Γάζα – Πατήσια – Βέλγιο

Η οδύσσεια ενός δωδεκάχρονου από την Παλαιστίνη που πρόλαβε να ρίξει ρίζες σε σχολείο της Αθήνας

5' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το βράδυ της περασμένης Τρίτης, τον δωδεκάχρονο Οσάμα από την Παλαιστίνη δεν τον έπαιρνε ο ύπνος. Νωρίς το πρωί της Τετάρτης θα ταξίδευε από την Αθήνα για το Βέλγιο, τον τελικό του προορισμό, για να συναντήσει τον μεγάλο του αδελφό. Ηταν ενθουσιασμένος που θα τον έβλεπε ξανά μετά τέσσερα χρόνια, αλλά και αγχωμένος. Για το ταξίδι, το νέο ξεκίνημα εκεί και βέβαια τα όσα συμβαίνουν πίσω στην πατρίδα του. Οταν πριν από έξι μήνες έφυγε μόνος του από την Παλαιστίνη, ο πόλεμος δεν είχε ξεκινήσει. Ισως από παιδική αφέλεια ένιωθε πως ξεκινούσε μια ωραία περιπέτεια. Δεν είχε καμία δεύτερη σκέψη, ούτε είχε νιώσει φόβο. Αρχές Σεπτεμβρίου είχε μπει για πρώτη φορά σε αεροπλάνο από την Αίγυπτο για την Τουρκία και από εκεί σε μια βάρκα για τα ελληνικά νησιά. Οταν, μεσοπέλαγα, κάποιος του φώναξε να πετάξει τα πράγματά του στη θάλασσα για να ελαφρύνει η βάρκα, δεν έφερε αντίρρηση. Αποχωρίστηκε τη σχολική του τσάντα στην οποία είχε βάλει μια αλλαξιά. Κράτησε μόνο τα έγγραφα και το κινητό του. Με αυτό έστειλε μήνυμα στον πατέρα του πως έφθασε ασφαλής στη Λέρο.

Στο καμπ περίμενε υπομονετικά για ημέρες. Στις 24 Σεπτεμβρίου τον έβαλαν σε ένα πούλμαν. Δεν ήξερε ακριβώς τι συνέβαινε. Του είπαν πως θα πήγαινε σε έναν ξενώνα στην πρωτεύουσα – εκείνος απλώς ακολουθούσε μηχανικά οδηγίες. Ο ενθουσιασμός που ένιωθε λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε εξαφανιστεί. Μέσα στο καράβι δεν ένιωθε καλά, είχε σκοτεινιάσει και είχε κακοκαιρία. Εκανε εμετό και ανέβασε πυρετό. Το ταξίδι τού φάνηκε ατελείωτο. Οταν τα μεσάνυχτα έφθασε στον ξενώνα του «Home project» ήταν εξαντλημένος. Κάποιος από το προσωπικό τον αγκάλιασε και εκείνος έβαλε τα κλάματα. Το επόμενο πρωί έφαγε πρωινό, ήταν λιγομίλητος και μαζεμένος. Ετσι λεπτούλης και ταλαιπωρημένος που ήταν, έμοιαζε ακόμη πιο μικρός. Και ο ίδιος έτσι ένιωθε. Ξαφνικά του έλειπαν οι δικοί του και αποζητούσε τη φροντίδα της ομάδας στον ξενώνα.

Οταν γνώρισε τον κ. Γιάννη, διερμηνέα, και τα άλλα παιδιά που μιλούν αραβικά, αναθάρρησε. Το ίδιο όταν είδε από το παράθυρο το προαύλιο ενός σχολείου. Ηξερε πως είχε ξεκινήσει η διαδικασία για επανένωση με τον αδελφό του και ήταν θέμα χρόνου να φύγει, αλλά επιζητούσε και ο ίδιος να πάει σχολείο. Πίσω στην Παλαιστίνη, τους είπε, το λάτρευε το σχολείο του. Παρότι η καθημερινότητά του ήταν ανέκαθεν δύσκολη –είχε χάσει μικρός τη μητέρα του και οι συρράξεις στην περιοχή ήταν συχνές–, εκείνος προτιμούσε να διηγείται στον ξενώνα τα ευχάριστα. Πως κάθε δύο ημέρες πήγαιναν στη θάλασσα ή ότι ήταν αστέρι στα ρόλερ μπλέιντς. Ο πατέρας του ήταν οδηγός ενός γιατρού που μετακινείτο καθημερινά μεταξύ Αιγύπτου και Γάζας. Το καλοκαίρι, έχοντας συγκεντρώσει τα χρήματα για το ταξίδι, αποφάσισε να στείλει τον Οσάμα στον αδελφό του στην Ευρώπη, με την ελπίδα πως εκεί θα έχει ένα καλύτερο μέλλον.

Στο ελληνικό σχολείο ξεκίνησε αρχές Οκτωβρίου. Η δασκάλα τον έβαλε να κάτσει δίπλα στη Μελέκ και τη Βιολέτα που μιλούν αραβικά. Ενας θεατρολόγος που επίσης μιλάει αραβικά ξεκίνησε στο τμήμα του θεατρικό αυτοσχεδιασμό. «Προτεραιότητά μας δεν είναι ένα παιδί 12 χρόνων, που δεν μιλάει λέξη ελληνικά, να μάθει γλώσσα ή ιστορία, αλλά να νιώσει όμορφα στο περιβάλλον του σχολείου», εξηγεί η Κωνσταντίνα Μποζονέλου. Στο συγκεκριμένο σχολείο στα Κάτω Πατήσια, στο οποίο ανέλαβε διευθύντρια τον Σεπτέμβριο, αλλά και στο προηγούμενο, εκεί κοντά, όπου εργαζόταν ως δασκάλα, πλέον το 70% των μαθητών είναι είτε παιδιά που έχουν έρθει πρόσφατα στη χώρα ή παιδιά δεύτερης γενιάς μεταναστών, που όμως στην πλειονότητά τους δεν μιλάνε σωστά ελληνικά. Η διαδικασία ενσωμάτωσής τους στο σχολείο δεν είναι εύκολη. «Στο σχολείο μας προσπαθούμε και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιμορφωθούμε και εμείς οι εκπαιδευτικοί. Γιατί κι εμείς νιώθουμε μια αμηχανία για το νέο αυτό προφίλ του σχολείου», εξηγεί. Ολοι τους παρακολουθούν πλέον προγράμματα συμπερίληψης για παιδιά με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο.

Λίγες ημέρες αφού ξεκίνησε στο σχολείο είχαν και ακόμη μία δυσκολία να διαχειριστούν. Τον πόλεμο στην πατρίδα του Οσάμα. Τον έβλεπαν πως επικοινωνούσε με τον πατέρα του και περίμεναν να τους μιλήσει πρώτα ο ίδιος. Ανοίχτηκε ύστερα από μέρες. Το χωριό του, τους είπε, είναι στα σύνορα με την Αίγυπτο. Παρότι δεν ήταν στο επίκεντρο των βομβαρδισμών, υπήρχε κίνδυνος. «Ο μπαμπάς μου όμως προσέχει πολύ και θα είναι καλά», τους είπε.

«Βλέπουμε τις καταστροφικές επιπτώσεις στα παιδιά που προέρχονται από χώρες σε πόλεμο. Παιδιά που λιποθυμούν λόγω του τραύματος. Το πώς καταστρέφει ζωές».

Οσοι έμειναν πίσω

Στο σχολείο η παρουσία του ήταν αφορμή για μια σημαντική συζήτηση. Το πώς έφυγε από την πατρίδα του και το τι ζουν όσοι έχουν μείνει πίσω. Τις επόμενες εβδομάδες τον έβλεπαν όλο και πιο ανήσυχο και πάντα με το κινητό στο χέρι, με τη λαχτάρα και την αγωνία να επικοινωνήσει με τον πατέρα του που σπάνια πλέον είχε πρόσβαση στο Ιντερνετ.

«Βλέπουμε τις καταστροφικές επιπτώσεις στα παιδιά μας που προέρχονται από χώρες σε πόλεμο. Παιδιά που λιποθυμούν λόγω του τραύματος. Το πώς καταστρέφει ζωές, ολόκληρες γενιές», σημειώνει η Σοφία Κουβελάκη, γενική διευθύντρια του «Home project». Από τον ξενώνα προσπάθησαν να στηρίξουν τον Οσάμα με κάθε τρόπο και είδαν πως και ο ίδιος έβρισκε καταφύγιο στο σχολείο, στις νέες παρέες του και στα διάφορα προγράμματα του «Home project – τα Σαββατοκύριακα επέλεγε να τα περνάει στο ACS και το Κολλέγιο Αθηνών, όπου παρακολουθούσε με άλλα παιδιά των ξενώνων μαθήματα και έκανε αθλητικές δραστηριότητες.

Οταν δόθηκε το πράσινο φως για την επανένωση με τον αδελφό του, το σχολείο θέλησε να οργανώσει μια γιορτή. Ο Οσάμα όμως είχε ξαφνικά άρνηση να πάει σχολείο. Ο λόγος, κατάλαβαν, ήταν πως τον δυσκόλευε ακόμη ένας αποχαιρετισμός. Του εξήγησαν πως ένας όμορφος κύκλος έκλεινε και ότι οι φίλοι και δάσκαλοι είχαν επίσης την ανάγκη να τον αποχαιρετήσουν. Επέστρεψε στο σχολείο και όταν οι συμμαθητές του τού αποκάλυψαν πως θα του έκαναν γιορτή, ενθουσιάστηκε. Την ημέρα εκείνη έβαλε τα αγαπημένα του ρούχα, δανείστηκε από τους μεγαλύτερους στον ξενώνα κολόνια και έφτιαξε με τζελ τα μαλλιά του. Στο προαύλιο του σχολείου, όλοι μαζί, φύτεψαν μια ελιά. Την ελιά του Οσάμα. «Εμείς θα φροντίσουμε να ριζώσει και να μεγαλώσει το δεντράκι σου. Να βγάλει άνθη και καρπούς. Θα σου στέλνουμε φωτογραφίες και θέλουμε να μας στέλνεις και εσύ, να σε βλέπουμε να μεγαλώνεις και να προοδεύεις. Θα είναι ένας σύνδεσμος με τον τόπο στον οποίο έζησες έστω και αυτό το λίγο, και όποτε ξαναέρθεις να περάσεις να τη δεις. Επίτηδες τη φυτέψαμε σε αυτή τη γωνιά για να φαίνεται από την καγκελόπορτα», του είπε η διευθύντρια συγκινημένη.

Οι συμμαθητές του τον πήραν αγκαλιά και όλοι μαζί φώναξαν το όνομά του. Εκείνος χαρούμενος και συγκινημένος τους είπε πως είχε ακόμη μία ελιά, στον κήπο του σπιτιού του στην Παλαιστίνη, τουλάχιστον 100 ετών, με κορμό τεράστιο. Το αναμνηστικό που του έδωσαν, μια φωτογραφία τους κολλημένη σε ένα χαρτόνι με ευχές, το πήρε μαζί του στο Βέλγιο. Οταν έφτασε στο νέο του σπίτι ήταν το πρώτο πράγμα που έβγαλε από τη βαλίτσα του. Ηθελε να το κρεμάσει στο νέο του δωμάτιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή