«Αμα περάσεις απ’ τη γειτονιά μου, θα σου δείξω εγώ». Κάτι τέτοια λέγαμε μικροί, όταν μαλώναμε με συνομηλίκους μας στην μπάλα ή, σπανιότερα, στο σχολείο, και νιώθαμε αδικημένοι. Το μυαλό πήζει με τα χρόνια, αυτό είναι το συνηθισμένο, και τέτοιου είδους απειλές δύσκολα ξεστομίζονται πια, ακόμα κι όταν νιώθουμε να μας πνίγει το δίκιο. Το πολύ να φωνάξουμε σιωπηρά ένα «δεν θα σε πετύχω πολίτη ρε;» αν, στραβάδια εμείς, πέσουμε σε λοχία στραβόξυλο. Υπάρχουν όμως και τα «μεμονωμένα περιστατικά», όπου το μυαλό δεν λέει να πήξει, κι ας αβγατίζουν οι δεκαετίες του βίου μας. Και τότε βγαίνουμε παγανιά για να πάρουμε το αίμα μας πίσω. Κι ας μη χάσαμε σταγόνα.
Στις περιπτώσεις της παρατεινόμενης ανωριμότητας, που κάποια στιγμή τρυπώνει κάτω από τον «ιδεολογικό» μανδύα της μισαλλοδοξίας, πρέπει ν’ ανήκει ο ερίτιμος «ελληνόψυχος» των Αμπελοκήπων. Στα 53 του, έστησε καρτέρι έξω από το 10ο Δημοτικό Σχολείο και λιάνισε στο ξύλο έναν εντεκάχρονο μαθητή φιλιππινέζικης καταγωγής. Λεβέντης και καραμπουζουκλής, εγνωσμένης ακροδεξιάς κοπής και τραμπούκικης συμπεριφοράς, όπως λένε οι γείτονές του, έστειλε το ξενάκι-ελληνάκι στο νοσοκομείο για μέρες. Πέντε λεπτά το χτυπούσε, με χέρια και πόδια, στα χέρια, στα πόδια, στην κοιλιά, στο κεφάλι. Επρεπε οπωσδήποτε να του δώσει ένα αξέχαστο μάθημα, εισαγωγικό στην ημετέραν παιδείαν όπως την εννοούν οι ελληνοκάπηλοι, όποιας ομάδας κι αν είναι μέλη· της χρυσαυγής, των μαιάνδρων, της ελληνολύσης διά κηραλοιφής και ουρανίων επιστολών.
Ο προσβληθείς πατέρας θεώρησε χρέος του, ατομικό και εθνικό, να εκδικηθεί ένα παιδάκι που είχε μαλώσει με την κόρη του στο σχολείο, όπως μαλώνουν τα παιδιά με τη συχνότητα που ξαναφιλιώνουν. Ακουσε την περιγραφή του ασήμαντου επεισοδίου όπως του την είπε το βλαστάρι του, όπως ήθελε να την ακούσει: μεροληπτική. Ενα σχεδόν μαυράκι, ένα σχιστομάτικο, τόλμησε… Τόλμησε τι; Να έρθει στον τόπο μας, στο σχολείο μας, στο σπίτι μας. Γι’ αυτό και ο παλικαράς μας συνέχισε να το κλωτσάει κι ας είχε πέσει κάτω, που δεν ήταν δα και δύσκολο.
Το χειρότερο, αν αληθεύουν όσα γράφτηκαν; Στο ξυλοφόρτωμα ήταν παρούσα και η κόρη του γενναίου, που μάλιστα παρακινούσε τον πατέρα της να συνεχίσει το «μάθημα». Με τη βοήθεια των δασκάλων και των συμμαθητών του, της γειτονιάς όλης, το αγοράκι θα συνέρθει. Το κοριτσάκι όμως; Πώς και πότε θα καταφέρει να ξεπεράσει τα μαθήματα που έκανε κατ’ οίκον σε όλη τη μέχρι τώρα ζωούλα του;