Είναι σαφέστατα από τις πλέον σοκαριστικές εικόνες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια: οι μαχητές του ISIS, αφού κατέστρεψαν αγάλματα με βαριοπούλες, ανατίναξαν αρχαίους ναούς ακόμα και τεμένη, έφτασαν να βασανίσουν, να εκτελέσουν και να κρεμάσουν από έναν αρχαίο κίονα το πτώμα του πλέον καταξιωμένου αρχαιολόγου της Παλμύρας, του 82χρονου Χάλεντ αλ Ασαντ. Η βιαιότητά τους που ξεπερνά κάθε όριο συνεχίζεται με μεθοδικότητα, χωρίς κανένας να μπορεί να τους σταματήσει. Στα πρόσφατα «πεπραγμένα» τους περιλαμβάνονται επιθέσεις στο μοναστήρι Σεντ Ελιάν και στον ναό του Βάαλ, σε έναν κατάλογο ο οποίος διαρκώς μακραίνει. Η διεθνής κοινότητα των αρχαιολόγων, που έχει πραγματοποιήσει ανασκαφικό έργο στην ευρύτερη περιοχή, αισθάνεται πιο προδομένη και ανήμπορη από ποτέ, μιας και οι εκκλήσεις για πιο ουσιαστικές παρεμβάσεις δεν βρίσκουν καμία ανταπόκριση στη Δύση.
Ο Κωνσταντίνος Κοπανιάς, που έχει πραγματοποιήσει τα τελευταία χρόνια ανασκαφές στην περιφέρεια του Κουρδιστάν, στο βόρειο τμήμα του Ιράκ, από το 2010 ώς και το 2013, στο πλαίσιο προγράμματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, δεν μπορεί να κρύψει την οργή και τη θλίψη του. Μας εξηγεί: «Η προσπάθεια εστιάστηκε στο Ερμπίλ, κοντά στα αρχαία Αρβηλα, μια από τις αρχαιότερες πόλεις στον κόσμο, κοντά στην οποία είχε γίνει και η μάχη Γαυγαμήλων. Η ελληνική αποστολή αριθμούσε, μαζί με τους εργάτες, περίπου 40 άτομα και κατά τα χρονικά διαστήματα που βρεθήκαμε εκεί, δεν αισθανθήκαμε κίνδυνο, καθώς οι εχθροπραξίες ήταν μακριά. Σήμερα η κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολη και οι περισσότερες ξένες ανασκαφικές ομάδες έχουν αναστείλει το έργο τους, αν και κάποιες επιμένουν, παρά το μεγάλο ρίσκο», υπογραμμίζει στην «Κ» ο λέκτορας του ΕΚΠΑ.
«Θεωρώ εγκληματικό το γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα παραμένει ένας ανενεργός θεατής σε αυτήν την οργανωμένη προσπάθεια να εξαλειφθούν πλήρως τα ίχνη της Ιστορίας αλλά και να βγουν στο παράνομο εμπόριο αρχαιότητες που έχουν πέσει στα χέρια των μαχητών του “Ισλαμικού Κράτους”. Οποιος έχει στοιχειωδώς παρακολουθήσει τις κινήσεις τους αντιλαμβάνεται πλήρως πόσο καλά οργανωμένο είναι το σχέδιο της καταστροφής. Ας δούμε το χρονολόγιο: τον Ιανουάριο στόχευσαν τη Βιβλιοθήκη της Μουσούλης, αφού πρώτα αφαίρεσαν τα πολύτιμα χειρόγραφα, και τον Φεβρουάριο έσπασαν με βαριοπούλες τα αγάλματα στο μουσείο της. Και εκεί είχαν πάρει κινητά ευρήματα από τις αποθήκες για να τα πουλήσουν στη μαύρη αγορά. Τον Μάρτιο στο στόχαστρο μπήκε η Νιμρούντ, ένα από τα ανακτορικά κέντρα του ασυριακού πολιτισμού κοντά στη Μοσούλη, αλλά και η Χάτρα, μια ελληνιστική πόλη, επίσης σε κοντινή ακτίνα. Τον Μάιο κατάφεραν και πήραν τον έλεγχο της Παλμύρας, που ήξεραν την τεράστια πολιτιστική της σημασία. Βασάνισαν και σκότωσαν τον αρχαιολόγο, ο οποίος αρνήθηκε να τους αποκαλύψει την τοποθεσία όπου είχαν κρύψει οι συνάδελφοί του πολύτιμα ευρήματα».
Θαμμένοι θησαυροί
Οπως υπογραμμίζει ο Κωνσταντίνος Κοπανιάς, η τακτική αυτή, που ακολούθησαν και οι Ελληνες αρχαιολόγοι στην Κατοχή, εξακολουθεί ακόμα να εφαρμόζεται: «Είναι βέβαιο ότι πρέπει να υπάρχουν κάπου θαμμένα γλυπτά καθώς οι αρχαιολόγοι που διέφυγαν δεν μπορούσαν να πάρουν μαζί τους τα πάντα στη Δαμασκό. Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι πως οι μαχητές έχουν σκοτώσει άλλους 13 αρχαιολόγους. Ο τελευταίος έχασε τη ζωή του όταν πυρά των μαχητών έπληξαν το Μουσείο της Δαμασκού την ώρα που αυτός εργαζόταν στο τμήμα συντήρησης, όπου ήταν αναπληρωτής διευθυντής. Ηταν μόλις 37 ετών. Ακόμα και όταν το ISIS δεν έχει πρόσβαση σε αρχαιολογικό τόπο ή μουσείο, κάνει τα πάντα για να το καταστρέψει ακόμα και από μακριά με ρουκέτες».
Ο Κωνσταντίνος Κοπανιάς έχει κρατήσει επαφή με πολλούς από τους ξένους ανασκαφείς: «Οι περισσότεροι έχουν φύγει καθώς οι συνθήκες είναι επικίνδυνες. Υπάρχουν ακόμα κάποιες αποστολές, κυρίως Γερμανών και Ιταλών στη Σουλεϊμανίγια στο Κουρδιστάν. Εγώ δεν θα ήθελα ποτέ να βάλω σε κίνδυνο τους φοιτητές ή τους εργαζομένους. Το επιστημονικό θέμα δεν μπορεί να μπαίνει πάνω από το ανθρώπινο.
Αλλοι βέβαια έχουν διαφορετική αντιμετώπιση και το μόνο που κάνουν είναι να βάζουν τους συμμετέχοντες να υπογράψουν ένα χαρτί ότι, σε περίπτωση που συμβεί κάτι, εκείνοι δεν φέρουν την ευθύνη».
Ο λέκτορας του ΕΚΠΑ θεωρεί τη στάση της Δύσης εντελώς υποκριτική: «Κάθε τόσο ακούμε για κάποιο νέο ψήφισμα από τους διεθνείς οργανισμούς που καταδικάζει τη βία, αλλά αυτό δεν έχει κανένα αποτέλεσμα ούτε πρακτική βοήθεια. Ακόμα και τα ψηφίσματα που αποσκοπούν στην πάταξη του λαθρεμπορίου δεν έχουν νόημα καθώς αυτό συνεχίζεται μέσω Λιβάνου και Τουρκίας. Θεωρώ ότι, επειδή πολλές από τις αρχαιότητες έχουν να κάνουν με τον δικό μας αρχαίο πολιτισμό αλλά και τις πόλεις της ελληνιστικής περιόδου, η Ελλάδα θα έπρεπε να πρωτοστατήσει, σε συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο, για τον πόλεμο εναντίον των ισλαμιστών. Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι μόλις πάρουν τα εδάφη που θέλουν, θα στραφούν εναντίον της Ευρώπης με ακόμα μεγαλύτερο μένος και εμείς θα είμαστε μέσα στους στόχους τους».