«Διερευνητικές» για ξένα μη κρατικά ΑΕΙ

«Διερευνητικές» για ξένα μη κρατικά ΑΕΙ

Μετά την Κύπρο, πληροφορίες για ενδιαφέρον ενός ισπανικού πανεπιστημίου και ενός επενδυτικού ιδιωτικού κεφαλαίου

8' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα ιδιωτικό κεφάλαιο με μεγάλη παρουσία στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης διεθνώς και ένα ισπανικό πανεπιστήμιο μπαίνουν στο κάδρο όσων ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην ιδιωτική ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Με δεδομένο ότι ήδη ένα κυπριακό ΑΕΙ ανακοίνωσε τα σχετικά σχέδιά του, η ανακοίνωση για θεσμοθέτηση των μη κρατικών ΑΕΙ έχει επιταχύνει τον βηματισμό όσων ενδιαφέρονται να λειτουργήσουν μη κρατικά ΑΕΙ στην Ελλάδα. Κομβικό ρόλο για την αδειοδότηση των προτάσεων που θα κατατεθούν θα έχει η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), ωστόσο πολλά ζητήματα είναι υπό διαμόρφωση.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας σχεδιάζει να παρουσιάσει το σχετικό νομοσχέδιο περί τα τέλη του 2023 ή αρχές του 2024. Οι κινήσεις των ξένων ΑΕΙ και κεφαλαίων έχουν προκαλέσει αναστάτωση στην αγορά των ελληνικών ιδιωτικών κολεγίων που λειτουργούν ως παραρτήματα ευρωπαϊκών ΑΕΙ. Ο κλάδος θεωρεί πως θα «στραγγαλιστεί» από τον ανταγωνισμό.

Ειδικότερα, όπως παρουσίασε η «Κ» (φύλλο 25/8/2023) κατ’ αρχήν συμφωνία για τη σύσταση κοινοπραξίας, η οποία θα λειτουργήσει ιατρική σχολή στην Αθήνα έχουν υπογράψει το αμερικανικό επενδυτικό κεφάλαιο CVC Capital Partners και το μεγαλύτερο κυπριακό πανεπιστήμιο, το Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας (University of Nicosia – UNIC). Η σχολή θα λειτουργήσει σε πρώτη φάση σε εγκαταστάσεις στην ευρύτερη περιοχή του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού.

Την ίδια στιγμή, υπάρχουν πληροφορίες ότι ενδιαφέρεται να εγκατασταθεί στην Ελλάδα και ένα ισπανικό ΑΕΙ αλλά και ένα fund που διαχειρίζεται πολλά μη κρατικά – ιδιωτικά πανεπιστήμια σε διάφορες χώρες του κόσμου.

Το ενδιαφέρον αφορά περιζήτητα επιστημονικά αντικείμενα όπως, πλην της ιατρικής, τα νομικά και η πληροφορική. Οπως λέγεται, στο πλαίσιο της διερεύνησης του πεδίου, οι εκπρόσωποι αναζητούν εγκαταστάσεις που θα πληρούν τους όρους για τη λειτουργία ενός ΑΕΙ, ενώ ιδανικό θα είναι οι χώροι που θα βρεθούν να είναι κοντά σε σταθμό μετρό.

Κομβικό ρόλο για την αδειοδότηση των προτάσεων που θα κατατεθούν θα έχει η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, ωστόσο πολλά ζητήματα είναι υπό διαμόρφωση.

Ωστόσο μένει να διασαφηνιστούν κρίσιμα ζητήματα όπως το πώς θα επιλέγονται οι φοιτητές των ξένων ΑΕΙ και με ποια διαδικασία αξιολόγησης θα προσλαμβάνονται οι διδάσκοντες. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», από υψηλόβαθμα στελέχη του υπ. Παιδείας, η επιλογή των φοιτητών θα γίνεται με βάση το σύστημα που ακολουθεί το μητρικό ΑΕΙ και όχι με Πανελλαδικές Εξετάσεις, όπως συμβαίνει στα δημόσια ελληνικά ΑΕΙ.

Το ίδιο θα συμβαίνει και με την επιλογή διδασκόντων, όπως και το ποσοστό των διδασκόντων που θα κατέχουν διδακτορικούς τίτλους. Η ΕΘΑΑΕ θα αξιολογεί εάν κάθε πρόταση για μη κρατικό ΑΕΙ πληροί τους ακαδημαϊκούς όρους, αλλά και τους οικονομικούς όρους για τη βιωσιμότητα του ιδρύματος. Παράλληλα, κάθε φάκελος θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένο σχέδιο ανάπτυξης εγκαταστάσεων και υλικοτεχνικής υποδομής, «για να αποφευχθούν τα πανεπιστήμια σε μία νοικιασμένη πολυκατοικία», όπως αναφέρθηκε χθες στην «Κ».

Η κυβέρνηση φαίνεται να ευνοεί την εγκατάσταση ξένων μη κρατικών ΑΕΙ στην Ελλάδα έχοντας ως παράδειγμα την Κύπρο. Εκεί η ανάπτυξη των μη κρατικών πανεπιστημίων έφτασε να δημιουργεί μια οικονομική δραστηριότητα που αντιστοιχεί στο 6,5% του ΑΕΠ της, ενώ στην Ελλάδα δεν θα χάνει πολύτιμα κεφάλαια αφού σχεδόν ο ένας τους τρεις φοιτητές σε κυπριακά ΑΕΙ είναι Ελληνας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας Αθλητισμού και Νεολαίας της Κύπρου, από τους 54.235 φοιτητές στα 10 κυπριακά ΑΕΙ το 2020-2021 οι 23.812 ήταν Κύπριοι πολίτες (ποσοστό 43,91%), οι 8.812 ήταν πολίτες τρίτων χωρών (ποσοστό 16,25%) και οι 21.611 ήταν πολίτες χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (39,85). Από τους 21.611 της Ε.Ε. η συντριπτική πλειονότητα –20.546– ήταν Ελληνες.

Οπως είναι γνωστό ήδη από τις προγραμματικές της δηλώσεις, η κυβέρνηση αποφάσισε τη θεσμοθέτηση των μη κρατικών ΑΕΙ διά της οδού των διακρατικών συμφωνιών. Νομική βάση της πολιτικής απόφασης αποτελεί το άρθρο 28 του Συντάγματος, που διευκολύνει την «παράκαμψη» του άρθρου 16 του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει τα μη κρατικά ΑΕΙ. Το άρθρο 28 αναφέρει ότι «οι γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ, σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου».

Ωστόσο, η επιτυχία του εγχειρήματος θεωρείται ότι θα αποτελέσει πολιτικό όπλο στην προσπάθεια της κυβέρνησης να αναθεωρηθεί το άρθρο 16.

Εγκατάσταση με διακρατικές συμφωνίες

«Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η εγκατάσταση παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων καθιερώνεται νομικά με διακρατικές συμφωνίες και δεν χρειάζεται έναν ειδικό νόμο γενικής εφαρμογής για να επιτραπεί η εγκατάστασή τους, ο οποίος θα κινδύνευε άλλωστε να κριθεί αντισυνταγματικός αν δεν είναι συνδεδεμένος με μια διεθνή συμφωνία», παρατηρεί μιλώντας στην «Κ» ο Αντώνης Μανιτάκης, ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ.
Σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό, η διακρατική συμφωνία συνάπτεται με κάθε κράτος ξεχωριστά και προνοεί για όλα τα ζητήματα της εγκατάστασης των παραρτημάτων, ακαδημαϊκά και μη. 
Τα παραρτήματα τελούν, φυσικά, υπό την εποπτεία του κράτους, όπως και τα κρατικά, καθώς και υπό την επίβλεψη της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), που καθορίζει τους όρους της εγκατάστασής τους, προβαίνει σε ιδρυματική και τμηματική αξιολόγησή τους, ελέγχει και αξιολογεί τα προγράμματα διδασκαλίας και έρευνας και την ποιότητα των σπουδών τους και δίνει τελικά την έγκρισή της για την αδειοδότησή τους.  

«Εκπαιδευτικές συμφωνίες είναι δυνατόν να συναφθούν και με κράτη που δεν είναι μέλη της Ε.Ε., όπως οι ΗΠΑ ή η Μ. Βρετανία, όταν τα ίδια είναι μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και έχουν υπογράψει τη  συνθήκη της GATS (γενική συμφωνία για τις συναλλαγές στον τομέα των  υπηρεσιών, που περιλαμβάνει και τις υπηρεσίες ανώτατης εκπαίδευσης). Τα κράτη που μετέχουν στους διεθνείς αυτούς οργανισμούς δεσμεύονται από το ενωσιακό δίκαιο και οφείλουν να το σέβονται ή μπορούν να το επικαλούνται προς όφελός τους και να απαιτούν από τα άλλα συμβαλλόμενα κράτη να ενεργούν στις διεθνείς συναλλαγές ή στην παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών σύμφωνα με τους ορισμούς του Δικαίου της Ενωσης», προσθέτει ο κ. Μανιτάκης.
Από την άλλη, πρόβλημα ανακύπτει με τις ΗΠΑ, οι οποίες δεν συνάπτουν διακρατικές συμφωνίες γενικά για όλα τα πανεπιστήμια της επικράτειάς τους. Ετσι, δεν είναι δυνατόν να συναφθεί με τις ΗΠΑ μια διακρατική εκπαιδευτική συμφωνία, όπως συμβαίνει με άλλα κράτη. 

Οπως τονίζει ο κ. Μανιτάκης, «η αδυναμία αυτή θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με σχετική νομοθετική πρόβλεψη στον οργανικό νόμο της ΕΘΑΑΕ, που θα καθορίζει τους όρους εγκατάστασης και τα κριτήρια αξιολόγησης των προγραμμάτων τους, όπως γίνεται με την εγκατάσταση γενικά με τα πανεπιστημιακά  παραρτήματα των άλλων χωρών.

Ειδικά όμως για τις χώρες της GATS, που δεν δέχονται να συνάψουν διμερείς διακρατικές μορφωτικές συμφωνίες, είναι δυνατόν να προβλεφθεί νομοθετικά η δυνατότητα σύναψης σύμβασης του ελληνικού κράτους με το κάθε ένα πανεπιστήμιο ξεχωριστά. Και οι συμβάσεις αυτές διέπονται από το Δίκαιο της Ενωσης, καθώς και από τις πρόνοιες της πολυμερούς σύμβασης GATS. Ως προς τη νομική τους ισχύ είναι ισοδύναμες, άρα και με τις διακρατικές, αφού στηρίζονται στις πολυμερείς συνθήκες και της Ε.Ε. και της GATS. Ετσι, θα μπορούσε να προβλεφθεί από τον νόμο της ΕΘΑΑΕ η δυνατότητα σύναψης σχετικής σύμβασης μορφωτικής συμφωνίας μεταξύ του ελληνικού κράτους με κάθε ένα πανεπιστήμιο ξεχωριστά, που έχει την έδρα του σε χώρα που είναι μέλος του ΠΟΕ και της GATS».

Διάχυτη ανησυχία για το καθεστώς λειτουργίας των κολεγίων

Το Brexit βοήθησε τα ελληνικά κολέγια, ωστόσο πλέον η κυβερνητική εξαγγελία για θεσμοθέτηση μη κρατικών ΑΕΙ προκαλεί μεγάλη ανησυχία στον κλάδο. Εδώ και δύο δεκαετίες τα ιδιωτικά κολέγια που λειτουργούν ως παραρτήματα ευρωπαϊκών ΑΕΙ στην Ελλάδα αποτελούν θέμα ισχυρής πολιτικής αντιπαράθεσης. Και αυτό διότι τα κολέγια, διά της… ευρωπαϊκής οδού, παρακάμπτουν τη συνταγματική απαγόρευση για ίδρυση μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ στη χώρα μας. Μετά τη θεσμοθέτηση μη κρατικών ΑΕΙ όμως τι θα πράξουν οι ιδιοκτήτες κολεγίων; Θα μπορούν να συνεχίσουν με το ισχύον καθεστώς; Ηδη, υπάρχει αναστάτωση και αβεβαιότητα στον κλάδο. «Υπάρχει κίνδυνος διαγραφής των κολεγίων από τον ελληνικό εκπαιδευτικό χάρτη», ανέφερε χθες στην «Κ» στέλεχος κολεγίου, ενώ αυτές τις ημέρες επιδιώκονται συναντήσεις εκπροσώπων του κλάδου με στελέχη του υπ. Παιδείας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Παιδείας επίσημα θεσμοθετημένα κολέγια στην Ελλάδα, τα οποία συνεργάζονται με κάποιο ευρωπαϊκό ΑΕΙ, είναι 32. Ομως, τα ξένα ΑΕΙ με παραρτήματα στην Ελλάδα είναι 30: 25 βρετανικά, 2 γαλλικά, 2 αμερικανικά και 1 τσεχικό. Η δια­φορά οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιο πανεπιστήμιο μπορεί να συνεργάζεται με παραπάνω από δύο κολέγια αλλά και το αντίστροφο. Σε αυτά φοιτούν περίπου 28.000 νέοι και εργάζονται περίπου 4.500 διδάσκοντες και διοικητικοί υπάλληλοι. Το κόστος των προπτυχιακών προγραμμάτων κυμαίνεται από 3.000 έως 9.200 ευρώ ετησίως και των μεταπτυχιακών από 4.000 έως 15.000 ευρώ. 

Καθώς τα περισσότερα ελληνικά κολέγια συνεργάζονται με βρετανικά ΑΕΙ, το Brexit τα ευνόησε. Χαρακτηριστικό είναι ότι η αύξηση των φοιτητών στα ιδιωτικά ελληνικά κολέγια- παραρτήματα βρετανικών ΑΕΙ ήταν συνεχής την τελευταία πενταετία που υπάρχουν στοιχεία. Ετσι, το 2016-2017 στα κολέγια φοιτούσαν 15.430 φοιτητές, το 2017-2018 16.295, το 2018-2019 17.310 και το 2019-2020 ήταν 19.590 φοιτητές. Το 2020-2021 όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν αύξηση στα βρετανικά κολέγια που λειτουργούσαν στο έδαφός τους πλην της Κύπρου, αλλά αυτό οφείλεται στην αδειοδότηση νέων ιδιωτικών ΑΕΙ στο νησί.

Με βάση τον αριθμό των σπουδαστών σε κολέγια-παραρτήματα βρετανικών ΑΕΙ, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση στην Ευρώπη, ξεπερνώντας πολύ μεγαλύτερες πληθυσμιακά χώρες και μάλιστα με σχεδόν διπλάσιο αριθμό σπουδαστών. Σύμφωνα με την έκθεση «The scale of UK higher education transnational education 2020-2021», μετά την Ελλάδα με τους 21.530 σπουδαστές το 2020-2021 ακολουθεί η Γερμανία με 11.535. Τρίτη είναι η Κύπρος με 9.970, τέταρτη η Ιρλανδία με 6.820 και πέμπτη η Ισπανία με 5.125 σπουδαστές.

Στο πλαίσιο αυτό τα κυβερνητικά σχέδια για τα μη κρατικά ΑΕΙ έχουν προκαλέσει αναστάτωση στον κλάδο. Οπως ανέφερε έμπειρος παράγοντας, δεν είναι σαφές εάν τα κολέγια θα μπορέσουν να συνεχίσουν με το ίδιο καθεστώς, δηλαδή ως παραρτήματα κάποιου ευρωπαϊκού ΑΕΙ με το οποίο έχουν συνάψει συμφωνία δικαιόχρησης.

Το νέο πλαίσιο

Κρίσιμο είναι εάν το νέο νομικό πλαίσιο θα επιτρέπει τις συμφωνίες δικαιόχρησης ή εάν θα προβλέπει μόνο την ίδρυση πανεπιστημιακών παραρτημάτων στην Ελλάδα με χρηματοδότηση από το ξένο ΑΕΙ (η οποία πιθανότατα θα προέρχεται από κάποια επενδυτικά κεφάλαια). Οι ιδιοκτήτες κολεγίων αναρωτιούνται εάν θα έχουν χώρο να ανταγωνιστούν τα ξένα ΑΕΙ που θα έλθουν με ισχυρά κεφάλαια ή εάν θα διατηρήσουν τη διοίκηση του κολεγίων στην περίπτωση που οδηγηθούν να συνεργαστούν με κάποιο ξένο ΑΕΙ που χρηματοδοτείται από ένα επενδυτικό σχήμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», οι ιδιοκτήτες των κολεγίων ζητούν την αναβάθμιση των κολεγίων σε ιδιωτικά πανεπιστήμια, κατά το προηγούμενο της Κύπρου. Σε ό,τι αφορά τον ερχομό ξένων πανεπιστημίων οι ιδιοκτήτες θεωρούν ότι θα πρόκειται για επενδύσεις πολύ υψηλού ρίσκου καθώς ο ανταγωνισμός που θα αντιμετωπίσουν δεν θα τους επιτρέψει να πετύχουν τους οικονομικούς τους στόχους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή