Η ζωή μετά, στα ψηφιακά τους ίχνη

Η ζωή μετά, στα ψηφιακά τους ίχνη

Παλιότερα ψάχναμε στις κούτες με παλιές φωτογραφίες τη μνήμη των αγαπημένων που «έφυγαν». Οχι πια. Τώρα «επιζούν» στα sms τους, στις συνομιλίες μας στο messenger, στα emails και στα προφίλ τους στα κοινωνικά δίκτυα

8' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Μάιος είναι πάντα δύσκολος μήνας. Η ανάλαφρη ανοιξιάτικη διάθεση συγκρούεται με την επέτειο του θανάτου ενός καλού φίλου. Δεκατέσσερα χρόνια κλείνουμε φέτος χωρίς τον Ν. Ο χρόνος έχει θολώσει τον πόνο αλλά, ως γνωστόν, «απ’ όλα περισσότερο αυτό που με πειράζει είναι την απουσία σου πως πάω να συνηθίσω». Γι’ αυτό όταν πριν από λίγο καιρό ήρθε στο κινητό μου μια ειδοποίηση ότι ο Ν. «μπήκε στο viber» έμεινα να το κοιτάω για ώρα. Από το 2009 είχε να εμφανιστεί το όνομά του στην οθόνη μου. Δεν τον είχα σβήσει από τις επαφές μου, δεν μου πήγαινε η καρδιά. Τώρα ο αριθμός του είχε δοθεί σε άλλο συνδρομητή, η ζωή προχώρησε και έστειλε και μήνυμα στο κινητό μου.

Πόσες από τις επαφές στο κινητό μας έχουν φύγει; Πόσοι φίλοι στο Facebook; Σήμερα οι άνθρωποι φεύγουν και τα ψηφιακά τους ίχνη μένουν, αστερίσκοι μιας ζωής που υπήρξε, μιας τροχιάς που χαράχτηκε. Παλιότερα για να αναπολήσουμε τους αγαπημένους μας έπρεπε να ανατρέξουμε σε φωτογραφικά άλμπουμ και κούτες με αναμνηστικά. Σήμερα βρίσκονται παντού. Εχουμε τα sms τους, τις συνομιλίες μας στο messenger, τα emails, ό,τι έκανε τη ζωή τους τετριμμένη και ξεχωριστή ταυτόχρονα. Επιστρέφοντας σε αυτά, χρόνια μετά, τυχαία ή επί τούτου, ανακαλύπτουμε νέα στοιχεία, λεπτομέρειες που μας είχαν διαφύγει, μικρές στιγμές που πλέον είναι πολύτιμες. «Στην ψηφιακή εποχή, στην εποχή της ανάδυσης της ιδεολογίας του “νταταϊσμού”, που θέλει το σύμπαν μία ροή δεδομένων, έχει προστεθεί ένα ακόμα μονοπάτι “επικοινωνίας” με τους τεθνεώτες», λέει η Ιωάννα Γεωργοπούλου, ψυχολόγος και οικογενειακή θεραπεύτρια. «Ο πεθαμένος, “νυχτόλαλος” και “νυχτοβάτης” σύμφωνα με τον Κωστή Παπαγιώργη, παραμένει κοινωνικά δικτυωμένος και μετά θάνατο, είτε μέσα από τον ψηφιακό του δρόμο, είτε μέσα από τα προφίλ των αγαπημένων του προσώπων. Μια νέα πληροφορία για τον νεκρό, ένα ψηφιακό ίχνος του, όμως, μπορεί να έρθει και να προκαλέσει συναισθηματική αναστάτωση».

Ετσι συνέβη στη Γεωργία Λέκκα. «Τρία χρόνια μετά τον θάνατο μιας φίλης μου βρήκα ένα μήνυμά της στο κινητό μου», λέει στην «Κ». «Το είχα ξεχάσει εντελώς και όταν είδα το όνομά της στην οθόνη του κινητού με έπιασαν τα κλάματα. Σκεφτόμουν όλα αυτά που είχαμε γράψει η μία στην άλλη και όλα αυτά που δεν είχαν ποτέ ειπωθεί».

Το «σύννεφο»

Ετσι συμβαίνει και στον Κώστα Μάντζαρη. Εχασε τη μητέρα του πριν από δυόμισι χρόνια. Εμφανίζεται όμως συχνά πυκνά μπροστά του – στο iPhone. «Το iPhone καθημερινά γκρουπάρει τις φωτογραφίες που έχουν μαζευτεί όλα αυτά τα χρόνια στο cloud. Κάποιες φορές εμφανίζεται η μητέρα μου. Προτού την τραβήξει στα βαθιά η άνοια. Προτού φύγει και η φυσική της υπόσταση. Κάθε φορά με πιάνει ένα σφίξιμο. Κάθε φορά λέω θα ψάξω να βρω τη σχετική ρύθμιση και θα την απενεργοποιήσω. Δεν το κάνω. Ισως γιατί δεν θέλω να χαθεί αυτή η επιπλέον ευκαιρία να τη θυμάμαι». Για τον ίδιο λόγο μάλλον δεν έχει σβήσει την επαφή «Μαμά» στο κινητό του. Καμία φορά την καλεί. «Το νούμερο ακόμη δεν έχει δοθεί κάπου αλλού και το μήνυμα όταν καλώ λέει ότι ο αριθμός δεν υπάρχει ή δεν είναι προσβάσιμος. Η ειρωνεία είναι ότι περιγράφει ακριβώς την κατάσταση μεταξύ μας. Εάν κάτι με στεναχωρεί σε αυτό το ψηφιακό κουτί αναμνήσεων που δημιουργήθηκε εν αγνοία μου, είναι ότι αλλάζοντας συσκευές όλα αυτά τα χρόνια πριν τα smartphone γίνουν κομμάτι της ζωής μας, έχασα τα λιγοστά sms που μου είχε στείλει κάποτε όταν μάθαινε –στην έβδομη δεκαετία της ζωής της– να χρησιμοποιεί αυτές τις νέες τεχνολογίες».

Ούτε η Ειρήνη Γκιουλάκου, υπεύθυνη εξεύρεσης πόρων στη Μέριμνα και σύμβουλος ψυχικής υγείας, είχε σβήσει τον πατέρα της από το κινητό της και μια μέρα είδε να την καλεί. «Τρία χρόνια μετά τον θάνατό του, σε μια δύσκολη περίοδο για μένα, χτυπάει το κινητό και διαβάζω “Μπαμπάς” στην οθόνη. Ηταν από τη μητέρα μου η οποία είχε κρατήσει το τηλέφωνό του και είχε αποφασίσει να με καλέσει από αυτό. “Ηταν για μένα πολύ σημαντικό. Το ένιωσα σαν χάδι μεταφυσικό”».

Τηλεφώνημα από άγνωστη

«Το iPhone καθημερινά γκρουπάρει τις φωτογραφίες στο cloud. Κάποιες φορές εμφανίζεται η μητέρα μου. Κάθε φορά λέω θα βρω τη σχετική ρύθμιση και θα την απενεργοποιήσω. Δεν το κάνω».

Η Ειρήνη παρακολουθούσε ένα σεμινάριο για το πένθος την ημέρα που έφυγε ο πατέρας της. «Ηταν η τελευταία μέρα του σεμιναρίου και φυσικά δεν πήγα. Ηταν όμως σαν να το είχα παρακολουθήσει για να προετοιμαστώ. Μου άλλαξε πολύ τη σκέψη για τον θάνατο και την απώλεια. Βλέπω διαφορετικά όλα όσα ακολούθησαν. Σαν δώρο». Μεταξύ άλλων, λίγες ημέρες αργότερα, είχε δεχθεί ένα μήνυμα στο messenger από μια άγνωστη κοπέλα. «Αρχισε να μου μιλάει για τον πατέρα μου με έναν πολύ συγκινητικό τρόπο. Μου είπε ότι υπήρξε σαν δεύτερος πατέρας για εκείνη, ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος στο μεγάλωμά της». Η Ειρήνη συνειδητοποίησε ξαφνικά ότι τους σχεδόν έξι μήνες τον χρόνο που περνούσαν οι γονείς της στο χωριό στη Μάνη είχαν δημιουργήσει σχέσεις τις οποίες αγνοούσε. «Από τη μία μου είχε αποκαλύψει κάτι για τον πατέρα μου που δεν ήξερα και από την άλλη είχα ζηλέψει γιατί εμένα με είχε μεγαλώσει Μανιάτικα, χωρίς πολλά πολλά, ενώ σε αυτό το κορίτσι είχε βγάλει το τρυφερό του πρόσωπο». Μπορείς να γνωρίσεις καλύτερα έναν άνθρωπο μετά το θάνατό του; Μπορείς.

Ο πατέρας της έχει έκτοτε «εμφανιστεί» κι άλλες φορές – λες και για να υπενθυμίζει την απουσία του. «Ψάχνοντας μια μέρα πληροφορίες για το χωριό online έπεσα πάνω στην καταχώριση του τηλεφώνου του. Εγραφε όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο. Δεν είχε σβηστεί». Μια άλλη φορά ενώ σκρόλαρε άσκοπα στο Facebook βλέπει μια φωτογραφία. Οταν την κοιτάει προσεκτικά εντοπίζει τον πατέρα της. Ενας φίλος είχε ανεβάσει μια φωτογραφία από τα παιδικά του χρόνια και ήταν μέσα. «Δεν το περίμενα γιατί δεν είχε ο ίδιος προφίλ στο Facebook».

Aμείλικτο το Facebook

Το Facebook έχει υπάρξει αμείλικτο, άνιωθο στον πόνο της απώλειας. «Πριν από 3 χρόνια εργαζόμουν σε μια ΜΚΟ ως εκπαιδευτικός», λέει στην «Κ» η Κατερίνα (δεν θέλει να αναφερθεί το επώνυμό της). «Εκεί γνώρισα ένα κορίτσι με καρκίνο 16 χρόνων, που δυστυχώς δεν τα κατάφερε και “έφυγε” μέσα σε ένα χρόνο. Είχα την τύχη και την ατυχία μαζί να την γνωρίσω καλύτερα και να δεθώ μαζί της, καθώς έκανα πολλές βάρδιες στο νοσοκομείο. Ηταν από τις πιο επώδυνες καταστάσεις της ζωής μου. Κάθε χρόνο από τότε, το Facebook μου υπενθυμίζει την ημερομηνία “φιλίας” μας. Κάθε χρόνο κλαίει η ψυχή μου…»

Η Τασούλα Επτακοίλη, συνάδελφος δημοσιογράφος εδώ στην «Κ», λίγους μήνες μετά τον θάνατο του συζύγου της άνοιξε το Kindle του. «Είδα ότι διάβαζε το Old Greek Stories του Αμερικανού συγγραφέα James Baldwin. Και –πού να το φανταστώ;– η σελίδα που εμφανίστηκε μπροστά μου ήταν από το κεφάλαιο για τον Προμηθέα. “Πώς η φωτιά δόθηκε στους ανθρώπους”. Ο Προμηθέας, το όρνιο που έτρωγε το συκώτι του και η φωτιά… Ο Κώστας πέθανε από καρκίνο στο συκώτι. Είχε μια μεταφυσική χροιά όλο αυτό».

Ενας αριθμός, μια ζωή

«Μήπως πεθαίνεις όταν καταργήσουν το τηλέφωνό σου;», αναρωτιέται στην «Κ» ο Χρυσόστομος Φουντούλης, συνταξιούχος, που αναγκάστηκε να κόψει το τηλέφωνο του πατρικού του στην Ικαρία. «Στεναχωρήθηκα πολύ, όλο και το ανέβαλλα να το κόψω. Τελικά το έκοψα. Πάει το 22111, το οποίο ο πατέρας μου το διάλεξε διότι ήταν το πιο εύκολο νούμερο τότε με το καντράν με το δάχτυλο, όμως μπλοκάριζε πολύ εύκολα και όποιος τηλεφωνούσε πολύ συχνά χτυπούσε το δικό μας τηλέφωνο. Ηταν η χαρά της μάνας μου».

Αχ αυτά τα σιωπηλά τηλέφωνα. Γι’ αυτό η δημοσιογράφος Πελιώ Παπαδιά όταν διαπίστωσε ότι διασώζεται ένα μήνυμα του πατέρα της στον τηλεφωνητή χάρηκε. «Η θεία μου είχε κρατήσει στον… τηλεφωνητή ένα μήνυμα που είχε αφήσει ο μπαμπάς μου το 2009. Πέθανε το 2010. Οσο κι αν ζορίζομαι να το ακούω, χαίρομαι που υπάρχει η φωνή του μαγνητοφωνημένη!».

Μαρία, στέλεχος πολυεθνικής

«Τα κινητά τους τα έχω ακόμη στα Αγαπημένα»

«Εχασα τους δύο μου γονείς τον ένα μετά τον άλλο από βαρύ καρκίνο. Πρώτα αρρώστησε και “έφυγε” ο πατέρας μου και πάνω που πήγα να σηκώσω κεφάλι μετά το πένθος, αρρώστησε και η μητέρα μου. Η πρώτη διάγνωση ήταν το ’10, η τελευταία απώλεια ήταν το ’19. Μετά τον θάνατό τους έμαθα πράγματα που δεν ήξερα και για τους δύο.

Οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι, ωστόσο είχαν πάντα πολύ καλές σχέσεις και περνούσαν πολύ χρόνο μαζί. Το βράδυ του θανάτου του πατέρα μου έλαβα ένα μήνυμα από ένα άγνωστο νούμερο. Ο αποστολέας έγραφε πολύ όμορφα λόγια αγάπης για τον πατέρα μου, ήταν πολύ συγκινητικό. Εγραφε ότι ήταν ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο στη ζωή της, ότι έχει ακούσει πολλά για μένα και θα χαιρόταν να με συναντήσει για να μου πει από κοντά πόσο τον αγάπησε. Πράγματι συναντηθήκαμε και, χωρίς ποτέ να το πούμε ανοιχτά, κατάλαβα ότι είχαν ερωτική σχέση με τον πατέρα μου. Δεν είχα ανάγκη να ρωτήσω λεπτομέρειες. Είχα απέναντί μου έναν άνθρωπο που πενθούσε. Μου ήταν αρκετό ότι τον αγαπούσε. 

Τις επόμενες ημέρες, αδειάζοντας το σπίτι βρήκα διάφορα πράγματα που επιβεβαίωναν σχέσεις που υποψιαζόμουν ότι είχε, βρήκα ποιήματα που είχε γράψει, το βιβλίο που έγραφε και έλεγε ότι θα μας το διαβάσει κάποια στιγμή, αλλά εκείνη η στιγμή δεν ερχόταν ποτέ. Θυμάμαι περιπαικτικά ο πατέρας μου μού έλεγε ότι του άρεσε η φράση του Μάρκες ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τρεις ζωές, την ιδιωτική, τη δημόσια και τη μυστική. “Δεν ξέρω τι θα ανακαλύψετε μετά τον θάνατό μου”, έλεγε γελώντας. “Τον άτιμο”, σκέφτηκα όταν τα βρήκα. 

Η μητέρα μου ήταν μια γυναίκα με μυαλό και πάθος για ζωή. Ενας άνθρωπος που έκαναν παρέα όλες οι γενιές. Φιλελεύθερο πνεύμα, γεμάτη ενέργεια. Ξαφνικά παθαίνει εγκεφαλικό και καρκίνο ταυτόχρονα. Οταν “έφυγε” βρήκα παλιά γράμματα από παλιούς εραστές και θαυμαστές. Είχα μεγάλη δυσκολία να κλείσω τους λογαριασμούς της στα σόσιαλ μίντια. Είχε πολύ έντονη παρουσία. Για ένα-δύο χρόνια μού έβγαιναν τα γενέθλιά της. Σήμερα ανατρέχω σε αυτά που της έχουν γράψει, στα memories, στα βίντεο και στις φωτογραφίες της. Ανέβηκε πολύ υλικό μετά τον θάνατό της, ήταν πολύ αγαπητή. Είναι και παρηγοριά τα memories και πληγή. Αισθάνομαι ότι αν σβήσω τα προφίλ θα τη διαγράψω. 
Ανατρέχω και στις συνομιλίες μας και παίρνω δύναμη από τα “σε λατρεύω” της. Ακόμη δεν μπορώ να σβήσω ούτε τα τηλέφωνά τους από το κινητό. Είναι ακόμη εκεί, στα Αγαπημένα. Τη μαμά μου τώρα τη βρίσκω παντού, κυρίως όμως στη θάλασσα και στη μουσική (πάντα στη διαπασών), τις δύο της αγάπες. Ο,τι μουσική ακούω, όταν χορεύω, λες και μου μιλάει!».

⇒ Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή