Δίκη για το Μάτι: «Στις 23:00 μου έδειξε η ΕΜΑΚ σάκους με 16 σορούς και ενημέρωσα τον αρχηγό»

Δίκη για το Μάτι: «Στις 23:00 μου έδειξε η ΕΜΑΚ σάκους με 16 σορούς και ενημέρωσα τον αρχηγό»

Τι είπε στην απολογία του για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι ο τότε εναέριος συντονιστής Χρήστος Λάμπρης

6' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Γύρω στις 11 το βράδυ, μου έδειξε η ΕΜΑΚ 16 σάκους με νεκρούς. Ενημέρωσα αμέσως τον αρχηγό» είπε στην απολογία του για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι ο τότε εναέριος συντονιστής Χρήστος Λάμπρης, σε αντιπαραβολή όσων είχαν ειπωθεί στη συνέντευξη που είχε δοθεί στο ΕΣΚΕ εκείνο το βράδυ, κατά την οποία δεν είχε γίνει καμία νύξη για νεκρούς πολίτες.

Ο προσφάτως αποστρατευθείς αξιωματικός είπε στους δικαστές ότι την ημέρα εκείνη είχε πετάξει με ελικόπτερο της Πυροσβεστικής (ΦΛΟΓΑ 1) προκειμένου να μεταφέρει στην ηγεσία την εικόνα του μετώπου στην Κινέτα και αργότερα εκείνου στο Νταού Πεντέλης. Μετά δε την προσγείωση του ελικοπτέρου του στην Ελευσίνα, γύρω στις 18.00, έλαβε εντολή να μεταβεί οδικώς στο μέτωπο στην Πεντέλη.

Κατά την απολογία του, εξιστόρησε τις κινήσεις του στη φλεγόμενη περιοχή μέχρι που κατέβηκε στην παραλία, όπου ήρθε αντιμέτωπος με τις σορούς που είχε συλλέξει η ΕΜΑΚ στον Ναυτικό Ομιλο στο Μάτι, κοντά στη θάλασσα. Είπε πως αμέσως ενημέρωσε τον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής, Σωτήρη Τερζούδη, για αυτούς τους δεκαέξι νεκρούς. Υπενθυμίζεται πως κατά τη δική του απολογία, ο κ. Τερζουδης είχε πει πως κατά τη διάρκεια της επίμαχης συνέντευξης στο ΕΣΚΕ πριν τα μεσάνυχτα, «γνωρίζαμε για κάποιους νεκρούς».

Οπως ανέφερε ο απόστρατος, πέταξε με ελικόπτερο πάνω από τη φωτιά στην Κινέτα και εν συνεχεία με εντολή του τότε υπαρχηγού και συγκατηγορούμενού του, Βασίλη Ματθαιόπουλου, γύρω στις 17.00, έδωσε εικόνα και από τη φωτιά στο Σουσάκι Κορίνθου όπου βρίσκονται τα διυλιστήρια. Κατόπιν, το πλήρωμα του ΦΛΟΓΑ 1 έλαβε εντολή να πετάξει στη φωτιά στην Πεντέλη.

Αναφερόμενος στη φωτιά στα διυλιστήρια και στην αμφισβήτηση της αναγκαιότητας για εντολή εκτροπής ελικοπτέρου, ο κ. Λάμπρης ανέφερε: «Επειδή ακούστηκαν πολλά, εγώ θα σας πω τι είδα. Υπήρχε ένα μέτωπο που πήγαινε στα διυλιστήρια. Το μέτωπο είχε ανεξέλεγκτη φλόγα και έπρεπε να αντιμετωπιστεί άμεσα, καθώς φαινόταν να έχει εισέλθει μέσα στη μάντρα. Ανησύχησα πάρα πολύ και έτσι είπα να ειδοποιήσουμε και τους επίγειους για τον κίνδυνο».

Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο «είχε γίνει μια έκρηξη σε κοντινό βιομηχανικό χώρο και πλησίαζε μεγάλη φλόγα στις εγκαταστάσεις». Για την από αέρος εικόνα της φωτιάς στο Νταού, ο τότε εναέριος συντονιστής περιέγραψε πως γύρω στις 17.20, το μέτωπο ήταν ήδη μεγάλο, «ελικοειδές που αναπτυσσόταν γρήγορα και κατευθυνόταν προς τον Νέο Βουτζά. Ενημέρωσα τον υπαρχηγό και εν συνεχεία ενημέρωσα πως στις 17.30 πρέπει να φύγουμε για καύσιμα».

Οσον αφορά αυτά που είδε όταν έφθασε με αυτοκίνητο γύρω στις 19.00 στη φωτιά στην Ανατολική Αττική, ο κατηγορούμενος είπε στο δικαστήριο: «Στη Λεωφόρο Μαραθώνος υπήρχε τρομερή κίνηση από αυτοκίνητα. Η εικόνα της πυρκαγιάς με έκανε να παγώσω. Είχε κινηθεί πολύ γρήγορα. Οι φλόγες ήταν τεράστιες, πάνω από 20 μέτρα. Είχαν καεί σπίτια. Τηλεφώνησα αμέσως,στις 18.58, στον υποδιοικητή Βασίλη Ματθαιόπουλο και του είπα πως η κατάσταση είναι πάρα πολύ δύσκολη. “Εδώ έχει καεί κόσμος” του είπα. Μου απάντησε πολύ ανήσυχος, ότι θα τα στείλει όλα εκεί. Βρήκα έναν τροχονόμο σε διασταύρωση της Μαραθώνος και του είπα να κάνει αναστροφή τα αυτοκίνητα, να τα γυρίζει προς Αθήνα. Ηταν πάρα πολλά αυτοκίνητα και φορτηγά. Είχα αγωνία, γιατί αν άλλαζε ο αέρας, θα καίγονταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι».

Απαντώντας στην κατηγορία που του καταλογίζεται πως εγκατέλειψε τη θέση του εναέριου συντονιστή κατά τους κρίσιμους χρόνους, ο κ. Λάμπρης τόνισε: «Εγώ δεν εγκατέλειψα τα καθήκοντά μου. Ούτε στο γραφείο ήμουν, ούτε στο σπίτι μου. Μέσα σε 40 λεπτά πήγα από την Ελευσίνα που προσγειωθήκαμε, στη φωτιά για την οποία τώρα κατηγορούμαι. Ενημέρωσα για την εικόνα που είχα, τους σωστούς ανθρώπους, στους σωστούς χρόνους». «Το συγκεκριμένο φαινόμενο θεωρώ ότι μας ξεπέρασε, και σαν πρόσωπα, και σαν υποδομή», σημείωσε καταληκτικά.

«Βρίσκομαι σε αυτή τη θέση διότι υπερέβαλα εαυτόν»

Στην απολογία του, ο κυβερνήτης του ΦΛΟΓΑ 1, Χρήστος Δροσόπουλος, απάντησε για την κατηγορία που του καταλογίζει ότι στις 17.30 αποχώρησε από την περιοχή της φωτιάς στην Ανατολική Αττική και πήγε για προσγείωση, ενώ θα μπορούσε να πετάξει λίγο χρόνο ακόμη, δηλώνοντας αθώος. «Βρίσκομαι σε αυτή τη θέση διότι υπερέβαλα εαυτόν» είπε, ενώ στη συνέχεια ανέφερε:

«Κατηγορούμαι ότι αποχώρησα στις 17:30 ενώ είχα καύσιμα και θα μπορούσα να μείνω μέχρι τις 17:50. Δεν ξέραμε ποια αεροδρόμια μπορούσαν να μας εξυπηρετήσουν λόγω των καιρικών συνθηκών. Θα πρέπει να έχει καύσιμα το ελικόπτερο, έτσι ώστε εάν κάνεις προσπάθεια δύο φορές αποτυχημένη να προσγειωθείς, να έχεις καύσιμα να συνεχίσεις. Κάποιοι στο δικαστήριό σας, εξομοιώνουν το ελικόπτερο με αυτοκίνητο. “Τι είναι αυτά; Ελα μωρέ, κάτσε στην άκρη να σου φέρουμε καύσιμα” νομίζετε ότι είναι; Τι είδους θεωρίες είναι αυτές, και μάλιστα από άτομα που δεν έχουν την παραμικρή παιδεία από ελικόπτερα; Εχω ακούσει τα χίλια μύρια μέσα στο δικαστήριό σας εδώ και δύο χρόνια. Πετούσα σε μία θύελλα 10 με 12 μποφόρ…».

Σε άλλο σημείο της κατάθεσής του, ο πιλότος είπε πως λυπάται που κάποιοι θεωρούν πως φταίει, ενώ δείχνοντας προς το σημείο που κάθονται κάτοικοι του Ματιού συνέχισε: «Εγώ μπορώ να κοιτάξω αυτούς τους ανθρώπους στα μάτια και να τους πω πως αν είχα καύσιμα θα έμενα».

Οπως εξήγησε, απαντώντας ουσιαστικά στις θέσεις του δικαστικού πραγματογνώμονα, «ο ισχυρισμός ότι διέθετα 20 λεπτά καύσιμα είναι εσφαλμένος. Κανένα στοιχείο δε διέλαθε της προσοχής μου, αντίθετα υπερέβην τα εσκαμμένα. Θα έπρεπε να είμαι προσγειωμένος και να μην ελεγχθώ (λόγω των καιρικών συνθηκών). Οπως αυτοί που έμειναν προσγειωμένοι και ούτε κατάθεση δεν έδωσαν. Απέναντι στο υψηλό αίσθημα ευθύνης που επέδειξα, η Πολιτεία για να με τιμήσει με έστειλε κατηγορούμενο».

«Και εντολή να έπαιρνα, δεν υπήρχε περίπτωση να απογειωθώ»

Στη δική του απολογία, ο τότε διοικητής της ΥΕΜΠΣ (Υπηρεσία Εναέριων Μέσων της Πυροσβεστικής) Γεώργιος Πορτοζούδης, αρνήθηκε κατηγορηματικά πως εκείνο το μοιραίο απόγευμα είχε εγκαταλείψει τη θέση του «και βρισκόταν με μία γυναίκα για καφέ» όπως αναφερόταν σε δημοσιεύματα μετά την τραγωδία.

Υψώνοντας τη φωνή, ο αξιωματικός έκανε λόγο για «ανθρωποφαγία» προς το πρόσωπό του, «με κατευθυνόμενα δημοσιεύματα», υποστηρίζοντας πως η γυναίκα για την οποία είχε γίνει λόγος ήταν επικεφαλής εθελοντών και ότι είχε προγραμματισμένο ραντεβού μαζί του στο γραφείο του στο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Δήλωσε κατηγορηματικά πως εκείνη η ημέρα «ξεκίνησε με 6-7 μποφόρ και κατέληξε με 10-11. Και εντολή να έπαιρνα, δεν υπήρχε περίπτωση να απογειωθώ». Για την ημέρα της τραγωδίας, ο κατηγορούμενος τόνισε ότι «τίποτα δεν προμήνυε ότι θα έχουμε τέτοια καταστροφή. Εφυγε νωρίς το πρώτο ελικόπτερο για Κινέτα, στη συνέχεια ζητήθηκαν και άλλα δύο».

Οπως είπε, κατά την εξέλιξη της ημέρας, άρχισε να καταλαβαίνει ότι οι χειριστές των ελικοπτέρων θα συμπλήρωναν οκτάωρο και για να μην παραβιαστεί το ωράριο καθώς ήταν επικίνδυνο, βρήκε τελικά έναν ακόμα χειριστή «για να κάνουμε πλήρωμα οι δυο μας» προκειμένου να υπάρχει πλήρωμα σε ετοιμότητα. Οπως ανέφερε, μετά το ραντεβού με την εθελόντρια, «όταν επέστρεψε το πρώτο ελικόπτερο, ο κυβερνήτης του είπε “διοικητή πρέπει να κάηκαν δύο τρεις άνθρωποι”. Του λέω δεν είναι δυνατόν! Φανταστείτε την επόμενη ημέρα που μάθαμε τον αριθμό των νεκρών. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πατεράδες μας, μάνες μας, παιδιά μας».

Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος δήλωσε: «Σκεφτόμουν όλα αυτά που έκανα τόσα χρόνια και εάν μου άξιζε να βρεθώ κατηγορούμενος. Στη γέννα του παιδιού μου δεν ήμουν, πέταγα. Για μία εντολή που δεν πήρα ποτέ, και που και να μου την έδιναν θα έλεγα “όχι”, βρέθηκα κατηγορούμενος. Και ο κ. Δροσόπουλος που πήγε με ένα καρυδότσουφλο, θα έπρεπε να τον τιμωρήσω. Δεν ήξερε εάν θα μπορούσε να προσγειωθεί στην Ελευσίνα ή τα Μέγαρα, και πήρε το χειρότερο σενάριο της Τανάγρας. Αισθάνομαι τέτοια πίκρα, απογοήτευση, ειδικά με την ανθρωποφαγία στο πρόσωπό μου».

«Δεν έπρεπε να έχει ανοίξει ο δρόμος για διαφυγή;»

Τελευταίος απολογήθηκε στη σημερινή διαδικασία ο τότε διοικητής της 1ης ΕΜΑΚ και μετέπειτα αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος, Στέφανος Κολοκούρης, ο οποίος είπε πως αν και είχε άδεια εκείνη την ημέρα, δέχθηκε όταν του ζήτησε ο τότε υπαρχηγός, να επιστρέψει από την Αργολίδα όπου βρισκόταν. Καθ’ οδόν, όπως είπε, είδε τη φωτιά στην Κινέτα. «Με πήρε εκείνη τη στιγμή ο Ματθαιόπουλος και του λέω να στείλετε εναέρια και θα μπω αμέσως στο πεδίο να αναλάβω δράση».

Ο κ. Κολοκούρης είπε στην απολογία του ότι ενώ βρισκόταν στη φωτιά της Κινέτας, δεχόταν τηλεφωνήματα από κ. Ματθαιόπουλο και τον τότε αρχηγό, που τον έβαζε σε ανοικτή ακρόαση με τον υπουργό για να ενημερωθούν. «Με πήρε ο Ματθαιόπουλος τηλέφωνο αφού είχε σουρουπώσει, και μου λέει “πάρε δέκα δώδεκα αυτοκίνητα και ομάδα πεζοπόρων και κατευθύνσου στη φωτιά Νέας Μάκρης”», ανέφερε ο κ. Κολοκούρης.

Ολοκληρώνοντας την απολογία του, επέρριψε ευθύνες στην αστυνομία που δεν μερίμνησε για δρόμους διαφυγής. «Αυτό το χάος ποιος το επέτρεψε εκεί πέρα; Δεν έπρεπε να έχει ανοίξει ο δρόμος για διαφυγή;», είπε.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT