«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»

«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»

Η καταστροφή μετρήθηκε σε στρέμματα. Το ψυχικό τραύμα, όμως, από τη φωτιά στην Εύβοια, δύο χρόνια μετά, δεν έχει μετρηθεί

βλέπω-πεύκο-στην-τηλεόραση-και-κλαίω-562556944

Η μυρωδιά τον ακολουθούσε. Είχαν περάσει μήνες από την καταστροφική πυρκαγιά στην Εύβοια, είχαν πέσει βροχές και χιόνια. Ακόμη κι αν η στάχτη είχε ξεπλυθεί, ο Αντώνης Σκούρας ένιωθε ότι ξυπνούσε κάθε πρωί με την οσμή του καμένου. Οσο κι αν ήθελε να αποστασιοποιηθεί ή να ξεχάσει, όλο και κάτι θα του έξυνε την ίδια πληγή. Θυμάται ότι πρόσφατα έβλεπε μια ταινία και έβαλε τα κλάματα όταν η κάμερα έδειξε από ψηλά ένα πυκνό πευκοδάσος. «Συνειδητοποίησα ξανά τι είχαμε», λέει. «Είναι όπως βιώνεις ένα θάνατο. Δεν χάσαμε μόνο ένα δάσος, το περιβάλλον γύρω μας. Χάσαμε τις αναμνήσεις μας».

«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»-1
Το χωριό του Αντώνη Σκούρα, ο Ρετσινόλακκος, ήταν το πρώτο που κάηκε το 2021 στην πυρκαγιά της Βόρειας Εύβοιας. «Σε πληγώνει η απώλεια αυτού που θεωρούσες δεδομένο», λέει για το δάσος. Φωτ. ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Τον Αύγουστο του 2021 ο κ. Σκούρας βρισκόταν στην παραλία όταν τον ειδοποίησαν ότι καίγεται ο Ρετσινόλακκος. Ηταν το πρώτο χωριό στο οποίο έφτασαν τότε οι φλόγες και ο ίδιος δεν είχε χρόνο για να προετοιμαστεί ή να αντιδράσει, να νιώσει, όπως λέει, ότι κάπως συνεισφέρει. Η πυρκαγιά συνέχισε απτόητη για μέρες, κινήθηκε από τον Ευβοϊκό μέχρι το Αιγαίο και έκαψε 511.854 στρέμματα. Οι αποθήκες με τα γεωργικά εργαλεία και τα μηχανήματα του κ. Σκούρα υπέστησαν μεγάλες φθορές, ωστόσο, πέρα από την οικονομική ζημιά, αυτό που ακόμη τον απασχολεί είναι οι ψυχολογικές επιπτώσεις.

«Σε πληγώνει η απώλεια αυτού που θεωρούσες δεδομένο. Με το δάσος είχαμε μια βιωματική σχέση. Δεν ήταν απλά καλλωπιστικό, το θεωρούσαμε μέρος της ζωής μας», λέει. «Κάποια στιγμή σού περνάει από το μυαλό ότι οι γονείς σου κάποτε, όταν μεγαλώσουν, θα πεθάνουν. Δεν μπορείς, όμως, να διανοηθείς το ίδιο για το παιδί σου. Ετσι και εμείς με το δάσος. Μπορεί να είχαμε σκεφτεί ότι θα καεί κάποιο μικρό μέρος του, αλλά δεν περιμέναμε αυτή την καταστροφή».

Το ψυχικό αποτύπωμα ενός τραυματικού γεγονότος, όπως η πολυήμερη πυρκαγιά στην Εύβοια, μπορεί να μην είναι εύκολα ανιχνεύσιμο. Αλλωστε, κάθε άνθρωπος επηρεάζεται ή αντιδρά διαφορετικά. Συνήθως, μετά το πρώτο σοκ, εστιάζει στα πρακτικά ζητήματα, στο πώς θα ορθοποδήσει, θα επιδιορθώσει ή θα αποζημιωθεί. Μπορεί να μην υπάρχει άμεσα περιθώριο για να εκφραστεί η θλίψη ή ο θυμός. Μιλώντας με πυρόπληκτους και ειδικούς ψυχικής υγείας που εγκαταστάθηκαν στην Εύβοια, η «Κ» επιχειρεί να εντοπίσει στους κατοίκους τα αθέατα σημάδια της φωτιάς δύο χρόνια μετά.

Αρκετοί ειδικοί βρέθηκαν άμεσα στις πληγείσες περιοχές το καλοκαίρι του 2021, παρέχοντας πρώτες βοήθειες ψυχικής υγείας. Στόχος, τότε, ήταν η αποφόρτιση των κατοίκων. Ο ψυχολόγος Χαράλαμπος Κυροδήμος εγκαταστάθηκε στη Λίμνη τον Ιανουάριο του 2022, στο πλαίσιο προγράμματος λειτουργίας κινητών και σταθερών κλιμακίων για την παροχή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης στον τοπικό πληθυσμό. Υπό τον συντονισμό της Ομοσπονδίας Φορέων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας «Αργώ», διαφορετικοί φορείς ψυχικής υγείας ανέλαβαν να υλοποιήσουν αυτές τις παρεμβάσεις καλύπτοντας τα χωριά της Bόρειας Εύβοιας. «Η φωτιά ξύπνησε και άλλα ψυχολογικά ζητήματα, που προϋπήρχαν και ίσως κάποιος να μην τα είχε διαχειριστεί ποτέ», λέει ο κ. Κυροδήμος. «Καλύπτουμε μια έλλειψη επαγγελματιών ψυχικής υγείας που υπήρχε στην περιοχή».

Δύο χρόνια μετά τη φωτιά, κάποιοι μπορεί να το βιώνουν ακόμη με θυμό. Και σήμερα ακούγεται το «μας έκαψαν» ή «μας άφησαν να καούμε», σε σχέση με την αντίδραση του κρατικού μηχανισμού. Αλλοι κάτοικοι μπορεί να επιδεικνύουν μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα και ορισμένοι να βρίσκονται σε διαδικασία πένθους, όπως μια ωφελούμενη των προγραμμάτων ψυχολογικής υποστήριξης. «Είχε έντονη σύνδεση με τη φύση και το δάσος. Εκεί κατέφευγε και ένιωθε ο εαυτός της, την ανακούφιζε. Πλέον, υπάρχει μια αίσθηση κενού», λέει ο κ. Κυροδήμος.

Ως απώλεια βιώνει την καταστροφή του δάσους και η Σαπφώ Παπαθεοδώρου, η οποία το 2021 κατάφερε με τη βοήθεια συγχωριανών της να σώσει δεκάδες ζώα από το κτήμα της. Μιλάει για την προηγούμενη μεγάλη πυρκαγιά που είχε πλήξει την Εύβοια, το 1977, προτού γεννηθεί εκείνη. Λέει ότι ήταν σαν να μεγαλώνει μαζί με το δάσος. «Αισθάνομαι σαν να πέθανε ένας δικός μου άνθρωπος», τονίζει. «Οσο αγχωμένος κι αν ήσουν, πήγαινες εκεί μια βόλτα και ένιωθες όμορφα, ήταν σαν ψυχοθεραπεία».

«Είναι όπως βιώνεις ένα θάνατο. Δεν χάσαμε μόνο ένα δάσος, το περιβάλλον γύρω μας. Χάσαμε τις αναμνήσεις μας».

«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»-2
Η Σαπφώ Παπαθεοδώρου κατάφερε το 2021 να γλιτώσει από τη φωτιά τα άλογα και τα ζώα στο κτήματα της στην Εύβοια. «Αισθάνομαι σαν να πέθανε ένας δικός μου άνθρωπος», λέει όμως για το δάσος που χάθηκε. Φωτ. ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Η κοινωνική λειτουργός Βασιλική Μινέλλι-Θωμοπούλου, που δραστηριοποιείται στη Βόρεια Εύβοια, παρατηρεί ότι ο κόσμος σήμερα δεν εξωτερικεύει εύκολα το τραύμα. «Δεν θα μιλήσουν με την πρώτη γι’ αυτό. Μόνο αν τους ρωτήσεις μπορεί να ανοιχτούν και μετά να συγκινηθούν. Είναι σαν να έχει κατασταλάξει ένα συναίσθημα απογοήτευσης», λέει.

Πριν από λίγες εβδομάδες παρουσιάστηκε στις Κεχριές μια παράσταση μουσικού θεάτρου, υπό την αιγίδα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στην οποία συμμετείχαν και ντόπιοι από τις πληγείσες περιοχές. «Σχεδόν όλοι οι θεατές έκλαιγαν. Ξύπνησαν οι μνήμες που είχαμε», λέει ο Γιώργος Φορτοτήρας, κάτοικος Ευβοίας και εθελοντής δασοπυροσβέστης. «Ολοι έχουν τα τραύματά τους. Κάποιοι μπορεί να τα έχουν κρύψει πιο βαθιά».

Ο κ. Σκούρας επισημαίνει και πιο μικρές αλλαγές στην καθημερινότητα συντοπιτών του που θεωρεί ότι μπορεί να συνδέονται με τη φωτιά. Μιλάει για μια φίλη του που μετά τη φωτιά και την καταστροφή που υπέστη ο ξενώνας της, κοιμόταν με δυσκολία και κάπνιζε πολύ. «Δεν μπορούσε να το αποδεχθεί. Αρρώστησε από καρκίνο και πέθανε», λέει. «Αλλος φίλος μου άλλαξε τελείως τη διατροφή του κι ενώ πριν έτρωγε υγιεινά, τώρα καταναλώνει ό,τι βρει μπροστά του. Σαν να μην τον νοιάζει πλέον». Διαπιστώνει ότι έχουν περιοριστεί μεταξύ των ντόπιων οι κουβέντες για όσα συνέβησαν τότε, ενώ εντοπίζει και μια αίσθηση παραίτησης σε μερίδα του κόσμου, μια απάθεια για το τι μπορεί να συμβαίνει στο καμένο δάσος. «Εκεί όπου κάποτε φύτρωνε άγρια μέντα, τώρα ξεφυτρώνουν σκουπιδότοποι», λέει χαρακτηριστικά για κάποια σημεία που έχει εντοπίσει το τελευταίο διάστημα.

Διαρκής ετοιμότητα

Για τον Βαγγέλη Δήμου, μέλος του Σωματείου Εθελοντών Δασοπυροσβεστών Ελυμνίων, η ζωή μετά την πυρκαγιά σημαίνει να βρίσκεται σε διαρκή κατάστασης ετοιμότητας. «Δεν μπορώ να ηρεμήσω, να αφήσω τον εαυτό μου να χαλαρώσει. Νιώθω ότι πρέπει να είμαι συνέχεια σε εγρήγορση», λέει. Στο σπίτι του έχει πλέον μονίμως έτοιμη μια τσάντα με τη μάσκα, το κράνος και μια αλλαξιά ρούχα εάν χρειαστεί να φύγει σε φωτιά. Ακόμη και στην παραλία θα έχει τον νου του στον ασύρματο, μήπως συμβεί κάτι. Παραδέχεται ότι τον κουράζει αυτή η νέα συνθήκη. «Μόνος μου το επιβάλλω στον εαυτό μου. Αλλά αν συμβεί κάτι και λείπω ή καθυστερήσω; Θα νιώθω άσχημα μετά», τονίζει.

«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»-3
Ο Γιώργος Φορτοτήρας (αριστερά) και ο Βαγγέλης Δήμου, μέλη του Σωματείου Εθελοντών Δασοπυροσβεστών Διασωστών Ελυμνίων, αγωνιούν να μην προκύψει μια νέα μεγάλη φωτιά, που δεν θα επιτρέψει τη φυσική αναγέννηση στα καμένα. Φωτ. ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Ο Λουκάς Τσαμπάνης, επικεφαλής στην ίδια ομάδα εθελοντών δασοπυροσβεστών, μοιράζεται αντίστοιχη πίεση. «Είμαστε έτοιμοι σε μόνιμη βάση για να μη συμβεί κάτι ξανά. Εχουμε συνέχεια το βλέμμα στο δρόμο μην τυχόν εντοπίσουμε καπνό. Δεν θέλουμε να βιώσουμε το ίδιο», λέει. «Σκεφτόμαστε ότι δεν πρέπει έστω τα επόμενα 15 χρόνια να καούμε ξανά, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό, για να έχουν οι επόμενες γενιές και πάλι δάσος από τη φυσική αναγέννηση».

Για όσους υπήρξαν μάρτυρες της καταστροφής στην Εύβοια και την αντικρίζουν καθημερινά στον τόπο τους, οι άλλες μεγάλες πυρκαγιές που ξεσπούν στη χώρα λειτουργούν ως οδυνηρή υπόμνηση. Η κ. Παπαθεοδώρου αναφέρει ότι ο αδερφός της πρόσφατα βρέθηκε στις φωτιές της Αττικής και έλεγε ότι ήταν σαν να ζει τον ίδιο εφιάλτη. «Χάνεις την εμπιστοσύνη σου στο κράτος, είναι μια υπενθύμιση ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά. Αμέσως μετά τις φωτιές λέγαμε ότι θα φτιάξουμε στην Εύβοια κάτι καλύτερο, αλλά όσα βλέπεις να συμβαίνουν σου δημιουργούν την αίσθηση ότι χτίζεις κάστρο πάνω στην άμμο», επισημαίνει.

«Βλέπω πεύκο στην τηλεόραση και κλαίω»-4
Εκεί όπου κάποτε υπήρχε πυκνό δάσος, πλέον το πράσινο προσπαθεί να αναγεννηθεί. Θα χρειαστεί χρόνος, αλλά και να μην προκύψει κάποια νέα μεγάλη πυρκαγιά. Φωτ. ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ 

Ο κ. Σκούρας λέει ότι η πρώτη του ενστικτώδης αντίδραση μόλις ακούει για φωτιές κάπου μακριά στην Ελλάδα είναι να στρέψει αλλού το βλέμμα. Θέλει να το αποφύγει. Μετά, όμως, επανέρχονται οι αναμνήσεις. Και ο κ. Δήμου επηρεάζεται πλέον διαφορετικά από μια καταστροφή, ακόμη κι αν συμβαίνει μακριά του. «Μπορεί να το βλέπουμε στην τηλεόραση, αλλά εκείνη τη στιγμή μυρίζουμε τη φωτιά στα ρουθούνια μας», λέει. «Σου φέρνει ένταση, το ζεις και το νιώθεις. Είναι σαν να είσαι ξανά φουλ στην αδρεναλίνη, αλλά παράλληλα και πολύ κουρασμένος, ταλαιπωρημένος, πεινασμένος, κι ας βρίσκεσαι στον καναπέ του σπιτιού σου και παρακολουθείς».

Οταν διαρρηγνύεται το αίσθημα ασφάλειας

Δεν χρειάζεται κάποιος να βιώσει από πρώτο χέρι την καταστροφή, να αναμετρηθεί ο ίδιος με τη φωτιά ή να κυνηγηθεί από τις φλόγες για να επηρεαστεί ψυχικά, όπως επισημαίνουν ειδικοί. Οι μεγάλες πυρκαγιές που καίνε ανεξέλεγκτα για ημέρες, οι διαδοχικές εκκενώσεις οικισμών, μπορεί να μεταδώσουν ένα αίσθημα άγχους ή απειλής ακόμη και σε κάποιον που δεν βρίσκεται κοντά στις πληγείσες εκτάσεις. Ενδέχεται, στην επόμενη εκδρομή σε δάσος κάποιος να ψάχνει εάν υπάρχουν δίοδοι διαφυγής, να βρεθεί ξαφνικά σε θέση επαγρύπνησης, σε μια κατάσταση ετοιμότητας, αλλά και καχυποψίας απέναντι στον κρατικό μηχανισμό. 

Ο Κωνσταντίνος Ψαρρός, αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, επισημαίνει ότι έχουμε συνηθίσει να ζούμε σε ένα περιβάλλον ελεγχόμενο, χωρίς να περιμένουμε ότι κάτι άσχημο μπορεί να συμβεί. Οταν όμως αυτή η καθημερινότητα ανατρέπεται, ακόμη και αν αφορά κάποια άλλη ομάδα ανθρώπων, ενδέχεται να προκληθεί ένα συλλογικό τραύμα. «Οταν βλέπουμε ότι άνθρωποι που βρίσκονταν σε διακοπές στη Ρόδο βιώνουν κάτι εξαιρετικά δυσάρεστο με τις φωτιές, αυτόματα μπορεί να αλλάξει και η δική μας κανονικότητα, να ανατραπεί η αίσθηση ασφάλειας και να σκεφτούμε μήπως αύριο βρεθούμε σε αντίστοιχη θέση», λέει και προσθέτει πως αφενός πρέπει να ενδιαφερόμαστε και να ενημερωνόμαστε, αφετέρου η υπερβολική έκθεση μπορεί να λειτουργήσει επιβαρυντικά.

«Οταν υπάρχει ένα διάχυτο βίωμα στον μέσο πολίτη ότι το κράτος, οι κρατικοί μηχανισμοί δεν βελτιώνονται και δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους, τότε μεγαλώνει η ανασφάλεια».

Αντίστοιχα ο Στέλιος Στυλιανίδης, ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής και ψυχαναλυτής, περιγράφει ένα φαύλο κύκλο που «τροφοδοτείται από την αναποτελεσματικότητα και τη θεσμική καχεξία» των αρμοδίων αρχών ενισχύοντας το συλλογικό τραύμα. «Οταν υπάρχει ένα διάχυτο βίωμα στον μέσο πολίτη ότι το κράτος, οι κρατικοί μηχανισμοί δεν βελτιώνονται και δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους, τότε μεγαλώνει η ανασφάλεια και καλλιεργείται το υπέδαφος για τη διεύρυνση και εμβάθυνση του συλλογικού τραύματος», υπογραμμίζει. «Μειώνεται δραματικά η ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και ενισχύεται το βίωμα της ανημποριάς». 

Οι εκδηλώσεις του συλλογικού τραύματος ποικίλλουν. Μπορεί, όπως εξηγεί ο κ. Στυλιανίδης, να εμφανίζεται σαν ψυχικό πάγωμα, σαν διάχυτο άγχος, σαν μια φοβική συμπεριφορά και αίσθηση πως «όπου και να πάμε κινδυνεύουμε» ή σαν μια αντίδραση που τελευταία, μετά και το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, έχει αποτυπωθεί με τη φράση ότι «στην Ελλάδα ζούμε από τύχη». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή