Μήπως η ξεκούραση δεν σε ξεκουράζει πια;

Μήπως η ξεκούραση δεν σε ξεκουράζει πια;

Αν η ανάπαυλα των εορτών δεν λειτούργησε εκτονωτικά, τότε μπορεί να φταίει το burnout. Οι ειδικοί εξηγούν τα συμπτώματα

8' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αποφεύγω να απαντήσω σε τηλεφωνήματα φίλων, δίνοντας στον εαυτό μου τη δικαιολογία ότι δεν έχω χρόνο εκείνη τη στιγμή και την υπόσχεση ότι θα τους τηλεφωνήσω αργότερα. ∆εν το κάνω. ∆υστυχώς, αυτό συμβαίνει κάποιες φορές και με τους γονείς μου, γιατί ξέρω ότι θα μου πιάσουν την κουβέντα για μη ουσιώδη πράγματα –τουλάχιστον για όσα εγώ θεωρώ μη ουσιώδη– και δεν έχω λεπτό για χάσιμο. Ανοίγω τον υπολογιστή και βλέποντας πόσα emails έχουν έρθει, νιώθω ένα απίστευτο βάρος στο στήθος. Θέλω να απαντώ σε όλα λεπτομερώς και με ακρίβεια, κάτι που επιδεινώνει το αίσθημα της πίεσης. Στις κουβέντες μου με συνεργάτες, η παρόρμησή μου είναι να διακόψω όποιον προσπαθεί να μου εξηγήσει κάτι, όταν έχω ήδη καταλάβει τι θέλει να πει· δεν τον αφήνω να ολοκληρώσει τη σκέψη του, με κουράζουν τα πολλά λόγια. Δέσμιος του άγχους, δεν επιτρέπω στον εαυτό μου μικρές, αλλά ουσιώδεις απολαύσεις: όπως έναν σύντομο καφέ με κάποιον φίλο που θα με δει στον δρόμο και θα θέλει να με κεράσει ή έναν μικρό περίπατο γύρω από το οινοποιείο, για ανάσες που θα καθαρίσουν το μυαλό μου». Ο Λεωνίδας Νασιάκος, οινολόγος και ιδιοκτήτης του οινοποιείου Νovus, περιγράφει την καθημερινότητά του με το σύνδρομο της εργασιακής εξουθένωσης, το γνωστό burnout.

Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη θα αναγνώριζαν τον εαυτό τους σε αυτές τις γραμμές. Το πρόβλημα, άλλωστε, είναι παγκόσμιο. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, τρεις στους πέντε εργαζομένους στις ΗΠΑ υφίστανται αρνητικές ψυχικές και σωματικές επιπτώσεις λόγω του εργασιακού στρες: το 26% παρουσιάζει έλλειψη ενδιαφέροντος ή ενέργειας, το 32% συναισθηματική εξάντληση και το 44% υψηλά επίπεδα σωματικής κόπωσης. Παρόμοια φετινή έρευνα από το Ινστιτούτο Υγείας McKinsey με τη συμμετοχή 30.000 εργαζομένων από 30 χώρες διαπίστωσε ότι τουλάχιστον το 25% εμφάνιζε συμπτώματα εξουθένωσης. «Πρωταθλήτρια» η Ινδία με 62%, με την Ιαπωνία να ακολουθεί με 61%. Στον αντίποδα το Καμερούν με 9%. Ενδιαφέρουσα είναι η ανθρωπογεωγραφία του burnout: πλήττει περισσότερο τη γενιά Z (ηλικίες 17-26), τους Millennials (ηλικίες 27-42) και τις γυναίκες, κυρίως όσες βρίσκονται σε θέσεις ηγεσίας (43%). Και βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε μικρές εταιρείες.

Η δημοσιογράφος Κατερίνα Δούκα αναγνωρίζει στον εαυτό της ανησυχητικά συμπτώματα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. «Δύο δουλειές παράλληλα με τη συνθήκη “φροντίζω το σπίτι και τρεις γάτες” με έχουν κάνει εξ ανάγκης multitasker. Μπορεί να είμαι με την ηλεκτρική σκούπα στο χέρι και να διακόπτω το σκούπισμα για να στείλω ένα μήνυμα, μετά για να απαντήσω σε ένα τηλεφώνημα, και παράλληλα να κοιτάω κάθε τόσο τον φούρνο μην αρπάξουν τα μπιφτέκια που ψήνω. Ο εκνευρισμός είναι αυτόματος, σχεδόν αντανακλαστικός, όποτε δονείται το κινητό μου (πάντα στο αθόρυβο), γιατί ξέρω ότι σχεδόν πάντα κάποιος κάτι θα ζητήσει για τη δουλειά που λόγω της φύσης της δεν έχει συγκεκριμένα ωράρια. Μπερδεύομαι με τις πολλές εφαρμογές: SMS, Messenger, email, WhatsApp, Viber κτλ. Αντε να θυμηθείς, θέλοντας να επανέλθεις σε κάτι στο οποίο δεν πρόλαβες να ανταποκριθείς, ποιος έστειλε τι και πού. Τις ανοίγεις όλες, φτου κι απ’ την αρχή, για να βρεις το χαμένο μήνυμα. Αν δεν είσαι εξπέρ της οργάνωσης του χρόνου και της προτεραιοποίησης, το χάος είναι επικίνδυνα κοντά», λέει.

Οι αλλαγές στη συμπεριφορά της είναι εμφανείς. «Δεν έχω πια υπομονή, μιλάω τηλεγραφικά σε συνεργάτες. Οι δικαιολογημένες διευκρινιστικές ερωτήσεις τους μου προκαλούν και άλλον εκνευρισμό, άρα στην πραγματικότητα δεν αποδίδει αυτή η τακτική για να κερδίζω, υποτίθεται, χρόνο», συνεχίζει. «Μέσα σε όλα αυτά αραιώνουν εκ των πραγμάτων οι επαφές με τους δικούς σου ανθρώπους. Πού είναι οι εποχές που δύο φορές την εβδομάδα έβλεπα τις φίλες μου; Αλλοτε χαλαρωτικές διαδικασίες, όπως τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ με “χάζεμα” των προϊόντων ή μια βόλτα στις βιτρίνες, δεν είναι πια χαλαρωτικές, γιατί πάντα διακόπτονται για επαγγελματικούς λόγους: ένας λάθος τίτλος στην ιστοσελίδα στην οποία είμαι υπεύθυνη και πρέπει να μπω να τον διορθώσω από το κινητό· ένας καλεσμένος που ακύρωσε τελευταία στιγμή την παρουσία του στην εκπομπή και οφείλω να βρω άλλον. Πόσα χρόνια απομένουν για τη σύνταξη; Φέτος ήταν η πρώτη φορά που αναρωτήθηκα. Και είναι πολλά…».

«Βασικό χαρακτηριστικό του burnout είναι η αίσθηση ότι δεν έχεις έλεγχο στη ζωή σου: όσο και να προσπαθήσεις, ό,τι και να κάνεις, ποτέ δεν θα έχεις κάνει αρκετά».

Εξάντληση

Το σύνδρομο εργασιακής εξάντλησης χαρακτηρίζεται από σωματική, συναισθηματική και πνευματική εξάντληση και εγκαθίσταται προοδευτικά, λένε οι ειδικοί. Πώς θα το ανιχνεύσουμε έγκαιρα; Ποια είναι τα πρώιμα σημάδια; «Αρχικά εμφανίζεται μια κούραση, η οποία ανθίσταται στην ξεκούραση, ακόμη κι αν αυτή είναι επαρκής. Συχνά το άτομο που υποφέρει από burnout καταφεύγει, λοιπόν, σε διάφορα γιατροσόφια ή φαρμακευτικά προϊόντα (βιταμίνες, δυναμωτικά, ακόμη και ηρεμιστικά ή αντικαταθλιπτικά), αλλά και στο αλκοόλ για να βελτιώσει τη διάθεσή του και να αντιμετωπίσει τις διαταραχές του ύπνου. Σιγά σιγά αναπτύσσει, με τρόπο που δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει, δυσαρέσκεια για τη δουλειά του. Δεν του προκαλεί πια ευχαρίστηση, αλλά φόβο, σφίγγεται το στομάχι του από την αγωνία και το στρες», εξηγεί ο ψυχίατρος – ψυχαναλυτής Σάββας Σαββόπουλος.

Οταν πια το σύνδρομο θα έχει εγκατασταθεί για τα καλά, οι αλλαγές θα είναι δραματικές σε επίπεδο συγκινησιακό (άγχος, υπερευαισθησία, απουσία συναισθημάτων, ιδιαίτερα ενσυναίσθησης), γνωσιακό (πρόβλημα συγκέντρωσης, μνημονικές δυσκολίες, απροσεξία) αλλά και στη συμπεριφορά (απομόνωση, επιθετικότητα, αδιαφορία). «Πολλές φορές οι άνθρωποι, ακόμη κι όταν εμφανίζουν ξεκάθαρα αυτά τα συμπτώματα, αρνούνται να ζητήσουν βοήθεια φοβούμενοι μήπως χάσουν τη δουλειά τους. Θα πρέπει να τους εξηγηθεί ότι έπειτα από μια τέτοια κρίση, ακόμη κι αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα ξαναβρούν δουλειά όταν θα έχουν συνέλθει. Αυτό δείχνουν στην πλειονότητά τους οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Επίσης, συχνά οι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν ότι έχουν υπερκόπωση και κινδυνεύουν, αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν να εργάζονται με φρενήρεις ρυθμούς και αναζητούν μια “μαγική” λύση – μερικές φορές εύχονται ακόμη και να αρρωστήσουν! Εάν αγνοηθούν από το ίδιο το άτομο ή το περιβάλλον του τα προειδοποιητικά σημάδια και το άτομο γλιστρήσει βαθιά στην εργασιακή εξάντληση, ενδέχεται να προκληθούν μόνιμες διαταραχές στην ψυχική λειτουργία. Σοβαρές μπορεί να είναι οι επιπτώσεις και στη σωματική υγεία: καρδιαγγειακές διαταραχές και αυτοάνοσα νοσήματα, μεταξύ άλλων», τονίζει ο κ. Σαββόπουλος.

Η υπομονή

Οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας δίνουν έμφαση στη διαφοροποίηση του burnout από την κατάθλιψη, αν και οι ομοιότητες είναι αρκετές: αρνητική διάθεση, θυμός, αϋπνία. Στην περίπτωση της επαγγελματικής εξουθένωσης, όμως, κοινός παρονομαστής των συμπτωμάτων είναι η εργασία. «Η μεγαλύτερη παγίδα είναι η χρονιότητα, η διάρκεια. Το burnout θα εκδηλωθεί μετά από αρκετό χρόνο υπομονής και ανοχής απέναντι σε καταπιεστικές συνθήκες που υπερβαίνουν τα όρια και τις αντοχές μας. Αυτό ακριβώς είναι και το παράδοξο, αφού αποτελεί συγχρόνως το πρόβλημα και τη λύση. Εκπαιδευμένοι από μικροί να θεωρούμε την υπομονή ως ύψιστη αρετή και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων σε σύντομο χρονικό διάστημα ως εξαιρετικό “άσετ” στο βιογραφικό μας, καθώς και να κυνηγάμε συνεχώς “τα περιθώρια βελτίωσης” που μας έλεγαν από το σχολείο, δεν καταλαβαίνουμε ότι η πίεση και η ένταση συσσωρεύονται και εσωτερικεύονται», επισημαίνει η κλινική ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια Αννα Κανδαράκη. «Πάρα πολύ συχνά πλέον συναντώ ανθρώπους που χάνουν το μεγάλωμα των παιδιών τους, οικογενειακές χαρές, την κοινωνική τους ζωή, σημαντικές στιγμές των φίλων τους, ακόμη και δικές τους αναγκαίες εξετάσεις υγείας λόγω εξουθενωτικών προθεσμιών, ακατάπαυστων κλήσεων και αμέτρητων μηνυμάτων ηλεκτρονικής αλληλογραφίας που απαιτούν απάντηση εδώ και τώρα. Μετά την πανδημία, αυτή η ικανότητα –και συγχρόνως απαίτηση– να είμαστε διαρκώς συνδεδεμένοι και σε εγρήγορση, ακόμη και στο σπίτι ή το αυτοκίνητο, έχει εντείνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα».

«Με έσωσε η παύση της πανδημίας»

Το burnout, όταν δεν οφείλεται σε συνθήκες βιοπάλης λόγω μεγάλης οικονομικής δυσχέρειας, δομείται πάνω σε μια σειρά από λανθασμένες προσδοκίες, παραδοχές, επιλογές ή προτεραιότητες που θέτουμε στον εαυτό μας. «Κάποιες φορές το κίνητρό μας είναι μια κάποια “απληστία” – όχι απαραιτήτως κακόβουλη ή εγωιστική, σίγουρα όχι συνειδητή. Θέλουμε να βιώσουμε ή να δημιουργήσουμε όσο περισσότερα πράγματα γίνεται, να είμαστε καλοί ή έστω επαρκείς στα πάντα: καλοί σύντροφοι, καλοί γονείς, καλοί επαγγελματίες, καλοί φίλοι, καλοί πολίτες. Θέλουμε να εκμεταλλευτούμε όλες τις ευκαιρίες που μας ανοίγονται μπροστά μας. Φοβόμαστε να πούμε όχι, να απογοητεύσουμε τους άλλους όταν μας ζητούν βοήθεια ή χάρες. Και κάπως έτσι χάνουμε την… μπάλα και τον εαυτό μας. Κεντρικό στοιχείο του burnout είναι η αίσθηση ότι δεν έχεις έλεγχο στη ζωή σου: ότι όσο και να προσπαθήσεις, ό,τι και να κάνεις μέσα στη μέρα, ποτέ δεν θα έχεις κάνει αρκετά και οι υποχρεώσεις θα είναι πάντα περισσότερες από τον διαθέσιμο χρόνο», επισημαίνει ο Ρωμανός Γεροδήμος, καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μπόρνμουθ, στη Μεγάλη Βρετανία.

Κοντά στο τελικό στάδιο

Αν και το burnout δεν του ήταν άγνωστο ως εμπειρία, την άνοιξη του 2019 η κατάσταση για τον ίδιο έφτασε στο απροχώρητο. «Κατάφερα να μην περάσω την κρίσιμη γραμμή του τελικού σταδίου –της πλήρους παράλυσης που απαιτεί εβδομάδες ή μήνες ξεκούρασης και αποθεραπείας– και ουσιαστικά διαχειρίστηκα την κατάσταση χωρίς ιδιαίτερες αλλαγές και μόνος· άλλωστε, δεν υπάρχουν επαρκείς δομές περίθαλψης για το burnout, παρά μόνο αν αρχίσει κανείς να έχει ψυχοσωματικά συμπτώματα. Δεν πήρα ποτέ άδεια από τη δουλειά, αντιμετώπισα τα μυοσκελετικά και δερματικά προβλήματα (η ψυχοσωματική έκφραση του συνδρόμου) με ένα κοκτέιλ γιόγκα, μασάζ, διαλογισμού, βελονισμού, άσκησης και διάφορες κρέμες. Μακράν, όμως, τη μεγαλύτερη και ουσιαστική διαφορά την έκανε η μερική, έστω, επιστροφή μου στην Ελλάδα, δηλαδή η αντιμετώπιση της ρίζας του προβλήματος. Γιατί όταν ήρθε η πανδημία και κλειδωθήκαμε στα σπίτια μας, άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο παράλογος είναι ο τρόπος ζωής μας και οι απαιτήσεις που θέτουμε στους εαυτούς μας. Τώρα πια, διαβάζοντας τις σημειώσεις μου από εκείνη την περίοδο, νιώθω ότι αφορούν έναν άλλον άνθρωπο».
Εκείνος δεν χρειάστηκε τη συνδρομή κάποιου ειδικού, άλλοι δεν μπορούν να βγουν μόνοι από την κινούμενη άμμο του burnout. «Aν έχουμε μάθει να ικανοποιούμε μόνο τους άλλους, να δυσκολευόμαστε να λέμε “όχι” και να ξεχνάμε τις δικές μας επιθυμίες, αυτό είναι κάτι που χρειάζεται αρκετή επεξεργασία για να αλλάξει», λέει η Αννα Κανδαράκη. «Αν δεν τα καταφέρνουμε μόνοι μας, ας μην υποτιμήσουμε το πρόβλημα, ας μην το βάλουμε για μία ακόμη φορά στην άκρη περιμένοντας ότι “το επόμενο τριήμερο θα ξεκουραστούμε”. Ας ζητήσουμε βοήθεια, δεν υπάρχει πιο γενναία λέξη από αυτήν».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή