Οι «κούκλες» της φυλακής απέκτησαν φωνή
οι-κούκλες-της-φυλακής-απέκτησαν-φω-562724113

Οι «κούκλες» της φυλακής απέκτησαν φωνή

Kρατούμενες στις γυναικείες φυλακές της Θήβας ανέβηκαν στη σκηνή για να μοιραστούν τα βιώματά τους

Φωτογραφίες: Μάρω Κουρή, Αρχείο Στάθη Γράψα
Ακούστε το άρθρο

Γυναίκες, μάνες, κόρες, αδελφές, γιαγιάδες, μα, πάνω απ′ όλα, κούκλες. Κούκλες πεταμένες και ξεχασμένες. Κούκλες που ζητούν περιποίηση, φροντίδα, επαφή. Αυτές τις κούκλες υποδύθηκαν κρατούμενες στις γυναικείες φυλακές της Θήβας. Σε μια παράσταση για τις αλήθειες τους. Σε μια παράσταση για τη ζωή τους.

Καμιά τους δεν είχε προηγουμένως θεατρική εμπειρία. Στη σκηνή, όμως, ανέβηκαν με αυτοπεποίθηση. Hξεραν τι έκαναν. Είχαν ανάγκη να εκτεθούν, να μιλήσουν και να μοιραστούν τα βιώματα και τα τραύματά τους. Η προετοιμασία τους ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2022. Αρχικά στη θεατρική ομάδα είχαν ενταχθεί πάνω από 30 κρατούμενες. Ο πληθυσμός στις φυλακές, όμως, μεταβάλλεται συνεχώς. Γίνονται μεταγωγές, αποφυλακίσεις, παραιτήσεις. «Οποια ήθελε να καταβάλει μια ειλικρινή προσπάθεια και να ξεπεράσει τον εαυτό της, έμεινε», εξηγεί στην «Κ» ο σκηνοθέτης της παράστασης, Στάθης Γράψας. 

«Φτιάξαμε μια αποθήκη με άψυχα πλάσματα. Κούκλες στο κουτί, στο σελοφάν, σε μια κατάσταση που δεν τις προσέχει κανείς. Οπως ακριβώς νιώθουν αυτές οι γυναίκες».

Κάθε φορά που τις συναντούσε, κατέγραφε τις εμπειρίες τους. Ακουγε τις ιστορίες τους, σημείωνε τις ανησυχίες τους και έψαχνε έναν κοινό παρονομαστή. «Είμαστε παρατημένες, δεν έχουμε καν φωνή», του έλεγαν. Και έτσι δημιούργησαν τις κούκλες. Αυτό ήταν το κοινό στοιχείο που μοιράζονταν όλες οι γυναίκες. Στα παιδικά τους χρόνια οι περισσότερες είχαν από μία, την οποία έχασαν ή παράτησαν κάπου και χάθηκε. Κάποιες δεν έπαιξαν ποτέ. Το μόνο παιχνίδι που έπιασαν στα χέρια τους ήταν κάτι πεταμένα τενεκεδάκια. Κάποιες άλλες δεν πρόλαβαν να παίξουν γιατί γεννούσαν τα παιδιά τους. Τώρα, αυτές οι κούκλες συμβολίζουν την απώλεια της παιδικότητας, τη γρήγορη ενηλικίωση, την ταραγμένη τους ζωή. 

«Μέσα από την τέχνη του θεάτρου, λοιπόν, πήραμε στοιχεία από τη ζωή τους που μπορεί να αγγίξουν και άλλους από κάτω. Φτιάξαμε μια αποθήκη με άψυχα πλάσματα. Κούκλες στο κουτί, στο σελοφάν, σε μια κατάσταση που δεν τις προσέχει κανείς. Οπως ακριβώς νιώθουν αυτές οι γυναίκες, σαν να μην είναι ζωντανές, σαν να μην έχουν δικαίωμα λόγου και έκφρασης. Εγώ, όμως, είδα άτομα σκεπτόμενα, που είχαν πολύ απλές αλλά ουσιαστικές αγωνίες. Αγωνίες υπαρξιακές, που θέλουν να μιλήσουν, αλλά δεν έχουν το βήμα».

Είχαν ανάγκη να εκτεθούν 

Οι «κούκλες» της φυλακής απέκτησαν φωνή-1
«Σκεφτόμουν, θα γεμίσει η αίθουσα; Και, όταν είδα τόσο κόσμο, συνειδητοποίησα ότι τελικά υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζονται για εμάς». Φωτογραφία: Μάρω Κουρή, Αρχείο Στάθη Γράψα

Οι «Χρυσαλήθειες» παρουσιάστηκαν σε μια αυτοσχέδια θεατρική σκηνή. Είχε στηθεί σε μια μεγάλη αίθουσα, που έμοιαζε με σχολική. Λίγο πριν ανοίξει, οι προσκεκλημένοι είχαν απλωθεί σε έναν φαρδύ διάδρομο και περίμεναν ανήσυχοι. Με τις πλάτες τους έκρυβαν τις χρωματιστές ζωγραφιές που στόλιζαν τους γκρι τοίχους της φυλακής. Σχεδιάστηκαν από τις ίδιες τις κρατούμενες για τα παιδιά τους. Ανάμεσα στο κοινό ήταν και ο Αλέξανδρος, που για 21 χρόνια κρατούνταν στο Ψυχιατρείο Φυλακών Κορυδαλλού. «Νιώθω περίεργα γιατί τώρα εγώ είμαι απ’ έξω», λέει. «Καταλαβαίνω, όμως, το άγχος τους. Ξέρω ότι αυτά τα πέντε λεπτά πριν από την έναρξη η ένταση χτυπάει κόκκινο. Μας έπιανε κι εμάς χτυποκάρδι», θυμάται. 

Αυτό το άγχος είχε και η Κατερίνα, μία από τις έντεκα κρατούμενες που συμμετείχαν στο δρώμενο. «Μας λείπει η αποδοχή. Σκεφτόμουν, θα γεμίσει η αίθουσα; Και, όταν είδα τόσο κόσμο, συνειδητοποίησα ότι τελικά υπάρχουν άνθρωποι που νοιάζονται για εμάς». Τα μάτια της λάμπουν. Μιλά με ενθουσιασμό για την εμπειρία της. Εχει ανάγκη την επιβράβευση. «Ενιωσα υπέροχα που είπα ό,τι είχα μέσα μου. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα μιλούσα σε τόσο κόσμο για τα βιώματά μου. Θα μου μείνει αξέχαστο. Δεν περιμέναμε να συγκινηθούμε, να κλάψουμε, να χαμογελάσουμε. Γι′ αυτή την παράσταση ενωθήκαμε όλες σαν να είμαστε οικογένεια. Πήραμε αγάπη, δώσαμε αγάπη και μάθαμε ότι μπορούμε να κάνουμε περισσότερα από ό,τι νομίζουμε. Θέλω να συνεχίσω αυτό το πρόγραμμα και για όσο είμαι μέσα θέλω να συνεχίσω και το σχολείο», συμπληρώνει. Τσιγγάνα, με δύο παιδιά έξω και τη λαχτάρα να τα συναντήσει ξανά. «Είναι πολύ σκληρό να μην τα βλέπεις, να σου ζητάνε κάτι και να μην μπορείς να τους το προσφέρεις. Βιώνεις έναν Γολγοθά. Επειδή έχω νιώσει την προδοσία, θέλω όταν βγω έξω να είμαι ανεξάρτητη, να μη συντηρούμαι από κανέναν. Εχω περισσότερη δύναμη πια».

Αυτή την πυγμή την έδειξαν όλες μετά το τέλος της παράστασης. «Ενιωθα σβησμένη από τη ζωή», είπε η Βάσω, που είναι τα περισσότερα χρόνια έγκλειστη. «Ομως τώρα νιώθω ότι πατάω στα πόδια μου γιατί είδα ότι υπάρχουν άνθρωποι που με πιστεύουν». Στον ίδιο τόνο και η Χαρά, που σχεδίασε το πρόγραμμα της παράστασης. Τόνισε ότι δεν εμπιστεύεται εύκολα πλέον τους ανθρώπους, μέσα από αυτό το πρόγραμμα, όμως, άλλαξε. «Εδώ με έπεισαν. Η αγάπη και η συνεργασία μάς έκαναν να ξεπεράσουμε όλα τα προβλήματα». 

Πόρτες κλειστές για τις γυναίκες

Οι «κούκλες» της φυλακής απέκτησαν φωνή-2
«Το βάρος είναι διπλό για τη γυναίκα έγκλειστο, η οποία είναι μάνα, κόρη, σύζυγος, αδερφή. Το να είναι μακριά από το σπίτι της το φέρνει βαρέως». Φωτογραφία: Μάρω Κουρή, Αρχείο Στάθη Γράψα

Στη σκηνή μιας φυλακής πάτησαν γυναίκες ενδυναμωμένες, που μοιράστηκαν τα βάρη, τόλμησαν να εκτεθούν και τελικά να λυτρωθούν. Δεν ήταν όμως η πρώτη τους φορά. Είχε προηγηθεί μια παράσταση για τις συγκρατούμενές τους. «Αυτή ήταν η μεγαλύτερη δικαίωσή τους. Ενώ περιμέναμε ότι το κλίμα θα ήταν επικριτικό, από την πρώτη στιγμή οι υπόλοιπες ήταν προσηλωμένες. Τις συμμερίζονταν και τις συμπονούσαν. Αλλαξε το κλίμα ανάμεσά τους, έγινε φιλικό. Ακόμη και οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι αναγνώρισαν αυτή την προσπάθεια», περιγράφει ο Σ. Γράψας.

Oι «Χρυσαλήθειες» ήταν η δέκατη παράσταση που υλοποιήθηκε από το Εργαστήρι Προσωπικής Ανάπτυξης Κρατουμένων (ΕΠΑΚ). Ηταν όμως η πρώτη σε γυναικείες φυλακές. Και αυτό είχε μια ιδιαιτερότητα. «Το βάρος είναι διπλό για τη γυναίκα έγκλειστο, η οποία είναι μάνα, κόρη, σύζυγος, αδερφή. Το να είναι μακριά από το σπίτι της, το φέρνει βαρέως. Γνωρίζω ότι μερικές έχουν κάνει τεράστιες θυσίες και, παρ’ όλα αυτά, είναι μέσα», σχολιάζει ο καθοδηγητής του εργαστηρίου. 

«Η γυναίκα κρατούμενη έχει να ξεπεράσει δύο πράγματα για την επανένταξή της στην κοινωνία. Το πρώτο που πρέπει να κερδίσει είναι η οικογένειά της και, σε δεύτερη φάση, η υπόλοιπη κοινωνία. Ζητάμε το θαύμα, ζητάμε μια γυναίκα να βγει από τη φυλακή, να ξανασυνθέσει την οικογένειά της, να την αποδεχτούν και στη συνέχεια να ξεπεράσει το στίγμα που αντιμετωπίζουν όλοι οι κρατούμενοι. Εργάζομαι στις φυλακές εδώ και 23 χρόνια, τα 19 χρόνια ήμουν σε αντρικές. Αυτό που βλέπω, είναι ότι για τον άντρα που αποφυλακίζεται έχουμε πιο ανοιχτές αγκαλιές, ενώ για τη γυναίκα μία πόρτα επτασφράγιστη. Αυτό δημιουργεί έδαφος μεγάλης ανασφάλειας, μεγάλης αστάθειας ψυχολογικής», περιγράφει στην «Κ» ο διευθυντής των σχολείων στις γυναικείες φυλακές της Θήβας, Νίκος Αρμένης. «Οι μαθήτριές μου, τουλάχιστον τώρα, είναι περήφανες. Ηξεραν ότι έκαναν κάτι σπουδαίο, αλλά δεν περίμεναν ότι θα είχε τέτοια ανταπόκριση».

Οσο τις αποχαιρετούσε ο σκηνοθέτης, τους έλεγε: «Πάντα χαρούμενες να είστε». Δύο από αυτές ήταν πιασμένες χέρι-χέρι. Ετσι αποχώρησαν από την αίθουσα και κατευθύνθηκαν προς την πτέρυγά τους. Ο ήχος της καγκελόπορτας που έκλεισε και μας διαχώρισε ήταν εκκωφαντικός. Οσο μπορούσα να τις παρακολουθώ από τα σίδερα, προχωρούσαν αγκαλιασμένες. Μέχρι να χαθούν. «Για να συνεχίσουν, να κάνουν σχέδια, να ονειρεύονται. Αλλωστε αυτό είναι το παν», όπως λέει ο δάσκαλός τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή