Κ. Μαμπουμπάνι: «Είναι θλιβερές οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας»

Κ. Μαμπουμπάνι: «Είναι θλιβερές οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας»

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον κίνδυνο οι ΗΠΑ και η Κίνα να καταγραφούν στην Ιστορία ως «δύο φυλές πιθήκων που συνέχισαν να τσακώνονται, ενώ το δάσος γύρω τους καιγόταν», αν δεν συνεργαστούν για τη διαχείριση της πανδημίας και άλλων διεθνών κρίσεων, επισείει ο καθηγητής Κισόρ Μαμπουμπάνι. «Το ορθολογικό θα ήταν οι δύο χώρες να αφήσουν στην άκρη όλες τις άλλες διαφωνίες που έχουν, γιατί αντιμετωπίζουν ένα κοινό εχθρό» λέει σε συνέντευξη που παραχώρησε μέσω Skype στην «Κ». «Το αξιοσημείωτο είναι ότι παρά την κρίση του ιού, συνεχίζουν την αντιπαράθεσή τους, επιβεβαιώνοντας πόσο έχει επιδεινωθεί η σχέση τους».

Ο Μαμπουμπάνι –distinguished fellow πλέον στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης, πρώην γενικός διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών και συγγραφέας σειράς βιβλίων για την άνοδο της Ασίας– μιλάει στην «Κ» από το σπίτι του στην ασιατική πόλη-κράτος. Η Σιγκαπούρη επαινέθηκε ευρέως για τον τρόπο με τον οποίο χαλιναγώγησε τον ιό χωρίς να χρειαστεί να βάλει την οικονομία της στην κατάψυξη. Στις αρχές Απριλίου, ωστόσο, υπό την πίεση ενός δεύτερου κύματος κρουσμάτων, που συνεχίζει να πλήττει τη χώρα, η κυβέρνηση της χώρας επέβαλε αυστηρά μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας, τα οποία θα διαρκέσουν τουλάχιστον έναν μήνα. 

«Το δίδαγμα είναι ότι αυτός ο ιός είναι πολύ ύπουλος», λέει. «Το νέο ξέσπασμα προκλήθηκε κυρίως από Σιγκαπουριανούς που επέστρεψαν από το εξωτερικό και από αλλοδαπούς εργάτες, που ζουν συνωστισμένοι και άρα σε συνθήκες που ευνοούν την εξάπλωση του ιού. Καταφέραμε μέχρι τώρα να κρατήσουμε τον αριθμό των νεκρών αρκετά χαμηλά. Αλλά δεν είμαστε έτοιμοι να δηλώσουμε νικητές». Η επιτυχής αρχική διαχείριση της επιδημίας, εξηγεί, οφείλεται στο ότι «οι υγειονομικές μας υποδομές ήταν έτοιμες. Η εμπειρία του SARS μας δίδαξε πολλά: αποκτήσαμε εξειδικευμένες γνώσεις στην αντιμετώπιση μολυσματικών ασθενειών, αλλά και ένα νοσοκομείο ειδικά διαμορφωμένο για τη νοσηλεία ασθενών από τέτοιες νόσους».

Κρίσιμο ρόλο στην επιτυχία της Σιγκαπούρης απέναντι στο πρώτο κύμα της COVID-19 είχε η κρατική εφαρμογή Trace Together, που ενημερώνει αυτόματα τους χρήστες της για άτομα που διαγνώσθηκαν με τον ιό με τα οποία έχουν έρθει σε επαφή. Ο Μαμπουμπάνι μου δείχνει το app στην οθόνη του κινητού του. «Οποιος θέλει τη χρησιμοποιεί», μου λέει. «Εχουν εγγραφεί πάνω από ένα εκατομμύριο Σιγκαπουριανοί» [ο πληθυσμός της χώρας είναι 5,7 εκατομμύρια]. Πριν από την απαγόρευση κυκλοφορίας, μου λέει, ήταν υποχρεωμένος να ενημερώνει το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης, όπου εργάζεται, δύο φορές τη μέρα για τη θερμοκρασία του σώματός του: «Ολοι όσοι εργάζονταν κανονικά έπρεπε να το κάνουν αυτό. Και πολλά εστιατόρια και κλαμπ μετρούσαν τη θερμοκρασία των θαμώνων πριν τους επιτρέψουν την είσοδο».

Επιστρέφουμε στο θέμα των αμερικανικο-κινεζικών σχέσεων, που αποτελούν το αντικείμενο του νέου του βιβλίου που μόλις κυκλοφόρησε («Has China Won?», εκδόσεις Public Affairs). Παρότι είμαστε ακόμα στην αρχή, πώς θεωρεί ότι η πανδημία θα επηρεάσει τη μάχη των δύο χωρών για πρωτοκαθεδρία διεθνώς; «Είμαστε ακόμα μέσα στη μάχη, περικυκλωμένοι από την ομίχλη του πολέμου, και δεν έχουμε ιδέα πώς θα καταλήξουν τα πράγματα. Αλλά ώς τώρα είναι πολύ σαφές ότι η Κίνα, έπειτα από κάποια σοβαρά λάθη στην αρχή, τα έχει πάει πολύ καλύτερα στην καταστολή του ιού από τις ΗΠΑ, παρότι οι Αμερικανοί είχαν πολύ περισσότερο καιρό να προετοιμαστούν». Παραθέτει τα επίσημα στοιχεία: η Κίνα, με τετραπλάσιο πληθυσμό, είχε όταν μιλήσαμε το 1/5 των κρουσμάτων και το 1/5 των θανάτων των ΗΠΑ. Σήμερα οι δείκτες αυτοί έχουν επιδεινωθεί εις βάρος των Αμερικανών.

Αναφορές στον διεθνή Τύπο και αναλύσεις των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών αμφισβητούν αυτούς τους αριθμούς, σημειώνω. Εκείνος με παραπέμπει στους επαίνους των ειδικών για τη διαχείριση της επιδημίας από την Κίνα, όπως αυτών που έστειλαν επιστολή στην επιθεώρηση Lancet. «Οι Κινέζοι έχουν προσκαλέσει επιστήμονες από όλον τον κόσμο για να δουν τι κάνουν και έχουν διαθέσει όσα περισσότερα στοιχεία μπορούν», λέει.

Η απουσία των ΗΠΑ στον διεθνή συντονισμό της αντιμετώπισης της COVID-19 είναι δεδομένη. Η Κίνα, ωστόσο, δεν έχει υπονομεύσει τον δικό της ηγετικό ρόλο, τόσο με την αρχική απόπειρα να αποκρύψει το πρόβλημα όσο με διεθνείς εκστρατείες παραπληροφόρησης που έχει εξαπολύσει, ισχυριζόμενη για παράδειγμα ότι ο ιός κατασκευάστηκε στις ΗΠΑ; «Είναι θλιβερές οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας», λέει ο Μαμπουμπάνι. «Θα ήταν καλύτερο να συμπεριφερθούν ως ενήλικοι». Μου θυμίζει ότι πρόσφατη τηλεδιάσκεψη των G7 για τη διαχείριση της πανδημίας απέτυχε να καταλήξει σε κοινό ανακοινωθέν γιατί ο Μάικ Πομπέο επέμενε ότι η COVID-19 έπρεπε να αναφερθεί ως «ιός της Γουχάν». «Είναι στο κοινό συμφέρον όλων μας αυτή η ιστορία να λήξει το συντομότερο δυνατό» τονίζει. «Aν υπάρχει ένα μεγάλο δίδαγμα από την πανδημία, είναι ότι τα 7,5 δισεκατομμύρια του παγκόσμιου πληθυσμού δεν ζούμε σε 193 ξεχωριστές βάρκες – τα κράτη είναι 193 καμπίνες στο ίδιο πλοίο. Αν δεν συνεργαστούμε, αν δεν ενισχύσουμε τις δομές τις παγκόσμιας διακυβέρνησης, όπως ο ΠΟΥ και άλλοι οργανισμοί, θα βουλιάξουμε όλοι μαζί».

Ο Μαμπουμπάνι θέτει τους λόγους για την αβελτηρία της Ευρώπης και των ΗΠΑ απέναντι στον ιό σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο. «Στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, κυρίευσε τη Δύση ένα πνεύμα θριαμβολογίας, το οποίο αποτυπώθηκε στο γνωστό δοκίμιο του Φουκουγιάμα περί του “Τέλους της Ιστορίας”. Το μήνυμα του Φουκουγιάμα ήταν αρκετά σύνθετο, αλλά όπως το εξέλαβαν οι περισσότερες δυτικές χώρες, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι έχουν πετύχει, δεν χρειάζονται περαιτέρω προσαρμογές – οι αναπτυσσόμενες χώρες ήταν αυτές που θα έπρεπε να προσαρμοστούν στο δυτικό μοντέλο. Η Δύση αποκοιμήθηκε, ακριβώς τη στιγμή που η Κίνα, η Ινδία και η υπόλοιπη Ασία ξυπνούσαν και συνειδητοποιούσαν ότι ο κόσμος διαρκώς αλλάζει και χρειάζεται συνεχή προσαρμογή. Αυτός ο εφησυχασμός έπαιξε ρόλο και απέναντι στην πανδημία. Υπήρχε μία αίσθηση στη Δύση ότι ως ανεπτυγμένες χώρες με προηγμένα συστήματα υγείας δεν θα είχαν ιδιαίτερο πρόβλημα διαχείρισης του ιού. Αυτοί που θα υπέφεραν θα ήταν οι πληθυσμοί του αναπτυσσόμενου κόσμου. Ελπίζω αυτή η εμπειρία να αφυπνίσει τις δυτικές χώρες, να κατανοήσουν ότι έχουν κι αυτές την ανάγκη να προσαρμοστούν σε νέες πραγματικότητες».

Παγκοσμιοποίηση

Ο Μαμπουμπάνι, πάντως, δεν πείθεται από τη «συμβατική σοφία», όπως την αποκαλεί, σύμφωνα με την οποία η πανδημία θα οδηγήσει σε αντιστροφή των τάσεων διεθνοποίησης της παραγωγής, σε αναζήτηση μεγαλύτερης αυτάρκειας σε επίπεδα χωρών ή μπλοκ όπως η Ε.Ε. «Δεν πιστεύω ότι θα συμβεί αυτό, για δύο λόγους: πρώτον, το τζίνι έχει βγει από το λυχνάρι – ο βαθμός αλληλεξάρτησης των οικονομιών είναι υπερβολικά μεγάλος. Δεύτερον, οι αποφάσεις για τις εφοδιαστικές αλυσίδες δεν λαμβάνονται από κυβερνήσεις αλλά από επιχειρήσεις. Και οι επιχειρήσεις θα αναζητούν πάντα τον πιο ανταγωνιστικό τρόπο να παράγουν το προϊόν τους, ώστε να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να επιβληθούν κανόνες για περιόδους εκτάκτου ανάγκης, που να διασφαλίζουν ότι η προμήθεια προς τους πελάτες των εταιρειών ανά τον κόσμο δεν θα διακοπεί».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή