«Η Σμύρνη κάηκε, αλλά η Σμύρνη ζει»

«Η Σμύρνη κάηκε, αλλά η Σμύρνη ζει»

Δύο καλαίσθητα ημερολόγια-λευκώματα του 2022 για την «καλλίστη πασών» των πόλεων, το «Παρίσι της Ανατολής»

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επετειακό έτος το 2022, καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, είναι φυσικό να «φιλοξενήσει» στη διάρκειά του εκδηλώσεις και εκδόσεις τόσο για το εν λόγω γεγονός όσο και για τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας εν γένει. Πολύτιμη και άκρως ενδιαφέρουσα «εισαγωγή» στην πλούσια –όπως αναμένεται– εκδοτική παραγωγή αποτελούν δύο καλαίσθητα ημερολόγια-λευκώματα του 2022 που κυκλοφόρησαν ενόψει της χρονιάς αυτής.

Το πρώτο εκδόθηκε από την Ενωση Σμυρναίων, στηρίχθηκε αποκλειστικά στο δικό της αρχειακό υλικό και παρουσιάζει την πολυσχιδή προσφορά της «καλλίστης πασών» των πόλεων (κατά τον Στράβωνα) σε όλους τους τομείς του πολιτισμού κατά τη διάρκεια πέντε αιώνων (από τον 16ο έως το 1919), περίοδο κατά την οποία το πολυπληθέστατο ελληνικό στοιχείο της πόλης πρωταγωνιστούσε στην πολύμορφη οικονομική και πολιτισμική της άνθηση.

Δημιούργημα –το 1936– των Σμυρνιών που κατόρθωσαν να φύγουν ζωντανοί από τη φωτιά και τον όλεθρο, η Ενωση Σμυρναίων με αυτή την έκδοση επιχειρεί –όπως σημειώνεται στο εισαγωγικό σημείωμα– «να προσφέρει την οφειλόμενη τιμή στους παππούδες και στους πατέρες μας, σε όλους εκείνους που έβαλαν και το δικό τους λιθαράκι στο λαμπρό οικοδόμημα, που επί τριάντα και πλέον αιώνες φώτιζε τον κόσμο ολόκληρο».

«Η Σμύρνη κάηκε, αλλά η Σμύρνη ζει»-1

Ξεφυλλίζοντας κανείς το φροντισμένο ημερολόγιο νιώθει πως οι δημιουργοί του πέτυχαν τον στόχο τους, «ιχνογραφώντας» μια κατατοπιστική εικόνα για την πρωτεύουσα του μικρασιατικού ελληνισμού και τη ζωή σε αυτήν πριν από τα δραματικά γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1922.

Τον πέτυχαν δίνοντας έντυπη μορφή σε σύγχρονες φωτογραφίες αρχαιολογικών χώρων αλλά και φωτογραφίες των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, χαρακτικά και επιστολικά δελτάρια, έγγραφα και επιστολές, θρησκευτικά κειμήλια και αναμνηστικά μετάλλια, περιοδικά και εφημερίδες, ξυλόγλυπτα και σφραγίδες, συσκευασίες προϊόντων και βέρες, πορσελάνινα πιάτα και άλλα διακοσμητικά – τμήματα όλα του πολύτιμου θησαυρού που περιέχεται στις συλλογές της Ενωσης. Κι επίσης το πέτυχαν παρουσιάζοντας τόσο τους ανθρώπους που διαμόρφωσαν ως «πρωταγωνιστές» την ακμάζουσα, πολυεθνική και πολυπολιτισμική «Γκιαούρ Ιζμίρ» (τη Σμύρνη των Απίστων) όσο και τους «δευτεραγωνιστές», τους ανθρώπους της καθημερινής ζωής, που εκφράστηκαν μέσα από τις διεκδικήσεις, μέσα από την παιδεία, την αγάπη τους για τη θρησκεία και τον πολιτισμό.

«Οφειλόμενη τιμή στους παππούδες και στους πατέρες μας, σε όλους εκείνους που έβαλαν και το δικό τους λιθαράκι στο λαμπρό οικοδόμημα».

Το δεύτερο ημερολόγιο εκδόθηκε από το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και «ταξιδεύει» τον αναγνώστη στην κοσμοπολίτισσα και πολυπολιτισμική Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα, στην πόλη των γραμμάτων και τεχνών, στην πόλη των Ελλήνων. Στο «Παρίσι της Ανατολής» του Σατομπριάν, την «πριγκηπέσσα Σμύρνη» του Ουγκώ, «το μαργαριτάρι και το μάτι της Ανατολής» του Ντεσάμπ, «τη βασιλοπούλα, το ατίμητο ρουμπίνι στην Ανατολή» του Κωστή Παλαμά.

Στο ταξίδι, κύριο «όχημα» αποτελεί η εικόνα – φωτογραφίες και επιστολικά δελτάρια από το πλούσιο Φωτογραφικό Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος. Η ατμόσφαιρα που δίνει η εικόνα εμπλουτίζεται από αποσπάσματα λογοτεχνικών κειμένων που αντλήθηκαν από έργα συγγραφέων, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν μικρασιατική καταγωγή, όπως ο Γιώργος Σεφέρης, ο Ηλίας Βενέζης, ο Κοσμάς Πολίτης και η Διδώ Σωτηρίου.

Το εικονογραφικό υλικό που παρατίθεται επιβεβαιώνει πλήρως την επισήμανση του εισαγωγικού κειμένου: «Η νεότερη Σμύρνη, αυτή που καταστράφηκε στην πυρκαγιά του 1922, ζούσε σε μια πολιτισμική και θρησκευτική ανεκτικότητα. Πολλές εθνότητες και εθνικότητες διαβιούσαν αρμονικά· συνυπήρχαν με θεαματικό τρόπο η Δύση και η Ανατολή».

Η πολύβουη προκυμαία της Σμύρνης –«της Σμύρνης το μεγάλο Και/ που το θαυμάζουν όλοι» (Γ. Σουρής)–, το λιμάνι της με την εμπορική του κίνηση, οι συνοικίες και οι εκκλησίες της, η Γέφυρα των Καραβανιών και το ρωμαϊκό υδραγωγείο, τα καφενεία και οι λέσχες, τα προάστια και το εμπόριο σύκων, το διοικητήριο και ο σιδηροδρομικός σταθμός του Αϊδινίου, οι αυτοκρατορικοί στρατώνες και το θέατρο εναλλάσσονται στις σελίδες του ημερολογίου και συνοδεύονται αρμονικά από τα προαναφερθέντα αποσπάσματα.

Αυτή η Σμύρνη, καταλήγει στο εισαγωγικό της κείμενο η Α. Μαρκασιώτη, επιμελήτρια Φωτογραφικού Αρχείου του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, δεν υπάρχει πια. «Οι φλόγες όμως δεν κατόρθωσαν να σβήσουν τη μνήμη. Τη μνήμη-αφηγητή που ελεύθερα περιπλανάται συντροφιά με την επιθυμία, ίσως και με τη φαντασία. Η Σμύρνη κάηκε, αλλά η Σμύρνη ζει, είναι πια μια νοερή πολιτεία. Αποσυνδέθηκε από την πραγματικότητα, ταξίδεψε και εγκαταστάθηκε στη συλλογική μνήμη. Ετσι μετατράπηκε σε κληρονομιά, σε ανάμνηση, γλυκιά και πικρή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή