Κάνοντας ένα βήμα μπρος και δύο πίσω

Κάνοντας ένα βήμα μπρος και δύο πίσω

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπούμερανγκ αποδείχθηκε για την κυβέρνηση η προσπάθεια να ανατρέψει τη συμφωνία που είχαν κλείσει επί της αρχής με τους θεσμούς στις Βρυξέλλες οι κ. Ευκλ. Τσακαλώτος και Γ. Χουλιαράκης. Αμφισβητώντας την πτυχή του περιγράμματος συμφωνίας που αφορούσε τις περικοπές των συντάξεων, άνοιξε εκ νέου κι άλλα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης που είχαν κλείσει, όπως τα εργασιακά, γεγονός που προκαλεί νέες εμπλοκές. Oι θεσμοί ζητούν ολική επαναφορά στο αρχικό πλαίσιο συμφωνίας για να επιστρέψουν στην Αθήνα.

Την Παρασκευή στις 24 Μαρτίου, κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος με εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις έλεγε με βεβαιότητα: «Τελειώνουμε. Η συμφωνία έχει κλείσει από την Πέμπτη το βράδυ και περιλαμβάνει και τα εργασιακά. Δεν υπάρχει καμία εκκρεμότητα, εκτός της ενέργειας». Είχε προηγηθεί ένας κύκλος διαπραγματεύσεων μεταξύ των επικεφαλής των θεσμών από τη μια και των κ.κ. Τσακαλώτου, Χουλιαράκη, Αχτσιόγλου και Σταθάκη. Στο τέλος αυτού του γύρου οι εκκρεμότητες ήταν δύο:

1. Να αρθούν οι επιφυλάξεις του κ. Σταθάκη για την πώληση παραγωγικής ισχύος 40% της ΔΕΗ από λιγνιτικές μονάδες. Ο κ. Σταθάκης ήθελε να μειωθεί το ποσοστό ή να μην καθοριστεί τώρα αλλά αργότερα.

2. Να συμφωνήσει με το πακέτο η κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός ενημερωνόταν, αλλά κρατούσε αποστάσεις, περιμένοντας το τελικό πακέτο και αφήνοντας ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα.

Το χαρακτηριστικό εκείνου του γύρου διαπραγματεύσεων ήταν η επιμονή του ΔΝΤ να περικοπεί το 2019 η προσωπική διαφορά που παίρνουν 900.000 συνταξιούχοι και η οποία οδηγεί σε μείωση των συντάξεων από 5% (στο ΙΚΑ) έως 15% (στο Δημόσιο) και 30% (στον ΟΑΕΕ). Το Ταμείο είχε δύο επιχειρήματα. Πρώτον, τα μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν πριν από τις εκλογές του 2019, ώστε να μην υπάρξει ανατροπή σε περίπτωση που προκύψει άλλη κυβέρνηση. Δεύτερον, θα πρέπει να εφαρμοστούν τα μέτρα περικοπών δαπανών άμεσα, ως βέβαιου δημοσιονομικού αποτελέσματος. Με την άποψη αυτή συντάχθηκαν και οι άλλοι θεσμοί, καθώς η παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι εκ των ων ουκ άνευ. Ετσι, η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα επέστρεψε εκείνη την Παρασκευή στην Αθήνα έχοντας μια πρόταση η οποία θα έπρεπε να πάρει το «πράσινο φως» από την κυβέρνηση. Υστερα απ’ αυτό, οι θεσμοί θα επέστρεφαν στην Αθήνα για να κλείσει η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο.

Η πρόταση

Τα βασικά σημεία της πρότασης ήταν τα εξής:

•Στα δημοσιονομικά, οι περικοπές συντάξεων και αφορολογήτου ορίου κατά 1% και 1% του ΑΕΠ, αντίστοιχα, θα εφαρμοστούν το 2019. Παράλληλα, κι ανάλογα με το πόσο πάνω από το 3,5% του ΑΕΠ θα διαμορφωθεί το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 με αυτά τα μέτρα, θα ισχύσουν και αντίμετρα, όπως η μείωση του συντελεστή φορολόγησης 22% για τα φυσικά πρόσωπα σε 20%, η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 29% στο 26%, η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 200 εκατ. ευρώ κ.ά.

•Στα εργασιακά, δεν αλλάζει τίποτα στις συλλογικές συμβάσεις μέχρι το τέλος του προγράμματος και έρχονται αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, κυρίως η απόφαση για απεργία από το 50%+1 των εργαζομένων σε πρωτοβάθμιο επίπεδο. Ταυτόχρονα, το ΔΝΤ απέσυρε την αύξηση του ορίου απολύσεων και τη θεσμοθέτηση του λοκάουτ. Η Αθήνα θα διεκδικούσε και μια διατύπωση που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων μετά το τέλος του προγράμματος, στα μέσα του 2018.

•Στα ενεργειακά προέβλεπε πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. Προς διευκόλυνση της κυβέρνησης και καθώς το θέμα ήταν κυρίως ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και όχι ΔΝΤ, οι θεσμοί απέσυραν προς το παρόν την απαίτηση για πώληση και υδροηλεκτρικών μονάδων, ενώ συμφώνησαν να περάσει το θέμα από τη Βουλή τον Νοέμβριο.

Την περασμένη Δευτέρα το πρωί, ο ίδιος κυβερνητικός αξιωματούχος ήταν ακόμη αισιόδοξος ότι είναι θέμα λίγων 24ώρων η επιστροφή των θεσμών. «Εκκρεμεί μια συνομιλία κορυφής, που δεν μπόρεσε να γίνει το Σαββατοκύριακο», έλεγε. Πράγματι, το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο κ. Τσίπρας επικοινώνησε με την επικεφαλής του ΔΝΤ Κρ. Λαγκάρντ, σε μια προσπάθεια να μετατεθεί η περικοπή των συντάξεων το 2020. Η επικοινωνία, την οποία επιβεβαίωσε το ΔΝΤ αλλά όχι η κυβέρνηση, απέβη άκαρπη.

Λίγο αργότερα την ίδια ημέρα, ο κ. Τσακαλώτος έστελνε μια επιστολή προς τους θεσμούς με την οποία πρότεινε δύο εναλλακτικές περικοπής των συντάξεων: πρώτη, να μειωθεί το 2019 η προσωπική διαφορά κατά 0,7% του ΑΕΠ (αντί να καταργηθεί πλήρως) και ταυτόχρονα να μειωθεί κατά 0,3% του ΑΕΠ το αφορολόγητο. Στη συνέχεια, το 2020, θα μειωθεί περαιτέρω κατά 0,7% του ΑΕΠ το αφορολόγητο. Δεύτερη, αν οι θεσμοί επιμείνουν στην πλήρη κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, αυτή να γίνει σε δύο χρόνια, το 2019 και το 2020. Η επιστολή αποδείχθηκε μια ατυχής κίνηση, καθώς το ΔΝΤ αντέδρασε ανοίγοντας εκ νέου τα εργασιακά. Επανέφερε δηλαδή τα αιτήματα για αύξηση του ορίου των απολύσεων και για το λοκάουτ.

Μέσα σε λίγες ώρες εξανεμίστηκε ένα σημαντικό μέρος της προόδου. Το Euroworking Group της Πέμπτης δεν μπόρεσε να ορίσει ημερομηνία επιστροφής των θεσμών. «Και πριν από το EWG η προσδοκία ήταν να επιστρέψουν τη Δευτέρα και παραμένει», έλεγε αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος. Ωστόσο, την Παρασκευή οι θεσμοί αποφάσισαν να μην επιστρέψουν εάν η Αθήνα δεν υποχωρήσει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή