Με χρώμα από τα μιούζικαλ

Το Εθνικό Θέατρο παρουσιάζει τον «Ιμπρεσάριο από τη Σμύρνη», σε σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Τα δύο βιβλία που μελέτησα περισσότερο στη ζωή μου –και που δεν θα μετανιώσω ποτέ που τα χρησιμοποίησα– είναι ο Κόσμος και το Θέατρο».
Κάρλο Γκολντόνι (1707-1793)

Σε δημοσιεύματα του ελληνικού Tύπου του 19ου αιώνα χαρακτηρίζεται ως ο «Μολιέρος της Ιταλίας» και οι κριτικοί της εποχής υπογραμμίζουν τις αρετές των κωμωδιών του, την προσήλωσή του σε θέματα «εκ του αληθούς βίου», την πιστή απεικόνιση των ηθών, την ποικιλία των χαρακτήρων και τη «ζωηρότητα» των διαλόγων. Ο Κάρλο Γκολντόνι είναι ο συγγραφέας που ανανέωσε με χάρη, ρυθμό και κέφι το θέατρο του αυτοσχεδιασμού. Κατηγορήθηκε ως ο «νεκροθάφτης» της commedia dell arte, αλλά η ειρωνεία της Ιστορίας θέλησε να επανέλθει στην επικαιρότητα, μέσα από τις σκηνικές αναζητήσεις για την αναγέννησή της.

Ο Γκολντόνι ανακαλύπτει ότι η πραγματική ζωή είναι πιο θεατρική από το ίδιο το θέατρο. Πιστεύει ότι το ζωντανό βίωμα υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια ενός σκηνικού βιώματος και όπως αναφέρει στο έργο του «Το κωμικό θέατρο» (1750) το κοινό της εποχής του είχε βαρεθεί να «βλέπει τα ίδια πράγματα» και να «ακούει τα ίδια λόγια» επί σκηνής. Ως γνήσιος διαφωτιστής, αναδεικνύει μέσω των κωμωδιών του μια «διασκεδαστική» αλλά και σύνθετη αλήθεια. Ετσι, όταν πέφτει η αυλαία μιας γκολντονικής παράστασης, ο θεατής έχει βιώσει μια βαθιά και ουσιαστική γνώση των σχέσεων και των καταστάσεων της καθημερινής ζωής του.

Ο «Ιμπρεσάριος από τη Σμύρνη» (1757) είναι η δεύτερη παράσταση που ανεβαίνει φέτος στο Εθνικό Θέατρο με θεματικό πυρήνα τη ματαιοδοξία των καλλιτεχνών και ιδίως τη φιλαυτία των γυναικών ηθοποιών. Το κεφάτο μιούζικαλ «Μια νύχτα στην Επίδαυρο» του Νίκου Καραθάνου αφιερώθηκε επίσης στη μικροψυχία, στις αντιζηλίες και στην υποκρισία των καλλιτεχνών με διάθεση αυτοσαρκασμού, σε ένα θέαμα αυτοαναφορικότητας.

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου σκηνοθέτησε τον «Ιμπρεσάριο» με σαφείς αναφορές στην αισθητική του μιούζικαλ, τηρώντας παράλληλα τον «χορωδιακό χαρακτήρα» του γκολντονικού έργου, όπου όλα τα δραματικά πρόσωπα, πρωτεύοντα και δευτερεύοντα, συμβάλλουν με τον δικό τους ουσιαστικό τρόπο στην εξέλιξη της δράσης.

Η υπόθεση της κωμωδίας αντλείται από τις πραγματικές συνθήκες της οργάνωσης και λειτουργίας των ιταλικών θιάσων του 18ου αιώνα. Ο εύπορος Τούρκος ιμπρεσάριος Αλή απευθύνεται σε δύο ατζέντηδες, προκειμένου να τον βοηθήσουν να οργανώσει τον θίασό του, με σκοπό να συστήσει την τέχνη της όπερας στη Σμύρνη. Γοητεύεται από τρεις σοπράνο, αλλά οι διαρκείς τσακωμοί τους για το ποια θα είναι η πριμαντόνα του θιάσου και οι υπερβολικές απαιτήσεις όλων των εμπλεκομένων τον κάνουν να αλλάξει το σχέδιό του και να επιστρέψει στη Σμύρνη. Πρόσφερε ωστόσο στον θίασο ένα χρηματικό ποσό ως δώρο, μια πράξη που λειτούργησε ενοποιητικά για τις τρεις αντίζηλες τραγουδίστριες.

Ο Γκολντόνι ανακαλύπτει ότι η πραγματική ζωή είναι πιο θεατρική από το ίδιο το θέατρο.

Ο Παπαβασιλείου έχοντας εντρυφήσει στον Γκολντόνι (είναι η έκτη φορά που σκηνοθετεί έργο του Βενετού συγγραφέα) τήρησε την αρχή της συλλογικότητας και απέδωσε τις ισορροπίες των συνόλων των ηθοποιών με γνώση και μέτρο, σκηνοθετώντας τον «Ιμπρεσάριο» ως drama giocoso, αναδεικνύοντας τις ανάλαφρες και διασκεδαστικές αποχρώσεις της γκολντονικής κωμωδίας. Αποκρυπτογράφησε την ιδιαίτερη κωμική υφή και ποιότητα της δραματουργίας του έργου, τονίζοντας τον ευφρόσυνο μουσικό χαρακτήρα του. Πρότεινε μια ενδιαφέρουσα στο σύνολό της σημειολογική προσέγγιση του γκολντονικού milieu.

Ωστόσο, του διέφυγε ένα στοιχείο: Απέδωσε υπερβολική γραφικότητα στον Ιμπρεσάριο με αποτέλεσμα να χαθεί η αληθινή διάσταση του ρόλου και να υπερτονιστεί η ανατολίτικη ταυτότητα του πρωταγωνιστή, σε αντιδιαστολή με τα δυτικά ευρωπαϊκά ήθη. Οι κωμωδίες του Γκολντόνι αντιπροσωπεύουν μια ιδιαίτερη διάσταση του κωμικού. Είναι κωμωδίες λεπτών τόνων και λειτουργούν ως αντίβαρο στο φαρσικό είδος.

Ιδιαίτερη αναφορά στο εντυπωσιακό σκηνικό και στα εκκεντρικά κοστούμια, που επιμελήθηκε ο Αγγελος Μέντης, στη χορογραφία του Φωκά Ευαγγελινού, στη μουσική του Γιώργου Δούσου και στις περούκες του Κωνσταντίνου Κολιούση. Φώτισαν με τον δικό τους τρόπο τη γοητεία του γκολντονικού θεάματος. Πέρασαν από την όπερα στον αμανέ, από τη Δύση στην Ανατολή, υπηρετώντας την αυθεντική και γνήσια θεατρικότητα.

Σαν βενετσιάνικη δαντέλα

Η Αγορίτσα Οικονόμου ως Βενετσιάνα Τονίνα ντυμένη στα τιγρέ, η Ιωάννα Μαυρέα ως Μπολονέζα Αννίνα και η Δάφνη Λαμπρόγιαννη ως Φλωρεντινή Λουκρέτσια έδωσαν μαθήματα υποκριτικής, κεντώντας πάνω στον καμβά και του αυτοσχεδιασμού, την κοκεταρία, την υστερία, την έλλειψη ταλέντου των τριών θηλυκών υπάρξεων σε μια κραυγαλέα απόπειρα αλληλοεξόντωσής τους. Ο Θέμης Πάνου σε μια απολαυστική κωμική ερμηνεία του ιμπρεσάριου Αλή παίζει με την ανατολίτικη προφορά, τις γκριμάτσες και τη σωματική υπόσταση του Ανατολίτη. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, ως Κόμης Λάσκα, διερεύνησε με το εύστοχο ερμηνευτικό του βλέμμα τη σχέση της τέχνης και του πολιτιστικού εμπορεύματος. Ο ταλαντούχος Λαέρτης Μαλκότσης, εξαιρετικός Πασκουαλίνο που υποφέρει από την κτητική και ζηλιάρα σύντροφό του.

Σαντέζες, κόμητες, μουσικοί, υπηρέτες, ακροβάτες, καθαρίστριες, χανούμισσες, γιουσουφάκια συνθέτουν το γκολντονικό σύμπαν της παράστασης του Εθνικού, όπου το μήνυμα μεταδίδεται καθαρό και χωρίς υπονοούμενα: «Τι κολασμένο επάγγελμα αυτό του ιμπρεσάριου! Τραβάνε των παθών τους τον τάραχο και τι αποκομίζουν; Αποτυχίες…».

Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή