Ο Τσάρλι Τσάπλιν περνά στην αιωνιότητα

Ο Τσάρλι Τσάπλιν περνά στην αιωνιότητα

Ο δημιουργός του Σαρλό, συνθέτοντας το κωμικό και το αβάσταχτα τραγικό, άλλαξε για πάντα την έβδομη τέχνη

6' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Γεννήθηκε στο βικτωριανό Λονδίνο, 16 Απριλίου του 1889. Εζησε τα πρώτα χρόνια σε μεγάλη ανέχεια, πήγε σχολείο σε πτωχοκομείο, διέσχισε δύο παγκοσμίους πολέμους και το απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, μεγαλούργησε τον 20ό αιώνα, αλλάζοντας για πάντα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το κωμικό στον κινηματογράφο. Πέθανε στην Ευρώπη, στο Βεβέ της Ελβετίας, στις 25 Δεκεμβρίου του 1977. Ομως δεν πρέπει να πέρασε από τότε ούτε μία ημέρα που να μη γίνει αναφορά στο όνομά του και στο έργο του. Οι ταινίες του, ζυμωμένες με τα υλικά του ανθρώπινου βίου, γελοίου, κωμικού και αβάσταχτα τραγικού, μοναχικού, αδιάγνωστου, ευτυχισμένου όσο και απελπισμένου, ήσυχου όσο και ταραγμένου, έδωσαν νέο σχήμα και περιεχόμενο στην 7η Τέχνη. Μετά την εμφάνιση του Τσάρλι Τσάπλιν, το σινεμά άλλαξε. Εγινε πιο σύνθετο και απαιτητικό, πιο στοχαστικό με έναν τρόπο παιγνιώδη, πιο συμφιλιωμένο με τις ανθρώπινες αδυναμίες, τα ανεκπλήρωτα, τις φαντασιώσεις, την αμείλικτη πραγματικότητα, μέσα από καταστάσεις που προκαλούσαν ηχηρά γέλια πάνω σε ένα υπόστρωμα μελαγχολίας. Η πληρέστερη σύνοψη για τον Τσάπλιν παραμένει η φράση του Φελίνι: «Ηταν ένα είδος Αδάμ, από τον οποίο προερχόμαστε όλοι μας».

Ο Τσάρλι Τσάπλιν περνά στην αιωνιότητα-1
«Το χαμίνι» (1921). Αποτύπωση της ζωής του στην τέχνη.

Παιδικά χρόνια γεμάτα στερήσεις

Ο αναγνώστης της συναρπαστικής –και ογκώδους– «Αυτοβιογραφίας» του (δημοσιευμένης στα ελληνικά το 1965 σε μετάφραση Κοσμά Πολίτη) δεν μπορεί παρά να μείνει εκστατικός με την πορεία της ζωής του από την απόλυτη φτώχεια, στον πλούτο, στον θρίαμβο. Ομως απέχει από το παραμύθι. Η επιτυχία ήταν ένα κράμα επιβιωτικού πείσματος, πρωτοπόρου και καινοτόμου μυαλού, τόλμης, ιδιοφυούς ταλέντου, το οποίο ασκούσε δουλεύοντας ασταμάτητα.

Η πρώτη εμφάνισή του στη σκηνή σε ηλικία πέντε χρόνων ήταν και η τελευταία της μητέρας του, ηθοποιού του μουσικού θεάτρου. Ενα βράδυ, σε ένα από τα θορυβώδη, βρώμικα θέατρα, όπου σύχναζαν κυρίως στρατιώτες, η φωνή της μητέρας έσπασε εντελώς. Τότε άρπαξε τον μικρό γιο της από το χέρι και τον οδήγησε στη σκηνή για να τραγουδήσει. Κι αυτός ένιωσε εντελώς άνετα, σαν στο σπίτι του, όπως διηγείται στην «Αυτοβιογραφία» του. Μιμήθηκε ηθοποιούς, χόρεψε, κουβέντιαζε με το ακροατήριο, κι εκείνο τον αντάμειβε με βροχή από κέρματα και επευφημίες.

Η όμορφη μητέρα του έγινε στη συνέχεια θρήσκα, τρελάθηκε, ανέρρωσε, στο τέλος της ζωής της μπόρεσε να απολαύσει ό,τι στερήθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ο Τσάπλιν ξεχωρίζει ένα γεγονός, που τον σφράγισε: Ενα δειλινό στο μοναδικό τους δωμάτιο, σ’ ένα υπόγειο της Οουκλι Στριτ, η μητέρα του του μίλησε για τη ζωή του Ιησού. «Σε εκείνο το σκοτεινό δωμάτιο, η μητέρα με φώτισε με το γλυκύτερο φως που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, που προίκισε τη λογοτεχνία και το θέατρο με τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα θέματά τους: Αγάπη, συμπόνια και ανθρωπιά».

Η οδυνηρή παιδική ηλικία του μέσα σε αδιανόητη φτώχεια –επιβίωναν υποτυπωδώς με φιλανθρωπικά ταμεία ενορίας, δελτία σούπας και βοηθήματα, όταν δεν μπορούσαν να συντηρηθούν κατέφευγαν σε πτωχοκομεία– τον διαμόρφωσε καθοριστικά. Γράφει ο ίδιος: «Αντίθετα από τον Φρόυντ, δεν πιστεύω πως η σεξουαλική ορμή είναι το σημαντικότερο στοιχείο μέσα στο περίπλοκο της συμπεριφοράς. Το κρύο, η πείνα και η ντροπή της φτώχειας επηρεάζουν ίσως περισσότερο την ψυχοσύνθεση του ατόμου».

Στα 12,5 χρόνια του είχε ήδη περάσει από διάφορα επαγγέλματα: εφημεριδοπώλης, τυπογράφος, κατασκευαστής παιχνιδιών, υαλουργός, παιδί για θελήματα, μακρύς ο κατάλογος. «Ομως όλο αυτό το διάστημα με τα επαγγελματικά ξεστρατίσματα, πάντα είχα για τελικό σκοπό μου, όπως κι ο Σύντνεϋ (σ.σ.: ο αδελφός του, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερός του), να γίνω ηθοποιός. Ετσι στα ενδιάμεσα, γυάλιζα τα παπούτσια μου, βούρτσιζα τα ρούχα μου, έβαζα καθαρό κολλάρο, κι έκανα περιοδικές επισκέψεις στο θεατρικό πρακτορείο Μπλάκμωρ, στη Μπέντφορντ Στρητ, κοντά στο Στραντ. Εξακολουθούσα να πηγαίνω, ώσπου η κατάσταση του κουστουμιού μου απαγόρευε να συνεχίσω τις επισκέψεις».

Στην πρώτη κριτική που απέσπασε για θεατρική εμφάνισή του, στους «Λόντον Τόπικαλ Τάιμς», τον ξεχώρισαν, σε ένα έργο που, συνολικά, αποδοκιμάστηκε: «Μάς αποζημίωσε ωστόσο ο ρόλος του Σάμμυ, του μικρού εφημεριδοπώλη: ένα έξυπνο χαμίνι του Λονδίνου που επωμίζεται το κωμικό μέρος. Ενα παιδί-ηθοποιός με μπρίο και σθένος». Ο κριτικός επέλεξε προφητικά δύο λέξεις κομβικές για το ερμηνευτικό ταμπεραμέντο του Τσάπλιν: μπρίο και σθένος.

Η γένεση του Σαρλό, «τα ήθελα όλα σε αντίθεση»

Στη διάρκεια περιοδείας, με αγγλικό θίασο, στην Αμερική (1913), τον είδε ο Μακ Σένετ, διάσημος κινηματογραφικός παραγωγός, ο οποίος του πρόσφερε δουλειά στα στούντιό του (Keystone). Εκεί «γεννήθηκε» ο Σαρλό. Του ζήτησαν να κάνει εμφάνιση σε μια κωμική σκηνή με την προτροπή «μακιγιαρίσου και φόρεσε ό,τι νάναι»: «Καθώς πήγαινα στο βεστιάριο, σκέφτηκα να φορέσω παντελόνι που να σακουλιάζει, μεγάλα παπούτσια, καβουράκι, και να κρατάω μπαστούνι. Τα ήθελα όλα σε αντίθεση: το παντελόνι να σακουλιάζει, το σακάκι πολύ στενό, το καπέλο μικρό και τα παπούτσια μεγάλα. Είμουν αναποφάσιστος αν έπρεπε να φαίνομαι νέος ή γέρος, αλλά θυμήθηκα πως ο Σέννετ περίμενε πως θάμουν πολύ μεγαλύτερος στα χρόνια, και πρόσθεσα ένα μουστακάκι, που θα μ’ έδειχνε μεγαλύτερο, σκέφτηκα, χωρίς να κρύβει την έκφρασή μου».
Ο Σένετ ενθουσιάστηκε, ο Τσάπλιν πήρε θάρρος και άρχισε να εδραιώνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου που μόλις είχε επινοήσει: «Ξέρετε του λόγου του από δω είναι πολύπλευρος: αλήτης, τζέντλεμαν, ποιητής, ονειροπόλος, έρημος άνθρωπος, πάντα ελπίζοντας σε κάποια ρομαντική περιπέτεια. Μπορεί να σάς κάνει να πιστέψετε πως είναι επιστήμονας, μουσικός, δούκας, πως παίζει πόλο. Ωστόσο, καταδέχεται να μαζεύει αποτσίγαρα, τις λεγόμενες γόπες, και δεν τόχει τίποτα να κλέψει μια καραμέλα από ένα παιδάκι. Και, φυσικά, αν το καλεί η περίσταση, θα κλωτσήσει και μια κυρία στα οπίσθια – αλλά μονάχα σε έσχατη ανάγκη!».

Ο Τσάρλι Τσάπλιν περνά στην αιωνιότητα-2
19.2.1931. Με επευφημίες υποδέχθηκαν τον Τσάρλι Τσάπλιν στον σιδηροδρομικό σταθμό Πάντινγκτον κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο.

Παγκόσμια ανάδειξη του «μοναχικού λύκου»

Ετσι πορεύθηκε για μισόν αιώνα, στην οθόνη του κινηματογράφου, μέσα από δεκάδες ταινίες, μικρού –στην αρχή– και στη συνέχεια μεγαλύτερου μήκους. Η δημοτικότητά του αυξάνεται διαρκώς, ουρές σχηματίζονται έξω από τις αίθουσες όπου προβάλλονται έργα του, πλήθη εμφανίζονται σε κάθε μετακίνησή του, οι πλουσιότεροι και ισχυρότεροι του κόσμου αναζητούν την παρέα του. Το στυλ του εμπνέει χορογραφίες, η φιγούρα του αποτυπώνεται παντού: σε ρούχα, τσιγάρα, παιχνίδια. Στις ταινίες του, από «Το χαμίνι» και τον «Χρυσοθήρα» έως τους «Μοντέρνους καιρούς», «Τα φώτα της πόλης», τον «Μεγάλο δικτάτορα», αναδύεται ένας βαθύτατος ουμανισμός που εξακτινώνεται στις μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις, οικονομικές ανισότητες, έλλειψη επικοινωνίας, με το χιούμορ αρωγό, ούτως ώστε το κωμικό και η φάρσα να κάνουν πιο υποφερτή την αβίωτη πλευρά της ζωής.

«Μοναχικός λύκος» αυτοαποκαλείτο. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές – η τελευταία του σύζυγος ήταν η κόρη του Ευγένιου Ο’ Νιλ, Οονα, με την οποία έζησε 34 χρόνια (ήταν μόλις 18 χρόνων όταν γνωρίστηκαν κι εκείνος 53) και απέκτησαν οκτώ παιδιά (ο Τσάπλιν είχε άλλα δύο από προηγούμενο γάμο). 

Η 40χρονη παραμονή του στην Αμερική έληξε με την αυτοεξορία του την περίοδο του μακαρθισμού. Μια πολύ τραυματική εμπειρία, που καταγράφει εκτενώς: «Διάφοροι φίλοι μ’ έχουν ρωτήσει πώς έγινε και προκάλεσα αυτήν την αμερικανική εχθρότητα. Το μεγάλο μου έγκλημα είταν, κι εξακολουθεί να είναι, πως έχω ανεξάρτητη γνώμη. Αν και δεν είμαι κομμουνιστής, αρνιόμουν ν’ ακολουθήσω την παραδεγμένη γραμμή και να μισώ τους κομμουνιστές. Αυτό, φυσικά, δυσαρέστησε πολλούς…».

Εγκαταστάθηκε στην Ελβετία, στο Βεβέ, και δεν θέλησε ποτέ να επιστρέψει. Πήγε μόνο το 1972 για να παραλάβει το τιμητικό Οσκαρ για την προσφορά του στην 7η Τέχνη. Ορθιο το κοινό τον αποθέωνε, σε ένα χειροκρότημα που η διάρκειά του δεν έχει από τότε καταρριφθεί.
«Ο κόσμος φάνηκε στοργικός απέναντί μου, αγαπήθηκα και μισήθηκα. Ναι, ο κόσμος μου έδωσε ό,τι καλύτερο έχει, και λίγο απ’ ό,τι χειρότερο».

Ο Τσάρλι Τσάπλιν περνά στην αιωνιότητα-3
«Κ», 29.12.1977. Η ζωή και η τέχνη του Τσάρλι Τσάπλιν, «από τη φτωχολογιά του Λονδίνου στην κορυφή της παγκόσμιας δόξας».

Αντιναζιστικό μανιφέστο

Απόσπασμα από την τελική αγόρευση του Τσάρλι Τσάπλιν στην, κορυφαία κατά πολλούς και πρώτη ομιλούσα, ταινία του, «Ο Μεγάλος δικτάτωρ» (ΗΠΑ, 1940), ένα αντιναζιστικό μανιφέστο: «(…) Υπάρχει θέση για όλους σ’ αυτό τον κόσμο. Κι η αγαθή γη είναι πλούσια, και μπορεί να συντηρήσει όλο τον κόσμο. Ο δρόμος της ζωής μπορεί νάναι ελεύθερος και ωραίος, αλλά χάσαμε το δρόμο. Η πλεονεξία δηλητηρίασε τις ψυχές των ανθρώπων, περιμάντρωσε τον κόσμο με μίσος, μάς οδήγησε με βήμα στρατιωτικό στην αθλιότητα και στην αιματοχυσία. Αναπτύξαμε ταχύτητα αλλά κλειστήκαμε μέσα σ’ αυτή. Οι μηχανές, που δίνουν την αφθονία, μάς άφησαν στη στέρηση. Οι γνώσεις μας μάς έκαναν κυνικούς – η νοημοσύνη μας, σκληρούς και άκαρδους. Σκεφτόμαστε πάρα πολύ και αισθανόμαστε ελάχιστα. Περισσότερο από μηχανές, χρειαζόμαστε ανθρωπιά. Περισσότερο από νοημοσύνη, χρειαζόμαστε καλοσύνη και ηπιότητα. Δίχως αυτές τις ιδιότητες, η ζωή θάναι βίαιη και όλα θα χαθούν. (…) Σ’ αυτούς που με ακούν, λέω: “Μην απελπίζεστε”. Η δυστυχία που μας πλάκωσε δεν είναι παρά το πέρασμα της πλεονεξίας – το φαρμάκι των ανθρώπων που φοβούνται το δρόμο της ανθρώπινης προόδου».

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή