ΣΥΡΙΖΑ: The big bang

Σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, λίγες ημέρες μετά τη θριαμβευτική εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, όλα είναι νέα, διαφορετικά και περίεργα. ∆εν υπάρχει κλίμα μαζικού ενθουσιασμού ή πάντως ανακούφισης. Η ελπίδα και ικανοποίηση στις γραμμές των νικητών είναι ανάμεικτη με αβεβαιότητα και αμηχανία

8' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ, λίγες ημέρες μετά τη θριαμβευτική εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, όλα είναι νέα, διαφορετικά και περίεργα. ∆εν υπάρχει κλίμα μαζικού ενθουσιασμού ή πάντως ανακούφισης. Η ελπίδα και ικανοποίηση στις γραμμές των νικητών είναι ανάμεικτη με αβεβαιότητα και αμηχανία. Η δε απογοήτευση στις γραμμές των ηττημένων συμβαδίζει με την ισχυρή απόρριψη της νέας ηγεσίας. Συνολικά, όμως, οι απορίες δίνουν τον τόνο. Ποια είναι η προσωπικότητα του νέου ηγέτη; Θα τα καταφέρει; Πώς θα κινηθεί; Πού θα μας οδηγήσει; Με ποιους θα κυβερνήσει το κόμμα;

Την ίδια αμηχανία εκφράζουν οι καλόπιστοι και πιο ευφυείς των παρατηρητών. Οι δε επικοινωνιολόγοι έχουν πλήρως αποσυντονιστεί. Η κεντρική απορία είναι αν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο φαινόμενο που το παρατηρούμε με παλαιά γυαλιά ή αν πρόκειται για «φούσκα», οπότε δεν είναι νέο, και τα γυαλιά μας είναι μια χαρά. Συναφής είναι η απορία, αν το ρεύμα στήριξης Κασσελάκη αποτελεί εκδήλωση της «αόρατης ιδιοφυΐας» του πλήθους ή μια ακόμη έκφραση της περίφημης «αναρμοδιότητας» και «ανωριμότητας» των μαζών. Ή μήπως και τα δύο;

Ας δούμε όμως πώς φτάσαμε εδώ.

Στρατηγικές εκλογής γενικού γραμματέα: οι ηττημένοι

Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα μετεξελίχθηκε, όπως έχει συμβεί με όλα τα αντίστοιχου μεγέθους σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, σε ένα εξόχως αρχηγικό κόμμα. Ταυτόχρονα, και αντιφατικά, διατήρησε ισχυρά στοιχεία συλλογικής οργανωτικής κουλτούρας, τα οποία, λόγω της αριστερής παράδοσης, παρέμειναν πιο ενεργά σε σύγκριση με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Στον ΣΥΡΙΖΑ το «εμείς» ήταν κυρίαρχο. Και το «εμείς» είναι και μηχανισμοί, είναι και η «άδολη» στράτευση χιλιάδων μελών και στελεχών.

Η παραγωγή κεντρικής πολιτικής είχε μετατραπεί, όπως και σε αντίστοιχα σοσιαλδημοκρατικά ή κεντροδεξιά κόμματα, σε σχεδόν αποκλειστικό προνόμιο του ηγέτη και της ομάδας του. Τα προηγούμενα ήταν συμβατά με τον αρχηγικό χαρακτήρα του κόμματος και απολύτως ασύμβατα με τα ισχυρά στοιχεία συλλογικότητας που διέπνεαν, πραγματικά ή φαντασιακά, την οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντίφαση είναι πρόδηλη. Και καθοριστική για την κατανόηση της οργανωτικής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ.

Ενα τρίτο στοιχείο της κουλτούρας ΣΥΡΙΖΑ αξίζει να υπογραμμιστεί. Η γνωστή φράση του Λένιν, «αρκετά πια με τον ερασιτεχνισμό!», δεν έγινε ποτέ το αγαπημένο μότο του Αλέξη και του κόμματος. Η μεγάλη υποβάθμιση των αναλύσεων βάθους, η απομάκρυνση της ηγεσίας από αυτό που ο Γρηγόρης Γεροτζιάφας έχει ονομάσει «αριστερή ριζοσπαστική τεχνοκρατία» συνιστά στοιχείο του γενετικού κώδικα του ΣΥΡΙΖΑ.

Τα προηγούμενα υπήρξαν σημαντικά για την εξέλιξη και έκβαση της προεδρικής εκλογικής μάχης. Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχαν δελφίνοι. Ούτε προσωπικές προγραμματικές στρατηγικές, κρυφές ή φανερές, για τη μεγάλη διαδοχή (όποτε κι αν συνέβαινε αυτή). Υπήρχαν μόνο στρατηγικές, προσωπικές ή τάσεων, για την αύξηση της επιρροής στο εσωκομματικό παιγνίδι. Κανείς δεν ήταν έτοιμος, ούτε ετοιμαζόταν, για τη διαδοχή Τσίπρα.

Επιπλέον, οι βασικοί υποψήφιοι (Αχτσιόγλου, Τσακαλώτος), φορείς οι ίδιοι –και μάλιστα πολύ περισσότερο από τους λεγόμενους «προεδρικούς»– του συλλογικού πνεύματος, δεν αντιμετώπισαν την προεδρική εκλογή juxta propria principia (σύμφωνα με τις δικές της αρχές). Περιορίστηκαν σε προτάσεις οργανωτικής ανασυγκρότησης και γενικού positionnement του κόμματος στον άξονα Αριστερά – Δεξιά. Δεν διατύπωσαν, συνεπώς, συστηματικά ελκτικούς κεντρικούς προγραμματικούς στόχους (big issues) και όραμα για τη χώρα. Τα προηγούμενα, στα μάτια ενός αριστερού είναι συνήθως αντικείμενο προγραμματικού συνεδρίου, όχι στοιχείο μιας προσωπικής στρατηγικής. Το «αυτά δεν γίνονται σ’ εμάς» (έχω κάνει κι εγώ ρεπορτάζ) λέει πολλά.

Η μη προετοιμασία για τη διαδοχή, η ατολμία και επιφυλακτικότητα στην προώθηση προσωπικής προεδρικής ατζέντας επιτάθηκαν από τη φτώχεια του πολιτικού προσωπικού και από τη μη εξοικείωση των υποψηφίων με τη συνεργασία με επαγγελματίες ή με «ετερόδοξους» τεχνοκράτες. Τα προηγούμενα συνδέονται με «έξεις» που παρήγαγε η οργανωτική κουλτούρα του κόμματος. Συνδέονται όμως και με έλλειμμα ηγετικότητας.

Ειδικότερα, η Eφη Αχτσιόγλου προσέκρουσε και στα πνευματικά και ιδεολογικά όρια της δικής της ομάδας, μιας ομάδας που είχε δείξει –και στο παρελθόν– μέγιστη δυστοκία στην παραγωγή ιδεών και προτάσεων πολιτικής. Η νέα γενιά στελεχών, τμήμα της οποίας βρέθηκε δίπλα στην Αχτσιόγλου, ήταν συνυπεύθυνη (φυσικά όχι όλοι και όχι στον ίδιο βαθμό) για τον στερεοτυπικό, στρατηγικά αβαθή, προγραμματικά φτωχό και, σε σημαντικό βαθμό, α-πνευματικό τρόπο του πολιτεύεσθαι του κεντρικού ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2019-23. Δεν έβλεπαν –ή όχι αρκετά– αυτό που όλη η χώρα έβλεπε.

Eτσι, ενώ η Ελλάδα καιγόταν, πνιγόταν και βυθιζόταν στο χάος, δεν ακούστηκε μια συγκροτημένη θετική, ελκτική ατζέντα για την αποτελεσματικότητα του κράτους, για την ποιότητα διακυβέρνησης ή, έστω κάποιες πρώτες προτάσεις, για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις νεαρών (αν και πλέον όχι τόσο) στελεχών, τα οποία συγκρότησαν την αρχική τους ταυτότητα στη δεκαετία του 1990 στη βάση του αντι-νεοφιλελευθερισμού και του κινηματισμού συνέβαλαν στην εξέλιξη αυτή. Αυτός ο τύπος ιδεολογικής συγκρότησης ήταν πανευρωπαϊκός και χαρακτήριζε την πλειονότητα των κομμάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ωστόσο, εδώ, τα στελέχη αυτά άσκησαν διακυβέρνηση. Και θα έπρεπε να είχαν κατανοήσει ότι η ποιοτική διακυβέρνηση είναι όρος, σκληρός όρος, για την άσκηση αποτελεσματικών αριστερών πολιτικών.

Ως συνέπεια, η καμπάνια της Αχτσιόγλου δεν είχε τρίτο κύμα. Ενώ στην αρχή ήταν ευφυώς τοποθετημένη στο πεδίο ΣΥΡΙΖΑ (υποθέτω, χωρίς να γνωρίζω, και υπό την επιρροή Μαραντζίδη ή Σακελλαρίδη), στην τελευταία φάση, πριν από τον πρώτο γύρο, δεν εμπλούτισε την ατζέντα με καινοτόμες προτάσεις ούτε δημιούργησε γεγονότα. Ηταν επίπεδη. Δεν παρουσίασε, για παράδειγμα, κάτι σαν «10 θέσεις για τη χώρα» (το λέω ενδεικτικά).

Αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει και χωρίς την υποψηφιότητα Κασσελάκη. Με τον Κασσελάκη όμως να αλωνίζει τη χώρα με μια ατζέντα που απευθυνόταν στον «καθημερινό άνθρωπο», η αλλαγή πλεύσης ήταν επιβεβλημένη. Η στροφή της Αχτσιόγλου, μετά τον πρώτο γύρο, σε μια ενεργητική καμπάνια ήταν σωστή, αλλά ήταν αναπόφευκτα «αμυντική». Ο Κασσελάκης είχε πλέον γίνει ιδιοκτήτης της θεματικής της «ελπίδας» και του «νέου». Η θεματική του «φόβου» συνήθως δεν είναι εκλογικά αποτελεσματική. Και δεν ήταν.

Συνοψίζοντας, οι κομματικοί υποψήφιοι υιοθέτησαν μια στρατηγική κατάλληλη για εκλογή γενικού γραμματέα αυξημένων, βέβαια, αρμοδιοτήτων. Οχι μια στρατηγική κατάλληλη για την εκλογή προέδρου. Το πλαίσιο ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο δεν αποτελεί «άδειο κέλυφος», όπως πολλοί και πολύ ανοήτως ισχυρίζονται, τους ώθησε προς αυτή την κατεύθυνση. Ειρωνικά, το πλαίσιο ΣΥΡΙΖΑ (συλλογικότητα, αξιακή απόρριψη των ατομικών στρατηγικών, τάση απαξίωσης των προγραμματικών ελίτ) συνέβαλε, μέσα από μια καταπληκτική ετερογονία των σκοπών, στο να δοθεί πλεονέκτημα στον outsider παρά στους insiders.

Η έλλειψη αντανακλαστικών υπήρξε κρίσιμος παράγοντας για την εκλογική έκβαση. Ειδικά η Εφη Αχτσιόγλου, που κατάφερε να βγει αλώβητη από τον στερεοτυπικό αρνητισμό της αντιπολιτευτικής περιόδου του ΣΥΡΙΖΑ, έδειξε, στη διάρκεια της εκστρατείας, στοιχεία ηγετικότητας και πολιτικής αισθητικής που με εξέπληξαν πολύ θετικά (δεν είναι της ώρας). Ορισμένα λάθη της («μου μιλάς στον ενικό γιατί είμαι γυναίκα») δεν ήταν καθοριστικά. Ωστόσο, δεν είχε το ηγετικό ένστικτο για να στρίψει το τιμόνι έγκαιρα. Εδώ υπήρξε κρίσιμο έλλειμμα ηγετικότητας. Το λάθος ήταν αποφασιστικό.

Η προεδρική στρατηγική Κασσελάκη και το αύριο

Η προεδρική εκλογή είναι η συνάντηση ενός ανθρώπου και συχνά –αλλά όχι πάντα– ενός προγράμματος με το εκλογικό σώμα. Το ταλέντο, η ορμή και η προσωπική performance είναι καθοριστικά. Αυτό γράφαμε από αυτές τις στήλες ενόψει των εκλογών ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Αυτό συνέβη στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε υπερθετικό βαθμό.

Ο Στέφανος Κασσελάκης, νέο πρόσωπο, με λάμψη και φυσικό επικοινωνιακό χάρισμα, με ενστικτώδη ορμή, με πολιτική αισθητική πολύ διαφορετική από την αισθητική των καθιερωμένων πολιτικών κάθε ιδεολογικού χρώματος (εντός και εκτός Ελλάδας) ανέτρεψε όλες τις εκτιμήσεις. Εχοντας εγγεγραμμένο στο DNA του, λόγω της εμπειρίας των ΗΠΑ, το πώς λειτουργεί μια προεδρική εκλογή, μετέτρεψε την αναμέτρηση σε πραγματική προεδρική μάχη.

Η νίκη του, ωστόσο, δεν οφείλεται μόνο στο επικοινωνιακό χάρισμα, στον ανεπεξέργαστο, αν και εστιασμένο, πολιτικό του λόγο και στη χρήση επικοινωνιακών τεχνικών που θα ζήλευαν πολλοί πολιτικοί στην Ευρώπη. Δυνάμεις από τον βαθύ ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως outsiders, κινητοποιήθηκαν με πολύ παραδοσιακούς τρόπους ώστε να καταστεί αυτή η νίκη αριθμητικά δυνατή.

Πάντως, η επικράτησή του έδειξε πόσο πραγματιστικό είναι το εκλογικό σώμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Απευθύνθηκε στην κοινωνία με θεματικές καλύτερα προσαρμοσμένες στη χρονική συγκυρία της αναμέτρησης (φυσικές καταστροφές, ελλείψεις κωμικοτραγικές σε όψεις της δράσης του ελληνικού κράτους). Το περίπου 70% των αναφορών στο πρόγραμμά του εστιάζονται στην αποτελεσματικότητα του κράτους και των θεσμών του, στη διαφάνεια, στη λογοδοσία και στην αξιοκρατία και μόνο το περίπου 11% σε «εσωκομματικές προτάσεις». Αγγιξε έτσι ένα τμήμα του εκλογικού σώματος που έχει κουραστεί από τις ανεπάρκειες της διακυβέρνησης και από ένα κράτος που δημιουργεί ανισότητες και μπλοκάρισμα της κοινωνικής ανέλιξης. Αποτελεί πάντως σκληρή ειρωνεία για τον ΣΥΡΙΖΑ το ότι η ίδια γενιά στελεχών ηττάται δύο φορές με περίπου αντίστοιχο τρόπο: στη χώρα από τον «εκσυγχρονιστή» Μητσοτάκη, εντός του κόμματος από τον «εκσυγχρονιστή-λαϊκιστή» Κασσελάκη. Πράγματι, το προφίλ του τελευταίου, όσο μπορεί κανείς να το ανασυστήσει, είναι εκσυγχρονιστικό και λαϊκιστικό, και μάλιστα ανεπεξέργαστα λαϊκιστικό.

Αλλο το επικοινωνιακό χάρισμα (το οποίο είναι ιδιαίτερα φτωχό στις ομιλίες του από εξέδρα) και άλλο η επικοινωνιακή ή πολιτική στρατηγική. Η συνέντευξη στον Πάνο Χαρίτο υπήρξε μέγα λάθος επικοινωνιακής τακτικής και η ομιλία του στο διαρκές συνέδριο μέγα λάθος πολιτικής τακτικής. Οι αστοχίες αυτές έδειξαν ότι είναι επιρρεπής στο λάθος. Τάση που θα ενισχυθεί από την ανεπαρκέστατη γνώση της ελληνικής πραγματικότητας. Αντίστοιχα σφάλματα από τη νέα θέση του θα έχουν βαρύ πολιτικό κόστος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κυβερνηθεί από την ομάδα Κασσελάκη. Η ομάδα αυτή εκπροσωπεί ό,τι πιο «παλιό» υπάρχει στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η ομάδα αναμφίβολα θα διευρυνθεί. Το πώς, πόσο και με ποιους είναι το πιο μεγάλο και δύσκολο στοίχημα. Εκεί, και στην ηγετική του ικανότητα, αλλά και στο καθαρό του βιογραφικό (που θα περάσει από κόσκινο), θα κριθεί η πλειοψηφική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν θα αξιολογήσω τη μελλοντική συμπεριφορά ενός ηγέτη με πολιτική διαδρομή ελάχιστων εβδομάδων. Ολοι βλέπουμε τα ίδια πράγματα, τις ίδιες τρανταχτές αδυναμίες, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν την ηγεσία του σε κατάρρευση, αλλά και τα ίδια ταλέντα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αντίθετη δυναμική. Οσοι και όσες προβλέπουν, προφανώς έχουν καλύτερα «εργαλεία» αξιολόγησης. Αυτό όμως που είναι βέβαιο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εισέλθει σε πορεία μεγάλου μετασχηματισμού. Ο μετασχηματισμός θα έχει πολλές φάσεις, παρότι συχνά θα θεωρηθεί ότι η χ ή ψ φάση είναι η τελική. Δεν θα είναι. Επιτυχίες, κρίσεις και, ενδεχομένως, σκηνές απείρου κάλλους θα απασχολήσουν την επικαιρότητα. Η σταθεροποίηση θα αργήσει. Και δεν θα είναι εύκολη.

Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικήςστο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή