«Υλικόν επιλήψιμον»

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χρόνια πίσω. Το 1993 ανέλαβα, ως σμηνίτης, να μεταφέρω στην πυρά έγγραφα και τόμους του γραφείου ασφαλείας της Πολεμικής Αεροπορίας από την περίοδο της δικτατορίας. Μου παραδόθηκαν ως άχρηστο υλικό από το Α5, το Τμήμα Δημοσίων Σχέσεων, για να τα μεταφέρω στην υψικάμινο. Οταν όμως ξεφύλλισα έναν από τους τόμους, δεν πίστευα στα μάτια μου: αξιωματικοί της χούντας έκριναν βιβλία που είχαν κυκλοφορήσει το 1971-72! Μου ήταν απλώς αδύνατον να υπακούσω καθ’ ολοκληρίαν στη διαταγή. Εκρυψα τον χοντρό τόμο όπως όπως, τον παράχωσα στον σάκο μου στον θάλαμο και κατάφερα στην πρώτη μου έξοδο να τον περάσω έξω και να τον περιεργαστώ στο σπίτι μου. Αν η μνήμη μου δεν με απατά, όλα ήταν γραμμένα με το χέρι. Σε μία στήλη αριστερά υπήρχαν ο τίτλος, το όνομα του συγγραφέα και ο εκδοτικός οίκος και δεξιά, η κρίση του εκάστοτε αξιωματικού, ο οποίος στην ουσία λειτουργούσε σαν λογοκριτής: εφόσον εντόπιζε κάτι ύποπτο, «ανατρεπτικό», όφειλε να το καταθέσει γραπτώς και από κει και πέρα, υποθέτω, άλλοι αρμόδιοι θα έπρεπε να επιληφθούν του θέματος. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, δεν υπήρχε κάτι άξιο λόγου. Για παράδειγμα, για ένα βιβλίο με τον τίτλο «Ιστορίαι Βρυκολάκων», ο αρμόδιος βαθμοφόρος είχε αποφανθεί με το πολύ λακωνικό: «Ουδέν το επιλήψιμον». Αλλα βιβλία όμως δεν τους φαίνονταν τόσο αθώα.

Ενα από αυτά ήταν του Μένη Κουμανταρέα, τα «Καημένα», βιβλίο του 1972. Ως γνωστόν, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ο Μένης Κουμανταρέας οδηγήθηκε τρεις φορές σε δίκη για το «Αρμένισμα». Οπότε, στη σχετική κρίση για το βιβλίο, πλάι στο όνομα «Αριστομένης Κουμανταρέας», ο αρμόδιος αξιωματικός είχε γράψει: «Υλικόν επιλήψιμον. Ο συγγραφεύς είναι γνωστός κομμουνιστής».

Ημουν είκοσι τριών και είχα διαβάσει ελάχιστα τον Κουμανταρέα. Κυρίως τον ήξερα από την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματός του «Η φανέλα με το εννιά», από τον Παντελή Βούλγαρη (ταινία του 1988). Ωστόσο, εκείνη η απόπειρα λογοκρισίας κάποιου άγνωστου αξιωματικού της χούντας στάθηκε η αφετηρία για να ανακαλύψω τα βιβλία του Κουμανταρέα. Αστείο δεν είναι; Οι ένστολοι της δικτατορίας φρόντιζαν ώστε να αποτραπεί η διάδοση ενός βιβλίου του Κουμανταρέα και είκοσι ένα χρόνια αργότερα ένας τυχαίος σμηνίτης βρήκε σε αυτή τη γραφική καθαρεύουσα των στρατιωτικών το κεντρί που τον τίναξε από τη θέση του για να σπεύσει στο βιβλιοπωλείο. Θυμάμαι καλά και ποια ήταν τα πρώτα δύο βιβλία που αγόρασα: «Σεραφείμ και Χερουβείμ» και «Ο πλανόδιος σαλπιγκτής». Αγάπησα και τα δύο. Οπως και άλλα, που ανακάλυψα αργότερα.

Δεν ήταν βέβαια ο χαρακτηρισμός του ως «κομμουνιστή» που με ιντρίγκαρε, το αντίθετο: ήταν το γεγονός πως δεν πίστεψα ούτε στιγμή πως επρόκειτο περί ενός «κομμουνιστή» (για τους ασφαλίτες της χούντας όλοι ήταν «ύποπτοι κομμουνιστές»), πάνω απ’ όλα όμως με ιντρίγκαρε αυτό το υπέροχο «Υλικόν επιλήψιμον». Σκέφτηκα τότε, για να είναι «επιλήψιμο», ενδιαφέρον πρέπει να έχει. Κάπως έτσι, το ότι με συνεπήραν πολλές από τις αφηγήσεις του Κουμανταρέα το οφείλω, τρόπον τινά, σε έναν λογοκριτή αξιωματικό της χούντας.

Οταν, χρόνια αργότερα, έτυχε να γνωρίσω τον συγγραφέα, βρήκα την ευκαιρία να του μιλήσω για το απίθανο αυτό εύρημά μου. Χαμογέλασε ευγενικά –είχε αυτή τη σπάνια αστική ευγένεια παλαιάς κοπής– και με ρώτησε αν θα μπορούσε να δει τον τόμο. Αλίμονο: είχε χαθεί για πάντα σε μια μετακόμιση. Η «υψικάμινος» ήρθε καθυστερημένα γι’ αυτό το «επιλήψιμο» βιβλίο του τόσο τραγικά χαμένου Μένη Κουμανταρέα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή