Στα ίχνη των Δανών «εξορκιστών»

Στα ίχνη των Δανών «εξορκιστών»

Από την Κοπεγχάγη στο Μελισσοχώρι, η «Κ» ακολούθησε το «Σπίτι του Πατέρα», αίρεση που λειτουργεί με όρους μυστικότητας

8' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Φεύγοντας από το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης με ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο, το μόνο που είχα ήταν ένα στίγμα στον χάρτη. Ηλπιζα πως θα με οδηγούσε σε αυτό που έψαχνα στο Μελισσοχώρι: το σπίτι όπου διέμεναν τα μέλη μιας μυστικοπαθούς δανικής αίρεσης. Μια γυναίκα από τη Δανία, που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη –ας την ονομάσουμε Μαρί– είχε μείνει εκεί για ένα χρόνο και όταν επέστρεψε στη χώρα της αποφάσισε να μιλήσει σε δύο δημοσιογράφους της δανκής εφημερίδας Jyllands-Posten για τα όσα δύσκολα έζησε εκεί. Της ζήτησαν να εντοπίσει σε ένα χάρτη το πού βρίσκεται το σπίτι αυτό. Και εκείνη το έκανε. Mια κουκκίδα σε ένα δρόμο που δεν έχει όνομα, ούτε φυσικά αριθμό.

Σύμφωνα με το σύστημα πλοήγησης θα έφτανα εκεί νωρίς μεσημέρι. Με έβγαλε, όμως, σε έναν αγροτικό δρόμο, είχε βρέξει και το αυτοκίνητο κόλλησε στις λάσπες. Ηταν περασμένες τρεις όταν τελικά έφτασα έξω από το οικόπεδο. Δύο γκρι μεγάλες μονοκατοικίες, σχεδόν ενωμένες, φαινόταν πως κατοικούνται αλλά επικρατούσε ησυχία. Χτύπησα το κουδούνι, περίμενα να μου ανοίξουν, αλλά τίποτα. Αποφάσισα να πάω προς τον οικισμό στο Μελισσοχώρι. Εάν πράγματι έμεναν Δανοί σε αυτό το σπίτι, τότε σίγουρα κάποιος θα τους ήξερε. Στον δρόμο για την πλατεία του χωριού σταμάτησα στην «Ψησταριά του Μάικ». Οσο περίμενα να μου ετοιμάσουν κάτι να φάω, ρώτησα για τους Δανούς. «Είναι καλοί πελάτες. Συμβαίνει κάτι;», απάντησε ο Μάικ. Οσοι κάθονταν στα γύρω τραπέζια περίμεναν να ακούσουν τι θα πω. Ολοι, μου είπαν αργότερα, τους γνώριζαν. Αποφάσισα να μην τους πω ακόμη για τις καταγγελίες εις βάρος τους. Τις τελετές εξορκισμού και την κακοποίηση παιδιών.

Μου είπαν πως πρωτοεμφανίστηκαν στο Μελισσοχώρι τον Ιανουάριο του 2019. Η οικογένεια που έχει την ψησταριά τούς γνώρισε την πρώτη κιόλας ημέρα. Χιόνιζε και έψαχναν για ξύλα. Τους καθοδήγησαν στο βενζινάδικο και έπιασαν κουβέντα. Είχαν μόλις μετακομίσει και το σπίτι δεν είχε καν ρεύμα. Εκτοτε συχνά έρχονταν για φαγητό. «Ηταν πάντα ευγενικοί, χαμογελαστοί και γενναιόδωροι», μας είπε ο Μάικ, ο ιδιοκτήτης της ψησταριάς, αναφερόμενος σε ένα ζευγάρι που είχε τέσσερα παιδιά. Αλλοι πελάτες, όμως, θυμούνταν άλλο ζευγάρι. Κατέληξαν πως τουλάχιστον τέσσερις οικογένειες έμεναν εκεί μόνιμα και πως κατά διαστήματα έρχονταν και άλλες. Κάποιοι για μερικές εβδομάδες, άλλοι για μήνες. Τον Σεπτέμβριο του ’19 είχαν έρθει πάνω από πενήντα άτομα. Είχαν κλείσει για δύο εβδομάδες ένα ολόκληρο κάμπινγκ στην Κατερίνη. «Τώρα πόσες οικογένειες μένουν;» τους ρώτησα. «Εφυγαν τον Οκτώβριο του 2020. Αλλά πριν από λίγους μήνες κάποιοι εμφανίστηκαν ξανά στην περιοχή», μου είπαν.

Πώς βρέθηκαν στην Ελλάδα;

Πρώην μέλη καταγγέλλουν τελετές «εξορκισμού» και κακοποιήσεις παιδιών.

Οταν μετακόμισαν, το σπίτι ήταν σε κακή κατάσταση. Είχαν φτάσει εκεί φορτηγά με έπιπλα από τη Δανία (ακόμη και πισίνα είχαν μεταφέρει) και ξεκίνησαν την ανακαίνιση χωρίς κάποια βοήθεια. «Μας έκανε εντύπωση πως δούλευαν ακόμη και τα παιδιά. Περνούσαν πλάκες σχιστόλιθου, έβαφαν το σπίτι και ήταν όλοι με το χαμόγελο». Κανένα παιδί δεν πήγαινε σχολείο, τους είχαν πει ότι έκαναν κατ’ οίκον διδασκαλία. Οσο μου διηγούνται ιστορίες, αντιλαμβανόμαστε πως οι Δανοί είχαν πει πολλές και διαφορετικές εκδοχές για το πώς βρέθηκαν στην Ελλάδα, αλλά και για το παρελθόν τους. Σε άλλους είχαν πει πως ένα παιδί είχε σοβαρό θέμα bullying στο σχολείο και ήθελαν να μείνουν για ένα διάστημα στο εξωτερικό. Αλλοι ήξεραν ότι θα άνοιγαν μια επιχείρηση, άλλοι ότι έφτιαχναν το σπίτι για να το ξαναπουλήσουν. Οταν τους ρωτούσαν τι επαγγέλλονται, κάποιοι ισχυρίζονταν πως είχαν ξενοδοχείο – χωρίς όμως να δίνουν κάποια πληροφορία για την τοποθεσία του. Μια γυναίκα έλεγε πως είναι αισθητικός –είχε μάλιστα πελάτισσες από το χωριό–, σε άλλους πως δούλευε ως δασκάλα σε ίδρυμα για παιδιά. Ενας άνδρας ισχυριζόταν ότι έκανε εμπόριο χαλκού και κακάο, ενώ σε άλλους δήλωνε σομελιέ. Aπό τους πρώτους μήνες, βέβαια, κάποιοι είχαν αρχίσει να παρατηρούν συμπεριφορές και λεπτομέρειες που τους έβαλαν σε υποψίες. Ολα τα παιδιά είχαν χριστιανικά ονόματα. Μικροί και μεγάλοι κάλυπταν το σώμα τους, ακόμη και όταν κολυμπούσαν στην πισίνα. Ενώ τα απογεύματα τους άκουγαν να τραγουδάνε με ένταση τραγούδια θρησκευτικά. Κάποια παιδιά είχαν εκμυστηρευθεί σε Ελληνες φίλους πως ήταν προκαθορισμένο το ποιον θα παντρευτούν. Δεν έβλεπαν τηλεόραση ούτε έμπαιναν στο Ιντερνετ. Και υπήρχε ένας απαράβατος κανόνας: κανείς δεν επιτρεπόταν να τους βγάλει φωτογραφία. Οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού είχαν σκεφθεί το ενδεχόμενο να ανήκουν σε κάποια αίρεση, αλλά δεν είχαν τολμήσει να τους ρωτήσουν ανοικτά. Εάν και είναι μάλλον αδύνατο να τους έλεγαν την αλήθεια. Και αυτό γιατί ο λόγος που βρίσκονταν εκεί ήταν γιατί είχαν πάρει εντολή από την ηγεσία της αίρεσης να κρυφτούν.

Ολα ξεκίνησαν το 1990

Το «Σπίτι του Πατέρα», η αίρεση στην οποία ανήκουν όλοι όσοι έμεναν σε αυτό το σπίτι, ήταν για χρόνια μια επίσημα καταχωρισμένη χριστιανική οργάνωση· με αυστηρούς κανόνες και δεκάδες μέλη. Ιδρύθηκε το 1990 από τη Ρουθ Εβανς και τον πρώτο της σύζυγο, αλλά έγιναν γνωστοί όταν αγόρασαν ένα κτίριο στο κέντρο της Κοπεγχάγης, το οποίο για χρόνια τελούσε υπό κατάληψη από νεαρούς αναρχικούς. Οταν το 2006 η αστυνομία εκκένωσε το κτίριο για να το παραδώσει στους νέους ιδιοκτήτες, ακολούθησαν διαδηλώσεις οι οποίες εξελίχθηκαν σε βίαιες συμπλοκές που κράτησαν εβδομάδες. Η Ρουθ τότε μίλησε για «μια μάχη του σατανά με τον θεό» και πως «ο θεός είχε μεγάλα σχέδια για την αίρεσή τους». Οι δημοσιογράφοι άρχισαν να σκαλίζουν την οργάνωση και όταν άρχισαν να βγαίνουν στο φως διάφορες περίεργες ιστορίες, η Ρουθ ανακοίνωσε πως η οργάνωση θα διαλυόταν. Το 2016, όμως, έγινε γνωστό πως η αίρεση συνέχιζε όλα αυτά τα χρόνια κανονικά τη δράση της. Στην ηγεσία υπήρχε εκνευρισμός. «Εχουμε πόλεμο», φώναζε η Ρουθ στις συσκέψεις. Η Μαρί συμμετείχε σε κάποιες από αυτές και θυμάται πως όλοι άφηναν τα κινητά έξω από τους χώρους συνάντησης. Επέβαλαν σε όλους μυστικότητα και πειθαρχία στις εντολές. Για κάποιους η εντολή ήταν να φύγουν από τη Δανία και να μετακομίσουν σε άλλη χώρα· συγκεκριμένα στην Τσεχία και στη Γερμανία, αργότερα και στην Ελλάδα.

Η Μαρί ήταν από αυτούς που πήραν οδηγία να μετακομίσουν στην Ελλάδα. Ποτέ δεν της είπαν γιατί επελέγη η συγκεκριμένη χώρα. Επρεπε να πάει εκεί οδικώς και στα σύνορα θα της έστελναν μια διεύθυνση. Ετσι και έγινε, η διεύθυνση όμως αντιστοιχούσε σε κατασκήνωση. Είχε καύσωνα και εκείνη έχοντας μαζί της δύο παιδιά –το μικρότερο ήταν τότε μηνών– δυσκολευόταν πολύ. Της είπαν να κάνει υπομονή, γιατί οι επικεφαλής στην Ελλάδα δεν είχαν βρει ακόμη το κατάλληλο σπίτι. Η αναζήτηση πήρε μήνες και τελικά η Μαρί μετακόμισε στο Μελισσοχώρι στις αρχές του 2019. Εκεί η ζωή τους έμοιαζε ειδυλλιακή. Πήγαιναν βόλτες στη φύση, καλλιεργούσαν το κτήμα, έπαιζαν όλοι μαζί paintball, τα αγόρια της πήγαιναν κάθε απόγευμα για ποδόσφαιρο σε ένα μικρό γήπεδο. Η εικόνα αυτή ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια, δεν είχε καμία σχέση με τα όσα συνέβαιναν πίσω από κλειστές πόρτες.

Στα ίχνη των Δανών «εξορκιστών»-1
Ο πρόεδρος της κοινότητας Μελισσοχωρίου, Θ. Μοσχόπουλος, είναι από τους λίγους που επισκέφτηκαν το σπίτι της αίρεσης.

Στα ίχνη των Δανών «εξορκιστών»-2
«Ηταν πάντα ευγενικοί, χαμογελαστοί και γενναιόδωροι», λέει ο Μάικ, ιδιοκτήτης της ομώνυμης ψησταριάς.

Στα ίχνη των Δανών «εξορκιστών»-3
Ο δικηγόρος Γιώργος Πετράκης θυμάται ότι, ενάμιση χρόνο μετά την έλευσή τους στην Ελλάδα, οι Δανοί βιάζονταν να φύγουν.

«Κλείδωναν τα παιδιά μου και τα χτυπούσαν» 

Στο μικρό γήπεδο ποδοσφαίρου του Μελισσοχωρίου γνώρισε πρώτη φορά τα παιδιά της αίρεσης ο πρόεδρος της κοινότητας, Θανάσης Μοσχόπουλος. Τους έπιασε κουβέντα και έτσι σύντομα γνώρισε και τους γονείς. Θυμάται πως τους είχε καλέσει σε ένα πανηγύρι, κάθισαν στο ίδιο τραπέζι και αφού προσπάθησαν να χορέψουν χασαποσέρβικο, συζήτησαν λίγο για τα σχέδιά τους. Ηθελαν, του είπαν, να μάθουν ελληνικά, διότι σκόπευαν να μείνουν στην Ελλάδα μόνιμα. Πράγματι είχαν ξεκινήσει μαθήματα. Κάποια στιγμή ο Μοσχόπουλος πήρε μια πρόσκληση να παρευρεθεί σε μια δεξίωση στο σπίτι τους. Εφτασε με δύο ακόμη καλεσμένους και γιόρτασαν την αποφοίτηση ενός γιου από το πανεπιστήμιο. Είχαν κρασί (μόνο για τους καλεσμένους) και διάφορους μεζέδες που είχαν φέρει από τη Δανία. Δεν παρατήρησε κάτι περίεργο. «Ηταν ένα σπίτι όμορφο και περιποιημένο», θυμάται. Υστερα από λίγους μήνες έμαθε πως το πούλησαν. Είχαν φύγει χωρίς να το πουν σε κανέναν. 

Εχοντας αυτή τη νέα πληροφορία –πως το σπίτι ήταν ιδιοκτησίας τους– αναζήτησα τα συμβόλαια. Σε αυτά υπήρχαν δύο νέα στοιχεία: η διεύθυνση που είχε δώσει ο Δανός ιδιοκτήτης ως μόνιμη κατοικία (ένα ξενοδοχείο στο Bandholm της Δανίας, που μέχρι το 2019 ανήκε στον νέο σύζυγο της Ρουθ και εθεωρείτο η βάση της αίρεσης) αλλά και το όνομα ενός Ελληνα δικηγόρου που παρέστη και στα δύο συμβόλαια, αγοράς και πώλησης: Γιώργος Πετράκης. Τον συνάντησα με την ελπίδα πως ίσως γνώριζε κάτι περισσότερο. «Παρότι αναλαμβάνω πολλά συμβόλαια ξένων, τη συγκεκριμένη οικογένεια τη θυμάμαι καλά. Ηταν φιλικοί, είχαν μόλις επιστρέψει από την Αφρική όπου εργάζονταν και έψαχναν ένα μεγάλο σπίτι κάπου εκτός πόλης για να μείνουν με άλλες οικογένειες φίλων. Μου είπαν ότι συνηθίζεται στη Δανία». Είδαν πολλά σπίτια μέχρι να καταλήξουν σε αυτό στο Μελισσοχώρι, αλλά ενάμιση χρόνο μετά επικοινώνησαν ξανά μαζί του ζητώντας του να το πουλήσουν. Τους παρότρυνε να περιμένουν, γιατί οι τιμές ήταν βέβαιο πως θα ανέβαιναν, αλλά εκείνοι βιάζονταν. Τον Οκτώβριο του 2020 το πούλησαν. Οπως φάνηκε αργότερα, υπήρχαν ήδη ρωγμές στο εσωτερικό της αίρεσης. 

Τουλάχιστον η Μαρί την απόφαση να φύγει από την αίρεση την είχε πάρει όσο ήταν ακόμη στην Ελλάδα. Υστερα από χρόνια άρχισε να βλέπει καθαρά πως η ηγεσία είχε τον απόλυτο έλεγχο στη ζωή της. Οταν έφτασε στο Μελισσοχώρι της ανακοινώθηκε πως μια άλλη οικογένεια θα αναλάμβανε την ανατροφή των παιδιών της. Οταν έκλαιγαν δεν επιτρεπόταν να τα αγκαλιάσει και πολλές φορές τα έβλεπε να απομονώνονται σε ένα δωμάτιο. Ακουγε ότι εκεί τα χτυπούσαν, αλλά δεν αντιδρούσε. Σύμφωνα με καταγγελίες και άλλων πρώην μελών, χειροδικούσαν και σε ενηλίκους εάν θεωρούσαν πως «δεν ακολουθούν τον δρόμο του Χριστού». Εάν ούτε αυτό λειτουργούσε προχωρούσαν σε μια τελετή. Κάποιος τους ακινητοποιούσε και άλλος φώναζε στο πρόσωπό τους μέχρι να φύγει ο δαίμονας από το σώμα τους. Οταν η Μαρί επέστρεψε στη Δανία, έγραψε το παιδί της και πάλι στο σχολείο, αλλά εκεί μια δασκάλα παρατήρησε πως είχε περίεργη συμπεριφορά. Φοβόταν το παραμικρό και δεν προσαρμοζόταν. Οι ψυχολόγοι που το εξέτασαν αντιλήφθηκαν πως το παιδί είχε κακοποιηθεί ψυχολογικά και σωματικά και η Μαρί έχασε για ένα διάστημα την επιμέλεια. Τώρα που τα παιδιά είναι και πάλι κοντά της, σκέφτεται να κινηθεί νομικά. Ηδη είναι σε επικοινωνία με κάποια από τα 13 άτομα –πρώην μέλη και συγγενείς μελών που έχουν χάσει κάθε επαφή με τους δικούς τους– οι οποίοι κατέθεσαν στα τέλη Φεβρουαρίου επίσημη καταγγελία στην αστυνομία για τη δράση της οργάνωσης. Ο δικηγόρος τους, Ερμπιλ Καγιά, είπε στην «Κ» πως είναι θέμα ημερών να ξεκινήσει επίσημη έρευνα από τις Αρχές. Μέσα σε αυτά που τώρα θα ερευνηθούν είναι και τα όσα διαδραματίστηκαν στις δύο γκρι μονοκατοικίες στο Μελισσοχώρι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή