Τα σινεμά και η ψυχή της πόλης

Τα σινεμά και η ψυχή της πόλης

Σύσσωμη η κινηματογραφική κοινότητα –ανάμεσά τους ο Κώστας Γαβράς, ο Φατίχ Ακίν και ο Εμίρ Κουστουρίτσα– και ο Δήμος Αθηναίων έστειλαν χθες μήνυμα υπέρ της διατήρησης των κινηματογράφων Αστορ και Ιντεάλ

7' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οσοι πέρασαν την προηγούμενη Κυριακή από το κέντρο της Αθήνας είδαν τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί τόσο στην πλατεία Κοραή όσο και την Πανεπιστημίου πέριξ του κινηματογράφου Ιντεάλ. Περισσότεροι από 5.000 Αθηναίοι δήλωσαν την υποστήριξή τους στη διατήρηση του Ιντεάλ, του Αστορ και της Ιριδας, των αιθουσών δηλαδή που βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο αφανισμού, όπως έχουμε επισημάνει και σε πρόσφατα ρεπορτάζ. Χθες σε μια συνέντευξη Τύπου –εκδήλωση που φιλοξενήθηκε στο κατάμεστο Αστορ– σχεδόν όλοι οι φορείς και οι ενώσεις του ελληνικού σινεμά –και όχι μόνο– έδωσαν το «παρών» απευθύνοντας κάλεσμα για τη σωτηρία των ιστορικών αιθουσών (Αστορ – Ιντεάλ), οι οποίες στεγάζονται σε υπό παραχώρηση κτίρια ιδιοκτησίας του ΕΦΚΑ.

Το πρώτο… σύνθημα πάντως ήρθε από το εξωτερικό. Συγκεκριμένα από πολυβραβευμένους σκηνοθέτες, όπως ο Κεν Λόουτς, ο Εμίρ Κουστουρίτσα και ο Φατίχ Ακίν. Ο τελευταίος έστειλε βιντεοσκοπημένο μήνυμα λέγοντας: «Ο κινηματογράφος είναι η κληρονομιά μας. Ηδη οι πρόγονοί μας χρησιμοποιούσαν κινηματογραφικές τεχνικές για να διασκεδάσουν και να διδάξουν τα παιδιά τους χιλιάδες χρόνια πριν. Τώρα μαθαίνουμε για χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως αυτές οι αίθουσες που κινδυνεύουν να αφανιστούν και αυτό είναι μεγάλο κρίμα». Παρόμοιο μήνυμα έστειλε από τη Γαλλία και ο Κώστας Γαβράς: «Τις γνωρίζω και τις δύο αίθουσες ήδη από τα νιάτα μου, που τις είχα επισκεφθεί πρώτη φορά. Είναι πολύ διαφορετικό το να βλέπουμε την ταινία όλοι μαζί στη μεγάλη οθόνη από τη θέαση στην τηλεόραση ή και στο τηλέφωνο, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι βαρβαρισμός. Θέλω να απευθυνθώ στην υπουργό, την κυρία Μενδώνη. Είμαι σίγουρος ότι έχει πολιτιστικό πατριωτισμό, ελπίζω και κινηματογραφικό πατριωτισμό, ώστε να σώσει αυτές τις αίθουσες».

Γενικώς, την παρέμβαση του υπουργείου Πολιτισμού ζήτησαν οι περισσότεροι από τους (πολλούς) ομιλητές της εκδήλωσης, παρόλο που εκείνο, με δελτίο Τύπου της περασμένης εβδομάδας, έχει δηλώσει αναρμόδιο επί του θέματος. Οι ιδιοκτήτες του Αστορ (Μπάμπης και Ανδρέας Κονταράκης) και του Ιντεάλ (Γιώργος και Σπύρος Σπέντζος) από την πλευρά τους στάθηκαν εξίσου στην ευθύνη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας το οποίο, όπως είπαν, κωλυσιεργεί στη λήψη της τελικής απόφασης σχετικά με τον χαρακτηρισμό ή μη της χρήσης των αιθουσών ως διατηρητέας.

«Το Ιντεάλ είναι μια ιστορία 101 ετών. Δεν είναι μαγαζάκι 30 τετραγωνικών που παίρνεις από εδώ και το πας παραπέρα. Εμάς δεν μας ενδιαφέρει αν θα το έχει ο Σπέντζος. Μας ενδιαφέρει να μείνει το Ιντεάλ σαν σινεμά και ας το δώσει ο επενδυτής σε όποιον θέλει», είπε συγκινημένος ο Γιώργος Σπέντζος. Ο αδελφός του, Σπύρος, ανέφερε πως «αυτές οι αίθουσες φιλοξενούν ένα είδος ταινιών που δεν παίζονται σε άλλα μέρη της Αθήνας και ο κόσμος που θέλει να τις δει ξέρει ότι θα κατέβει στο κέντρο. Αν κλείσουν τα συγκεκριμένα, θα απομείνουν πια μόνο τρία σινεμά στο ιστορικό κέντρο», ενώ συμπλήρωσε ότι οι καθυστερήσεις από το ΥΠΕΝ ίσως είναι σκόπιμες προκειμένου να κλείσει η Βουλή και να μετατεθεί η ευθύνη στην επόμενη κυβέρνηση.

«Τα σινεμά, σε αντίθεση με όσα λέγονται, σήμερα ανακάμπτουν με αιχμή τις νεαρότερες ηλικίες», λέει ο Μπάμπης Κονταράκης.

Στο μεταξύ, ο όμιλος Mitsis Hotel, στον οποίο έχει παραχωρηθεί το Μέγαρο Σλήμαν – Μελά που περιλαμβάνει και το Ιντεάλ, ανακοίνωσε πρόσφατα ένα επενδυτικό πρόγραμμα συνολικού ύψους 36 εκατ. ευρώ, με την πρόβλεψη να επεκταθεί η χρήση του κινηματογράφου, με αυτές του θεάτρου και του συνεδριακού κέντρου.

Τα σινεμά και η ψυχή της πόλης-1

Ομόφωνα ψηφίσματα

Λίγο αργότερα ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης κατέθεσε τα δύο ομόφωνα ψηφίσματα του Δήμου υπέρ των κινηματογράφων δηλώνοντας τα εξής: «Είμαστε όλοι εδώ γιατί θέλουμε να ενώσουμε τις φωνές μας με τις δικές σας και να υπογραμμίσουμε την ανάγκη να κηρυχθούν διατηρητέοι –κατά τη χρήση– οι δύο αυτοί ιστορικοί κινηματογράφοι. Θέλω να θυμίσω ότι κάτι αντίστοιχο είχε γίνει το 1997 για τους 47 θερινούς κινηματογράφους. Ναι, θέλουμε την οικονομική ανάπτυξη. Θέλουμε τις επενδύσεις, θέλουμε τους επισκέπτες. Δεν θέλουμε, όμως, η Αθήνα να χάσει την ψυχή της. Δεν θέλουμε να μετατραπούμε σε μία αρχαιοελληνική Disneyland». Ενδιαφέρον είχε η τοποθέτηση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, Θοδωρή Κουτσάφτη: «Το δικό μας φεστιβάλ δεν θα είχε αυτόν τον πλούτο ταινιών, αν στη Γαλλία δεν είχαμε ένα τόσο εκτενές δίκτυο κινηματογράφων, οι οποίοι κάθε μέρα εκπαιδεύουν το κοινό στο τι σημαίνει καλό σινεμά, τι σημαίνει ταινία στην αίθουσα. Η διεθνής εμπειρία μας λέει ότι είναι πολύ σημαντικό ένα κέντρο πόλης να διαθέτει ζωντανό δίκτυο αιθουσών, τόσο για τους πολίτες όσο και για την εγχώρια κινηματογραφία».

ΑΠΟΨΕΙΣ

Μια πόλη «πρόσοψη»;

Της Λένας Διβάνη*

Εφιαλτικό σενάριο: Μια πόλη που στην καρδιά της έχει μόνο ξενοδοχεία και μαγαζιά εξυπηρέτησης τουριστών. Και μεις που την κατοικούμε πώς θα ζήσουμε χωρίς καρδιά; Πώς θα παρηγορηθούμε στους σκοτεινούς καιρούς που ζούμε αν δεν μπορούμε στα μεγάλα ζόρια να τρυπώσουμε σε μια σκοτεινή κινηματογραφική αίθουσα για αντίδοτο; Πώς θα κατανοήσουμε τον παραλογισμό που έχει γίνει η ζωή μας αν δεν αφήσουμε να ξετυλιχτούν μπροστά στα μάτια μας οι ζωές των άλλων; 

Εχετε δει «Το πορφυρό ρόδο του Καΐρου» του Γούντι Αλεν; Πού κατέφευγε η πρωταγωνίστρια για να πολλαπλασιάσει τη ζωή της; Στα σινεμά! Ξέρετε ότι στα δύσκολα χρόνια του αμερικανικού οικονομικού κραχ –που πήρε παγκόσμιες διαστάσεις– οι ρημαγμένοι άνθρωποι ζητούσαν και έβρισκαν λίγο φως στις σκοτεινές αίθουσες; Εμείς πού θα το βρούμε; 

Κύριοι μάνατζερ, λίγο σέβας παρακαλώ. Εμείς μεγαλώσαμε σε σκοτεινές αίθουσες γι’ αυτό γίναμε παράξενα και σύνθετα παιδιά. Οι κινούμενες εικόνες είναι η τροφή μας, θα ξεθωριάσουμε χωρίς αυτές, θα μεταμορφωθούμε σε κύμβαλα αλαλάζοντα. Και μαζί με εμάς και η πόλη θα χάσει την ψυχή της, θα γίνει μια σκιά του εαυτού της. Σας προειδοποιούμε, θα ψυχορραγήσει η πόλη – με τι αίμα θα την τροφοδοτήσει η καινούργια μηχανική της καρδιά; Και τότε δεν θα τη θέλει κανείς, ούτε Ελληνας ούτε ξένος. Ποιος θέλει να ζήσει σε μια πρόσοψη;
 
* Η κ. Λένα Διβάνη είναι συγγραφέας.

Μονάδες παραγωγής πολιτισμού και παιδείας

Του Μιχάλη Ζέη*

Η αίθουσα είναι ο φυσικός χώρος ζωής των ταινιών. Με το τέλος των κινηματογράφων εξαφανίζουμε ένα ολόκληρο οικοσύστημα το οποίο είναι χτισμένο γύρω τους. Ακόμη κι αν σαν επιχειρήσεις δεν είναι οι πιο κερδοφόροι με οικονομικούς όρους, εντούτοις όλα αυτά τα χρόνια έχουν σταθεί μόνοι τους χωρίς κάποια οικονομική υποστήριξη απέναντι στους νόμους της αγοράς. Βιώνουμε μια μεγάλη κρίση αυτή τη στιγμή. Δεν είναι η πρώτη φορά στον χώρο της κινηματογραφίας που συμβαίνει. Από τις καφετέριες στις αρχές του ’70, την τηλεόραση, το βίντεο, την πειρατεία με το παράνομο downloading, τις νόμιμες πλατφόρμες, όλα έχουν έρθει και έχουν παρέλθει, οι κινηματογραφικές αίθουσες όμως είναι εκεί. Iσως λιγότερες, ίσως διαφορετικές, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο ανακαινισμένες, με έναν κοινό παρονομαστή. Παρέχουν πολιτισμό και παιδεία. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κινηματογράφοι δεν είναι απαραίτητοι μόνο για όσους τους επισκέπτονται, αλλά για ολόκληρη την κοινωνία. Ο κινηματογράφος πρέπει να διατηρηθεί ακόμη και για το χατίρι αυτών που δεν πηγαίνουν ποτέ. Διότι δεν έχει μόνο ένα ατομικιστικό αντίκτυπο στον θεατή του, αλλά ως μονάδα παραγωγής πολιτισμού και παιδείας επηρεάζει το σύνολο της κοινωνίας. Ετσι λοιπόν ο Αμαζόνιος δεν «υποκαθίσταται» από το Πεδίον του Aρεως. Και αν ακόμη δεν πάει κανείς μας να τον επισκεφθεί, εξακολουθεί να είναι η βασική πηγή οξυγόνου για ολόκληρο τον πλανήτη.

Η ολιστική προσέγγιση της κινηματογραφικής προβολής είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί ώστε να μπορέσει να επιβιώσει η κινηματογραφική αίθουσα αυτή τη δύσκολη περίοδο. Προβολές οι οποίες ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο έχουν υψηλή επισκεψιμότητα. Κύκλοι προβολών, φεστιβάλ, μπορούν να τονώσουν αρκετά την αγορά. Επιπροσθέτως, η συνεύρεση των τεχνών στο πεδίο της κινηματογραφικής αίθουσας πάντα αποδίδει πολύ γόνιμους καρπούς και σε επίπεδο εισιτηρίων. Ενα επιπλέον βήμα που πρέπει να γίνει προς την κατεύθυνση της σωτηρίας και της βιωσιμότητας των αιθουσών είναι η αυστηρή οριοθέτηση των προτύπων για το πώς μπορεί μια προβολή να χαρακτηριστεί κινηματογραφική. Πλέον με τα ψηφιακά μέσα είναι πολύ εύκολο να διοργανωθούν προβολές σε χώρους που δεν σχετίζονται καθόλου με κινηματογραφικές αίθουσες και φυσικά δεν είναι τέτοιες. Οπως η φέτα δεν είναι Δανίας, έτσι και η προβολή δεν είναι κινηματογραφική αν δεν συμβαίνει σε κινηματογράφο. 

Ενα ακόμη μέτρο θα μπορούσε να ήταν η ενίσχυση των κινηματογραφικών αιθουσών με κάποιο πρόγραμμα τύπου «εξοικονομώ» για τον κινηματογράφο, ώστε να μπορέσουν αυτές οι επιχειρήσεις να σηκώσουν το δυσβάσταχτο βάρος της διαρκώς καλπάζουσας εξέλιξης της τεχνολογίας, των ανακαινίσεων, αλλά και των ενεργειακών τους αναγκών. Ο κινηματογράφος στο τέλος θα βγει πιο δυνατός από αυτή την κρίση. Οσο μικραίνει η οθόνη μικραίνει ο συνεχόμενος χρόνος της ιστορίας που παρακολουθούμε, μικραίνει o ορίζοντας, μικραίνει το νόημα. Χρειαζόμαστε στη ζωή μας αυτή την αφήγηση, την κινηματογραφική, με τον μεγάλο ορίζοντα, με τα μεγάλα νοήματα.
 
* Ο κ. Μιχάλης Ζέης είναι διευθυντής του κινηματογράφου «Τριανόν» και ιδιοκτήτης του σινεμά «Πάλας». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή