα με λαχανικά και σος γιαουρτιού. Μαζί με τα (πολλά) ζεστά ροφήματα, ο λογαριασμός ήταν 93 ευρώ.

Ο Γιώργος Μαυροψαρίδης δεν ξεχνάει ποτέ τις απαρχές της καριέρας του. Οταν συμμετείχε στη «Λούφα και παραλλαγή» ως ηθοποιός, γιατί «ο Περάκης έψαχνε να βρει κάποιον που να φαίνεται ότι μπορεί να χειρίζεται μουβιόλα!». «…Ημουν τυχερός που έζησα αυτή τη γενιά με τον Γιώργο Πανουσόπουλο, τον Νίκο Περάκη, αλλά και τον Νίκο Νικολαΐδη, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, που δεν ζουν πια. Μεγάλοι τεχνίτες του σινεμά. Οπως και ο Λάνθιμος, τον οποίο θεωρώ κινηματογρα-φική ιδιοφυΐα».

Γιώργος Μαυροψαρίδης: Η γενναιοδωρία του Λάνθιμου και το Οσκαρ-1
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή