Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα
η-γη-δεν-άντεχε-πια-ούτε-σταγόνα-562647568

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα

Κάποιοι κάτοικοι του Βόλου δεν είχαν ακόμη καθαρίσει τις ζημιές του «Daniel», όταν τα σπίτια τους πλημμύρισαν ξανά

Γιάννης Παπαδόπουλος
Ακούστε το άρθρο

Την πρώτη φορά που τα λασπόνερα έφτασαν στην πόρτα τους, ένα ταψί της κουζίνας και μια σανίδα που τοποθέτησαν σαν πρόχειρο ανάχωμα ήταν αρκετά για να αλλάξουν τη ροή και να γλιτώσουν. Αυτή τη φορά, όμως, στη νέα κακοκαιρία που έπληξε τη Μαγνησία σε λιγότερο από ένα μήνα, δεν μπόρεσαν να κρατήσουν μακριά τον χείμαρρο. Η εξώπορτα δεν άντεξε, ούτε όταν έριξαν πάνω της το βάρος των σωμάτων τους.

Η Τώνια Ευδαίμων πρόλαβε να γραπώσει τη σκάλα και δεν την έριξε κάτω το νερό, όταν εισέβαλε στο σπίτι. Το δωμάτιο πλημμύρισε. Μαζί με τον σύζυγό της ανέβηκαν στη σοφίτα, όπου ήδη βρισκόταν η εννιάχρονη κόρη τους. Δεν θυμάται πόσο γρήγορα έγιναν όλα, ο χρόνος έμοιαζε να έχει παγώσει. Περιγράφει πώς προσπαθούσαν να ξεβιδώσουν μια σιδεριά στον φεγγίτη για να διαφύγουν στα κεραμίδια, σε περίπτωση που τα λασπόνερα κατόρθωναν να σκαρφαλώσουν μέχρι το σημείο όπου είχαν καταφύγει.

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα-1
Η Τώνια Ευδαίμων ανέβηκε στη σοφίτα μέχρι να φύγουν τα νερά. Από εκεί και μετά, βοήθεια είχε μόνο από τους φίλους και τους γείτονες. «Απέδειξαν ότι οι συγγενείς δεν είναι μόνο εξ αίματος», λέει χαρακτηριστικά. Φωτ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Είχαν μετακομίσει σε αυτό το σπίτι πριν από τρία χρόνια. Θα χρειαστεί πολύς κόπος μέχρι να γίνει πάλι κατοικήσιμο. Τουλάχιστον έχουν στο πλευρό τους συντοπίτες τους. «Απέδειξαν ότι οι συγγενείς δεν είναι μόνο εξ αίματος», λέει η κ. Ευδαίμων. «Πολύς κόσμος, ακόμη και άνθρωποι που δεν τους γνωρίζαμε, ήρθαν για να μας βοηθήσουν να μαζέψουμε ό,τι μπορούμε».

Και στις αρχές Σεπτεμβρίου οι ισχυρές βροχοπτώσεις είχαν προκαλέσει ζημιές στην Αγριά Μαγνησίας, όχι όμως σε αυτή την έκταση. Δύο ημέρες μετά το πέρασμα της κακοκαιρίας στην παραθαλάσσια κωμόπολη ακούγονται πλέον μόνο οι φτυαριές των κατοίκων και το αδιάκοπο πήγαινε έλα των εκσκαφέων. Βυθίζονται σε βουνά λάσπης, ξανά και ξανά μέχρι να γρατζουνίσουν την άσφαλτο. Ο χείμαρρος παρέσυρε πελώριες δεξαμενές από τις εγκαταστάσεις ενός ελαιουργείου και τις ταξίδεψε δύο τετράγωνα πιο μακριά. Στον παραλιακό δρόμο αυτοκίνητα κατέληξαν στη θάλασσα. Ενα από αυτά βυθίστηκε μέσα σε βούρκο από τον οποίο εξέχει μόνο ο καθρέφτης του συνοδηγού.

Ο Βόλος απέχει λιγότερο από επτά χιλιόμετρα, όμως την Παρασκευή, δύο ημέρες μετά τη νέα καταστροφή, το μποτιλιάρισμα έφτανε τουλάχιστον το ένα χιλιόμετρο. Αρκετοί δρόμοι μέσα στην Αγριά παρέμεναν αδιάβατοι, ενώ σκαπτικά μηχανήματα επιχειρούσαν να αποκαταστήσουν την κυκλοφορία.

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα-2
Ο χείμαρρος σάρωσε και το σπίτι του Βίκτορ Μπέιντο ο οποίος χρειάστηκε να ανέβει στην ταράτσα, μαζί με την οικογένειά του, το βράδυ της Τετάρτης μέχρι να σταματήσει η νεροποντή. Φωτ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

«Ημίμετρα»

«Το νερό έσκισε τις πόρτες και μπήκε μέσα στο σπίτι. Ενα κύμα τα έβγαλε όλα έξω. Δεν ξέρουμε τώρα πού να μείνουμε, από πού να ξεκινήσουμε».

Η «Κ» είχε βρεθεί στην Αγριά λίγες ημέρες μετά την πρώτη φυσική καταστροφή στις αρχές Σεπτεμβρίου. Τότε τουλάχιστον δύο εκσκαφείς προσπαθούσαν να καθαρίσουν την κοίτη ενός χειμάρρου σε ένα γεφυράκι που είχε φράξει από μπάζα και άλλα φερτά υλικά. Μετά και τη δεύτερη πλημμύρα οι κάτοικοι λένε ότι όσα έγιναν στο μεσοδιάστημα ήταν ημίμετρα. Το ρέμα, όπως αναφέρουν, δεν είχε καθαριστεί επαρκώς, η κοίτη παρέμενε στενή και υπήρχαν αρκετά υλικά που μπορούσε να κουβαλήσει το νερό.

«Την πρώτη φορά είχαμε γλιτώσει στο τσακ. Αλλά στο ρέμα άνοιξαν στη μέση ένα αυλάκι και έριξαν τα μπάζα δεξιά και αριστερά», λέει ο Βίκτορ Μπέιντο. «Το νερό έσκισε τις πόρτες και μπήκε μέσα στο σπίτι. Ενα κύμα τα έβγαλε όλα έξω. Δεν ξέρουμε τώρα πού να μείνουμε, από πού να ξεκινήσουμε».

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα-3
Ο Φαΐκ Ασλάνης καθαρίζει τις λάσπες από το σπίτι του. Τα σημάδια στους τοίχους μαρτυρούν το ύψος που είχε φτάσει το νερό. Φωτ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Χρειάστηκε να ανέβει πάνω στην ταράτσα του, μαζί με την οικογένειά του, το βράδυ της Τετάρτης μέχρι να σταματήσει η νεροποντή. «Ημασταν πέντε ώρες εκεί πάνω. Επαιρνα το 100 και έπεφτε κατευθείαν η γραμμή. Επαιρνα και το 112 και άκουγα ότι η κλήση μου καταγράφεται και μετά κενό», λέει ο κ. Μπέιντο. Η γειτονιά του θυμίζει πλέον μια μικρογραφία της Μηλίνας, του χωριού στο νότιο Πήλιο που επλήγη σχεδόν ολοκληρωτικά στις αρχές Σεπτεμβρίου. Οι κάτοικοι της Αγριάς δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι όλα όσα έβλεπαν να έχουν συμβεί χιλιόμετρα μακριά τους, σε άλλη γωνιά του Παγασητικού, θα επαναλαμβάνονταν τόσο σύντομα στο δικό τους μέρος.

«Εάν έγιναν όλα αυτά μέσα στον Σεπτέμβριο τι θα συμβεί μετά, μέσα στον χειμώνα;» αναρωτιέται ο Θάνος Γιαννακόπουλος, κάτοικος της Αγριάς. «Με τον καιρό δεν ξέρεις τι θα γίνει», συμπληρώνει ο Μανώλης Μπόγδανος σε ένα διάλειμμα από το φτυάρισμα της λάσπης. «Οι υποδομές που είχε η περιοχή ήταν για μικρότερο όγκο νερού. Κάποια σπίτια τουλάχιστον άνοιξαν τις πόρτες που είχαν στην μπροστινή και στην πίσω πλευρά και το νερό περνούσε από μέσα και έφευγε στη θάλασσα. Αλλιώς θα είχαμε γίνει εδώ σαν τον θεσσαλικό κάμπο».

Σε ένα από τα πολλά πλημμυρισμένα υπόγεια η Εφη Κουτσοπούλου μετράει ξανά τις νέες απώλειες της οικοσκευής. Μόλις είχε ολοκληρώσει τους καθαρισμούς από την πρώτη επέλαση του νερού στις αρχές του μήνα. Χρειάστηκαν πάνω από δύο εβδομάδες για να ξελασπώσει και να αρχίσει να απολυμαίνει, αλλά τα λασπόνερα ήρθαν ξανά. «Γυρίσαμε πάλι στα ίδια. Δεν φανταζόμουν ότι αυτή η φορά θα ήταν χειρότερη. Εσπασε η γέφυρα και το νερό ήρθε σαν καταρράκτης», λέει.

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα-4
Η ορμή του χειμάρρου πέρασε από αυτή τη γειτονιά, στην Αγία Παρασκευή Βόλου. Η άσφαλτος ξηλώθηκε και ο μικρός δρόμος έγινε… ρέμα. Φωτ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Ο φόβος

Στον Βόλο η πόλη ακόμη υπολειτουργούσε την Παρασκευή. Η ηλεκτροδότηση δεν είχε αποκατασταθεί σε όλες τις γειτονιές, αρκετά φανάρια δεν δούλευαν. Οι κάτοικοι που επί εβδομάδες κατανάλωναν μόνο εμφιαλωμένα αγωνιούν για το πότε θα είναι πάλι πόσιμο το νερό. Στην οδό Ροστώβ, πλάι στον Αναυρο ποταμό που υπερχείλισε, η Ελένη Βαρελοπούλου καθαρίζει τις λάσπες. Γεννήθηκε το 1955, τη χρονιά της μεγάλης πλημμύρας που σκότωσε 27 ανθρώπους. «Τότε το νερό είχε πάρει το σπίτι μας, αλλά δεν θυμάμαι να είχαμε άλλη καταστροφή, μέχρι φέτος», λέει.

Η γη δεν άντεχε πια ούτε σταγόνα-5
Μετά τη νέα πλημμύρα μηχανήματα προσπαθούσαν να απομακρύνουν τα μπάζα από τον Αναυρο. Φωτ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Από την άλλη πλευρά του ποταμού ο Βαγγέλης Παλαμίδης κοιτάζει ένα αυτοκίνητο που καρφώθηκε στο δέντρο έξω από σπίτι του. Εάν δεν το συγκρατούσε ο κορμός θα είχε πέσει πάνω στον τοίχο του. «Είμαι 55 ετών και πρώτη φορά βλέπω να συμβαίνει αυτό. Δεν περιμέναμε να βρέξει τόσο πολύ τη δεύτερη φορά», λέει. «Εριχνε καντάρια νερό».

Οσο μιλάμε πέφτουν κάποιες ψιχάλες. Τα σύννεφα ακόμη δεν είχαν φύγει πάνω από τον Βόλο. Μια γειτόνισσά του κοντοστέκεται, κοιτάζει στον ουρανό. «Μην ανησυχείς. Δεν θα ψιχαλίζει και θα πνιγόμαστε», της λέει ο κ. Παλαμίδης. «Από ψιχάλα ξεκινάει», απαντάει εκείνη. «Μετά τις πρώτες πλημμύρες η γη δεν άντεχε ούτε σταγόνα νερό».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT