Πριν από δέκα ημέρες ο πρώην επίτροπος της Ε.Ε. Χρήστος Στυλιανίδης βρισκόταν καθ’ οδόν από το Βέλγιο προς τη Στουτγάρδη και αυτό που έβλεπε ήταν κάτι πρωτοφανές. Κουρτίνες «βροχής» έκαναν από ένα σημείο και μετά αδύνατη την πορεία του αυτοκινήτου. Το βράδυ της ίδιας ημέρας πάνω από 100 κεντρικές οδικές αρτηρίες, γέφυρες, αποχετευτικά συστήματα και φράγματα είχαν καταστραφεί στην πλουσιότερη χώρα της Ευρώπης. Σε μία κλινική του Λεβερκούζεν το νερό κατέστρεψε το μηχανοστάσιο μαζί με τη γεννήτρια. Οι νοσηλεύτριες έπρεπε να πάρουν τους διασωληνωμένους ασθενείς μέσα στο σκοτάδι και να τους μεταφέρουν σε άλλο κτίριο με ασφάλεια. Οταν ρωτήθηκε η εκπρόσωπος του νοσοκομείου Σάμπερ Αγκρελο γιατί οι γεννήτριες ήταν τόσο κοντά στις όχθες του ποταμού, είπε απλά ότι «ουδείς περίμενε τόσο πολύ νερό», ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι στη Γερμανία πνίγηκαν στον δρόμο.
Οπως και στη Μάνδρα τον Νοέμβριο του 2017 έτσι και στη Γερμανία ουδείς περίμενε τόσο «πολύ νερό». Πολλά χιλιόμετρα νοτιότερα, δικαστήριο στην Αθήνα υπογράμμιζε σε μια ιστορική απόφασή του, με την οποία επιδικάζει αποζημίωση σε συγγενείς θύματος της καταστροφής της Μάνδρας, ότι η επίσπευση των αντιπλημμυρικών έργων στο Θριάσιο τον Νοέμβριο του 2017 και ένας καλύτερος, πιο κεντρικός συντονισμός την κρίσιμη νύχτα της 14ης προς 15η Νοεμβρίου 2017 θα μπορούσαν να έχουν σώσει ανθρώπινες ζωές. Η απόφαση περιλαμβάνει ορισμένες πολύ σοβαρές θέσεις για τα όρια της πρόληψης της θεομηνίας.
Ο 29χρονος εργαζόμενος ήταν εκείνο το πρωί καθ’ οδόν προς την εργασία του όταν βρέθηκε τη λάθος ώρα στο λάθος μέρος, στο γεφύρι του ρέματος Σούρες, το πρωί της 15ης Νοεμβρίου 2017, περνώντας με το Ι.Χ. του. Επειτα εξαφανίσθηκε, δεν απαντούσε στα επίμονα τηλεφωνήματα των γονιών του. Αναγνωρίσθηκε τρεις μέρες αργότερα από τον πάτερα του που εργάζεται στο Θριάσιο νοσοκομείο, όπου μεταφέρθηκε το άψυχο σώμα του από τα συνεργεία διάσωσης. Είχε βρεθεί στις εκβολές του ποταμού στην Ελευσίνα. Ο ιατροδικαστής βεβαίωσε μετά την εξέταση του σώματος του 29χρονου ότι η αιτία του θανάτου ήταν πνιγμός.
Το δικαστήριο επεδίκασε στους γονείς –ήταν το μοναδικό τους παιδί– αλλά και στις γιαγιάδες του αποζημίωση 270.000 ευρώ. Είναι η υπ’ αριθμόν 6816/2021 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Το δικαστήριο στηρίχθηκε στην αυτοψία κλιμακίου των επιθεωρητών δημόσιας διοίκησης. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι το 2015 είχε σημειωθεί πλημμυρικό φαινόμενο χωρίς θύματα, το οποίο κινητοποίησε τις τοπικές υπηρεσίες, που όμως δεν κατόρθωσαν να πετύχουν ουσιαστική πρόοδο των αντιπλημμυρικών έργων έως το 2017.
Οι επιθεωρητές που έκαναν αυτοψία στις 20 Νοεμβρίου 2017 κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το φαινόμενο της Μάνδρας θα μπορούσε να χαρακτηρίσει «ακραίο καιρικό φαινόμενο και θεομηνία». Ο χαρακτηρισμός ωστόσο του φαινομένου ως θεομηνίας «δεν δικαιολογεί κατ’ ουδένα τρόπο την έλλειψη αντιπλημμυρικών έργων ορεινής υδρονομίας (σ.σ. φράγματα, αναβαθμοί) που μπορεί να μην έλυναν ριζικά το πρόβλημα αλλά θα μείωναν σημαντικά τις αρνητικές συνέπειες και θα καθιστούσαν την κατάσταση περισσότερο ελέγξιμη». Τέτοια έργα θα μπορούσαν να έχουν γίνει βορειότερα του σημείου του μοιραίου γεφυριού, εκτονώνοντας την πίεση του νερού που παρέσυρε το αυτοκίνητο του θύματος.
Στραγγάλιζαν το νερό
Οι ελεγκτές δηλαδή εκτίμησαν ότι τα έργα –αν είχαν γίνει εγκαίρως– «θα μπορούσαν ίσως να έχουν αποσοβήσει τον συντονισμό και τη συμβολή των μέγιστων ροών στην ίδια θέση την ίδια στιγμή». Οι κατασκευές που υπήρχαν στη ροή του ρέματος Σούρες μετά τη γέφυρα ελάχιστα επηρέασαν την πορεία του νερού – αυτό «είχε ήδη εκτραπεί» αναζητώντας διέξοδο καθώς οι «βελτιώσεις» του δρόμου «στραγγάλιζαν» την ελεύθερη ροή του νερού σε ψηλότερα σημεία από εκεί, στα οποία είχε πλέον ξεφύγει, και είχε πλημμυρίσει το νεκροταφείο της πόλης με φερτά υλικά και αυτοκίνητα. Σε κάθε περίπτωση ο δρόμος εκτόνωσης των πλημμυρικών φαινομένων ήταν σαφής και έπρεπε να είναι ελεύθερος «αλλά δεν ήταν».
Σε ό,τι αφορά τον χείμαρρο της Αγίας Αικατερίνης στο σημείο του σχεδίου της πόλης που οδηγείται σε έναν πλακοσκεπή αγωγό «ανεπαρκούς διατομής», το περισσότερο νερό έμεινε εκτός του αγωγού με αποτέλεσμα να «συντονισθεί» με το νερό που είχε εκτραπεί από το ρέμα Σούρες. Σημαίνουσα είναι η παρατήρηση ότι ο δρόμος από τη Μάνδρα στη Θήβα λειτούργησε στην πράξη σαν επιταχυντής των όγκων του νερού και το οδόστρωμα ως «πίστα» πάνω στην οποία οι υδάτινοι όγκοι γλιστρούσαν προς το πολεοδομικό συγκρότημα της Μάνδρας.
Οι συνήγοροι των εναγόντων επικαλέσθηκαν κατά του ελληνικού Δημοσίου, ότι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και η Τροχαία δεν έλαβαν το παραμικρό μέτρο παρά τις προειδοποιήσεις της μετεωρολογικής υπηρεσίας, όπως π.χ. να διακόψουν την κυκλοφορία στον επίμαχο δρόμο που συνδέει τη Μάνδρα με τη Θήβα. Το Δημόσιο, διά των νομικών του παραστατών, ισχυρίσθηκε ότι το «ασύνηθες φαινόμενο υπερέβαινε τις δυνατότητες της αστυνομικής δυνάμεως».
Η ετυμηγορία για την υπόθεση του 29χρονου είναι η πρώτη μιας σειράς αποφάσεων που αφορούν αγωγές αποζημίωσης συγγενών θυμάτων της καταστροφής του Νοεμβρίου του 2017. Εχει πλέον ρόλο ως νομολογία όχι μόνο στις περιπτώσεις που σχετίζονται με την πλημμύρα στη Μάνδρα, αλλά και με την πυρκαγιά στο Μάτι λίγους μήνες αργότερα…