Φραντς Μπεκενμπάουερ: Ενας αυτοκράτορας στο πόντιουμ της ομάδας του

Φραντς Μπεκενμπάουερ: Ενας αυτοκράτορας στο πόντιουμ της ομάδας του

Με «βγαλμένο» ώμο πρωταγωνίστησε στο «παιχνίδι του αιώνα» στο Μουντιάλ του 1970 στο Μεξικό. Η Γερμανία ηττήθηκε στην παράταση από την Ιταλία με 4-3, αλλά ο Φραντς κατοχύρωσε τον τίτλο του «Κάιζερ»

4' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέξικο Σίτι, 17 Ιουνίου 1970. Το γιγάντιο «Στάδιο Αζτέκα» δονείται από τις ιαχές 100.000 θεατών που παρακολουθούν έναν παθιασμένο ημιτελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η Ιταλία μάχεται με τη Δυτική Γερμανία και οι προσδοκίες είναι και στα δύο στρατόπεδα μεγάλες: οι Γερμανοί έχουν μόλις αποκλείσει την Αγγλία (που τέσσερα χρόνια νωρίτερα τους είχε πάρει τον τίτλο μέσα από τα χέρια), ενώ οι Ιταλοί έχουν αποκλείσει το Μεξικό, τη διοργανώτρια χώρα.

Με την Ιταλία να προηγείται με ένα γκολ και τον χρόνο να λιγοστεύει, ο Γερμανός μέσος Φραντς Μπεκενμπάουερ δέχεται ένα δυνατό τάκλιν και σωριάζεται στο έδαφος. Μαθαίνει από τον γιατρό πως έχει πάθει εξάρθρωση ώμου αλλά αποφασίζει να μείνει στο γήπεδο, εφόσον η ομάδα του έχει εξαντλήσει όλες τις διαθέσιμες αλλαγές της. Οι Γερμανοί τελικά ισοφαρίζουν στο τελευταίο λεπτό και το παιχνίδι συνεχίζεται σε μια δραματική παράταση με απίστευτες ανατροπές. Οι Ιταλοί τελικά επικρατούν στο θρίλερ με σκορ 4-3.

Λένε πως όσα συνέβησαν εκείνη τη μέρα συνιστούν τα πιο συναρπαστικά 30 λεπτά στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ηταν η πρώτη και μοναδική φορά στην ιστορία του αθλήματος που σημειώθηκαν πέντε γκολ στην παράταση. Ο αγώνας απέκτησε τον μυθιστορηματικό τίτλο «Το παιχνίδι του αιώνα» και μέσα του στάθηκε σεμνός πρωταγωνιστής ο 25χρονος Βαυαρός με το κομψό στυλ, το εγκεφαλικό παίξιμο και την ψύχραιμη ιδιοσυγκρασία, που πάλεψε μέχρι το τέλος φορώντας έναν αυτοσχέδιο επίδεσμο που κράταγε στη θέση του τον βγαλμένο του ώμο. Με την ηρωική, ιστορική του αυτή εμφάνιση είχε κερδίσει ήδη μια θέση στο πάνθεον του ποδοσφαίρου. Ομως τον περίμεναν ακόμα μεγαλύτερες διακρίσεις. Λίγοι κατάφεραν στον χώρο του ποδοσφαίρου όσα κατάφερε εκείνος. Κέρδισε δύο φορές Παγκόσμιο Κύπελλο (τη μία φορά ως παίκτης και την άλλη ως προπονητής), την Μπουντεσλίγκα πέντε φορές ως παίκτης και μία ως προπονητής και το Ευρωπαϊκό Κύπελλο Πρωταθλητριών τρεις φορές ως παίκτης. Ο «Κάιζερ», όπως τον ονόμασαν, έφυγε από τη ζωή στις 7 Ιανουαρίου στα 78 του χρόνια.

Γεννήθηκε το 1945, στο τέλος του πολέμου, μέσα στα ερείπια του βομβαρδισμένου Μονάχου, γιος διευθυντή τοπικού ταχυδρομείου σε εργατική συνοικία. Αρχισε να παίζει ποδόσφαιρο σε ηλικία 9 ετών και στα 14 του εντάχθηκε στην ομάδα νέων της Μπάγερν, ενώ έκανε το ντεμπούτο του με την Μπάγερν Μονάχου το 1964 πρώτα ως εξωτερικός αριστερός επιθετικός και αμέσως μετά ως μέσος. Μόλις στην πρώτη του σεζόν στο περιφερειακό πρωτάθλημα βοήθησε τον σύλλογο να ανέβει στην τότε νεοσύστατη Μπουντεσλίγκα. Εγινε αρχηγός της ομάδας και την οδήγησε σε τέσσερις εθνικούς τίτλους και τρία συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών (1974-1976).

Το 1965, ένα χρόνο μετά το πρώτο του ντεμπούτο στην Μπάγερν, ξεκίνησε και τη διεθνή ποδοσφαιρική του καριέρα, παίζοντας για την ομάδα της χώρας του επί 12 χρόνια (από το 1971 και ως αρχηγός) και σκοράροντας 14 γκολ σε 103 παιχνίδια, οδηγώντας την στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 1972 και του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1974.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 (ακολουθώντας το παράδειγμα του Πελέ) άρχισε να παίζει για τη New York Cosmos, συμβάλλοντας στην επιτυχή πορεία της ομάδας στο εκεί πρωτάθλημα.

Υστερα από μια επιστροφή στο γερμανικό ποδόσφαιρο στην ομάδα του Αμβούργου (1980-1982), έβαλε το 1984 ένα ένδοξο τέλος στην καριέρα του ως παίκτης και την ίδια χρονιά διορίστηκε προπονητής της εθνικής ομάδας, οδηγώντας την στον τελικό του Μουντιάλ του Μεξικού το 1986, όπου έχασε από την Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στον τελικό του Μουντιάλ της Ιταλίας του 1990, πήρε τη ρεβάνς από τους Αργεντίνους, ανεβαίνοντας στην κορυφή του κόσμου και κατακτώντας τη θέση του πρώτου ποδοσφαιριστή που είχε κερδίσει Μουντιάλ και ως παίκτης αλλά και ως μάνατζερ.

Το 1991 εξελέγη αντιπρόεδρος της Μπάγερν και από το 1994 έως το 2009 διετέλεσε πρόεδρος του συλλόγου και αργότερα επίτιμος πρόεδρος. Επιπλέον, υπήρξε ένας από τους αντιπροέδρους της Γερμανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας από το 1998 έως το 2010. Συνέβαλε τα μάλα στην επιτυχή υποψηφιότητα της Γερμανίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 και στη συνέχεια έγινε επικεφαλής της οργανωτικής του επιτροπής. Ηταν, μάλιστα, τέτοια η επιτυχία εκείνου του Μουντιάλ, που τα εγχώρια μέσα τον αποκάλεσαν Die Lichtgestalt («φιγούρα φωτός»).

Αυτή η φωτεινή, χαρισματική πλευρά της προσωπικότητάς του, τελικά έσωσε και την υστεροφημία του από τη σκιά που έριχναν στην καριέρα του μια σειρά ισχυρισμών διαφθοράς. «Ο Κάιζερ μας πέθανε», ανακοίνωνε θρηνητικά το εξώφυλλο της Bild της περασμένης Τρίτης. «Ηταν ένας από τους καλύτερους παίκτες που έχει δει ποτέ το άθλημά μας», δήλωσε ο πρόεδρος της γερμανικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας Μπερντ Νόιεντορφ. «Με την ελαφρότητα, την κομψότητα και το όραμά του, έθεσε πρότυπα στο γήπεδο, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ αφήνει μια μεγάλη κληρονομιά για την ομοσπονδία και το ποδόσφαιρο συνολικά». Ο Γερμανός Καγκελάριος Ολαφ Σολτς έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Ενέπνευσε γενιές ενθουσιασμού για το γερμανικό ποδόσφαιρο. Θα μας λείψει».

Στη συλλογική συνείδηση έγινε ένα σύμβολο, ένας πρωτοποριακός παίκτης και προπονητής που άλλαξε το παιχνίδι. «Ηταν πάντα δύσκολο να προσδιοριστεί η θέση του Μπεκενμπάουερ», είχε γράψει γι’ αυτόν ένας από τους πιο σπουδαίους Αγγλους ποδοσφαιριστές, ο Τζεφ Χερστ. «Είχε ξεκινήσει τη διεθνή καριέρα του λειτουργώντας κυρίως ως κεντρικός χαφ, αλλά μέχρι το ’72 δημιούργησε μια εντελώς νέα θέση για τον εαυτό του. Χαιρόταν να κάνει απίστευτες διαδρομές με την μπάλα από την καρδιά της άμυνας στην καρδιά της αντίπαλης ομάδας. Μάζευε την μπάλα, έσπρωχνε μπροστά και ενορχήστρωνε επιθέσεις. Ηταν η ραχοκοκαλιά της ομάδας, εκπληρώνοντας τις δουλειές που κανονικά θα περίμενες να κατανεμηθούν μεταξύ δύο ή τριών παικτών.

Γυρνώντας πίσω τη ματιά μας στο Στάδιο Αζτέκα τον Ιούνιο του 1970, με την Ιταλία και τη Δυτική Γερμανία να μάχονται στο «παιχνίδι του αιώνα», διαβάζουμε τι είχε πει κάποτε ο ίδιος ο «Κάιζερ» για μια εποχή αθωότητας που έχει πια χαθεί: «Το 1970 ήταν ένα υπέροχο τουρνουά. Οι οπαδοί ήταν φανατικοί και η ασφάλεια του γηπέδου δεν ήταν τόσο έντονη εκείνες τις μέρες. Υπήρχε μόνο ένας ένοπλος αστυνομικός που καθόταν έξω από την είσοδο. Προφανώς, αυτό θα ήταν αδιανόητο σήμερα. Τότε όμως όλα ήταν πιο χαλαρά. Οι αγώνες στο Μεξικό ήταν πολύχρωμοι. Η χώρα γέλασε, και το ποδόσφαιρο χόρεψε».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή