ΔΙΑΤΑΣΕΙΣ

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακατάλυτοι δεσμοί

Την πτώση της δημοτικότητας του ΠΑΣΟΚ στα χρόνια της κρίσης, την οποία κρίση η παράταξη χρεώθηκε και πλήρωσε με ασύμμετρο και υποδειγματικά σεμνό τρόπο (πράγμα καθόλου αυτονόητο στην Ελλάδα), ακολούθησε η δημιουργία ενός cult με στοιχεία ρετρό νοσταλγίας. Το ΠΑΣΟΚ, ακόμα και κατά τις περιόδους που θεωρήθηκε ξοφλημένο, δεν σταμάτησε να εμπνέει ταύτιση, να συνδέεται με το λαϊκό αίσθημα και να αποτελεί κοινό σημείο αναφοράς. Από τις χιουμοριστικές σελίδες στο Facebook και τα δημοφιλή memes μέχρι τα παπούτσια ΠΑΣΟΚ και τις χαριτολόγους –με ένα ίχνος μομφής πάντα– στερεότυπες εκφράσεις της ποπ κουλτούρας (ζωή επί ΠΑΣΟΚ κ.λπ.), η σχέση του κόσμου με το κόμμα αποδείχθηκε βαθιά και βιωματική, ακόμη κι αν πλέον δεν μετουσιώνεται σε υψηλά εκλογικά ποσοστά. Είτε εκτιμηθεί ως μουσειακού τύπου είτε ως ενεργή, η συμπάθεια αυτή δεν είναι τυχαία.

Κληρονόμοι και κάπηλοι

Ο λόγος που οι εκλογές για την ανάδειξη προέδρου στο ΚΙΝΑΛ είναι σημαντικές έχει να κάνει με αυτό το κεφάλαιο κοινωνικής αντιπροσώπευσης που το ΚΙΝΑΛ εξακολουθεί να διαθέτει. Ο θάνατος της Φώφης Γεννηματά λειτούργησε ως έκτακτο καμπανάκι για κάτι που πολλοί είχαν ξεχάσει: ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος θέλει να «αγοράσει» αυτό που καταστατικά «πουλάει» το ΚΙΝΑΛ, αλλά δεσμεύεται από την πρόσφατη Ιστορία και τη συνακόλουθη κοινωνική πίεση. Είναι ΚΙΝΑΛ, αλλά δεν το ξέρει ή δεν θέλει να το παραδεχτεί, γιατί μία δεκαετία στρεβλής ανάγνωσης των γεγονότων, προπαγάνδας, συκοφαντιών και «αγανακτισμένης» κουλτούρας έχει αποσυντονίσει το σύστημα πολιτικού προσανατολισμού, οδηγώντας σε μια κρίση αξιών. Επιπρόσθετα, η παρακμή του ΠΑΣΟΚ είχε ως αποτέλεσμα την εύλογη άνοδο της Ν.Δ. ως παραδοσιακά αντίθετου πόλου του στο σχήμα του δικομματισμού, αλλά και την ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ για όλους τους λάθος λόγους. Οικειοποιούμενος την ιδεολογική θέση του ΠΑΣΟΚ στον πολιτικό χάρτη, ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποίησε μια επιχείρηση νοσηρής αντικατάστασης, που σε μεγάλο βαθμό πέτυχε. Επρόκειτο όμως για ένα κακέκτυπο, που κουβαλούσε κυρίως τις ασθένειες του πρωτοτύπου.

Ιδεολογικές υπερβάσεις

Η εμπειρία μάς έχει δείξει ότι η διάκριση Αριστεράς και Δεξιάς είναι πια μια αφελής ή, στην καλύτερη περίπτωση, ανεπαρκής μέθοδος πολιτικού στοχασμού και κατηγοριοποίησης. Μετά τα αριστερά και δεξιά μνημόνια, τους πτωχευμένους μύθους των ηθικών πλεονεκτημάτων, τις «νεοφιλελεύθερες» πολιτικές από τα αριστερά και τις επιδοματικές από τα δεξιά, είναι σαφές πως σε μια καπιταλιστικά ρευστοποιημένη παγκόσμια πραγματικότητα και σε μια συνθήκη ευρωπαϊκής συμπερίληψης με δικαιώματα και υποχρεώσεις, οι ακραιφνείς ιδεολογίες του προηγούμενου αιώνα έχουν πολύ μικρή πρακτική εφαρμογή. Οχι μόνο επειδή είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να λειτουργήσουν, αλλά κι επειδή ο κόσμος τις έχει ξεπεράσει. Ακόμη και οι φανατικότεροι των φανατικών κάθε πλευράς, αδιάλλακτοι αριστεροί και υπερήφανοι δεξιοί, διαψεύδονται από τις ίδιες τους τις πληθωρικές επιλογές, από το ευρύ φάσμα στο οποίο κινούνται ως άτομα· η ζωή έχει αποδειχθεί καλύτερη με συνθέσεις· με επενδύσεις σε πρόσωπα, ιδέες και ικανότητες μάλλον, παρά σε άκαμπτες ορθοδοξίες.

Χαμηλό ταβάνι

Το ντιμπέιτ των υποψήφιων αρχηγών δεν έδωσε πολλά ενθαρρυντικά σημάδια για τη νέα εποχή της παράταξης, είτε ως ΠΑΣΟΚ είτε ως ΚΙΝΑΛ. Από τους σχεδόν θεατρικούς βερμπαλισμούς του Χάρη Καστανίδη, ο οποίος έμοιαζε με ακούσια παρωδία του Ευάγγελου Βενιζέλου, μέχρι τον αναπολογητικό παλαιοκομματισμό του Ανδρέα Λοβέρδου, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ φαίνεται ακόμα να βρίσκεται σε στενό διάλογο με το παρελθόν του, αρνούμενο να εκμοντερνιστεί. Μοντέρνο όμως δεν είναι αυτό που ακούγεται διαφορετικό σε ένα brainstorming. Οι εμμονικές –και αρκετά ειρωνικές, αν τις καλοσκεφτεί κανείς– αναφορές του Παύλου Γερουλάνου στην αναδιανομή του πλούτου ή στην αποκέντρωση της διοίκησης, αναφορές που επιφυλάσσει ως απάντηση σε κάθε ερώτηση, σχετική ή άσχετη, δεν σημαίνουν κάτι αν δεν τις αναλύσει με πνεύμα πρακτικής κυριολεξίας. Ή μάλλον σημαίνουν: ότι από κάπου τις ξεσήκωσε και δεν τις έχει καταλάβει ούτε ο ίδιος. Μοντέρνες, ασφαλώς, δεν είναι ούτε οι επικλήσεις στο συναίσθημα (με ματάκια στην κάμερα) του Παύλου Χρηστίδη ούτε βέβαια οι σνομπίστικες και υποκριτικές τακτικές Παπανδρέου, ο οποίος αγνόησε το ντιμπέιτ για να συναντηθεί με «τη νεολαία», λες και τον συνδέει οτιδήποτε με αυτήν, πέρα από μια χρησιμοθηρική απόπειρα προσεταιρισμού. Ο Νίκος Ανδρουλάκης ξεχώρισε από τον ανταγωνισμό του, έχοντας ωστόσο κι αυτός αρκετά «ξύλινα» στοιχεία που πρέπει άμεσα να αποτινάξει.

Παρελθόν ως τέρας

Για να επανέλθει με αξιώσεις στα πολιτικά πράγματα ως ένας σύγχρονος και αξιόπιστος κεντροαριστερός φορέας, το ΚΙΝΑΛ οφείλει να επιβάλει στον εαυτό του μερική αμνησία. Κάποιες φορές, το παρελθόν παραείναι βαρύ για να αφήσει το μέλλον να διαμορφωθεί απρόσκοπτα. Το στοίχημα της σοσιαλδημοκρατίας σήμερα δεν έγκειται σε ένδοξες παρακαταθήκες (στο ντιμπέιτ, ένας υποψήφιος θεώρησε δηλωτική του προοδευτισμού του μία τιμητική αναφορά στον Ανδρέα Παπανδρέου) ούτε σε συγκρίσεις και επιδείξεις αριστεροσύνης. Εχει να κάνει κυρίως με όραμα και πρόγραμμα: με σαφείς στόχους, συγκεκριμένα πρότυπα, οργανωμένο σχέδιο και αριθμούς. Οι επιτυχημένες παρατάξεις χρειάζονται αξιόλογους αρχηγούς, αλλά πρέπει και να ξέρουν τι να τους κάνουν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή