«Θέλω να μιλήσω στους μαθητές για τα ναρκωτικά, θα αναγνώριζα ποιος έχει μπλέξει»
θέλω-να-μιλήσω-στους-μαθητές-για-τα-να-562770178

«Θέλω να μιλήσω στους μαθητές για τα ναρκωτικά, θα αναγνώριζα ποιος έχει μπλέξει»

Δύο απόφοιτοι του θεραπευτικού προγράμματος του ΟΚΑΝΑ μιλούν στην «Κ» για τη μάχη της απεξάρτησης και της επανένταξης, που μπορεί να κερδηθεί

Μαριάννα Χιονά
Ακούστε το άρθρο

Από το νεοκλασικό στην οδό Σμύρνης που στεγάζει τη Μονάδα Κοινωνικής Επανένταξης του ΟΚΑΝΑ, η Πόπη είχε να περάσει σχεδόν ένα χρόνο. Πάει καιρός από τότε που ολοκλήρωσε την τελευταία φάση του θεραπευτικού προγράμματος. «Αποφοίτησε» πριν από λίγες μέρες. Στα χέρια της κρατά το χαρτί, που πιστοποιεί την αποχή της, βάζει στόχους και ονειρεύεται μια ζωή μακριά από κακουχίες και ταλαιπωρία. Μακιγιαρισμένη, με νύχια αστραφτερά και αμυγδαλωτά και αξεσουάρ που κοσμούν τον λαιμό και τα χέρια της, βγάζει έναν αέρα φρέσκο. Το χαμόγελο και το βλέμμα της δεν προδίδουν πως πέρασε τη μισή της ζωή μέσα στη χρήση.

Ακόμη και σήμερα δεν μπορεί να πιστέψει πώς έμπλεξε. Ούτε στον εαυτό της δεν μπορεί να δώσει ξεκάθαρη απάντηση. «Ηταν όλες οι συγκυρίες», εξομολογείται. «Οι γονείς μου είχαν χωρίσει, είχαν πολλούς καβγάδες. Ολες μου οι ελπίδες ήταν στον αδελφό μου. Σκεφτόμουν ό,τι και να γίνει θα είμαστε μαζί. Μέχρι που διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια. Δεν μπορούσα να το δεχτώ. Ημουν σίγουρη ότι θα πετύχει στη ζωή του. Ημουν μόνη, δεν είχα σε ποιον να μιλήσω. Από τη στεναχώρια και τη θλίψη κατέφυγα στην κοκαΐνη. Και έτσι τον έσπρωξα και αυτόν στο κακό». 

Η λεπτή γραμμή από τη δοκιμή στην εξάρτηση 

Η 22χρονη τότε Πόπη δούλευε σε μεγάλο κομμωτήριο των βορείων προαστίων. Κάθε μέρα μετά το σχόλασμα ένας διακινητής την περίμενε στη γωνία. Για χρόνια δεχόταν απειλές, βρισιές, εκβιασμούς. «Κανείς όμως δεν με πείραξε γιατί για εκείνους ήμουν ένα καλό ταμείο». Το νεαρό κορίτσι γρήγορα ήρθε σε επαφή και με την ηρωίνη. Αρχικά δεν της άρεσε. «Σαν χώμα» έλεγε ότι είναι. «Σκεφτόμουν πόσο την υποτιμούσα και πόσο την πάτησα και από μια φορά που δοκίμασα, έγινε εξάρτηση», περιγράφει στην «Κ».

Δεκαπέντε χρόνια στη χρήση και τις πιάτσες. Το βράδυ όμως γυρνούσε σπίτι, στη μάνα της που πάντα είχε δίπλα της. Και από αυτά τα χρόνια μόνο μαύρες μέρες έχει να θυμάται. «Πατούσα σε ένα τεντωμένο σχοινί και προσπαθούσα να ισορροπήσω. Δεν είχα χάσει μόνο τον έλεγχο, τη ζωή μου είχα χάσει, δεν ήμουν εγώ. Είχα βαρεθεί τον κίνδυνο, το άγχος, τα αυτόφωρα. Κουράστηκα, σιχάθηκα τον εαυτό μου. Είχα φτάσει σε σημείο που έλεγα ‘’τι θα κάνω; έτσι θα ζήσω;’’ Ενιωθα τύψεις».

Είχα βαρεθεί τον κίνδυνο, το άγχος, τα αυτόφωρα. Κουράστηκα, σιχάθηκα τον εαυτό μου. Είχα φτάσει σε σημείο που έλεγα “τι θα κάνω; έτσι θα ζήσω;”.

Η πορεία της προς το φως ξεκίνησε το 2017. Για δύο χρόνια συμμετείχε σε θεραπευτικό πρόγραμμα, όπου λάμβανε υποκατάστατο. «Δεν ήταν εύκολο, όμως το πάλεψα. Είχα πει ότι έτσι και βρω κάποιον τρόπο και ξεμπλοκάρω, θα το πάω μέχρι τέλους». Την περίοδο της αναγέννησής της, η 39χρονη πια Πόπη μένει έγκυος. Και ενώ αρχικά η προσπάθεια απεξάρτησής της ήταν αφιερωμένη στον εαυτό της, πλέον είχε έναν ακόμη λόγο. Με ένα υγιέστατο μωρό στα χέρια μπήκε στην κοινωνική επανένταξη και στην τελική ευθεία. Τυπική και συνειδητοποιημένη, έδωσε μία υπόσχεση. Σιωπηλά και μοναχικά «να κάνει ένα πράγμα στη ζωή της σωστά». Στην αρχή φοβήθηκε ότι δεν θα τα καταφέρει. Στη διάρκεια της πορείας της όμως ποτέ δεν σκέφτηκε να το εγκαταλείψει. «Η λύση δεν ήταν να φύγω. Αυτό ήταν το εύκολο. Το θέμα είναι να παλέψεις. Ηθελα να βοηθηθώ για να σταθώ στα πόδια μου, να δουλέψω και να πάρω τον έλεγχο ξανά». 

Ολα αυτά που έζησε πια φαντάζουν μακρινά. Μοιράζεται την ιστορία της ανοιχτά για να αποτρέψει «τα καινούργια κορίτσια». Για να δουν ότι υπάρχει τρόπος. Να πιστέψουν ότι γίνεται. Για αυτό και θα ήθελε να επισκέπτεται σχολεία και να αφηγείται το βίωμά της σε μαθητές. «Θα αναγνώριζα κιόλας ποιος έχει πρόβλημα και ποιος έχει μπλέξει», λέει. Στο παιδί της δεν έχει σκεφτεί ακόμα τι θα πει, δεν θα του αποκρύψει όμως την αλήθεια. Στους άμεσους στόχους της είναι να ανοίξει το δικό της κομμωτήριο και να πάρει άδεια οδήγησης. Και όταν θα κρατά και αυτό το «χαρτί» στα χέρια θα περάσει ξανά από τη Μονάδα Κοινωνικής Επανένταξης. Με περηφάνια και χαρά γιατί με τους θεραπευτές της θέλει να μοιράζεται μόνο καλά νέα.

Μία ζωή από την αρχή

Από εκεί δεν περνούν μόνο για τα ευχάριστα. Υπάρχουν φορές που οι θεραπευτές αντικρίζουν οικεία πρόσωπα και ο λόγος δεν είναι θετικός. Δεν χρειάζονται πολλά για να αναγνωρίσουν την υποτροπή τους, άλλωστε δεν είναι και σπάνια. «Τότε όμως χρειάζεται διπλάσιος κόπος», εξηγεί στην «Κ» ο προϊστάμενος της Μονάδας Κοινωνικής Επανένταξης, Αλέξανδρος Ψαριανός. «Βλέπουμε ανθρώπους που έχουν ξεκινήσει τη χρήση στα 14 τους, έχουν περάσει μια 20ετία στις πιάτσες, έχουν κάνει 2-3 υποτροπές και βρίσκουν την κατάλληλη στιγμή και το πρόγραμμα που τους ταιριάζει και προχωρούν».

Το κατώφλι της Μονάδας, που αποτελεί τον τελευταίο πυλώνα του ΟΚΑΝΑ, περνούν κάθε χρονιά 30-35 άτομα, από τα οποία το 90% καταφέρνει να το ολοκληρώσει. Σε κάθε αποφοίτηση, συγκινημένος ο υπεύθυνος τους εύχεται: «Να μην σας ξαναδώ στις πιάτσες και τα γνωστά στέκια». Υπάρχει νοιάξιμο, φροντίδα και ανησυχία σαν να είναι τα παιδιά τους. «Αλλωστε έτσι τους βλέπουμε, σαν μωρά. Πρόκειται για ανθρώπους που ξαναγεννιούνται, που ξεκινούν τη ζωή τους από την αρχή και επειδή είναι τόσο ευάλωτοι χρειάζεται να τους πάρουμε από το χέρι και να τους καθοδηγήσουμε», συμπληρώνει ο κ. Ψαριανός.

«Εστω και ένας να πειστεί»

Από την άλλη πλευρά, οι ωφελούμενοι βλέπουν τους θεραπευτές τους ως ήρωες. «Οφείλω τα πάντα σε αυτούς τους ανθρώπους, χωρίς αυτούς δεν θα τα είχαμε καταφέρει», λέει ο Χρήστος, που ολοκλήρωσε το πρόγραμμα πέρσι. Περιγράφει τον δρόμο του μοναχικό και δύσκολο, ενώ μιλά για μια μάχη διαρκή. «Παίζουμε σε έναν αγώνα με κλειστά μάτια. Η σκέψη δεν μπορεί να φύγει, είναι κάτι που δεν θεραπεύεται. Πάντα όμως θα το παλεύω, γιατί τώρα τουλάχιστον έχω τη δύναμη να το αντιμετωπίσω». 

Υπήρξε τυχερός, όπως λέει, γιατί είχε κρεβάτι να κοιμηθεί το βράδυ και καθαρά ρούχα, δουλειά σε τράπεζα που του εξασφάλιζε οικονομική ανεξαρτησία και ένα περιβάλλον που δεν γνώριζε τίποτα. Δεν έμπλεξε με πιάτσες, ένα τηλέφωνο χρειαζόταν και η κοκαΐνη που ήθελε έφτανε σπίτι του. Κάθε φορά που «έπινε», δεν εμφανιζόταν σε κανέναν. Σαράντα πέντε χρόνια στη χρήση, δώδεκα στη φυλακή. «Δεν πίστευα ότι θα μου στοιχίσουν τόσο πολύ», εξομολογείται. Βγαίνοντας ένιωθε χαμένος. «Δεν έχεις καμία βοήθεια από πουθενά, δεν ξέρεις πού να πας. Το σύστημα σε οδηγεί να κάνεις πάλι παρανομία. Σε αφήνουν στο έλεος. Με τι θα φάω; Πώς θα επιβιώσω; Κάτι πρέπει να κάνεις. Και ποιος θα σε πάρει μετά τη φυλακή;», αναρωτιέται.

«Εγώ ευτυχώς δεν είχα ανάγκη και κυρίως είχα τη στήριξη της γυναίκας μου, ήταν πολύ υπομονετική μαζί μου». Δίπλα του από φυλακή σε φυλακή, στα επισκεπτήρια, στον αγώνα για απεξάρτηση. Για εκείνη λοιπόν αποφάσισε να ξεκινήσει την προσπάθειά του, για εκείνη έβαλε στόχο να τα καταφέρει. Σήμερα εργάζεται ως οδηγός σε εταιρεία με οπτικές ίνες, απασχολεί έτσι το μυαλό του και βρίσκει το δικό του αποκούμπι στην καθημερινότητα. Προσωπικά τον ενδιαφέρει να εργασθεί δύο χρόνια ακόμα για να συνταξιοδοτηθεί. Συλλογικά τον νοιάζει έστω και ένας να πειστεί, να βοηθηθεί, να καταλάβει ότι ο κόπος αξίζει. Αλλωστε όλα είναι στο μυαλό. Δεν υπάρχουν γρίφοι που είναι άλυτοι. Το απέδειξαν οι 47 απόφοιτοι της Μονάδας Κοινωνικής Επανένταξης του ΟΚΑΝΑ, το φωνάζουν το θάρρος και ο αγώνας τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή