Βάτες, γκλίτερ και γκέτες

7' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τετραγωνισμένοι ώμοι, γκέτες, «στρατηγικά» σκισμένα τζιν και περμανάντ. Κάθε εποχή έχει τη μόδα που της αξίζει και η «γκλίτερ» δεκαετία του ’80 σηματοδoτεί την υπερβολή και μια αίσθηση ατελείωτων πιθανοτήτων.

Από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Αθήνα, οι μέρες –και οι νύχτες– κυλούν με «αρχιτεκτονικές» βάτες, φο κοσμήματα σε μεγάλα μεγέθη και πουλόβερ χαλαρά δεμένα γύρω από τον λαιμό, μεταφέροντας ένα μήνυμα απενοχοποιημένης κατανάλωσης –κατά τη «Material Girl» Μαντόνα Λουίζα Βερόνικα Τσικόνε– αλλά και της κυριαρχίας της δυτικής ποπ κουλτούρας μέσω μουσικών βιντεοκλίπ που παράγουν χιτ και τάσεις.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-1

Η Αμερικανίδα Πατ Κλίβελαντ παρουσιάζει δημιουργία του Μιχάλη Πολατώφ στην επαγγελματική διοργάνωση Igedo στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, το 1988. 

Αν η 20-και-κάτι «βασίλισσα της ποπ» σοκάρει τους γηραιότερους φορώντας σταυρούς πάνω από το σουτιέν-ρούχο της, η κατά 20 χρόνια μεγαλύτερή της Τζέιν Φόντα στρέφεται στα aerobics, μια γερή δόση αερόβιας άσκησης με τη συνοδεία μπιτάτων ήχων και τεράστιας γκάμας από φορμάκια – η σειρά των 23 βίντεο της ηθοποιού αγγίζει τα 17 εκατ. σε πωλήσεις. «Ξέρετε τι βρίσκεται ανάμεσα σ’ εμένα και τα Calvins μου; Τίποτα», αναφωνεί η Μπρουκ Σιλντς, πριν το αμερικάνικο δίκτυο CBS αποσύρει τη διαφήμιση στην οποία πρωταγωνιστεί το 15χρονο μοντέλο προωθώντας τα τζιν του Calvin Klein.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-2

«Ξέρετε τι βρίσκεται ανάμεσα σ’ εμένα και τα Calvins μου; Τίποτα», λέει η Μπρουκ Σιλντς σε διαφημιστική καμπάνια του Calvin Klein το 1980.

Είναι μια εποχή που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αρχηγικό ρόλο σε αυτό που κάποια χρόνια αργότερα θα χαρακτηριστεί ως «λάιφσταϊλ». Ο δημιουργός των κοστουμιών της τηλεοπτικής «Δυναστείας» Νόλαν Μίλερ ξοδεύει 35.000 δολάρια κάθε εβδομάδα για την παραγωγή των ρούχων της Κρίστελ, την Αλέξις και του Μπλέικ – περίπου 3.000 κομμάτια για όλο το καστ από το 1981 μέχρι το 1989. Ο Ντόναλντ και η Ιβάνα Τραμπ μοιάζουν «βγαλμένοι» από κάποια αντίστοιχη, επιτυχημένη, βραδινή σαπουνόπερα.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-3

Δυναστεία α λα Τραμπ. Ο Ντόναλντ και η πρώτη του σύζυγος Ιβάνα στο ετήσιο Costume Institute γκαλά του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης το 1987.

Oμως οι τάσεις της «καθαρόαιμης» μόδας εξακολουθούν να γεννιούνται στην Ευρώπη. Στο Παρίσι ο Κλοντ Μοντανά ορίζει την εποχή του με τις δυναμικές γραμμές του, ενώ ο πρώην συγκάτοικός του, Τιερί Μιγκλέρ, προτείνει τις δικές του «γωνίες», σε σημείο παραμόρφωσης της γυναικείας σιλουέτας. Στην ίδια πόλη, το 1981, η Γιαπωνέζα σχεδιάστρια Rei Kawakubo ανατρέπει τα πάντα μέσα από μια ολοκληρωτικά μαύρη συλλογή βασισμένη στην ασυμμετρία και στην αποδόμηση του ρούχου. Την ίδια χρονιά, στο Λονδίνο, η Vivienne Westwood και ο μάνατζερ των Sex Pistols Μάλκολμ Μακλάρεν κάνουν το ντεμπούτο τους στην πασαρέλα με τη unisex συλλογή «Πειρατές». Στο Μιλάνο ο Τζόρτζιο Αρμάνι ντύνει τον «American Gigolo» Ρίτσαρντ Γκιρ και ο Τζιάνι Βερσάτσε βάζει τις βάσεις για την αυτοκρατορία του. Προϊόν της δεκαετίας και ο οίκος του Γάλλου Κριστιάν Λακρουά, ο οποίος ξεκινάει την επιχείρησή του το 1987, χάρη στην επένδυση του Μπερνάρ Αρνό, ιδρυτή της LVMH και μετέπειτα «πάπα» της βιομηχανίας της πολυτέλειας.

Η εποχή αναδεικνύει και την ανερχόμενη executive, μια γυναίκα που χρησιμοποιεί το ντύσιμο ως εργαλείο επιβολής σ’ ένα αντρικό περιβάλλον – σκεφτείτε τη μεταμόρφωση της Μέλανι Γκρίφιθ στο «Εργαζόμενο κορίτσι» του Μάικ Νίκολς το 1988. Η ηγετική γυναικεία φυσιογνωμία των ’80s, όμως, η Σιδηρά Κυρία Μάργκαρετ Θάτσερ, δεν χρειάζεται ενισχυμένη γκαρνταρόμπα για να ξεκινήσει τον Πόλεμο των Φώκλαντ ενάντια στην Αργεντινή το 1982 – της αρκεί ένα κλασικό ταγέρ, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια-πέρλες και μια καρφίτσα στο πέτο.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-4

Σιδηρά Κυρία, κλασική γκαρνταρόμπα. Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ στα μέσα της δεκαετίας του ’80.

Στο μεταξύ, τα supermodels της εποχής καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα όμορφων χαρακτηριστικών: κατάξανθο, all-American girl η Κρίστι Μπρίνκλεϊ, σκούρα επιδερμίδα για την εντυπωσιακή Ιμάν από τη Σομαλία, λευκό δέρμα και ψηλά ζυγωματικά για την Ανατολικοευρωπαία Πολίνα Πορίζκοβα. Για κάθε νέα τάση που υιοθετείται, μια ακριβώς αντίθετη αναδύεται. Doc Martens για τους skinheads, Stan Smith της Adidas και Sebago για τους νεο-σπορτίφ. «Power-suits», κοστούμια που αναβλύζουν δύναμη για τους υποψήφιους Gordon Gekko της Γουόλ Στριτ, χαλαρές, «μπάγκι» γραμμές για τους breakdancers που στροβιλίζονται στα πεζοδρόμια.

Το δερμάτινο τζάκετ του Τομ Κρουζ στο «Top Gun» το 1986 γίνεται όνειρο αλλά και πραγματικότητα για εκατομμύρια νέους, ανάμεσα στους οποίους είναι και πολλοί Έλληνες που, αντί για αερομαχίες, αρκούνται σε ένα πέρασμα από την Αυτοκίνηση του Μάκη Σαλιάρη. Η Ελλάδα του ’80 έχει αφήσει πίσω της την ιστορική απομόνωση και κοιτάζει με όρεξη την ευρωπαϊκή προοπτική.

Eνα φόρεμα με παγέτες στους ώμους, αγορασμένο από μια μπουτίκ στο Παγκράτι τη δεκαετία του 1980, δίνει το ενδυματολογικό στίγμα στον υπόγειο χώρο των Δεξαμενών Καθαρισμού στην Τεχνόπολη, στην έκθεση «GR80s». Το μότο εδώ είναι μόδα και ντίσκο μουσική και οι ντισκομπάλες «χορεύουν» Wham και Abba.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-5

Αποψη της ενότητας Μόδα και Ντίσκο στην έκθεση GR80s στην Τεχνόπολη.

«Στην Ελλάδα επικράτησε η ντίσκο το ’80, ενώ στη Νέα Υόρκη αυτό είχε γίνει την προηγούμενη δεκαετία», λέει στο «Κ» η Εφη Φαλίδα, δημοσιογράφος και επιμελήτρια μόδας, η οποία ανέλαβε το «στήσιμο» της μόδας στην έκθεση, δουλεύοντας στον ίδιο χώρο με τον δημοσιογράφο και διευθυντή του ραδιοσταθμού Kosmos Λεωνίδα Αντωνόπουλο, ο οποίος συνέλαβε το κομμάτι της μουσικής.

«Τη μόδα την προσέγγισα ως την προετοιμασία για τη νυχτερινή έξοδο, εκεί που σταματάς να έχεις την καθημερινή σου εμφάνιση για να δείξεις τον επιμελημένο σου εαυτό και να συναντήσεις τον άλλον σ’ ένα ερωτικό παιχνίδι. Υπήρχε διάχυτος ερωτισμός στα ’80s», λέει η κ. Φαλίδα.

Σεξουαλικές αναζητήσεις και απορίες είναι μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά της εποχής και «η μόδα βοηθάει πολύ σε αυτή την καταγραφή. Το σώμα είναι ο πρωταγωνιστής και το ντιζάιν τού δίνει έμφαση», συμπληρώνει.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-6

Η Τζέιν Φόντα σε φωτογράφιση για έκδοση αερόβιας άσκησης.

Η έκθεση αναδεικνύει και τη συνύπαρξη εγχώριων δημιουργών και σχεδιαστών-σταρ. «Οι Ελληνες σχεδιαστές απορροφούν πολλά από την εποχή τους», σημειώνει η κ. Φαλίδα, φέρνοντας ως παράδειγμα ένα ρούχο του Λούη Γεράρδου με έμφαση στους ώμους και τη χαρακτηριστική υπερβολή σε ένα λουκ του Ντίμη Κρίτσα. Στην Τεχνόπολη «συναντιούνται» ρούχα από σχεδιαστές όπως ο Azzedine Alaia, ο Yohji Yamamoto και ο Yves Saint Laurent –κομμάτια που την προσωπική συλλογή του σχεδιαστή Αγγελου Φρέντζου– με ρούχα Ελλήνων δημιουργών, όπως του Γιάννη Τσεκλένη και του Billy Bo από τη συλλογή του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος.

«Ο Βασίλης Κουρκουμέλης, ο Billy Bο, ήταν ο αδιαφιλονίκητος σταρ της εποχής και από πίσω ακολουθούσε ο Μιχάλης Ασλάνης και, φυσικά, ο Βασίλειος Κωστέτσος. Χρυσές εποχές προ πιστωτικών καρτών, όπου τα μετρητά χρήματα μεταφέρονταν σε χαρτόκουτες… στις τράπεζες», λέει στο «Κ» ο σχεδιαστής Βασίλης Ζούλιας, ο οποίος από το 1979 έως το 1984 εργαζόταν ως υπάλληλος στον οίκο Παρθένη και στον Billy Bo.

«Για μας ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση τα ’80s. Είναι η εποχή που απογειωνόμαστε, στην Αμερική πουλούσαμε σε 17 καταστήματα της αλυσίδας Neiman Marcus, στο τμήμα με τους Ευρωπαίους σχεδιαστές», θυμάται ο σχεδιαστής και πιο στενός συνεργάτης του Billy Bo Μάκης Τσέλιος.

Χαρακτηριστικά κομμάτια του οίκου είναι τα φορέματα-πουκάμισα σε μεταξωτό και ριγέ κοτόν, τα πολύχρωμα πουλόβερ με στολίδια και πάτσγουορκ και τα σταμπωτά μακό. «Στο King George, όπου πραγματοποιούνταν οι επιδείξεις μας με διεθνή μοντέλα όπως η Κίρατ και η Πατ Κλίβελαντ, η μουσική που χρησιμοποιούσαμε γινόταν αμέσως στυλ και την άκουγαν όλοι, αυτό που έδειχνε ο Βασίλης στο μαλλί, στο ντύσιμο, δημιουργούσε τάση. Οπου πήγαινε γινόταν θόρυβος. Ο χώρος μας ήταν ένα σχολείο για τους μακιγιέρ, τους φωτογράφους», σχολιάζει ο Τσέλιος. «Ηταν μια εποχή απέραντης δημιουργίας με φοβερές εναλλαγές, με αποκορύφωμα στιγμές όπως οι στολές για την ελληνική ολυμπιακή αποστολή στο Λος Αντζελες το 1984 και θεατρικές παραστάσεις».

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-7

Who's That Girl; Η Μαντόνα και ο ηθοποιός Γκρίφιν Νταν στα γυρίσματα της ταινίας του Τζέιμς Φόλεϊ το 1987.

Η ίδια εποχή «ανήκει» και σε δημιουργούς όπως η δυναμικά ρομαντική Λουκία και ο θεατρικός Μιχάλης Πολατώφ, αλλά και στα ατελιέ του Φιλήμονα, του Χρήστου Μαΐλη και του Κώστα Φαλιάκου, όπου οι παραγγελίες εκτελούνται από έμπειρα χέρια.

Τα πρόσωπα που «μεταφέρουν» την οπτική των Ελλήνων σχεδιαστών είναι μανεκέν, όπως η Μπέλλα Αδαμοπούλου, η Βανέσσα, η Λάουρα Ντε Νίγρις και η Μαίρη Δρακοπούλου, ενώ στις σελίδες του περιοδικού «Γυναίκα» παρελαύνει το «ντόπιο» και διεθνές στυλ.

«Στη “Γυναίκα” τότε ήμασταν μια παρέα που πληρωνόταν για να κάνει το κέφι της. Ημασταν όλοι τρελοί για τη μόδα και δημιουργούσαμε με το τίποτα υπέροχες ιστορίες», λέει ο Βασίλης Ζούλιας, στυλίστας τότε στο περιοδικό. 

Προς τα τέλη της δεκαετίας εμφανίζεται το «προβοκατόρικο» ΚΛΙΚ, ενώ την είσοδό τους στην εγχώρια αγορά κάνουν και οι ελληνικές εκδόσεις διεθνών τίτλων, όπως το Elle και το Marie Claire. Το διεθνές άρωμα συνεχίζεται σε μπουτίκ όπως η Galleries Jade, όπου φιλοξενούνται συλλογές των Versace και Gianfranco Ferre και η Renata της Νίτσας Σαπουντζή, όπου οι πελάτισσες ανακαλύπτουν την Donna Karan και τον Franco Moschino. Ενας διορατικός παίκτης, ο Λάκης Γαβαλάς, ανοίγει το πρώτο του κατάστημα στην Αθήνα το 1982, λανσάροντας την ιταλική Trussardi, πριν ακολουθήσουν τα Krizia Jeans και οι Dolce & Gabbana.

Βάτες, γκλίτερ και γκέτες-8

Η Τζόαν Κόλινς (Αλέξις), ο Τζον Φόρσαϊθ (Μπλέικ) και η Λίντα Εβανς (Κρίσταλ) ντυμένοι από τον Νόλαν Μίλερ το 1982.

Στον δημιουργικό αντίποδα, η εξωστρέφεια του ελληνικού ντιζάιν έχει ως βάση την Αμερική, όπου συνεχίζεται η επιτυχία του Γιάννη Τσεκλένη και ο οίκος Παρθένης παρουσιάζει τεράστια ανάπτυξη. Προς το τέλος της δεκαετίας, το Παρίσι ανακαλύπτει τα μαγιό και τα εσώρουχα του Νίκου Αποστολόπουλου. Πίσω στην Ελλάδα, τα έσοδα από τις εξαγωγές της ελληνικής βιομηχανίας μόδας φτάνουν τα 2,5 δις δολάρια το 1988, επιτυχία που βασίζεται στην παραγωγή «φασόν». Εναν χρόνο πριν, ο Billy Bo υποκύπτει στο AIDS.

Για τους νοσταλγούς, η επιστροφή των ρολαρισμένων τζιν και των γυαλιών ηλίου με καθρέφτες επιτρέπει αισθήματα στυλιστικής αναβίωσης. «Το μόνο που έχει μείνει από εκείνη την εποχή σήμερα είναι οι άνθρωποι-επιζήσαντες των ’80s και, φυσικά, αρκετές επιχειρήσεις με διάδοχη ή όχι κατάσταση», καταλήγει ο Βασίλης Ζούλιας. «Ολα τα άλλα έχουν αλλάξει ανεπιστρεπτί… Κάποτε τα λεφτά έμπαιναν στις σακούλες σκουπιδιών… Σήμερα κάποιοι ψάχνουν τις σακούλες σκουπιδιών… Η απόσταση είναι τεράστια». 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή