Κυβερνητικά στελέχη, κορυφαίοι ακαδημαϊκοί, διπλωμάτες και δημοσιογράφοι συμμετείχαν στο σεμινάριο που διεξήχθη χθες στην οικία του Βρετανού πρέσβη με θέμα «Πώς θα γίνει η Ε.Ε. πιο ανταγωνιστική». Στο πλαίσιο αυτό, τα κυρίαρχα θέματα που συζητήθηκαν ήταν η ενοποίηση του ευρωπαϊκού ψηφιακού κλάδου, η καλύτερη ενεργειακή διασύνδεση μεταξύ των κρατών-μελών, η προώθηση της κοινής αγοράς στις υπηρεσίες, η τόνωση της καινοτομίας και η κατάργηση νομοθετικών και κανονιστικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα.
Την ελληνική κυβέρνηση -ως προς τη γαλάζια απόχρωσή της- εκπροσώπησε ο Νότης Μηταράκης, υφυπουργός Ανάπτυξης, που τόνισε τις τρεις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ανεπτυγμένες οικονομίες: γήρανση πληθυσμού, υψηλό χρέος και μειωμένη παραγωγικότητα σε σχέση με τις αναδυόμενες οικονομίες. Ο κ. Μηταράκης έκανε ειδική μνεία στο ζήτημα της ενεργειακής ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας έναντι των ΗΠΑ και άλλων χωρών.
Η Εύη Χριστοφιλοπούλου, αναπλ. υπουργός Διοικ. Μεταρρύθμισης, και εκπρόσωπος του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου, ανέφερε ότι το μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα έχει μειωθεί κατά 8 δισ. ευρώ από την αρχή της κρίσης και έχει κατέλθει στο 9% του ΑΕΠ – κοντά στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Μιλώντας για την Ευρώπη, διαφώνησε ευθέως με τον κ. Μηταράκη που ισχυρίστηκε ότι η ανάπτυξη θα έλθει μόνο μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας: «Η Ε.Ε. χρειάζεται μεγάλο όγκο δημόσιων επενδύσεων», είπε χαρακτηριστικά.
Ο καθηγητής Γ. Παγουλάτος, στη δική του παρέμβαση, μίλησε για τoν κίνδυνο του κατακερματισμού που απειλεί την Ευρώπη – «μεταξύ των χωρών εντός και εκτός του ευρώ, του Βορρά και του Νότου, αλλά και στο εσωτερικό της κάθε κοινωνίας». Ο Κ. Μητρόπουλος της PwC τόνισε την ανάγκη στήριξης της καινοτομίας με πολυετή προνομιακή φορολογική μεταχείριση. Ο οικονομολόγος Μ. Μητσόπουλος εξήγησε με διαφωτιστική λεπτομέρεια τους λόγους για τους οποίους βάλτωσαν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων.
Νωρίτερα, ο Τζούλιαν Κινγκ, γενικός διευθυντής Οικονομικών και Προξενικών Υποθέσεων του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών, είχε αναδείξει τις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες της χώρας του, σημειώνοντας ειδικότερα ότι ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία έχει παραμείνει στάσιμη από την έναρξη της κρίσης, «η ινδική οικονομία έχει μεγεθυνθεί κατά 1/3 και η Κίνα κατά 70%», παρέλειψε ωστόσο να σχολιάσει την ειρωνεία της ανάληψης μιας μεγαλόπνοης μεταρρυθμιστικής πρωτοβουλίας για την Ε.Ε. από μια χώρα που σε τρία χρόνια μπορεί να μην είναι μέλος της.