Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους
γκάζι-h-industrial-γειτονιά-που-τους-χωράει-όλου-562880983

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους

Στην ιστορική γειτονιά της Αθήνας η τέχνη παίζει πινγκ πονγκ με τη διασκέδαση και όταν τα νυχτερινά φώτα της πόλης ανάψουν, λειτουργούν σαν ένας άναρχος προβολέας μιας αστικής αναμπουμπούλας που δεν παύει να διοχετεύει την ορμή της προς πάσα κατεύθυνση

Φωτογραφίες: Νίκος Κοκκαλιάς
Ακούστε το άρθρο

Οσους ανθρώπους και αν ρωτήσεις, καθένας θα έχει έναν άλλο ορισμό να σου δώσει για το Γκάζι. Ή τέλος πάντων, μια άλλη του πτυχή να αναδείξει. Ολοι, βέβαια, οι ορισμοί καταλήγουν σε φαινομενικά ετερόκλητα μεν, εντελώς συγκεκριμένα αστικά στοιχεία δε, για την περιοχή που πέφτει ανάμεσα στον Κεραμεικό, τον Βοτανικό, το Μεταξουργείο και τα Πετράλωνα.

Από τη μία, είναι το Γκάζι με τη βιομηχανική του ιστορία. Αυτή που χαρακτήρισε την κάποτε πιο υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας και της έδινε φως μέσα από το Φωταέριο. Το Γκάζι του πολιτισμού, της Τεχνόπολης, της Ταινιοθήκης, αλλά και των μικρών καλλιτεχνικών σκηνών που φύτρωσαν στα στενά της. Μα και το Γκάζι της νύχτας που χώρεσε τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, τη mainstream διασκέδαση, τις μεγάλες πίστες σε ένα εκρηκτικό μείγμα και σε απόσταση λίγων μέτρων μεταξύ τους. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-1
Καλώς ήρθατε στο Γκάζι. 

Μέσα σε αυτό το αναπτυξιακό ρόλερ κόστερ μιας γειτονιάς που έχει αποδείξει πως όσο γρήγορα μπορεί να ανέβει, τόσο γρήγορα μπορεί και να κατέβει, προσπαθεί να ανασάνει και το Γκάζι ως γειτονιά στην οποία συνυπάρχουν οι ήσυχοι κάτοικοι που περνούν με τα ψώνια από τη λαϊκή ανά χείρας δίπλα από γυαλιστερές Porsche. 

Αυτό είναι το Γκάζι, με όλες τις γλυκές του αντιθέσεις, μέσα από τα λόγια των ίδιων των ανθρώπων του:

Ο Χρήστος Ηλιάδης κάποτε ακολουθούσε τον καπνό για να φτάσει στο εργοστάσιο φωταερίου 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-2
«Το Γκάζι με μεγάλωσε, με σπούδασε, μου έδωσε δουλειά, συντηρεί την οικογένειά μου. Από τη στιγμή που γεννήθηκα, όλο για το Γκάζι ακούω».

Οσο θυμάται τον εαυτό του, ο Χρήστος Ηλιάδης μπαινοβγαίνει στην Τεχνόπολη, πολύ πριν γίνει Τεχνόπολη όπως την ξέρουμε, αλλά και πριν μάθουμε να λέμε την περιοχή Γκάζι. Τότε ακόμη λεγόταν Τουρκοχώρι και Γκαζοχώρι και εκεί που σήμερα ξεπροβάλλουν μπαρ και κλαμπ υπήρχαν μόνο χαμόσπιτα.

Δεν είναι μόνο ο παλαιότερος εργαζόμενος στον χώρο. Στα 38 «επίσημα» χρόνια που μετρά στην πλάτη του θα πρέπει να προσθέσουμε αρκετά περισσότερα, καθώς για τον σημερινό υπάλληλο του Αθηναϊκού Αερίου, το Γκάζι είναι οικογενειακή υπόθεση. Ο πατέρας του, που μεγάλωσε λίγα τετράγωνα παραπέρα, στην Πλαταιών, πέρασε το κατώφλι του τότε εργοστασίου για πρώτη φορά το 1953 και έμεινε εκεί ως εργοδηγός πάνω από τρεις δεκαετίες, έως και το 1988, οπότε και τη λειτουργία του χώρου ανέλαβε ο Δήμος Αθηναίων. Δεν βρέθηκε τυχαία εκεί, ήδη υπήρχαν θείοι του που εργάζονταν στο εργοστάσιο. 

«Το Γκάζι με μεγάλωσε, με σπούδασε, μου έδωσε δουλειά, συντηρεί την οικογένειά μου. Από τη στιγμή που γεννήθηκα, όλο για το Γκάζι ακούω. Ολη μου η ζωή είναι». 

Μιλάμε για μια εποχή καθαρά βιομηχανική για το Γκάζι, στον προαύλιο χώρο του εργοστασίου. Εκεί που σήμερα βρίσκεται το μετρό με το μικρό παρκάκι του δέσποζαν βουνά από κάρβουνο, ενώ η κάπνα ήταν τόσο έντονη που δεν τολμούσες να απλώσεις ρούχα έξω στη γειτονιά, γιατί θα έβγαιναν μαύρα. Τρομερά διαπεραστική ήταν και η μυρωδιά του γκαζιού (άλλωστε, αν κάποιος βρεθεί στους φούρνους στο Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου σήμερα μπορεί ακόμα να το μυρίσει). Τόσο διαπεραστική που ο Χ. Ηλιάδης θυμάται τη μητέρα του να λέει «Ερχεται ο πατέρας σας», ήδη όταν κατέβαινε από τη στάση του λεωφορείου και έστριβε στον δρόμο όπου έμεναν. Την προειδοποιούσαν τα ποτισμένα από τη μυρωδιά του εργοστασίου ρούχα του. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-3
Αν βρεθεί κανείς στους φούρνους στο Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου μπορεί να νιώσει ακόμα τη διαπεραστική μυρωδιά του γκαζιού. 

Στις «χρυσές» εποχές του, το εργοστάσιο απασχολούσε γύρω στους 800 εργαζόμενους. Πολλοί από τους παλιούς γκαζιέρηδες, όπως λέγονταν οι εργάτες του Φωταερίου, ήταν νησιώτες και κυρίως Ναξιώτες, που έρχονταν με το καράβι για να δουλέψουν στη ΔΕΦΑ. Το ότι εξασφάλιζαν ένα μεροκάματο, ένα κομμάτι ψωμί και είχαν κάπου να κοιμηθούν έμοιαζε αρκετό για αυτούς. Μόλις, όμως, το 10-20% κατάφερναν να τελειώσουν τη θητεία τους, επειδή οι περισσότεροι πέθαιναν νέοι από καρκίνο του πνεύμονα. «Σε όποιον κατάφερνε να βγει στη σύνταξη, οι υπόλοιποι έκαναν εικονική κηδεία. Επαιρναν μία κάσα από ένα μαγαζί που ήταν εδώ πίσω, τον έβαζαν μέσα και τον περιέφεραν γύρω γύρω στο εργοστάσιο», θυμάται σήμερα ο Χρήστος Ηλιάδης από αφηγήσεις του πατέρα του. 

Ηδη από παιδί, όταν δεν είχε σχολείο, πήγαινε να δει τον μπαμπά στη δουλειά. Οταν τον ρωτούσε για οδηγίες, εκείνος του έλεγε να κατέβει με το λεωφορείο στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. «Ωραία, και το Γκάζι πού είναι;», ρωτούσε ο μικρός. «Θα ακολουθείς τον καπνό», του έλεγε ο πατέρας του, το μόνο σίγουρο σημάδι για να μη χαθεί. 

Σε όποιον κατάφερνε να βγει στη σύνταξη, οι υπόλοιποι έκαναν εικονική κηδεία. Επαιρναν μία κάσα από ένα μαγαζί που ήταν εδώ πίσω, τον έβαζαν μέσα και τον περιέφεραν γύρω γύρω στο εργοστάσιο.

Εκτοτε τον δρόμο δεν τον έμαθε απλά καλά, αλλά σχεδόν τυφλά. Τα χρόνια που εντυπωσιαζόταν από τους τεράστιους σωλήνες και τους εργάτες, οι οποίοι έμπαιναν άσπροι και έβγαιναν μαύροι από τους φούρνους, πέρασαν και ο Χρήστος Ηλιάδης το 1986 βρέθηκε ως φοιτητής ακόμα να δουλεύει εκεί ως εργάτης για τρία χρόνια, οπότε και το 1989 πέρασε σε διοικητικές θέσεις, όπου βρίσκεται μέχρι και σήμερα. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-4
Ο προαύλιος χώρος της Τεχνόπολης. 

Εχει δει όλη την αλλαγή του Γκαζιού, από την πιο υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας, σε μία από τις πιο ζωντανές νυχτερινές γειτονιές της πόλης, στην οποία μεταμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Είναι σχεδόν η ζωντανή ιστορία του, ξέρει ακριβώς τι ήταν και τι έγινε κάθε κτίριο της Τεχνόπολης. Και έχει και ωραία «fun facts» να μοιραστεί ο Χ. Ηλιάδης, όπως το γιατί προστάτιδα των εργατών του εργοστασίου ήταν η Αγία Βαρβάρα: «Επί Κατοχής το εργοστάσιο το επίταξαν οι Γερμανοί. Οι Αγγλοι τότε είχαν προσπαθήσει να το καταστρέψουν, βομβαρδίζοντάς το. Η βόμβα έπεσε και σφήνωσε σε μια καμινάδα και δεν έσκασε», λέει ο εργαζόμενος του Αθηναϊκού Αερίου. Αυτό συνέβη την 4η Δεκεμβρίου, που είναι και η γιορτή της Αγίας Βαρβάρας. 

Μόνο θετική μπορεί να δει τη γενικότερη εξέλιξη του Γκαζιού ο Χρήστος Ηλιάδης, ακόμα και αν είναι κάτι που δεν μπορούσαν να προβλέψουν ούτε οι άνθρωποι που το «έχτισαν». Για του λόγου το αληθές, μεταφέρει ένα περιστατικό από τη δεκαετία του ‘80, οπότε και μια μέρα ένας δικηγόρος που εκπροσωπούσε ιδιοκτήτες της περιοχής επισκέφθηκε το Φωταέριο για να πουλήσει οικόπεδα με 30.000 δραχμές –όσο περίπου δηλαδή ένας μισθός της εποχής. «Ηρθες να μας κάνεις πλάκα;», είχε πει ο πατέρας του Χρήστου Ηλιάδη που δεν του πέρασε καν στο μυαλό να επενδύσει στη γειτονιά. Πού να ήξερε. 

Πάντως, όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Χρήστος Ηλιάδης κατέβασε τον ηλικιωμένο τότε πατέρα του στον χώρο που κάποτε δούλευε και είδε πλέον έναν πολυχώρο πολιτισμού, ο «παλαίμαχος» πήγε σε μια γωνία και έκλαψε από συγκίνηση. Η συγκίνηση και για τον γιο είναι υπογείως διάχυτη όταν καλείται να απαντήσει τι είναι για αυτόν τον Γκάζι: «Το Γκάζι με μεγάλωσε, με σπούδασε, μου έδωσε δουλειά, συντηρεί την οικογένειά μου. Από τη στιγμή που γεννήθηκα, όλο για το Γκάζι ακούω. Ολη μου η ζωή είναι». 

Ο Ηρακλής Μπιλάλης είναι από τους πρώτους που πήραν στα χέρια τους τα κλειδιά της Τεχνόπολης

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-5
«Οσο περνούν οι δεκαετίες, νιώθεις ότι μεγαλώνεις μαζί με το Γκάζι. Και αυτό σε δυναμώνει».

Το 1984 και έπειτα από έντονες αντιδράσεις των κατοίκων της περιοχής για τη ρύπανση, το εργοστάσιο άρχισε να μπαίνει σε πορεία κλεισίματος. Μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας, είχε συμβεί στροφή 180 μοιρών, αφού το πάλαι ποτέ εργοστάσιο άρχισε να μεταμορφώνεται σε έναν πολυχώρο πολιτισμού, που το 1999 άνοιξε και επίσημα τις πόρτες του ως Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων. 

Ενας από τους ανθρώπους που έζησαν από τις πρώτες της μέρες τη δεύτερη αυτή ζωή του Γκαζιού ήταν ο Ηρακλής Μπιλάλης. Ο σημερινός υπεύθυνος εστίασης της Τεχνόπολης βρέθηκε ήδη να εργάζεται στον χώρο το 1999 και ήταν ένας από τους πρώτους υπαλλήλους που τους παραδόθηκαν τα κλειδιά. 

Δεν έμαθε βέβαια τότε την περιοχή. Παιδί της ευρύτερης γειτονιάς, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Θησείο. Τότε βέβαια το Γκάζι ήταν κάτι σαν «άβατο»: «Είχαμε οδηγίες από τους γονείς μας να μην κατεβαίνουμε κάτω από τη γέφυρα του Πουλόπουλου», λέει ο Η. Μπιλάλης, αναφερόμενος στο πιλοποιείο, το κτίριο του οποίου βλέπει κανείς μέχρι και σήμερα περνώντας με τον ηλεκτρικό, στην πλευρά των Πετραλώνων.

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-6
Αντανακλάσεις στην Τεχνόπολη. 

«Οσο περνούν οι δεκαετίες, νιώθεις ότι μεγαλώνεις μαζί με το Γκάζι. Και αυτό σε δυναμώνει», λέει ο εργαζόμενος, ύστερα από μία 25ετία στην Τεχνόπολη, που δεν ήταν πάντα το σημείο αναφοράς που ξέρουμε. «Το 1999 ήμασταν εδώ 10 εργαζόμενοι και βλέπαμε έναν επισκέπτη μια στο τόσο», θυμάται ο Ηρακλής Μπιλάλης για τον χώρο που τότε γέμιζε μόνο σε εκδηλώσεις. «Περνούσε κόσμος που δεν ήξερε τι είναι εδώ. Ή και δεν είχε και λόγο να περάσει», παραδέχεται ο υπεύθυνος της εστίασης, μεταδίδοντας το κλίμα της πρώτης διετίας της Τεχνόπολης. 

Τη στιγμή που η Τεχνόπολη πήρε τα πάνω της, άρχισαν να «φυτρώνουν» και τα πρώτα μαγαζιά στην περιοχή, όπως παρατηρεί ο Ηρακλής Μπιλάλης «και πλέον όταν άνοιξε το μετρό, έγινε κάτι μαγικό», σχολιάζει για το μεγάλο «μπαμ» της περιοχής στην εστίαση, που ήρθε από το 2007 και έπειτα. 

Το 1999 ήμασταν εδώ 10 εργαζόμενοι και βλέπαμε έναν επισκέπτη μια στο τόσο. Περνούσε κόσμος που δεν ήξερε τι είναι εδώ. Ή και δεν είχε και λόγο να περάσει.

Και η ίδια η Τεχνόπολη πάντως δεν έμεινε πίσω. Σήμερα φιλοξενεί το Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου, τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9.84, τον χώρο καινοτομίας Innovathens, διοικητικά κτίρια, καφέ, εστιατόριο και φυσικά, πολυάριθμες εκδηλώσεις στον προαύλιο χώρο της αλλά και τα υπόλοιπα κτίρια. Ενώ, όπως λέει ο Ηρακλής Μπιλάλης, το Γκάζι περιφερειακά αφορά πλέον κυρίως τους εικοσάρηδες –«Ο 30άρης ή ο 40άρης θα έρθει, αλλά δύσκολα θα μείνει»– από την Τεχνόπολη περνούν όλες οι ηλικίες: από σχολεία και παιδιά που επισκέπτονται το μουσείο και παίζουν στις δύο μίνι παιδικές χαρές, μέχρι ενήλικες κάθε ηλικίας που θα έρθουν για μια συναυλία ή έναν καφέ. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-7
Για τον Ηρακλή Μπιλάλη, η Τεχνόπολη και το Γκάζι είναι «τρόπος ζωής». 

Εχει πολλά να θυμάται από τις δυόμισι δεκαετίες του εδώ ο υπεύθυνος εστίασης. Από τον Κλάους Μάιν των Scorpions να χαζεύει τον χώρο έκθαμβος λίγο πριν ανέβει στη σκηνή, μέχρι μια… διχασμένη Τεχνόπολη πίσω στις πρώτες σχετικά μέρες της: «Το 2001 είχε γίνει κάλεσμα από διάφορες οργανώσεις να έρθουν στην Τεχνόπολη για τα επεισόδια στη Γένοβα. Την ίδια ημερομηνία, όμως, είχαμε τα εγκαίνια μιας σημαντικής έκθεσης της ζωγράφου Μίνας Παπαθεοδώρου-Βαλυράκη και επίσημους καλεσμένους από τις ΗΠΑ, μεταξύ άλλων. Στον μισό χώρο υπήρχαν εικαστικοί και επιχειρηματίες και στον υπόλοιπο γινόταν συγκέντρωση για τη Γένοβα. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Τελικά, κλείστηκε η δίοδος που ένωνε τα δύο σημεία και φιλοξενήθηκαν και οι δύο εκδηλώσεις κανονικά». 

Το Γκάζι περιφερειακά αφορά πλέον κυρίως τους εικοσάρηδες. Ο 30άρης ή ο 40άρης θα έρθει, αλλά δύσκολα θα μείνει.

Ο Ηρακλής Μπιλάλης θεωρεί πως οι σημερινοί εργαζόμενοι της Τεχνόπολης φέρουν βαριά την κληρονομιά του χώρου και για αυτό όπως λέει, σε όποιον ξεκινάει να εργάζεται εκεί, φροντίζουν να του μάθουν την ιστορία του Γκαζιού. 

«Η Τεχνόπολη και το Γκάζι είναι τρόπος ζωής», λέει. Μα κυρίως είναι «οι άνθρωποί της, εμείς που εργαζόμαστε και ο κόσμος που έρχεται. Κάποτε έδινε ενέργεια και φως στην Αθήνα και τον Πειραιά και τώρα συνεχίζει να δίνει αλλιώς». 

Η Φώφη Τσεσμελή βρίσκεται πίσω από τα decks του Sodade από όταν άνοιξε τις πόρτες του

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-8
Η Φώφη Τσεσμελή πρόλαβε «το Γκάζι πριν το Γκάζι» όπως οι περισσότεροι το ξέρουμε. 

Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας το Γκάζι έμοιαζε η Μέκκα της νυχτερινής ζωής. Το μετρό κάθε Παρασκευή και Σάββατο (κυρίως) ανέβαζε από τις ψηλές του σκάλες ανά δεκάδες τους επισκέπτες στην πλατεία Περσεφόνης και τα πέριξ, στα δρομάκια που είχαν κάτι για όλους: μπαρ και σκηνές για τους πιο εναλλακτικούς, καθαρόαιμα mainstream μπαρ, εστιατόρια και τα γκέι κλαμπ, με ένα για κάθε «φυλή» και όλα ως το απόλυτο trademark της νύχτας του Γκαζιού. 

Η Φώφη Τσεσμελή πρόλαβε «το Γκάζι πριν το Γκάζι», που στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ήταν γεμάτο συνεργεία αυτοκινήτων. Ανάμεσά τους είχε «φυτρώσει» ένα εστιατόριο, το Mamacas, σημείο εκκίνησης για το «νέο» Γκάζι. «Εγινε τότε μία “πιάτσα” γύρω από αυτό το σημείο. Ακόμη, βέβαια, έλεγες “Πάμε στο Γκάζι” και σου έλεγαν “Τι είναι αυτό;”», θυμάται η dj.

«Το θέμα με το Γκάζι είναι ότι αναπτύχθηκε πολύ μαζικά με το μετρό και έχασε και λίγο την πιο underground ταυτότητα που είχε».

Η «πιάτσα» άρχισε να ανοίγει την ομπρέλα της λίγο αργότερα. Το 1999 στην Τριπτολέμου άνοιξε το Sodade, ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά γκέι κλαμπ της περιοχής μέχρι και σήμερα. Δίπλα στο κλαμπ άνοιξε το μπαρ-εστιατόριο Dirty Ginger, πλησίον και το Micraasia, ενώ «το ότι έβγαινε ο κόσμος δημιουργούσε ανάγκες», όπως επισημαίνει και η Φώφη Τσεσμελή, εξ ου και άρχισαν να ανοίγουν και «αφτεράδικα» για φαγητό όπως η Κανέλλα. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-9
Το άνοιγμα του μετρό του Κεραμεικού το 2007 υπήρξε καθοριστικό για τη νυχτερινή ζωή της περιοχής. 

Η Φώφη Τσεσμελή ξεκίνησε να παίζει στο Sodade από την αρχή του και ακόμα έρχεται στο κλαμπ και την περιοχή εβδομαδιαία. Θυμάται να ακούει συγκρίσεις της περιοχής με αυτήν του Μαρέ, της γκέι γειτονιάς του Παρισιού. Η ίδια πάντως, εκτός από τα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, βλέπει παραλληλισμούς ανάμεσα στον τρόπο που αναπτύχθηκε το Γκάζι με το πώς αντίστοιχα αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’90 η γειτονιά του Ψυρρή: «Ηταν και αυτή μια περιοχή που κανένας δεν την είχε υπόψη του, μετά ξεκίνησε να πηγαίνει εκεί ο κόσμος και να δημιουργείται πιάτσα και μετά έπεσε αυτή η κατάσταση και τώρα ξανανεβαίνει», λέει. 

Την αίσθηση πως το Γκάζι, όσον αφορά τα μαγαζιά πάνω στην πλατεία, έχει περάσει σε μία δεύτερη φάση σχετικής «παρακμής», την έχει και η έμπειρη dj, κάτι που αποδίδει στη μαζικότητα που χαρακτήρισε την άνθιση της εστίασης εκεί: «Το θέμα με το Γκάζι είναι ότι αναπτύχθηκε πολύ μαζικά με το μετρό και έχασε και λίγο την πιο underground ταυτότητα που είχε», εξηγεί. Οπως και να έχει βέβαια, οι πόλεις και οι μόδες είναι ζωντανοί οργανισμοί και «πέρα από τον κορεσμό που ήρθε, έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο και η κρίση και το ζήτημα το αποτελείωσε η Covid». 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-10
Τα στενάκια στο Γκάζι όταν ο ήλιος πέφτει. 

Από την άλλη, η Φώφη Τσεσμελή υπογραμμίζει και το γεγονός πως το Γκάζι δεν κατάφερε ποτέ να «πιάσει» την ημέρα και για αυτό δεν είχε εμπορικά καταστήματα και τα μόνα καφέ που κατάφεραν να έχουν μια κίνηση ήταν αυτά πάνω στην πλατεία, δηλαδή τα πιο εύκολα και άμεσα προσβάσιμα από το μετρό. 

Το Sodade, όπως και τα περισσότερα γκέι κλαμπ της γύρω περιοχής, δεν φαίνεται να έχασαν ποτέ την αίγλη τους. Είναι μάλλον τα μόνα που έχουν διαγράψει σταθερή πορεία. «Το Sodade δεν επηρεάστηκε από τη μαζικότητα γιατί ήταν και μακριά από το μπούγιο και είναι και ένα πολύ συγκεκριμένο μαγαζί», λέει η Φώφη Τσεσμελή, εξηγώντας μάλλον εμμέσως τι συνέβη με όλα τα συναφή μαγαζιά. 

Είναι πολλοί οι ρόλοι που συνάδουν στο να «ανέβει» ή να «κατέβει» μια περιοχή στις επιλογές των νυχτερινών επισκεπτών, από την ασφάλεια που νιώθουν, μέχρι το αν θα βρουν εύκολα πάρκινγκ, εξηγεί η dj. Πάντως η Φώφη Τσεσμελή παραμένει θετική και θεωρεί πως σύντομα το ευρύτερο Γκάζι θα ανακάμψει: «Ψάχνει να βρει την ταυτότητά του. Πιστεύω πως θα υπάρξει αναγέννηση». 

Ο Θοδωρής Αθανασούλης ζει στο Γκάζι των δύο ταχυτήτων 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-11
Επισκέπτης από τη δεκαετία του ’80, κάτοικος στο Γκάζι από το 2007 ο Θοδωρής Αθανασούλης. 

Στο ψηφιδωτό των παιδικών αναμνήσεων του Θοδωρή Αθανασούλη, το Γκάζι κατέχει το κομμάτι του. Ο ίδιος γεννήθηκε στο Θησείο, όμως στο Γκάζι έμενε η γιαγιά του την οποία και επισκεπτόταν συχνά. Παρόλο που δεν είχε κάποιο βιομηχανικό παρελθόν, η Κολωνακιώτισσα γιαγιά του μαζί με τον Πειραιώτη φαρμακοποιό παππού του βρέθηκαν στην περιοχή κάπως τυχαία, αφού απλά έψαχναν μια γειτονιά για να χτίσουν ένα σπίτι και βρήκαν αυτή. 

Στο σπίτι αυτό βρέθηκε πλέον ως κάτοικος ο ίδιος ο Θοδωρής Αθανασούλης το 2007, η έλευσή του δηλαδή ήταν συντονισμένη με αυτήν του μετρό Κεραμεικού και εκεί μένει μέχρι και σήμερα με την οικογένειά του. Δεν έχασε και ποτέ επαφή με την περιοχή, αλλά πλέον ζώντας το Γκάζι αυτό που λέμε 24/7, ο κάτοικος για να χαρακτηρίσει την περιοχή, μάλλον θα πρέπει να τη χωρίσει άτυπα σε ζώνες, χωρικές και χρονικές. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-12
Το ήσυχο Γκάζι των πρωινών ωρών. 

Από τη μία, είναι η γειτονιά του Γκαζιού, υπό το φως του ηλίου. «Μια ήσυχη γειτονιά», όπως τη βλέπει ο Θοδωρής Αθανασούλης, με ένα ενδιαφέρον αλλά και ετερόκλητο μείγμα κατοίκων: εδώ υπάρχουν ακόμα μουσουλμάνοι, που βρέθηκαν στην περιοχή από τη Βόρεια Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και «που ίσως έχουν υποστεί έναν μικρό “εκτοπισμό”», όπως λέει. Υπάρχουν οι παλιοί κάτοικοι είτε παραμένουν, είτε τη σκυτάλη έχει πάρει η επόμενη γενιά, αλλά υπάρχει και ένα νέο κύμα ανθρώπων κάπως διαφορετικό: άνθρωποι με οικονομική ευχέρεια, που έχουν έρθει στην περιοχή τα τελευταία χρόνια και έχουν εγκατασταθεί κυρίως στα νεόδμητα λοφτ. «Κάπως έτσι, μπορείς να δεις την Porsche και απέναντι κάποιον με τα ψώνια της λαϊκής», λέει για τα «παράδοξα» της περιοχής. 

Το Γκάζι της ημέρας δεν έχει χάσει πάντως την έννοια της γειτονιάς. «Γνωριζόμαστε μεταξύ μας, για παράδειγμα, ο κολλητός μου φίλος μένει δύο τετράγωνα μετά από εμένα και τα παιδιά μας παίζουν μαζί», λέει ο Θ. Αθανασούλης, για μια γειτονιά που επιβεβαιώνει πως είναι πλήρως λειτουργική για τον κάτοικο, ακόμα και αν η αίσθηση του επισκέπτη είναι πως προσφέρει κατά βάση εστίαση και κυρίως τις «μικρές ώρες». 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-13
Ανθρωποι με οικονομική ευχέρεια, που έχουν έρθει στην περιοχή τα τελευταία χρόνια, έχουν εγκατασταθεί κυρίως στα νεόδμητα λοφτ. 

Οσο για το νυχτερινό Γκάζι, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, «απλά κάποιες ώρες διεισδύουν και οι επισκέπτες και μεταβάλλεται αυτή η δομή», παρατηρεί ο Θοδωρής, υπογραμμίζοντας ως πρόβλημα ότι «αυτοί που έρχονται δεν αντιλαμβάνονται και δεν αντιμετωπίζουν το Γκάζι ως γειτονιά». Ετσι, μπορεί κανείς να ακούει δυνατές φωνές οποιαδήποτε ώρα αλλά και να δει παρκαρισμένα αμάξια στα πιο απίθανα σημεία. 

«Κάποιες ώρες διεισδύουν και οι επισκέπτες και μεταβάλλεται αυτή η δομή. Αυτοί που έρχονται δεν αντιλαμβάνονται και δεν αντιμετωπίζουν το Γκάζι ως γειτονιά».

Οσον αφορά την «παρακμή» στη νυχτερινή ζωή του Γκαζιού, ο Θ. Αθανασούλης προτείνει να μην τη δούμε μονόπλευρα, αφού η ποιότητα και η ζωτικότητα που ενδεχομένως λείπουν σε γενικές γραμμές αυτή τη στιγμή από τα μαγαζιά της πλατείας σημαίνουν απλά μια μετατόπιση προς τα ενδότερα του Κεραμεικού, όπου το επίπεδο των μαγαζιών είναι καλό και οι ροές κόσμου μεγάλες. «Στην πραγματικότητα, η υπόλοιπη περιοχή έχει αναπτυχθεί ακόμα καλύτερα από ό,τι το Γκάζι στο μεγάλο μπαμ του», λέει. 

Η Μαρία Κομνηνού είναι η ψυχή της Ταινιοθήκης της Ελλάδος 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-14
Για τη Μαρία Κομνηνού, η Ταινιοθήκη είναι οικογενειακή υπόθεση. 

Το Γκάζι της τρέχουσας χιλιετίας δεν μάζεψε μόνο πάσης φύσεως «νυχτοπούλια», μα έγινε και χώρος συνάντησης και δημιουργίας ανήσυχων καλλιτεχνικών πνευμάτων. Το μαρτυρά με τον τρόπο της κάθε γωνιά του: από τα γκράφιτι, που πότε κρύβονται στα στενά, πότε προβάλλουν περήφανα ως η απόλυτη urban θέα απέναντι από την Τεχνόπολη επί της Πειραιώς, μέχρι τους πολυχώρους και τα θέατρα, που ανεβάζουν την αυλαία τους σταθερά στη γειτονιά και πληθαίνουν σημαντικά αν κατευθυνθεί κανείς προς την Κωνσταντινουπόλεως. 

Πέρα από την πυκνότητα της πλατείας και των παρυφών της, εκεί που η Ιερά Οδός παίρνει τη σκυτάλη από το Γκάζι για να τη δώσει λίγο μετά στο Μεταξουργείο, η επιγραφή «Λαΐς» δημιουργεί παβλόφια συναισθήματα χαράς για κάθε σινεφίλ που έχει περάσει το κατώφλι του κινηματογράφου αλλά και σπιτιού της Ταινιοθήκης της Ελλάδος από το 2009 και έπειτα. 

Η Μαρία Κομνηνού βρίσκεται σταθερά στο τιμόνι της Ταινιοθήκης που εκ των πραγμάτων, είναι οικογενειακή υπόθεση για την ίδια. Εγκαινιάστηκε άλλωστε το 1963 από τη μητέρα της, Αγλαΐα Μητροπούλου, η οποία ασχολούνταν δημοσιογραφικά με τον κινηματογράφο, όταν γνώρισε τον τότε πρόεδρο της Γαλλικής Ταινιοθήκης, Ανρί Λανγκλουά και η φιλία που τους έδεσε, οδήγησε σε δανεισμό κάποιων εκ των προγραμμάτων του γαλλικού ιδρύματος στο τότε νέο ελληνικό. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-15
Η πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή που θα βρει κανείς στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. 

Οταν η Ταινιοθήκη βρέθηκε «εξόριστη» από το ιστορικό της κτίριο στην οδό Κανάρη και έψαχνε ένα νέο χώρο, ο ευεργέτης της, Νίκος Κούνδουρος, πρότεινε να μεταφερθεί στην περιοχή, εκεί που βρισκόταν ο θερινός κινηματογράφος Λαΐς. Χρειάστηκε μια θεσμική κούρσα χρόνων αλλά και η αρχιτεκτονική ματιά του Νίκου Μπελαβίλα για να ανοίξει τις πόρτες της το 2009, στο κτίριο στη συμβολή της Ιεράς Οδού με τη Μεγάλου Αλεξάνδρου. 

Το μετρό, όπως και για όλη την περιοχή, έχει παίξει και εδώ τον ρόλο του, όπως σημειώνει και η Μαρία Κομνηνού, αφού έχει κάνει προσβάσιμη την Ταινιοθήκη και στις μικρότερες ηλικίες –δεν είσαι φοιτητής, αν δεν έχεις περάσει από την Ταινιοθήκη, όλοι άτυπα το γνωρίζουμε αυτό. Τα αφιερώματα που ανά καιρούς κάνει το ίδρυμα είναι άλλωστε και τα πλέον δημοφιλή σε αυτές τις ηλικίες, που βρίσκουν έτσι τον τρόπο να γνωρίσουν τις φιλμογραφίες σημαντικών δημιουργών. 

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-16
Χέρζογκ εναντίον Κίνσκι, έξω από το Λαΐς.

Με έναν τρόπο, πάντως, η Ταινιοθήκη έχει τον δικό της κόσμο, που μένει ανεπηρέαστος από τον υπόλοιπο της περιοχής. Οι φοιτητές και οι σινεφίλ παίρνουν σταθερά τον δρόμο για το Λαΐς σε κάθε ενδιαφέρον φεστιβάλ ή αφιέρωμα, ταινίες σαν το «Poor Things» ή το «Oppenheimer» μπορούν να προσελκύσουν και τους πιο «περαστικούς», ενώ η μικρή αλλά πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή του Μουσείου Κινηματογράφου που φιλοξενείται εδώ ανοίγει και άλλες προοπτικές κοινών. 

Ζητώ από τη Μαρία Κομνηνού να μου ξεχωρίσει κάποια από τα ειδικά αφιερώματα που έχει επιμεληθεί το ίδρυμα και ενώ είναι εμφανής ο ενθουσιασμός της για κάθε δράση τους, ξεχωρίζει τα αφιερώματα στον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και τον Παντελή Βούλγαρη –μια στιγμή που όπως λέει η πρόεδρος της Ταινιοθήκης «πέρασε από εδώ όλος ο ελληνικός κινηματογράφος»– αυτό στον Χαρούν Φαρόκι και φυσικά στον Λεός Καράξ. «Μας είπε πως ήθελε να έρθει σε ένα “μικρό” φεστιβάλ», εξηγεί η Μ. Κομνηνού, για τον Γάλλο σκηνοθέτη, η φιλμογραφία του οποίου παρουσιάστηκε εξ ολοκλήρου σε μια κατάμεστη Ταινιοθήκη στο 8ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου το 2014.

Γκάζι: H industrial γειτονιά που τους χωράει όλους-17
Το Γκάζι των γκράφιτι. 

Για τη γειτονιά στην οποία στεγάζει το κινηματογραφικό όραμα της Ταινιοθήκης, πάντως, η Μαρία Κομνηνού χρησιμοποιεί τον όρο «failed gentrification» («ανεπιτυχής ανάπλαση»): «Είναι μεν μια γειτονιά που σου δίνει μια αίσθηση ελευθερίας», λέει, αλλά με μία καθημερινότητα που είναι αρκετά «αφημένη στην τύχη της». 

Το Γκάζι είναι μια περιοχή πολυμορφίας: μεγαλύτερα κτίρια συναναστρέφονται μικρότερα, κάποια πιο όμορφα παρατάσσονται δίπλα σε πιο άσχημα και το αιώνια βιομηχανικό στοιχείο μπλέκεται με μια σύγχρονη urban ανησυχία. Η τέχνη παίζει πινγκ πονγκ με τη διασκέδαση και όταν τα νυχτερινά φώτα της πόλης ανάψουν, λειτουργούν σαν ένας άναρχος προβολέας μιας αστικής αναμπουμπούλας που δεν παύει να διοχετεύει την ορμή της προς πάσα κατεύθυνση.   

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή