Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»

Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»

Υποδύεται έναν άντρα που δεν επιστρέφει ποτέ ίδιος στον «Κωλόκαιρο» του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, θεωρεί τον κόσμο των σκυλάδικων πιο αυθεντικό από τον έξω και αν δεν είχε γίνει ηθοποιός μπορεί και να είχε αυτοκτονήσει

9' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η σκηνή είναι γεμάτη γαρύφαλλα, μπουκάλια ουίσκι και πολύ νταλκά. Η ατμόσφαιρα μπαρουτοκαπνισμένη, με τρόπο που μαρτυράει πως πριν από αυτά τα τελευταία λεπτά έχουν προηγηθεί πολλά, πάρα πολλά, ίσως και να πέρασαν από τα τραπέζια ολόκληρες ζωές. 

Η κίνηση πάνω και γύρω από τη σκηνή γίνεται πιο αποσπασματική και χαοτική, σκούπες μαζεύουν τα γαρύφαλλα και αυτά μπαίνουν σε μεγάλες σακούλες. Πηγαδάκια ανοίγουν μέχρι ο καθένας κάποια στιγμή να πάει προς τη δική του κατεύθυνση. 

Κάθεται στο μικροσκοπικό, «πολεμικό» όπως το λέει κι ο ίδιος, καμαρίνι του με γυαλιστερό σακάκι, μαύρο φανελάκι, καδένα και τα μαλλιά χτενισμένα πίσω. Τα φώτα του καθρέφτη σχηματίζουν γύρω του ένα κάδρο και θα έπαιρνες όρκο ότι δεν γύρισε από τη σκηνή, αλλά ετοιμάζεται να ανέβει στην πίστα με μικρόφωνο. Ένας Zippo ανοιγοκλείνει.

Είναι ο Στάθης Σταμουλακάτος και πριν λίγη ώρα ήταν ένας από τους «θαμώνες» στο σκυλάδικο γύρω από το οποίο συμβαίνουν τα γεγονότα του «Κωλόκαιρου», της παράστασης που έγραψε ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος (τον είδατε πέρυσι στα «Μαγνητικά Πεδία») και σκηνοθετεί ο Γιώργος Παλούμπης στο Θέατρο Τζένη Καρέζη. 

Για την ακρίβεια, είναι ο Σοφοκλής, ο πρωταγωνιστής της παράστασης. «Δεν πρόλαβες το καλό», μου λέει, θέλοντας να μου δώσει να καταλάβω ότι η παράσταση κρύβει κάποια «έκπληξη» και δη ο ρόλος του, ο οποίος είναι πολλά περισσότερα από όσα προμηνύει το σκηνικό στο καμαρίνι. 

Έχει τη σβελτάδα του «πεζοδρομίου» -άλλωστε, για σχεδόν τρεις δεκαετίες ήταν κούριερ, ξέρει τι θα πει δρόμος. Έχει όμως και μια διακριτική ευγένεια, απαλλαγμένη από το «με το σεις και με το σας», που γλυκαίνει την εικόνα που έχουμε για αυτόν μέσα από τους ρόλους του. Ο Zippo ξανανοίγει. 

Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»-1
«Κάναμε μία ολόκληρη ανάλυση για το ποιος ήταν ο Σοφοκλής, τι χρειάστηκε για να φτάσει να πει “Ως εδώ, δεν θέλω άλλο”. Ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος λαϊκός, της νύχτας, μάγκας, ο αρχηγός εδώ μέσα. Και ξεκίνησε μια διαδρομή, υπήρχε μια μονόπλευρη αγάπη, χωρίς να πάει απαραίτητα κάπου». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Πριν δύο χρόνια στο σινεμά «Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς», τώρα στην τηλεόραση «Αυτή Η Νύχτα Μένει» και στο θέατρο «Κωλόκαιρος». Αλήθεια, τι έχουμε πάθει με τα σκυλάδικα;

– Δεν ξέρω, μάλλον είναι σύμπτωση. Το έργο το είχε γράψει ο Αντώνης πριν από καιρό να συμβαίνει κάπου αλλού, αλλά του άρεσε πιο πολύ στο σκυλάδικο. Ο «Κωλόκαιρος» εκτυλίσσεται τώρα αλλά το γεγονός που νοηματοδοτεί το έργο έχει γίνει πριν 30 χρόνια. Κι ο κόσμος της δεκαετίας του ‘90 ήταν ένας διαφορετικός κόσμος. Τα πράγματα ήταν πιο αυθεντικά. Αυτό ήταν ένα υφασματάδικο στην Ελευσίνα που μετά από μία φωτιά κάηκε και το έκαναν σκυλάδικο μέσα σε ένα βράδυ, από τα λεφτά που πήραν από μία ασφάλεια. Το κεντρικό πρόσωπο, ο Σοφοκλής, φεύγει τη βραδιά που πεθαίνει ο πατέρας του και ο αδερφός τού εξομολογείται ένα μυστικό. Παίρνει και κάποια λεφτά, χάνεται για πέντε χρόνια κι επιστρέφει για την κηδεία της μάνας του, αλλά κάπως διαφορετικός. Δεν είναι, βέβαια, μόνο η διαφορετικότητά του, έρχεται να ξεκαθαρίσει αυτό το μυστικό. 

– Τα άλλα δύο έργα που ανέφερα γυρνάνε ουσιαστικά γύρω από μια «καψούρα», αυτό γύρω από τι γυρνάει θεματικά άρα;

– Γύρω από τη διαφορετικότητα. Εντάξει, και τα μυστικά τα οποία όταν δεν ειπώνονται στην ώρα τους, τρώνε τους ανθρώπους. Οι ήρωες κουβαλάνε μυστικά πολλά χρόνια. Και μετά έρχεται μια Κυριακή μεσημέρι, και σε μια μέρα μέσα ξεδιαλύνονται όλα. Χρειάζεται να γίνει η σύγκρουση. 

– Ένα σκηνικό όπως είναι τα μπουζούκια αποτελούν ένα πιο εύφορο έδαφος για να ξεδιπλωθούν τα μυστικά, να κάνει ένα «μπαμ» όλο αυτό; 

– Στα μπουζούκια μέσα απλά, και σε αυτού του τύπου τα μπουζούκια τα λίγο ντεκαντάνς, οι άνθρωποι ήταν πιο αυθεντικοί. Και το ποτό βοηθάει, απελευθερώνεσαι, βγαίνεις από τα προβλήματα, είσαι μέσα σε έναν άλλο κόσμο ξαφνικά. Μέχρι τα ξημερώματα που θα βγεις πάλι στον κόσμο της πραγματικότητας και θα δεις τη σκατένια ζωή σου. Εκεί νιώθεις βασιλιάς, ότι μπορείς να τα κάνεις όλα κι όλα επιτρέπονται. Γι’ αυτό πιστεύω ότι ο Αντώνης χρησιμοποίησε το σκυλάδικο.  

– Το περιθωριακό και το λούμπεν γιατί γοητεύει το κοινό; 

– Γιατί ίσως και το κοινό είναι λούμπεν. Και δεν το ξέρει μάλλον. Όταν πιστεύεις ότι εγώ είμαι ανώτερος από κάποιους άλλους, πέφτεις στην παγίδα. Η παράσταση αναγνωρίζει αυτή την αυθεντικότητα που δεν μπορείς να τη ζήσεις στη ζωή που πρέπει να είσαι κάποιος. Είμαστε και στην εποχή του political correct, δεν μπορείς να τα πεις, δεν μπορείς να τα κάνεις. Κι ίσως αυτό βλέπει ο κόσμος, έναν αυθεντικό άνθρωπο. Ναι, μπορείς να τον πεις πρόστυχο, να τον πεις αυθάδη, αλλά βλέπεις ότι άμα τη εμφανίσει, αυτός ο άνθρωπος δεν σου κρύβει τίποτα, είναι αυτός που είναι.    

– Λαϊκό τι είναι τελικά;

– Ό,τι δεν είναι καθώς πρέπει. Λαϊκό είναι το αυθεντικό. Όταν είμαι αυθόρμητος, είμαι έξω καρδιά, σου λέω σ’ αγαπώ και σου λέω σ’ αγαπώ, δεν έχει κάτι άλλο. 

– Κωλόκαιρο ζούμε σήμερα;

– Πώς δεν ζούμε. Είμαστε μες στον κωλόκαιρο. 

– Για τον ήρωά σας στον «Κωλόκαιρο», δουλέψατε και το υπόβαθρό του;

– Κάναμε μία ολόκληρη ανάλυση για το ποιος ήταν ο Σοφοκλής, τι χρειάστηκε για να φτάσει να πει «Ως εδώ, δεν θέλω άλλο». Ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος λαϊκός, της νύχτας, μάγκας, ο αρχηγός εδώ μέσα. Και ξεκίνησε μια διαδρομή, υπήρχε μια μονόπλευρη αγάπη, χωρίς να πάει απαραίτητα κάπου.

– Η μεγαλύτερη πρόκληση στον ρόλο του Σοφοκλή ποια ήταν;

– Να μπορέσω να καταλάβω τον Σοφοκλή, να μπω σε έναν κόσμο με τον οποίο δεν είχα σχέση. Γνωρίζω τη μία του πλευρά αλλά όχι την άλλη, αυτό ήταν το πιο δύσκολο. 

– Στηριχτήκατε κάπου για τον ρόλο; 

– Όχι, έφτιαξα έναν χαρακτήρα δικό μου, μαζί με τον Αντώνη και όλα τα παιδιά εδώ. Ο Σοφοκλής είναι ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον λένε αλλιώς απλά. Άρχισα να το καταλαβαίνω σιγά-σιγά, προσπαθούσα να φτιάξω μια διαδρομή. Άμα δεν χτίσεις αυτή την απαραίτητη διαδρομή, κάνεις απλά ένα σχήμα. 


«Δεδομένου ότι ένα βασικό θέμα της παράστασης είναι η διαφορετικότητα, τελικά σε ποιον απευθύνεται, σε αυτόν που την αγκαλιάζει ήδη ή θέλει να τσιγκλίσει και τους άλλους;» ρωτάω και εκείνη τη στιγμή στο καμαρίνι μπαίνει ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος. «Απάντα εσύ», του λέει ο Σταμουλακάτος. «Κυρίως στους άλλους απευθύνεται. Αυτοί που την έχουν αγκαλιάσει, την έχουν αγκαλιάσει. Κι αυτοί που αγκαλιάζουν τη διαφορετικότητα, αυτό τον κόσμο τον λαϊκό τον βλέπουν ως διαφορετικό. Ουσιαστικά είναι μία πρόσκληση σε εμάς που καταλαβαίνουμε τη διαφορετικότητα, να καταλάβουμε αυτόν τον κόσμο και σε αυτούς που τον καταλαβαίνουν, να καταλάβουν τη διαφορετικότητα». Χαιρετάει και φεύγει από το καμαρίνι.  


Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»-2
«Υπήρξα τυχερός; Ναι. Όταν έβλεπα ότι δεν πάει πουθενά, το απέρριπτα. Κατά καιρούς, κάποιοι που ήξερα τι καπνό φουμάρουν, με προσέγγιζαν με το πρόσχημα του “Πω πω, είσαι φανταστικός”, αλλά γνώριζα τι είναι. Γιατί όλα αυτά ακούγονται, ασχέτως αν δεν θέλουν να το πούνε. Ξέρουμε όλοι μας». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος 

– Ο τίτλος έχει φαντάζομαι μια διττή έννοια. 

– Ναι, μπορεί να ‘χει και κωλόκαιρο, αλλά είναι κυρίως ο κωλόκαιρος που ζούμε. 

– Κωλόκαιρο ζούμε σήμερα;

– Πώς δεν ζούμε. Είμαστε μες στον κωλόκαιρο. 

– Είναι χειρότερος αυτός ή παλαιότερες εποχές;

– Αυτός. Γεννήθηκα το ‘72. Το ‘87, που πήραμε το ευρωπαϊκό στο μπάσκετ ήμουν 15 χρονών και πήγα κάτω στην Αθήνα. Κι έβλεπες ότι οι άνθρωποι ήταν πιο αυθεντικοί, πιο αγνοί, δεν υπήρχαν κινητά, social media, δεν υπήρχε όλη αυτή η καφρίλα.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη παθογένεια του σήμερα δηλαδή;

– Ότι δεν αποδεχόμαστε ο ένας τον άλλο πρώτα και είμαστε πολύ ατομιστές, μας ενδιαφέρει ο εαυτός μας. Δεν υπάρχουν σχέσεις πλέον όπως υπήρχαν κάποτε. Οι άνθρωποι δεν μιλάνε, μιλάνε μόνο μέσα από φωτογραφίες. Εντάξει, δεν είναι τώρα η ζωή μας φωτογραφίες στο Instagram. Να φωτογραφίζεις τι; Τη φάτσα σου; Είναι μεγάλος ναρκισσισμός. 

– Σε μία πρόσφατη κουβέντα στο Εθνικό Θέατρο για το #MeToo αλλά και γενικότερα για το ελληνικό θέατρο, ο Ακύλλας Καραζήσης είχε σχολιάσει πολύ καυστικά τη δομή και την ιεραρχία στο θέατρο, από τον τρόπο που γίνεται η οντισιόν για να περάσει ένα νέο παιδί στη σχολή, μέχρι το πώς δουλεύουν οι σκηνοθέτες. Για σας, χωράει αυταρχισμός μέσα στη δημιουργική διαδικασία; 

– Όχι. Γιατί προσωπικά διάλεξα να είμαι με ανθρώπους που είναι κι αυτοί άνθρωποι. Ακούω από κάποια παιδιά να λένε, εμείς ήμασταν με τον τάδε σκηνοθέτη και μας έκανε αυτά. Και λέω, παιδιά, πώς το ανέχεστε; Και μου λένε, να μην δουλέψω; Να μην δουλέψεις, ρε μεγάλε, εγώ δούλευα 28 χρόνια πάνω σε ένα μηχανάκι, να πας να δουλέψεις αλλού.

– Φαντάζομαι κάποιοι το δέχονται στο όνομα της αυθεντίας…

– Λυπάμαι που στο λέω, δεν υπάρχουν αυθεντίες. Απλά κάποιοι γοητεύονται από κάποιους ηλίθιους. Είναι δυνατόν να σου λέω να κάνεις την κατσαρίδα που ανεβαίνει πάνω σε μια κουρτίνα και να προσπαθείς να το κάνεις; 

– Κάποιοι γοητεύονται από αυτό, όπως λέτε, αλλά εσείς όσο καιρό κάνετε αυτή τη δουλειά από ποιον έχετε γοητευτεί;

– Από τον Γιάννη τον Οικονομίδη. Γιατί σου μιλάει πραγματικά, σου λέει αυτό που θέλει. Χωρίς χαζομάρες, είναι τόσο καθαρός και αυθεντικός. Και προκύπτει αυτό μέσα από τη συζήτηση, τη δουλειά. Δεν μου είπε ποτέ ο Οικονομίδης πήδα σαν καγκουρό. Υπήρξα τυχερός; Ναι. Όταν έβλεπα ότι δεν πάει πουθενά, το απέρριπτα. Κατά καιρούς, κάποιοι που ήξερα τι καπνό φουμάρουν, με προσέγγιζαν με το πρόσχημα του «Πω πω, είσαι φανταστικός», αλλά γνώριζα τι είναι. Γιατί όλα αυτά ακούγονται, ασχέτως αν δεν θέλουν να το πούνε. Ξέρουμε όλοι μας. 

Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»-3
«Το θέατρο είναι πολύ ζωντανό πράγμα. Είναι σαν ένα καρβέλι ψωμί, το φτιάχνεις, το ψήνεις εκείνη τη στιγμή και το τρως. Δεν έχει σταματημό, είναι κολύμπι. Ξέρεις ότι έχεις δίπλα σου ανθρώπους ζωντανούς, πιάνεις ενέργειες». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Το γεγονός ότι έχετε συνδεθεί με συγκεκριμένους ρόλους, του «κακού» χοντρικά, νιώσατε ποτέ να σας δεσμεύει;

– Ποτέ. Αν δεν θέλω, δεν το κάνω. Είναι διαφορετικό να σου πουν ότι αυτός είναι ο «κακός» και είναι έτσι, έτσι κι έτσι, λες, εδώ έχει ψωμί. Δεν μπορώ αυτούς που σου λένε αυτός είναι «ένας κακός». Έχει τελειώσει εκεί πέρα, υπάρχει τυποποίηση. 

– Τι διαφέρει όταν βγαίνετε σε μια σκηνή και από κάτω είναι η πλατεία ενός θεάτρου και τι όταν παίζετε και μπροστά σας βρίσκεται μια κάμερα; 

– Το θέατρο είναι πολύ ζωντανό πράγμα. Είναι σαν ένα καρβέλι ψωμί, το φτιάχνεις, το ψήνεις εκείνη τη στιγμή και το τρως. Δεν έχει σταματημό, είναι κολύμπι. Ξέρεις ότι έχεις δίπλα σου ανθρώπους ζωντανούς, πιάνεις ενέργειες. Από παράσταση σε παράσταση μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό. Στην κάμερα, από τη στιγμή που θα αποτυπωθεί κάτι, θα μείνεις έτσι για χίλια χρόνια. Είσαι κακός; Είσαι αριστούργημα; Θα είσαι έτσι για χίλια χρόνια. Απλά το θέατρο είναι και λίγο αέρας κοπανιστός. Εσύ αν ήρθες τον Μάρτιο του 2022 και είδες μια παράσταση και λες γι’ αυτή μετά από πέντε χρόνια, μόνο αν βρεις άλλον έναν που ήρθε την ίδια μέρα με σένα θα μπορείς να το συζητήσεις και πάλι θα έχετε διαφωνίες. Το θέατρο υπάρχει μόνο στη σκέψη αυτού που το αναπαράγει στο μυαλό του. 

– Τι είναι πιο δύσκολο, να γυρνάς τους δρόμους όλης της Αθήνας πάνω σε ένα μηχανάκι ή να ανεβαίνεις κάθε βράδυ στη σκηνή και να δίνεις την ψυχή σου; 

– Είναι άλλοι κόσμοι. Το μηχανάκι είναι μια ολόκληρη ζωή. Ήταν φοβερή κούραση, σωματική και μετά ψυχική. Και το θέατρο έχει ψυχική κούραση. Αλλά το ότι κάνω αυτό που ονειρεύτηκα με ευχαριστεί. 

– Υπάρχουν στιγμές που πατάτε «pause», ας πούμε, και το βλέπετε και λέτε «Κοίτα ρε παιδί μου, το έκανα»;

– Όχι γιατί είμαι μέσα ακόμα. Αν κάποια στιγμή τα παρατήσω και φύγω, ναι, μπορεί να κάθομαι μόνος μου κάπου σε ένα μπαλκόνι, να φτιάξω έναν καφέ και να το πω. Αλλά τότε θα έχω φύγει, θα είμαι αλλού. 

– Κι αν δεν είχατε γίνει ηθοποιός, όλο αυτό το πράγμα που διοχετεύετε εκεί τι θα το είχατε κάνει; 

– Δεν το έχω σκεφτεί. Μπορεί αυτό το πράγμα να με πέθαινε. Μπορεί να είχα αυτοκτονήσει. 

Στάθης Σταμουλακάτος στην «Κ»: «Λαϊκό είναι το αυθεντικό»-4
Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

Ο Στάθης Σταμουλακάτος θα είναι ο Σοφοκλής στον «Κωλόκαιρο» που έγραψε ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος και σκηνοθετεί ο Γιώργος Παλούμπης, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 στο Θέατρο Τζένη Καρέζη. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή