Oι καλοί φίλοι μπορούν και να διαφωνούν. Το είπε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στην καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ, δίνοντας τον τόνο της τελευταίας συνάντησής τους στην Ουάσιγκτον. Περιέγραψε με αυτόν τον τρόπο τη νέα εποχή στις διατλαντικές σχέσεις μετά την προεδρία Ντόναλντ Τραμπ. Μπάιντεν και Μέρκελ αποφάσισαν πράγματι να επικεντρωθούν σε όσα τους ενώνουν και όχι σε όσα τους χωρίζουν. Ετσι, δεσμεύτηκαν για ένα κοινό μέτωπο κατά της Ρωσίας, χωρίς να θίξουν το ακανθώδες θέμα του ρωσικού αγωγού Nord Stream 2. Συμφώνησαν ότι πρέπει να εναρμονιστούν στο θέμα των περιορισμών και των εμβολίων κατά της πανδημίας, αλλά ούτε ο Μπάιντεν ήρε προς το παρόν την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ για Ευρωπαίους ταξιδιώτες, ούτε η Μέρκελ αποδέχθηκε την πρότασή του για τις πατέντες των εμβολίων.
Τελευταία και σοβαρότερη ήταν η διαφωνία τους για την αντιμετώπιση της Κίνας, καθώς το Βερολίνο ακολουθεί μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση, χαρακτηρίζοντας το Πεκίνο πολύτιμο εμπορικό εταίρο του, ενώ η Ουάσιγκτον επιδιώκει σαφές μέτωπο εναντίον του. Eκδηλη ήταν η αγωνία αμφοτέρων των ηγετών για την κλιματική αλλαγή, καθώς το ταξίδι της καγκελαρίου συνέπεσε με τις φονικές πλημμύρες στη Γερμανία, αλλά και το κύμα καύσωνα και τις εκτεταμένες πυρκαγιές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για τη Γερμανία η αφοσίωση του Μπάιντεν στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής είναι καλοδεχούμενη, ειδικά μετά την καταστροφική περιβαλλοντική πολιτική του Τραμπ, ο οποίος απέσυρε τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού.
«Επί ίσοις όροις»
«Αν και οι απόψεις των Ευρωπαίων για τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποκατασταθεί μετά την κατάρρευση που σημειώθηκε κατά τη θητεία Τραμπ, οι δημοσκοπήσεις μας δείχνουν ότι συνεχίζει η ανησυχία για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα στις διατλαντικές σχέσεις. Οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν πλέον τη σχέση τους με τις ΗΠΑ με μεγαλύτερο πραγματισμό. Θεωρούν ότι έχει νόημα η συνεργασία σε ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή ή η αλληλεγγύη σε δημοκρατίες που υφίστανται πιέσεις από αυταρχικές δυνάμεις. Ωστόσο, η υποστήριξη δεν μπορεί πια να θεωρείται δεδομένη, όταν οι Ευρωπαίοι βλέπουν τον βαθύ διχασμό μέσα στην αμερικανική κοινωνία και ανησυχούν για την προοπτική επιστροφής του τραμπισμού στον Λευκό Οίκο σε τέσσερα χρόνια. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες οφείλουν να εξηγήσουν στους πολίτες την αξία της συνεχιζόμενης διατλαντικής συνεργασίας και ειδικά πώς ευνοούνται από αυτήν. Ταυτόχρονα πρέπει να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους για μια ευρύτερη πολιτική στρατηγική που θα επιτρέπει στην Ευρώπη να συνομιλεί με τις ΗΠΑ επί ίσοις όροις», εκτιμά με δήλωσή του στην «Κ» ο Ράφαελ Λος, συντονιστής των Πανευρωπαϊκών Προγραμμάτων Δεδομένων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων (ECFR).
Η προσεκτική αποτίμηση της τρέχουσας διατλαντικής σχέσης από τον Λος είναι δικαιολογημένη. Η αμερικανική κοινωνία παραμένει διχασμένη και η απειλή του τραμπισμού δεν έχει εκλείψει. Η Γερμανία και συνολικά η Ευρώπη καλούνται λοιπόν να αναπτύξουν μια ισότιμη σχέση έναντι της Ουάσιγκτον, τη στιγμή ακριβώς που φεύγει από το προσκήνιο η ισχυρότερη προσωπικότητα της ηπείρου, η Αγκελα Μέρκελ. «Θα μου λείψεις από τις συνόδους», είπε ο Μπάιντεν, χαρακτηρίζοντας τη θητεία της καγκελαρίου «ιστορική», ενώ η Μέρκελ τον προσφώνησε επανειλημμένα «dear Jo».
Iσως η πιο συγκινητική στιγμή κατά την επίσκεψή της στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η ανακήρυξή της σε επίτιμη διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς και όταν ρωτήθηκε τι θα κάνει όταν εκπνεύσει η θητεία της. «Θα σκεφτώ τι μ’ ενδιαφέρει. Δεν θα αποδεχθώ κατευθείαν την επόμενη πρόσκληση, γιατί θα φοβάμαι πως δεν θα έχω να κάνω κάτι και κανείς δεν θα με θέλει».
Παραδέχθηκε ότι τα τελευταία 16 χρόνια είχε ελάχιστο χρόνο για να κάνει όσα της αρέσουν. «Θα προσπαθήσω να διαβάσω κι ίσως κλείσουν τα μάτια μου επειδή θα είμαι κουρασμένη και μετά ίσως κοιμηθώ λίγο, θα δούμε», είπε ανεπιτήδευτα, σχεδόν σαν να έχει ήδη αποσυρθεί. Η Μέρκελ αποσαφήνισε πως δεν θα της λείψει το ότι έως τώρα καλείτο διαρκώς να πάρει αποφάσεις. Μπορεί από συνήθεια να κάνει σκέψεις πώς θα έπρεπε να δράσει. «Μετά, όμως, θα θυμηθώ πολύ γρήγορα ότι αυτή τη δουλειά την έχει αναλάβει κάποιος άλλος. Και νομίζω ότι αυτό θα μου αρέσει πολύ».
Οι πρόεδροι
Ο Μπάιντεν είναι ο τέταρτος κατά σειρά και τελευταίος Αμερικανός πρόεδρος με τον οποίο εκλήθη να συνεργαστεί η Μέρκελ. Με τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο, τον οποίο συνάντησε στην αρχή της δεύτερης θητείας του και ενώ οι σχέσεις ΗΠΑ – Γερμανίας ήταν στο ναδίρ λόγω της αντίθεσης του Βερολίνου στον πόλεμο του Ιράκ, πέτυχε μια επανεκκίνηση. Η χημεία τους ήταν τόσο καλή ώστε το 2006 ο Μπους επισκέφθηκε την εκλογική της περιφέρεια, όπου συνέφαγαν το πλέον παραδοσιακό γερμανικό φαγητό: ψητό χοιρινό. Κάποιοι μάλιστα θεώρησαν ότι ο Μπους το παράκανε όταν στη σύνοδο του G8 της ακούμπησε φιλικά τον ώμο, συναντώντας την έκδηλη αποδοκιμασία της γι’ αυτή την οικειότητα. Η σχέση της με τον Μπαράκ Ομπάμα πέρασε από σαράντα κύματα κατά την οκταετή παραμονή του στον Λευκό Οίκο. Ξεκίνησε ψυχρά, έγινε μια σχέση εμπιστοσύνης, δηλητηριάστηκε το 2013, όταν αποκαλύφθηκε ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούσαν το κινητό της, για να καταλήξει σε μια σχεδόν καθημερινή επικοινωνία λίγο πριν από την αποχώρηση του Ομπάμα. Η έλλειψη οποιασδήποτε επαφής της με τον Ντόναλντ Τραμπ, στον οποίο είχε παραδώσει επανειλημμένα μαθήματα διεθνούς δικαίου, καθρεφτίστηκε στην πρώτη συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο, την άνοιξη του 2017, όταν εκείνη τον ρώτησε αν ήθελε να κάνουν χειραψία για τους φωτογράφους και εκείνος την αγνόησε, συνεχίζοντας να μιλάει στους δημοσιογράφους.