Οικογένεια, ένας τερατώδης μηχανισμός

Οικογένεια, ένας τερατώδης μηχανισμός

Οταν η αγάπη μπερδεύεται με την αντιπάθεια και τα μυστικά

4' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΑΞΙΜ ΜΠΙΛΛΕΡ
Εξι βαλίτσες
Mτφρ.: Πελαγία Τσινάρη,
εκδ. Πατάκη, σελ. 216

Εβραίοι, Γερμανοί, Χίτλερ και σεξ.

Με αυτές τις τέσσερις λέξεις, το 2007, ο Γερμανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Μαξίμ Μπίλλερ, σε συνέντευξή του στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, συνοψίζει το περιεχόμενο της τότε στήλης του «Ηθικές ιστορίες» στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung. Από το 1987 και μέχρι το 1996, γράφει τη στήλη «Εκατό γραμμές μίσους» στο περιοδικό Tempo: τη γερμανική εκδοχή της Νέας Δημοσιογραφίας, που στις ΗΠΑ καλλιεργείται ως λογοτεχνική δημοσιογραφία σε περιοδικά όπως το New Yorker, το Vanity Fair ή το Atlantic Monthly από τη δεκαετία του 1960. Στην Ευρώπη δίνει ισχυρά το στίγμα της τη δεκαετία του ’80 με το βρετανικό περιοδικό The Face και το γαλλικό Actuel, στα οποία βασίστηκε και η πιο γνωστή εγχώρια εκδοχή του είδους: το περιοδικό «Kλικ».

Ας μην ανησυχούμε για τη διατάραξη της δημοσιογραφικής ησυχίας. Εκλεισαν όλα εκτός φυσικά από αυτά του ανοιχτού κόσμου των ΗΠΑ. Ο συνδυασμός εικόνας-κειμένου μέχρι τα όρια της μυθοπλασίας, η αφήγηση ή δραματοποίηση του ρεπορτάζ με «νύξεις» δοκιμίου, οι λογοτεχνικοδημοσιογραφικές παραγωγές που διασχίζουν συνεχώς τα μιντιακά όρια μεταξύ εφημερίδας, περιοδικού και βιβλίου συνιστώντας τη, γοητευτική αν και κάπως θολή, έννοια του όρου Νέα Δημοσιογραφία που εκπροσωπήθηκε από το Tempo, θεωρούνται ακόμη και σήμερα «προδοσία» της σοβαρότητας των γερμανικών ΜΜΕ. Το είδος παραμένει αμφίβολης αξίας τόσο στη λογοτεχνία όσο και στη δημοσιογραφία μεταξύ των παραδοσιακών δημοσιογράφων των εφημερίδων ανά τον κόσμο, ακόμη και μετά τη λαίλαπα των κάθε λογής ιστότοπων που κατατρώνε τα θεμέλια της παραδοσιακής –τι να σημαίνει άραγε και αυτό;– δημοσιογραφίας.

Ο Μαξίμ Μπίλλερ είναι Εβραίος και «γερμανολάτρης», αφού, όπως το θέτει ο ίδιος, αισθάνεται «ως Γερμανός με διαβατήριο, όχι ως Γερμανός διανοητικά».

Ο Μαξίμ Μπίλλερ είναι «γνήσιο» τέκνο αυτής της «μπάσταρδης», έντονα υποκειμενικής λογοτεχνικής δημοσιογραφίας. Εχοντας δηλώσει εγγράφως ότι «η υπεροχή της οπτικής νικάει το περιεχόμενο επειδή σε απαλλάσσει από τον καταναγκασμό να είσαι συνεπής», έχει χαρακτηρίσει τον κάποτε ελπιδοφόρο ηγέτη του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος SPD, Οσκαρ Λαφοντέν, ως «τρελό του χωριού», τον Χανς Ντίτριχ Γκένσερ ως πρωτοπόρο του βαλκανικού πολέμου, τους Πρασίνους «όντα με οιονεί θρησκευτικές καταβολές» και τους σύγχρονους Γερμανούς συγγραφείς «φλώρους», ζητώντας τους «να παράγουν περισσότερη καλή λογοτεχνία από την οπτική γωνία του θύτη».

Ε, ναι, είναι Εβραίος. Και «γερμανολάτρης» αφού, όπως το θέτει ο ίδιος το 2001 σε μια συνέντευξη στον Μάρτιν Κρούμπχολτς, αισθάνεται «ως Γερμανός με διαβατήριο, όχι ως Γερμανός διανοητικά». Η ανάγνωση ωστόσο της δήλωσης θα πρέπει να γίνει σε συνδυασμό με τη φράση του Μπέρτολτ Μπρεχτ, προμετωπίδα στο βιβλίο «Εξι βαλίτσες»: «Το πιο ευγενές κομμάτι του ανθρώπου είναι το διαβατήριο». Τι είδους Εβραίος διανοούμενος θα ήταν αν δεν ενστερνιζόταν τον κοσμοπολιτισμό ταυτόχρονα ως βάρος και αναγκαία συνθήκη, τη διασπορά ως μοίρα;

Οικογένεια, ένας τερατώδης μηχανισμός-1

Γεννημένος το 1960 στην Πράγα από Ρωσοεβραίους γονείς, βρίσκεται το 1970 στη Γερμανία, όταν η οικογένεια, μετά την καταστολή της Ανοιξης της Πράγας από τους Σοβιετικούς, καταφέρνει να μεταναστεύσει.

Οι «Εξι βαλίτσες» είναι μια οικογενειακή ιστορία με αυτοβιογραφικά χαρακτηριστικά και ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Οι κύριοι χαρακτήρες –Εβραίοι– ζουν στη Ρωσία, στην Τσεχοσλοβακία, στη Γερμανία, στην Ελβετία, στον Καναδά ή στη Νότια Αμερική. Αυτό που έχουν κοινό είναι οι βαλίτσες τους και οι ιστορίες τους. Κι ένα μυστικό, τοποθετημένο σε γνωστό πολιτικοϊστορικό πλαίσιο.

Ο παππούς του αφηγητή συνελήφθη και εκτελέστηκε το 1960 στη Μόσχα από την KGB. Κάποιος πρέπει να τον κατήγγειλε για τις δοσοληψίες του με τη «μαύρη» αγορά – αν μπορεί κάποιος να χαρακτηρίζει ακόμη έτσι τις προσπάθειες για μια καλύτερη ζωή, την ελπίδα για το μέλλον που μπορούσε να εξασφαλίσει λίγο ξένο, δυτικό συνάλλαγμα. Ο πατέρας του Μπίλλερ –ναι, ο αφηγητής έχει το όνομα του συγγραφέα– και τα τρία αδέλφια του, διασκορπισμένα στο Αμβούργο, στη Ζυρίχη, στο Λονδίνο και στο Μόντρεαλ μετά τη φυγή από το ανατολικό μπλοκ, καθώς και η μητέρα και η θεία του, τίθενται υπό αμφισβήτηση. Κατά τη διάρκεια του μυθιστορήματος, ο αφηγητής αποκτά συνεχώς νέες πληροφορίες. Ομως η αλήθεια εξακολουθεί να του διαφεύγει. Με κάθε απάντηση προκύπτουν νέα ερωτήματα: «Τι σήμαινε αυτό; Είχε γίνει ο παππούς του πληροφοριοδότης της KGB;».

Κάποια στιγμή, ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής μοιάζει να λυγίζει κάτω από το βάρος των ανησυχητικών γεγονότων αλλά και αντιφατικών, μπερδεμένων πληροφοριών που φέρνει στο φως: «Ποτέ ξανά, σκέφτηκα, δεν θέλω να μάθω ένα οικογενειακό μυστικό, ποτέ ξανά δεν θέλω να ψάξω στα συρτάρια των άλλων». Αλλά οι «άλλοι» είναι η οικογένεια, αυτός ο τερατώδης αγαπητικός μηχανισμός όπου η αγάπη κρατιέται και από τα μυστικά των μελών της, απλά και σύνθετα, και που στην πραγματικότητα η αξία τους εντοπίζεται ακριβώς στους δεσμούς που δημιουργούν. Είναι οι εμπιστευτικές οδηγίες που όλοι έχουμε ακούσει κάποια στιγμή –«μην το πεις αυτό στη θεία την Αννα»–, οι συζητήσεις ή οι αποσιωπήσεις στα οικογενειακά τραπέζια –αξίζουν το ίδιο– που σφυρηλατούν τον οικογενειακό δεσμό, όπως και η αντιπάθεια μεταξύ κάποιων μελών είναι το ίδιο με την αγάπη μεταξύ άλλων. Μέχρι που κάποτε, μέσα από σχέσεις και μυστικά, αναδύεται το αίσθημα της δυσπιστίας.

Μπερδεμένο ον

Ακόμη και οι πιο αρχέγονοι, οικογενειακοί δεσμοί είναι φθαρτοί. Αλλά αυτό το ανθρώπινο αίσθημα μόλις αναγνωριστεί έχει ήδη γίνει κάτι που ενώνει ξανά. Γιατί όπως και στην ιστορία του Μπίλλερ οι εκδοχές του μυστικού είναι τόσες όσες και τα μέλη της οικογένειας. Αλλάζουν θέσεις σε έναν κυκλικό χορό. Ο προδότης σε μιαν εκδοχή εμφανίζεται ως προδομένος σε μιαν άλλη, ο απόκληρος ως δράστης, το θύμα ως δολοπλόκος. Σκοτεινές, απελπιστικές, τρυφερές οικογενειακές ιστορίες γι’ αυτό το μπερδεμένο ον που είναι ο άνθρωπος και που ακόμη κι αν συμφωνεί ή υποχωρεί μπροστά στις μεγάλες δεσμεύσεις ενός κοινωνικού συμβολαίου, κρατάει την καθημερινότητα μιας οικογενειακής ζωής ως ένα πεδίο ελευθερίας για τα καλύτερα και τα χειρότερα των συναισθημάτων του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή