Οι δέκα μετασεισμοί της κάλπης

Οι δέκα μετασεισμοί της κάλπης

Ποιους κοινούς τόπους κλόνισε το αποτέλεσμα στις Ηνωμένες Πολιτείες

5' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρόλο που οι αναλυτές προεξοφλούσαν μια δύσκολη συγκατοίκηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν, με τους Ρεπουμπλικανούς να ελέγχουν το Κογκρέσο μετά τις ενδιάμεσες εκλογές της περασμένης Τρίτης, το «κόκκινο ρεπουμπλικανικό κύμα» δεν σάρωσε τον εκλογικό χάρτη και οι συσχετισμοί δυνάμεων στη Γερουσία θα οριστικοποιηθούν στις 6 Δεκεμβρίου με τις επαναληπτικές εκλογές στην Τζόρτζια. Παρά το αμφίρροπο αποτέλεσμα της αναμέτρησης, όμως, υπάρχουν δέκα συμπεράσματα που μπορεί κανείς να εξαγάγει:

1. Συνήθως οι ενδιάμεσες εκλογές αποτελούν δημοψήφισμα για τον εν ενεργεία πρόεδρο των ΗΠΑ και τις επιδόσεις του. Ωστόσο, ο τέως πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να μετατρέψει την αναμέτρηση σε δημοψήφισμα για… τον ίδιο. Η παροιμιώδης ρήση του «αν κερδίσουν οι Ρεπουμπλικανοί θα είναι χάρη σε μένα και αν χάσουν θα φταίνε οι ίδιοι», δεν επιβεβαιώθηκε. Τώρα που η εμφάνιση του κόμματός του αποδείχθηκε κατώτερη των προεκλογικών προσδοκιών, το κόστος καλείται να αναλάβει ο ίδιος. Αντίθετα, ο Μπάιντεν, παρά τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής του (40%-45%), δεν συμπαρέσυρε το κόμμα του σε συντριβή.

2. Ο Τραμπ απέτυχε να επιβάλει τους εκλεκτούς του υποψηφίους και η επιρροή του στους Ρεπουμπλικανούς αμφισβητείται πλέον ανοιχτά. Επιλογές όπως ο φιλότουρκος τηλεοπτικός γιατρός Μεχμέτ Οζ, που ηττήθηκε από τον Δημοκρατικό Τζον Φέτερμαν στην Πενσιλβάνια παρά την περιπέτεια υγείας του δεύτερου, αποδείχθηκαν ατυχείς και χρεώθηκαν προσωπικά στον τέως πρόεδρο. Στενοί συνεργάτες του εισηγούνται τώρα να αναβάλει την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του για το 2024, την οποία έχει προγραμματίσει για τις 15 Νοεμβρίου. Ενόψει των κρίσιμων επαναληπτικών εκλογών της Τζόρτζια, οι Ρεπουμπλικανοί προσπαθούν μάλιστα να τον πείσουν να μην εμπλακεί στην αναμέτρηση, φοβούμενοι πως ο ρόλος του θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα αρνητικός. Την ίδια στιγμή, την άτυπη συμμαχία μαζί του διαλύει και ο ειδησεογραφικός όμιλος Μέρντοχ, με τα ταμπλόιντ και τα κανάλια του να στρέφονται σε άλλες εναλλακτικές.

3. Για τον Τραμπ, λοιπόν, η μεγάλη εσωκομματική απειλή εις το εξής θα είναι ο εξίσου λαϊκιστής, αλλά λιγότερο «χαρισματικός»(;) κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις. Ο ίδιος ο τέως πρόεδρος έχει προειδοποιήσει ότι έχει επιβαρυντικά στοιχεία για τον Ντε Σάντις «και ειδικά για τη σύζυγό του». Τα συντηρητικά ΜΜΕ του Μέρντοχ κατέστησαν σαφές ότι προτιμούν τον Ντε Σάντις από τον Τραμπ ως επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών. «DeFUTURE» («Το μέλλον») ήταν ο τίτλος του ταμπλόιντ New York Post την επομένη του θριάμβου του κυβερνήτη της Φλόριντα με είκοσι μονάδες διαφορά. Πολιτικοί παρατηρητές πιστεύουν ότι η μονομαχία Τραμπ – Ντε Σάντις μπορεί να οδηγήσει αμφοτέρους τους ακραίους υποψηφίους σε αλληλοεξόντωση και να ανοίξει τον δρόμο για έναν τρίτο, πιο μετριοπαθή, υποψήφιο Ρεπουμπλικανό πρόεδρο το 2024.

4. Στον αντίποδα, ο Τζο Μπάιντεν αποδείχθηκε ανθεκτικότερος απ’ ό,τι πολλοί υπολόγιζαν και με βάση τις τελευταίες δηλώσεις του είναι πιθανό στις αρχές του προσεχούς έτους να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για το 2024. Οι απώλειες για το κυβερνών κόμμα ήταν πολύ περιορισμένες σε σχέση με προηγούμενες ενδιάμεσες εκλογές, και αυτό θεωρείται από μόνο του νίκη για τον πρόεδρο, ο οποίος έχει ιδιαίτερα χαμηλή δημοτικότητα και είναι υποχρεωμένος να επωμιστεί το πολιτικό κόστος του καλπάζοντος πληθωρισμού. Τελικά, η ακρίβεια ελάχιστα ευεργέτησε τους Ρεπουμπλικανούς, ενώ κοινωνικά θέματα, όπως η περιστολή του δικαιώματος στις αμβλώσεις και οι απειλές για τις δημοκρατικές αξίες, κινητοποίησαν μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος και το ενθάρρυναν να ψηφίσει.

Εκπληξη αποτέλεσε η Νέα Υόρκη, μια παραδοσιακά προοδευτική πολιτεία, στην οποία οι Δημοκρατικοί υπέστησαν δεινές ήττες σε αντίθεση με την υπόλοιπη επικράτεια.

5. Δύο καίριες αλλαγές αποτυπώθηκαν σε αυτές τις εκλογές στον εκλογικό χάρτη. Η Φλόριντα, που κάποτε εθεωρείτο διαφιλονικούμενη πολιτεία και «έπαιζε» μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, πέρασε οριστικά στο πρώτο στρατόπεδο. Η εξέλιξη αποδίδεται μεταξύ άλλων στην επιρροή Τραμπ, στις δημογραφικές αλλαγές και στην επαναχάραξη των περιφερειών προς όφελος των Ρεπουμπλικανών (gerrymandering). Μεγάλη έκπληξη αποτέλεσε εξάλλου η Νέα Υόρκη, μια παραδοσιακά προοδευτική πολιτεία, στην οποία οι Δημοκρατικοί υπέστησαν δεινές ήττες σε αντίθεση με την υπόλοιπη επικράτεια. Τα κραταιά ταμπλόιντ, όπως η New York Post, πέτυχαν να αναδείξουν την εγκληματικότητα σε υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα, ακόμη και σε προάστια στα οποία είναι χαμηλότερη από τον εθνικό μέσο όρο. Καταλυτικό ρόλο όμως στις κακές αυτές επιδόσεις έπαιξε και ο διχασμός του κόμματος μεταξύ αριστερής πτέρυγας, με επικεφαλής την Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ, και των πιο μετριοπαθών στελεχών, που διαφωνούν με ακραία αιτήματα όπως η διακοπή χρηματοδότησης της αστυνομίας και ζητήματα ταυτοτήτων.

6. Η επιτυχία του Τζον Φέτερμαν στην Πενσιλβάνια έδειξε ότι οι Δημοκρατικοί έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν την παραδοσιακή εκλογική τους βάση, τη λευκή εργατική τάξη, που νιώθει ξεχασμένη τόσο από την παγκοσμιοποίηση όσο και τον πόλεμο των ταυτοτήτων. Τη δεξαμενή αυτή ψηφοφόρων διεμβόλισε ο Τραμπ και πολλοί θεωρούσαν ότι είναι αδύνατο πλέον να επαναπατριστεί στην Αριστερά. Τονίζοντας τη σημασία ενός οικουμενικού συστήματος υγείας, που έσωσε και τον ίδιο, αλλά και την επανένταξη περιθωριοποιημένων στοιχείων στον κοινωνικό ιστό, ο Φέτερμαν περιέγραψε στην επινίκια ομιλία του μια καθαρά αριστερή ατζέντα.

7. Οι γυναίκες διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο σε αυτές τις εκλογές. Το θέμα των αμβλώσεων καθόρισε την ψήφο μεγάλης μερίδας του εκλογικού σώματος, ενώ σε πολλά αξιώματα καταρρίφθηκαν αλλεπάλληλα ρεκόρ: για πρώτη φορά στην Ιστορία οι ΗΠΑ θα διαθέτουν δώδεκα γυναίκες κυβερνήτες, έναντι εννέα που ήταν το 2004.

8. Ακριβώς επειδή θέματα όπως οι αμβλώσεις κινητοποίησαν τους ψηφοφόρους, το ποσοστό όσων ψήφισαν υπέρ των Δημοκρατικών το έκανε με ενθουσιασμό, ενώ υπέρ των Ρεπουμπλικανών συχνά με μισή καρδιά. Η αφοσίωση στις προτιμήσεις τους, δηλαδή, ήταν πολύ μεγαλύτερη στις τάξεις των Δημοκρατικών σε σχέση με εκείνη των Ρεπουμπλικανών.

9. Το 55% των ψηφοφόρων του 2022 υποστηρίζει σήμερα αυστηροποίηση της νομοθεσίας για την οπλοκατοχή, ενώ μόλις το 40% αντιτίθεται σε αυτήν. Από τους υπερμάχους του ελέγχου το 76% ψήφισε Δημοκρατικούς υποψηφίους και μόνο το 22% Ρεπουμπλικανούς, γεγονός που απηχεί το αίτημα για περιστολή της οπλοκατοχής. Πριν από μία δεκαετία η εικόνα ήταν πολύ πιο μοιρασμένη και οι Δημοκρατικοί δίσταζαν να αναδείξουν το θέμα υπό τον φόβο μήπως οι υποστηρικτές της οπλοκατοχής τιμωρήσουν το κόμμα στην κάλπη.

10. Αν τα εννέα προηγούμενα σημεία ήταν θετικά για τη χώρα και το μέλλον της, το πλέον ανησυχητικό στοιχείο παραμένει η απόλυτη ισοπαλία μεταξύ των δύο στρατοπέδων, που εμποδίζει την επικράτηση της μιας ή της άλλης πλευράς. Αν και αυτή η πόλωση απέτρεψε τον θρίαμβο του Τραμπ την περασμένη Τρίτη και κινητοποίησε τις δυνάμεις εναντίον του τραμπισμού, την ίδια στιγμή υπονομεύει οποιαδήποτε απόπειρα να βγει η χώρα από τον βαθύ διχασμό των τελευταίων ετών. Αλλωστε και ο Ντε Σάντις γέννημα θρέμμα του ίδιου ιδεολογικού ρεύματος είναι – ακόμη και αν καταλήξει να καταπιεί τον μέντορά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή