Ντιμπέιτ για το νομοσχέδιο του ελληνικού τραγουδιού – Αντιδράσεις και απαντήσεις

Ντιμπέιτ για το νομοσχέδιο του ελληνικού τραγουδιού – Αντιδράσεις και απαντήσεις

Μιλούν στην «Κ» η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο τραγουδοποιός Στάθης Δρογώσης, η παραγωγός ταινιών Φένια Κοσοβίτσα και ο νομικός Γεωργανδρέας Ζάννος

4' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εστω ότι μια υποθετική κινηματογραφική ταινία επενδύεται μουσικά κυρίως με τραγούδια σαν τη «Μισιρλού», που διαθέτουν ελληνικό στίχο και έχουν διασκευαστεί ορχηστρικά. Μια τέτοια ταινία θα συμφωνούσε με τα μέτρα για την προστασία και ενίσχυση του ελληνόφωνου τραγουδιού που προβλέπονται στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΥΠΠΟ; Ναι, καθώς το νομοσχέδιο προτείνει ότι οι δημόσια χρηματοδοτούμενες οπτικοακουστικές παραγωγές και ταινίες υποχρεούνται να ενσωματώνουν ελληνόφωνα τραγούδια ή ορχηστρική απόδοσή τους σε ποσοστό 70%. Τι θα γινόταν όμως με το αγγλόφωνο «Crazy Girl», από την ταινία «Οι θαλασσιές οι χάντρες»; Το νομοσχέδιο έχει προκαλέσει τέτοια ερωτήματα και ένα ακόμα θέτει η Φένια Κοσοβίτσα, παραγωγός και πρόεδρος του Συνδέσμου Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Εργων (ΣΑΠΟΕ). «Δηλαδή ο “Κυνόδοντας” δεν θα έπαιρνε δημόσια χρηματοδότηση;», διερωτάται για μια ταινία όπου ακούγονται περίπου ισάριθμα ελληνόφωνα και αγγλόφωνα τραγούδια. «Αν κάποιος κάνει ταινία τη ζωή της Μαρίας Κάλλας που τραγουδούσε άριες στα ιταλικά, δεν θα λάμβανε χρήματα;», συνεχίζει η παραγωγός, παραπέμποντας σε ανακοίνωση του ΣΑΠΟΕ που κάνει λόγω για αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου.

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη τονίζει ότι οι ταινίες «θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται έτσι όπως χρηματοδοτούνται», καθώς το νομοσχέδιο –το οποίο «αφορά μόνο ελληνικά έργα που χρηματοδοτούνται από δημόσιους πόρους, όχι ξένες παραγωγές»– δεν σχετίζεται με κριτήρια χρηματοδότησης. «Τα κριτήρια χρηματοδότησης δεν αλλάζουν και το νομοσχέδιο δεν προβλέπει κάποια ποινή», υπογραμμίζει η υπουργός, αν και η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου κάνει λόγο για υποχρεωτική ποσόστωση ελληνόφωνων τραγουδιών σε οπτικοακουστικές παραγωγές και ταινίες. Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, εξηγεί η κ. Μενδώνη, «θα ακούσουμε όλα τα σχόλια και τον δημόσιο διάλογο και θα διαμορφώσουμε το τελικό σχέδιο».

Κριτική στο νομοσχέδιο άσκησε και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων, η οποία έκανε λόγο για «κρατικό παρεμβατισμό» και προειδοποίησε ότι «οι επιχειρήσεις θα προτιμήσουν να αφαιρέσουν τη μουσική από τους κοινόχρηστους χώρους τους». Ανάλογη ήταν και η ανακοίνωση της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών. Το νομοσχέδιο που παρουσίασε αναλυτικά η «Κ» (2/3/2024) ορίζει μεν οικονομικά κίνητρα για ραδιοφωνικούς σταθμούς ξενόγλωσσου ρεπερτορίου που θα μεταδώσουν και ελληνόφωνα τραγούδια, αλλά προτείνει και υποχρεωτικά ποσοστά δημόσιας εκτέλεσης ελληνόφωνων τραγουδιών σε κοινόχρηστους χώρους με μουσική (τουλάχιστον 45% για ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα, καζίνο και χώρους αναμονής μέσων μαζικής μεταφοράς).

«Θα ακούσουμε όλα τα σχόλια και τον δημόσιο διάλογο και θα διαμορφώσουμε το τελικό σχέδιο», λέει στην «Κ» η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.

«Είναι γνωστό ότι το ελληνικό τραγούδι έχει πρόβλημα», λέει στην «Κ» η υπουργός και συνεχίζει: «Οπως προκύπτει από στοιχεία των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης, το ελληνικό ρεπερτόριο ακούγεται χοντρικά κατά 30% και το ξένο κατά 70%. Συν τω χρόνω το ποσοστό αυτό διαρκώς φθίνει. Και το γεγονός ότι σε μια παγκοσμιοποιημένη εποχή το ξενόγλωσσο τραγούδι επεκτείνεται, μας υποχρεώνει να λάβουμε μέτρα για να υποστηρίξουμε τους Ελληνες δημιουργούς». Οπως εξηγεί, οι διατάξεις π.χ. για τα ξενοδοχεία δεν αφορούν τους χώρους εστίασης ή τις πισίνες, αλλά τους χώρους αναμονής και τα ασανσέρ με μουσική, «δηλαδή έναν ελάχιστο χώρο και χρόνο της δραστηριότητάς τους». Το σημαντικό, όπως τονίζει, είναι ότι ενώ ο κινηματογράφος και τα θέατρα χρηματοδοτούνται και ενισχύονται εδώ και χρόνια, «είναι η πρώτη φορά που προσπαθούμε να κάνουμε κάτι για να ενισχύσουμε το ελληνόφωνο τραγούδι και τους Ελληνες δημιουργούς, τη στιγμή μάλιστα που στη σύγχρονη συνθήκη, η τέχνη και τα έσοδά τους φθίνουν».

Ντιμπέιτ για το νομοσχέδιο του ελληνικού τραγουδιού  – Αντιδράσεις και απαντήσεις-1
«Δηλαδή ο “Κυνόδοντας» δεν θα έπαιρνε χρηματοδότηση;», αναρωτιέται η παραγωγός Φένια Κοσοβίτσα, αναφερόμενη στο νομοσχέδιο που προτείνει ελάχιστη ποσόστωση ελληνόφωνων τραγουδιών σε δημόσια χρηματοδοτούμενες ταινίες. Στη φωτογραφία, σκηνή από την ταινία του Γιώργου Λάνθιμου. 

Από την πλευρά τους, οι τραγουδοποιοί εμφανίζονται ικανοποιημένοι με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο. Ο μουσικός Στάθης Δρογώσης τονίζει κι εκείνος ότι «το ελληνικό τραγούδι δεν είχε πάρει καμία στήριξη, άμεση ή έμμεση, παρόλο που κι εμείς έχουμε ανάγκη παραγωγής δίσκων» και θυμίζει ότι οι δημιουργοί ζητούσαν καιρό τώρα να δίνονται κίνητρα σε ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς ώστε να εντάσσουν περισσότερα ελληνικά τραγούδια στο πρόγραμμά τους. Οσον αφορά τις οπτικοακουστικές παραγωγές και ταινίες, ο ίδιος πιστεύει ότι το κράτος οφείλει να δώσει οδηγία για παρουσία ελληνικής μουσικής σε ταινίες, αλλά και ότι το ποσοστό του 70% μπορεί να αλλάξει στο πλαίσιο της διαβούλευσης. «Η πρόθεση είναι σωστή», προσθέτει «και μπορούν τα δύο μέρη να βρουν μεταξύ τους πώς θα γίνει».

Μιλώντας πάντως για αλλαγές, ας σημειωθεί ότι το 2016, η Γαλλία μείωσε από 40% σε 35% την ποσόστωση γαλλόφωνου τραγουδιού στα ραδιόφωνά της, μεταξύ άλλων εξαιτίας των διάσημων Γάλλων Daft Punk, οι οποίοι είχαν λιγότερο airplay στα ραδιόφωνα της χώρας τους, διότι είχαν αγγλικό στίχο, όπως είπε στην «Κ» ο Γιωργανδρέας Ζάννος, νομικός με ειδίκευση σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας και διευθυντής του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Εργων Λόγου. Προσθέτει επίσης ότι και άλλες χώρες διαθέτουν ποσοστώσεις (π.χ. ο Καναδάς και η Αυστραλία), ωστόσο, όπου χρειάζεται, η προστασία του τραγουδιού εξειδικεύεται, καθώς αν συνδέεται με τη γλώσσα, μπορεί να έχει συνέπειες σε όσους συνθέτουν ορχηστρικά έργα ή γράφουν σε άλλη γλώσσα (π.χ. στην περίπτωση του αγγλόφωνου ροκ). «Στη Γαλλία, οι ποσοστώσεις προβλέπουν επίσης ότι το 50% πρέπει να είναι ρεπερτόριο νέων δημιουργών ή νέες παραγωγές», συμπληρώνει, τονίζοντας ότι μια τέτοια πρόβλεψη απουσιάζει από το ελληνικό νομοσχέδιο, την θεωρεί όμως αναγκαία, διότι σήμερα δεν δημιουργούνται νέες ελληνικές επιτυχίες, λόγω της κρίσης στη μουσική βιομηχανία και το κλείσιμο της ΑΕΠΙ. «Πριν συνταχθεί το νομοσχέδιο», καταλήγει, «θα μπορούσαν να είχαν προηγηθεί μελέτες, π.χ. για τον ετήσιο αριθμό νέων μουσικών παραγωγών, και για το τι παίζεται στο ραδιόφωνο διαχρονικά. Μέχρι πρόσφατα, το ελληνικό ρεπερτόριο ήταν άνω του 50% του ραδιοφωνικού προγράμματος. Αυτό έχει αλλάξει, όχι όμως επειδή έχει γίνει δημοφιλέστερη η ξένη μουσική. Το ότι ακούμε σήμερα λιγότερη ελληνική μουσική, είναι επειδή δεν επενδύουμε στην παραγωγή καινούργιων καλών τραγουδιών».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή