Η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος στην «Κ»: Να κάνουν πιο γενναίες ρυθμίσεις τα funds

Η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος στην «Κ»: Να κάνουν πιο γενναίες ρυθμίσεις τα funds

Επενδύσεις 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2026 θα φέρουν μέση ανάπτυξη 3% μέχρι το 2032, τονίζει σε συνέντευξή της στην «Κ» η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, η οποία όμως τονίζει ότι η Ελλάδα έχει ακόμη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και οφείλει να επιδείξει μεγαλύτερο έργο στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων, με συνετή διαχείριση των πόρων

10' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επενδύσεις 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2026 θα φέρουν μέση ανάπτυξη 3% μέχρι το 2032, τονίζει σε συνέντευξή της στην «Κ» η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, η οποία όμως τονίζει ότι η Ελλάδα έχει ακόμη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και οφείλει να επιδείξει μεγαλύτερο έργο στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων, με συνετή διαχείριση των πόρων. «Τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα δεν είναι ανάλογα των προσδοκιών μας», αναφέρει χαρακτηριστικά με το βλέμμα στα funds διαχείρισης των NPLs, αν και αναγνωρίζει την παράμετρο της πανδημίας. Υπενθυμίζει σε κάθε περίπτωση τη δυνατότητα χρηματοδότησης των βιώσιμων επιχειρήσεων στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης των οφειλών τους. Σύμφωνα με την κ. Παπακωνσταντίνου, η ανοδική πορεία των καταθέσεων, οι οποίες τον Σεπτέμβριο επέστρεψαν στα προ του 2015 επίπεδα, δεν αναμένεται να ανακοπεί τα επόμενα χρόνια, ως αποτέλεσμα των προβλεπόμενων υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και της εισροής πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Σημειώνει δε πως η στάση των οίκων αξιολόγησης προμηνύει αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας κατά μία βαθμίδα εντός του 2022 και υπογραμμίζει ότι η επενδυτική κατηγορία «είναι επιθυμητό να επιτευχθεί εντός του 2023». Ως προς την αύξηση στο κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, εκτιμά ότι η επίπτωση θα είναι περιορισμένη, καθώς «ένα μικρό μόνο μερίδιο του χρέους αναχρηματοδοτείται από τις αγορές και άρα οι αυξήσεις στις δαπάνες για τόκους θα είναι περιορισμένες». Η υποδιοικήτρια της ΤτΕ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα είναι υψηλός και το 2022, αλλά σταδιακά θα επιβραδυνθεί, εκτός απροόπτου. Επιπλέον, μιλάει για χαμηλότοκα δάνεια ύψους 2,1 δισ. ευρώ ετησίως από το Ταμείο Ανάκαμψης στις επιχειρήσεις. Τέλος, χαρακτηρίζει ιδιαίτερα υψηλή τη συγκέντρωση στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά εντοπίζει περιθώρια για συγχωνεύσεις στις μη συστημικές τράπεζες.

– Μη εξυπηρετούμενα δάνεια: πού βρισκόμαστε σήμερα, τι άλλο χρειάζεται και πώς «δουλεύει» ο μηχανισμός των funds στο δεύτερο επίπεδο διαχείρισης των NPLs;

– Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) βρίσκονταν στα 20,9 δισ. ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο, δηλαδή έχουν μειωθεί κατά 80% σε σχέση με το ιστορικά υψηλό ποσό του Μαρτίου 2016. Ωστόσο, το τραπεζικό μας σύστημα εξακολουθεί να εμφανίζει τον υψηλότερο, με διαφορά, δείκτη ΜΕΔ (δηλαδή, ΜΕΔ επί του συνόλου των δανείων) στην Ε.Ε. Επομένως, είναι αναγκαίο οι τράπεζες να υλοποιήσουν άμεσα τις στρατηγικές τους για περαιτέρω μείωση, διασφαλίζοντας ταυτοχρόνως ότι είναι σε θέση να απορροφήσουν πλήρως το κόστος της υλοποίησης των εν λόγω στρατηγικών.

Η μεταφορά των ΜΕΔ σε τρίτους επενδυτές (funds) έχει ιδιαίτερη σημασία για την οικονομία, καθώς οι τράπεζες βρίσκονται πλέον σε καλύτερη θέση για να επιτελέσουν τον διαμεσολαβητικό τους ρόλο στην οικονομία. Εκτιμάμε ότι οι εταιρείες διαχείρισης (NPLs servicers) έχουν τη δυνατότητα και να παράσχουν πιο ευέλικτες και δραστικές λύσεις στους βιώσιμους δανειολήπτες και να επανεντάξουν το ενέχυρο στην πραγματική οικονομία, όπου είναι απαραίτητο.

Τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα των εταιρειών διαχείρισης δεν είναι ανάλογα των προσδοκιών μας. Θα πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας και τις ιδιαίτερες συνθήκες, λόγω των μέτρων για την πανδημία. Ωστόσο, οι προοπτικές για την αποτελεσματική διαχείριση των ΜΕΔ μέσω αυτού του μηχανισμού είναι ιδιαίτερα θετικές, τόσο λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας όσο και της ανόδου στις τιμές των ακινήτων. Είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό να εκμεταλλευθούν οι NPLs servicers τη δυνατότητα παροχής χρηματοδότησης σε βιώσιμες επιχειρήσεις στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης των οφειλών τους.

– Ποια είναι η τάση στις καταθέσεις, πόσο θα διαρκέσει και πώς θα φανούν χρήσιμες;

– Οι καταθέσεις σημειώνουν τα τελευταία χρόνια μία έντονα αυξητική πορεία και πλέον βρίσκονται στα επίπεδα προ του 2015. Η ανοδική πορεία δεν αναμένεται να ανακοπεί τα επόμενα χρόνια, ως αποτέλεσμα των προβλεπόμενων υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και της εισροής πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η άνοδος των καταθέσεων αποτελεί θετική εξέλιξη, αφενός γιατί είναι ένδειξη επαναφοράς της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα, αφετέρου γιατί επιτρέπει στις τράπεζες να επιδοθούν στην απαραίτητη πιστωτική επέκταση. Το τελευταίο αποκτά μεγαλύτερη σημασία όσο θα χαλαρώνουν σταδιακά τα μέτρα στήριξης της ΕΚΤ προς το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, όπως ο τερματισμός των TLTROs.

Η χώρα μας θα διατηρήσει ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 3% κατά μέσο όρο την επόμενη δεκαετία.

– Πώς αξιολογείτε τον ρυθμό δανεισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων; Εξαντλούν οι τράπεζες τα περιθώρια των δυνατοτήτων τους;

– H χρηματοδότηση των επιχειρήσεων αυξήθηκε τo 2021 και οι συνθήκες δανεισμού προς τις επιχειρήσεις έχουν βελτιωθεί, καθώς το κόστος δανεισμού κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα λόγω της ευνοϊκής επίδρασης της ενιαίας νομισματικής πολιτικής. Η χρηματοδότηση προς τα νοικοκυριά μειώθηκε όμως το 2021, αν και τους τελευταίους μήνες καταγράφεται τάση ενίσχυσης των νέων χορηγήσεων, κυρίως στεγαστικών δανείων, που συνάδει και με την παρατηρούμενη ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων.

Η πιστοδότηση των επιχειρήσεων θα ενισχυθεί σημαντικά μέσω της αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης τα επόμενα έτη και οι προοπτικές για το 2022 είναι θετικές. Η υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων υγιών και εξωστρεφών επιχειρήσεων, καθώς και η αναθέρμανση της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας και των συναλλαγών στην κτηματαγορά, συντείνουν σε ενίσχυση της ζήτησης για νέες χρηματοδοτήσεις. Παράλληλα, η βελτίωση της ρευστότητας των τραπεζών και η πρόοδος στην εξυγίανση του ισολογισμού τους παρέχουν τα απαραίτητα εχέγγυα για την ενίσχυση του διαμεσολαβητικού ρόλου τους. Η τάση αυτή αντανακλάται στα επιχειρησιακά σχέδια των τραπεζών.

– Ταμείο Ανάκαμψης: τι δάνεια θα δούμε τα επόμενα χρόνια και σε ποιους τομείς;

– Η χώρα αναμένεται να λάβει από το Ταμείο Ανάκαμψης 33 δισ. ευρώ μέχρι το 2026, εκ των οποίων 12,7 δισ. ευρώ σε δάνεια και 20,3 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις. Μέχρι στιγμής, από πλευράς επιχορηγήσεων έχουν εγκριθεί 103 έργα συνολικού προϋπολογισμού 6,1 δισ. ευρώ και έχουν εκταμιευθεί 2,3 δισ. ευρώ ως προκαταβολή.

Οσον αφορά τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες της Ε.Ε. που αναμένεται να κάνουν πλήρη χρήση αυτού του χρηματοδοτικού εργαλείου, το οποίο επιτρέπει τη χορήγηση χαμηλότοκων δανείων προς τις επιχειρήσεις. Μέχρι στιγμής από τα δάνεια έχουν εκταμιευθεί 1,7 δισ. ευρώ, ενώ αναμένονται 2,1 δισ. ευρώ ετησίως για την περίοδο 2022-26. Στα δάνεια αυτά θα έχουν πρόσβαση τόσο μεγάλες όσο και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με βασική προϋπόθεση τη βιωσιμότητα των επενδυτικών τους σχεδίων.

Πάνω από το 50% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης θα χρηματοδοτήσει επενδύσεις που αφορούν τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, ενώ τα υπόλοιπα θα κατευθυνθούν σε τομείς που ενισχύουν την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή, καθώς επίσης την εξωστρέφεια και την έρευνα και καινοτομία.

Αναμένεται ότι οι πόροι του Ταμείου θα κινητοποιήσουν επιπλέον επενδύσεις ύψους περίπου 30 δισ. ευρώ την περίοδο 2022-26, μέσω μόχλευσης των διαθέσιμων πόρων με κεφάλαια από τον ιδιωτικό τομέα. Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η χώρα μας θα διατηρήσει ρυθμούς ανάπτυξης που θα ξεπερνούν το 3% κατά μέσο όρο την επόμενη δεκαετία.

Αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα το 2022 και επενδυτική κατηγορία το 2023

– Οι αγορές θεωρούν ότι η ΕΚΤ ενδέχεται να προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων μέσα στο 2022 και η απόδοση του ελληνικού 10ετούς σημείωσε άλμα πάνω από το 2%. Πόσο ανησυχητική είναι αυτή η εξέλιξη; Θεωρείτε επαρκείς τις εγγυήσεις της ΕΚΤ για τα ελληνικά ομόλογα; Σημειωτέον, είναι άγνωστο ακόμη πότε η Ελλάδα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα.

– Δεδομένης της τρέχουσας αβεβαιότητας, που κορυφώνεται με τις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία, η ΕΚΤ έχει επιλέξει να διατηρήσει ευελιξία και ευχέρεια επιλογής κατά την άσκηση της νομισματικής πολιτικής, χωρίς δεσμευτική αναφορά σε αυξήσεις επιτοκίων εντός του 2022. Ωστόσο, οι αγορές έχουν σχηματίσει προσδοκίες για αύξηση των επιτοκίων εντός του έτους, με αποτέλεσμα την πρόσφατη άνοδο των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Η απόδοση των ελληνικών τίτλων παρουσιάζει μεγαλύτερη ευαισθησία στη μεταβλητότητα των χρηματοπιστωτικών συνθηκών σε σύγκριση με άλλες χώρες, λόγω της χαμηλότερης πιστοληπτικής της διαβάθμισης. Στην παρούσα όμως συγκυρία, η επίπτωση της αύξησης του κόστους αναχρηματοδότησης στη δυναμική του ελληνικού χρέους αναμένεται να είναι περιορισμένη (μικρότερη σε σχέση με άλλες χώρες) σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς ένα μικρό μόνο μερίδιο του ελληνικού δημόσιου χρέους αναχρηματοδοτείται από τις αγορές και άρα οι αυξήσεις στις δαπάνες για τόκους θα είναι περιορισμένες. Aλλωστε, τα ευνοϊκά ποιοτικά χαρακτηριστικά της πρόσφατης έκδοσης δεκαετούς ελληνικού ομολόγου διατηρήθηκαν, αντικατοπτρίζοντας τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Τον περασμένο Δεκέμβριο η ΕΚΤ έκρινε απαραίτητο οι επανεπενδύσεις των τίτλων του έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων λόγω της πανδημίας (PEPP) να μπορούν να προσαρμοστούν με ευελιξία. Oσον αφορά τα ελληνικά ομόλογα, η  ευελιξία αυτή παρέχει τη δυνατότητα επανεπενδύσεων επιπλέον της αξίας των τίτλων που λήγουν, προκειμένου να μη διαταραχθεί η ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής προς την ελληνική οικονομία, ενόσω αυτή ανακάμπτει.   

Συνεπώς, η ΕΚΤ έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα στήριξης για την ελληνική οικονομία και τα κρατικά ομόλογα. Η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα αποτελέσει σημαντικό βήμα για την ελληνική οικονομία. Hδη, τρεις από τους τέσσερις οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης αξιολογούν την ελληνική οικονομία με θετικές προοπτικές. Αυτή η στάση προμηνύει αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα, σε εύλογο χρονικό διάστημα, δηλαδή εντός του 2022. Περαιτέρω αναβάθμιση με στόχο την επίτευξη της επενδυτικής κατηγορίας για την ελληνική οικονομία είναι επιθυμητό να επιτευχθεί εντός του 2023. 

Η συνετή διαχείριση των πόρων, οι εντατικές προσπάθειες αποκατάστασης της δημοσιονομικής σταθερότητας και η προσήλωση στην αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας αποτελούν την καλύτερη προστασία έναντι των διακυμάνσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές και συμβάλλουν σημαντικά στον στόχο της αναβάθμισης στην επενδυτική κατηγορία.
 
– Πόσο παροδικός είναι ο υψηλός πληθωρισμός στην Ευρώπη, σε ποιο βαθμό απειλεί την Ελλάδα και τι μέτρα μπορεί να λάβει κανείς για να αμβλύνει τις επιπτώσεις;

– Ο πληθωρισμός στη Ζώνη του Ευρώ, έπειτα από μία δεκαετία πολύ χαμηλών ρυθμών, εμφάνισε αξιοσημείωτη επιτάχυνση από τα μέσα του 2021 μέχρι και σήμερα. Στη διάρκεια του 2022 αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, αλλά να επιβραδυνθεί σταδιακά. Καθώς, όμως, το οικονομικό περιβάλλον στην τρέχουσα συγκυρία χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, της ανόδου των τιμών της ενέργειας και της εξέλιξης της πανδημίας, η πορεία του πληθωρισμού δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια. 

Ο πληθωρισμός της Ελλάδας, που βρισκόταν πριν από λίγους μήνες στις χαμηλότερες θέσεις μεταξύ των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, σταδιακά ανήλθε στον μέσο όρο και αναμένεται να παραμείνει σε σχετικά υψηλά επίπεδα τους επόμενους μήνες. Ωστόσο, μεσοπρόθεσμα προβλέπεται σταδιακή αποκλιμάκωσή του, όπως εξάλλου προβλέπεται και συνολικά για την Ευρωζώνη. Στην κατεύθυνση αυτή θα βοηθήσουν οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής που λαμβάνονται από την ΕΚΤ με γνώμονα τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό. 
 
– Είχατε συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για τα προγράμματα προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας. Τι πρόοδο έχει σημειώσει η Ελλάδα και ποιες είναι οι εκκρεμότητες που ακόμη και σήμερα ροκανίζουν τη δυναμική της ανάπτυξης;

– Tα προγράμματα προσαρμογής συνέβαλαν στην εξάλειψη των σημαντικότερων μακροοικονομικών ανισορροπιών, στην εφαρμογή σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, στην ευελιξία των αγορών προϊόντων και εργασίας και στην εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας. 
Ωστόσο, το μεγάλο ζητούμενο παραμένει η δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικότερου προς το επιχειρείν, με έμφαση στις άμεσες επενδύσεις και την εξωστρέφεια. Η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας παραμένει συγκριτικά χαμηλή σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί σε ορισμένους τομείς τα τελευταία έτη. Εξακολουθούμε να υστερούμε στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης και στα κίνητρα προσέλκυσης εξειδικευμένου, υψηλού επιπέδου και ικανοτήτων προσωπικού. Παράλληλα, η πανδημία αφενός επιτάχυνε την ψηφιοποίηση υπηρεσιών του δημόσιου τομέα, αφετέρου μεγέθυνε το πρόβλημα των θυλάκων αναποτελεσματικότητας και χρονοκαθυστέρησης στη διεκπεραίωση υποθέσεων του πολίτη και των επιχειρήσεων.

Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια είναι αναγκαίο να συνεχιστεί, ιδιαίτερα στους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης, Δικαιοσύνης, αγορών προϊόντων και επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Μόνο έτσι η οικονομία αποκτάει ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα, που της επιτρέπουν να απορροφάει με ευκολία ενδεχόμενους κραδασμούς.  

– Σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι διαβουλεύσεις για την τραπεζική ένωση στην Ευρωζώνη και πόσο ρεαλιστική θα ήταν μια τελική συμφωνία;

– Η εμβάθυνση και ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης αποτελεί αναμφισβήτητα προτεραιότητα για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και σημειώνεται σταθερή, αν και αργή, πρόοδος. Οι διαβουλεύσεις για την τραπεζική ένωση είναι συνεχείς και επίπονες, δεδομένου ότι πλέον επικεντρώνονται στον τρίτο πυλώνα της τραπεζικής ένωσης που αφορά τη δημιουργία ενός ενιαίου ταμείου εγγύησης καταθέσεων. Αντιλαμβάνεστε την πολυπλοκότητα του εγχειρήματος και τις λεπτές ισορροπίες που πρέπει να τηρηθούν. 
 
– Ποια είναι η γνώμη σας για την αγορά των κρυπτονομισμάτων ;

– Η αγορά των κρυπτονομισμάτων παρουσιάζει ραγδαία εξέλιξη σε παγκόσμιο επίπεδο. Από εποπτικής πλευράς θεωρούμε ότι παραμένουν οι κίνδυνοι από τη χρήση των κρυπτονομισμάτων, κυρίως ως επενδυτικών μέσων. Θετική εξέλιξη που θα δώσει ώθηση στην αγορά αναμένουμε να είναι η υιοθέτηση της πρότασης ευρωπαϊκού κανονισμού για τις αγορές κρυπτοστοιχείων, η οποία θα σηματοδοτήσει την ευρύτερη και εναρμονισμένη κανονιστική ρύθμιση της έκδοσης κρυπτονομισμάτων και της παροχής συναφών υπηρεσιών.

Tα περιθώρια συγχωνεύσεων τραπεζών 

– Πώς αξιολογείτε τον βαθμό συγκέντρωσης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα; Υπάρχει χώρος για εξαγορές και συγχωνεύσεις;

– Ο βαθμός συγκέντρωσης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα συγκαταλέγεται μεταξύ των υψηλοτέρων στην Ε.Ε., καθώς οι τέσσερις συστημικές τράπεζες κατέχουν περίπου το 95% της εγχώριας αγοράς σε σχέση με το συνολικό ενεργητικό. Η ΕΚΤ και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) έχουν επισημάνει την ανάγκη αναδιάρθρωσης του τραπεζικού τομέα στην Eυρωζώνη και τα οφέλη των εξαγορών και συγχωνεύσεων, ιδιαίτερα των διασυνοριακών, για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την οικονομία. Ωστόσο για την Ελλάδα, στην τρέχουσα χρονική συγκυρία, εκτιμώ ότι δεν συντρέχει λόγος για μεγαλύτερη συγκέντρωση σε επίπεδο συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων. Από την άλλη, δεν θα απέκλεια το ενδεχόμενο περαιτέρω συγκέντρωσης σε επίπεδο μη συστημικών τραπεζών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή