Ποιον δάσκαλο θέλουμε στην εποχή του τάμπλετ;

Ποιον δάσκαλο θέλουμε στην εποχή του τάμπλετ;

Ο εθισμός των παιδιών στη χρήση της οθόνης προσθέτει επιπλέον δυσκολίες στο έργο της σύγχρονης διδασκαλίας. Παράγοντες της εκπαίδευσης μιλούν στην «Κ» για τις προκλήσεις του σχολείου στη νέα εποχή

16' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εποχή μας αλλάζει γρήγορα λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, επηρεάζοντας το περιεχόμενο και τη μορφή της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Τα μέσα και οι τρόποι μάθησης μεταβάλλονται. Με ποιο τρόπο ένα παιδί πρέπει να διδαχθεί τη διδακτέα ύλη, π.χ., των Θρησκευτικών, της Ιστορίας ή των Αρχαίων, τη στιγμή που έχει απομακρυνθεί από την αίσθηση του χάρτινου βιβλίου και την από καθέδρας διδασκαλία, έχοντας συνηθίσει να σκρολάρει από… νήπιο στο τάμπλετ; Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία έρευνας (National Training Laboratory, USA), η αφομοίωση της γνώσης μέσω μιας διάλεξης ή ομιλίας θα γίνεται κατά 5%, μέσω της ανάγνωσης κατά 10%, ενώ μέσω της εικονικής πραγματικότητας –με θεαματική αύξηση– κατά 75%. Ποιες προσωπικές δεξιότητες και ποια εκπαιδευτικά εργαλεία χρειάζονται σήμερα οι δάσκαλοι ώστε να καθοδηγήσουν και να εμπνεύσουν τους μαθητές; Πώς μπορεί η διδασκαλία να γίνει ελκυστική σε παιδιά που έχουν σχεδόν εθιστεί στο τάμπλετ και στην οθόνη των κινητών τηλεφώνων;

Μιλώντας στην «Κ» ο νέος υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης, τονίζει ότι «ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας περιλαμβάνει εξ ορισμού τόσο το βιβλίο όσο και την οθόνη. Κυρίως, όμως, εξακολουθεί να έχει στο επίκεντρό του τον δάσκαλο, ο ρόλος του οποίου όχι μόνο δεν περιορίζεται λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, αλλά, αντίθετα, αναβαθμίζεται».

«Χάρη στην τεχνολογία, οι εκπαιδευτικοί αποκτούν ακόμη περισσότερα εργαλεία και θέλουμε να τους δώσουμε την ελευθερία και τη δυνατότητα να τα αξιοποιήσουν στον μέγιστο βαθμό. Ο σχεδιασμός μας στο υπουργείο Παιδείας έχει στο επίκεντρό του τους δασκάλους και τους μαθητές, με στόχο την αναβάθμιση της μεταξύ τους σχέσης, της σχολικής καθημερινότητας και της γνώσης που παράγεται μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία», προσθέτει.

«Ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας περιλαμβάνει τόσο το βιβλίο όσο και την οθόνη. Κυρίως, όμως, εξακολουθεί να έχει στο επίκεντρό του τον δάσκαλο», λέει στην «Κ» ο νέος υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης.

Η επιτυχημένη ισορροπία μεταξύ πραγματικού και ψηφιακού θα είναι το συστατικό που θα χαρακτηρίζει τα υψηλού επιπέδου σχολεία, λένε οι ειδικοί για τον ρόλο του δασκάλου. «Η ενημέρωση για τις αλλαγές και τις εξελίξεις στην τεχνολογία πρέπει να είναι συνεχής για τους εκπαιδευτικούς, καθώς η ταχύτητα με την οποία τα ίδια τα παιδιά τις υιοθετούν είναι πολύ μεγάλη. Πριν από μερικές δεκαετίες η χρήση του υπολογιστή ήταν για λίγους. Τώρα είμαστε στη χρονική στιγμή όπου νέες γενιές διδάσκονται από εκπαιδευτικούς που αποφοίτησαν από το πανεπιστήμιο πιθανόν χωρίς να τους ζητηθεί να χρησιμοποιήσουν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Οι γνώσεις σε επιστημονικό επίπεδο μπορεί να ξεπεραστούν ακόμη και σε μία δεκαετία. Αυτό οφείλει να περνάει μέσα στα βιβλία αλλά και στη διδασκαλία», παρατηρεί στην «Κ» για το θέμα η Μυρένα Χατζηβασιλείου, στέλεχος της Σχολής Μωραΐτη.

«Ομως σε αυτή τη σχέση υπάρχει ένα πολύ θετικό σημείο: τα παιδιά βλέπουν τους εκπαιδευτικούς να μαθαίνουν συνεχώς, να κάνουν άλματα για να συμβαδίσουν με τις εξελίξεις και να επιμένουν στην κατάκτηση της γνώσης. Δημιουργούν έτσι πρότυπα διά βίου μάθησης και δίνουν στους μαθητές τους το ζωντανό παράδειγμα αντοχής και προσαρμοστικότητας. Ο σύνθετος και απαιτητικός ρόλος του εκπαιδευτικού δεν έχει να κάνει τόσο με τη μετάδοση της γνώσης όσο με τη μετάδοση της αγάπης γι’ αυτή», προσθέτει. Και με ποιον τρόπο θα διδαχθούν τα λιγοστά παιδιά ενός ακριτικού σχολείου, εκείνα σε μια υποβαθμισμένη περιοχή της Αττικής και όσα έχουν την τύχη να μεγαλώνουν σε οικογένειες και περιοχές υψηλού οικονομικού και μορφωτικού στάτους;

Tην ίδια στιγμή πολλά ζητήματα, τα οποία παλαιότερα κρύβονταν κάτω από το χαλί στο σχολείο, αποκτούν –και ευτυχώς– ορατότητα. Ο σχολικός εκφοβισμός είναι πρόβλημα που δεν λύνεται με… καμπάνιες. Η συμπεριληπτικότητα ατόμων με αναπηρία, η ενσωμάτωση των προσφύγων είναι αιτούμενα που για να γίνουν πράξη πρέπει να κλονιστούν γερά εδραιωμένα κοινωνικά στερεότυπα. «Είναι απαραίτητο να δώσουμε βάρος στην παιδαγωγική διάσταση του ρόλου του δασκάλου, ο οποίος καλείται να διαχειριστεί δύσκολα θέματα. Αυτό σημαίνει ότι οι αλλαγές πρέπει να διατρέξουν τα προγράμματα σπουδών των παιδαγωγικών τμημάτων των ΑΕΙ αλλά και των επιμορφωτικών προγραμμάτων του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Παράλληλα, κρίσιμο ρόλο έχει και ο διευθυντής του σχολείου, ο οποίος και με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης του σχολείου μπορεί να προτείνει στοχευμένη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών», παρατηρεί, μιλώντας στην «Κ», ο κ. Θοδωρής Γούπος, σύμβουλος εκπαίδευσης και σύμβουλος της τέως υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως.

Τις απόψεις τους για τον «εκπαιδευτικό του σήμερα» παρουσιάζουν στην «Κ» εκπαιδευτικοί που τιμούν με την προσπάθειά τους τον ρόλο του δασκάλου. Σε μια εποχή που αλλάζει απαιτούνται πολλά και γρήγορα βήματα. Και βέβαια, μόνο η «λεβεντιά» (ή αλλιώς ο επαγγελματισμός και το φιλότιμο) του δασκάλου δεν αρκεί.

ΑΠΟΨΕΙΣ

Εχουμε λόγους να ανησυχούμε

Του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Η συζήτηση για το ποιος είναι καλός δάσκαλος, ποια τα γνωρίσματα ενός καλού δασκάλου, έρχεται και επανέρχεται διαρκώς – και σωστά. Δεν υπάρχει πάντως μόνο ένας τύπος καλού δασκάλου – αναφέρομαι κυρίως στη δευτεροβάθμια. Τα γνωρίσματα εξάλλου του καλού δασκάλου συναρτώνται και προς το μάθημα το οποίο διδάσκει. Αυτή η ποικιλία διδακτικών προσωπικοτήτων αποτελεί ευτύχημα για το σχολείο, επειδή ακριβώς ποικίλες είναι και οι προσωπικότητες των μαθητών. Η πιο μεγάλη δυστυχία για τον μαθητή είναι να μην έχει συναντήσει σε όλα τα σχολικά του χρόνια έναν δάσκαλο που να τον κινητοποιήσει. Αν οι τύποι του καλού δασκάλου είναι πολλοί, το βέβαιο είναι πως ο καλός δάσκαλος δεν είναι χειριστής εργαλείων και τεχνικών, όπως θέλει να μας πείσει μια τρέχουσα αφιλοσόφητη άποψη. Καλός δάσκαλος είναι ή, ακριβέστερα, μπορεί να γίνει μόνο εκείνος που έχει παιδεία, που αγαπάει το αντικείμενο το οποίο διδάσκει και θέλει να το παραδώσει στα παιδιά που έχει απέναντί του, να τα πείσει και εκείνα να το αγαπήσουν. Ο δάσκαλος αυτός θα συναντηθεί με τον μαθητή –δεν θα βαρεθώ να το επαναλαμβάνω– πάνω στο ανοιχτό βιβλίο, όποια υλική μορφή και αν έχει αυτό. Ο καλός δάσκαλος δεν συμμορφώνεται με τον κόσμο των μαθητών, αλλά τους διδάσκει έναν άλλον κόσμο τον οποίο εκείνοι αγνοούν, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στο να καταλάβουν, «με καιρό και με κόπο», όταν θα έχουν φύγει πια από το σχολείο, ότι ο κόσμος των ανθρώπων, όλων των εποχών και όλων των γλωσσών, είναι κοινός. Oσο ο κόσμος στον οποίο ζούμε θα εξακολουθήσει να είναι αναγνωρίσιμος, καλός δάσκαλος είναι εκείνος που θα βοηθήσει τον μαθητή να χτίσει την προσωπική βιβλιοθήκη του, όπου θα αποσύρεται για να παίρνει απόσταση από την ηλιθιότητα και την ευτέλεια των εικόνων που βομβαρδίζουν την οθόνη του, και να σκεφτεί νηφάλια τον κόσμο και τη δική του θέση μέσα σε αυτόν.

Διαβάσαμε στον Τύπο ότι στις πρόσφατες εκλογές οι νέοι ηλικίας 17-24 ετών ψήφισαν το φασιστικό κόμμα Σπαρτιάτες σε ποσοστό 9,2%, διπλάσιο δηλαδή του πανελληνίου μέσου όρου. Τι αγνοούσαν αυτά τα παιδιά, που μόλις είχαν αποφοιτήσει από το σχολείο, και αποφάσισαν να ψηφίσουν τους φασίστες; Τη χρήση των υπολογιστών, των τάμπλετ, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των ποικίλων εφαρμογών; Oλα αυτά τα ήξεραν, τα είχαν μάθει – μόνοι τους. Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν τους τα έμαθε το σχολείο, αλλά ότι δεν τους τα ξέμαθε, ώστε να σχετικοποιήσουν τα είδωλά τους, να καλλιεργήσουν την κρίση τους και να λογαριάζουν τον άλλον.

Δεν κομίζω γλαύκα αν πω ότι σήμερα έχει κοπεί ο δεσμός των περισσότερων παιδιών με το σχολείο – αναφέρομαι πάντα στη δευτεροβάθμια. Δεν πρόκειται για την αιώνια χαρά των μαθητών όταν δεν έχουν σχολείο, αλλά για κάτι άλλο: οι μαθητές αισθάνονται το σχολείο εντελώς περιττό, άχρηστο. Εδώ και χρόνια όμως έχει αρχίσει να διαρρηγνύεται και ο ψυχικός δεσμός των δασκάλων με το σχολείο: δεν πιστεύουν στο έργο τους, είναι απογοητευμένοι, κουρασμένοι, με ένα παραλυτικό αίσθημα ματαιότητας. Σε αρκετές χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία) το κράτος αντιμετωπίζει έλλειψη δασκάλων για τα σχολεία. Ο λόγος δεν είναι, όπως θα νόμιζε κανείς, οικονομικός, διότι αυτό συμβαίνει και στις χώρες όπου οι αποδοχές τους είναι ικανοποιητικές (Γερμανία). Ο λόγος που οι δάσκαλοι φεύγουν από τα σχολεία ή που δεν πάνε σε αυτά και προτιμούν άλλες εργασίες είναι η κοινωνική απαξίωση της δουλειάς τους αλλά και η άκαρπη ταλαιπωρία τους μέσα σε αδιάφορες και απείθαρχες τάξεις. Eχουμε πραγματικούς λόγους να ανησυχούμε για το μέλλον του σχολείου.

Ποιον δάσκαλο θέλουμε στην εποχή του τάμπλετ;-1
Φωτ. Shutterstock

Τι μας έμαθε ο «κ. Μπερνάρ» του Καμύ

Του Ευθύμη Δημόπουλου*

Πρωτοδιορίστηκα δάσκαλος σε ένα νησί. Στο μυαλό και στα μπαγκάζια μου κουβαλούσα τα βιβλία της σχολής γεμάτα με τεχνικές διδακτικής, παιδαγωγικούς χειρισμούς, σχέδια διάταξης της τάξης, υποδείγματα διδασκαλίας. Βάλθηκα να τα εφαρμόσω. Οι μαθητές μπερδεύονταν, το μάθημα σκάλωνε.

Αλλαξα ρότα. Στρώθηκα στο διάβασμα των μαθημάτων. Ρηματικοί χρόνοι, υποτακτικές, κλάσματα και δεκαδικοί, θερμότητα και ηλεκτρομαγνητισμός, μηδικοί πόλεμοι. Εμαθα, στου κασίδη το κεφάλι, τον πρώτο κανόνα της διδασκαλίας. Ο δάσκαλος οφείλει να γνωρίζει καλά τα περιεχόμενα της διδασκαλίας του. Η «μεταδοτικότητα» δεν είναι ζήτημα τεχνικών, ούτε χάρισμα και τρικ. Αυτός που έχει βαθιά γνώση του αντικειμένου του είναι ικανός να το μεταδώσει.

Ο διαβασμένος δάσκαλος είναι ταυτόχρονα και καλός παιδαγωγός, ακόμη και αν δεν συμβουλεύει διαρκώς για την πρέπουσα συμπεριφορά. Παιδαγωγεί, γιατί κερδίζει την προσοχή των μαθητών του, κεντρίζει την περιέργεια και τη φιλομάθειά τους. Η γνώση και η αναζήτησή της ήταν και παραμένουν μορφές αγωγής, αλλά αυτό το υποτιμά η τρέχουσα παιδαγωγική.

Ωστόσο οι πανεπιστημιακές σπουδές και τα διαβάσματα καθημερινής προετοιμασίας δεν αρκούν. Ούτε βέβαια και οι επιμορφωτικές «αρπαχτές» των σχολείων μας. Ο εκπαιδευτικός που θέλει να επιμορφωθεί χρειάζεται οπωσδήποτε να διαβάσει λογοτεχνία, να δει κινηματογράφο και θέατρο, να επιδιώξει πολιτική ενημέρωση. Να καλλιεργηθεί. Οι μαθητές του θα το εισπράξουν και θα το εκτιμήσουν.

Η σχέση δασκάλων – μαθητών απασχολεί ολοένα και περισσότερο τη σχολική ζωή. Ακούγεται συχνά ότι «ο δάσκαλος πρέπει να γίνει φίλος του μαθητή». Είναι στραβός δρόμος. Ο μαθητής δεν ζητάει στο πρόσωπο του δασκάλου έναν φίλο που θα τον κολακεύει ή έναν γονιό που θα τον κανακεύει. Δεν ζητάει «πατερναλιστική περιποίηση», αλλά έναν δάσκαλο-μέντορα που του συμπαραστέκεται, τον εμψυχώνει, προσπαθεί να απελευθερώσει τις δυνατότητές του, αλλά παράλληλα είναι ακριβοδίκαιος κριτής του. Ο «κύριος Μπερνάρ», ο δάσκαλος του φτωχού Ζακ, στον «Πρώτο άνθρωπο» του Καμύ έχει πολλά να μας μάθει για τη σχέση δασκάλου – μαθητή.

Εχουμε μπει εδώ και χρόνια στην εποχή των υπολογιστών και του διαδραστικού πίνακα, όμως η διδασκαλία παραμένει τέχνη. Μια ερμηνεία στη σκηνή της αίθουσας, μπροστά στο μαθητικό κοινό. Οσοι δάσκαλοι σταθούν μπροστά του πρέπει να πιστεύουν ότι έχουν κάτι σημαντικό να πουν, κάτι πολύτιμο να υπερασπίσουν. Ο δάσκαλος που βιάζεται να γυρίσει σπίτι του και τσεκάρει αργίες και γιορτές στο ημερολόγιο, δεν αγαπά τη δουλειά του. Θα υποφέρει στο σχολείο και μαζί του θα ταλαιπωρούνται οι μαθητές.

* Ο κ. Ευθύμης Δημόπουλος είναι δάσκαλος.

Δεν υπάρχει «σωτήρια φόρμουλα»

Της Βάνας Δήμου*

Οι δυνατότητες που παρέχει ο «υπερσυνδεδεμένος» κόσμος μας είναι απεριόριστες. Ζητούμενο, επομένως, είναι το πώς θα αξιοποιήσουμε σωστά τις ψηφιακές εφαρμογές στην καθημερινή σχολική πρακτική ως εκπαιδευτικοί και πώς θα ενθαρρύνουμε τους μαθητές μας να κάνουν το ίδιο. Κι αυτό διότι, με δεδομένο ότι κάθε τεχνολογικό μέσο υποβάλλει τις δικές του αξίες και θέτει τη σχέση του με τον χρήστη σε μια συγκεκριμένη δυναμική, παρατηρούνται οι εξής προβληματικές όψεις. Κατ’ αρχάς ο τρόπος που αξιοποιούνται από τους μαθητές και τις μαθήτριες τα ψηφιακά εργαλεία, όπως ενσωματώνονται σταδιακά στο παραδοσιακό μοντέλο διδασκαλίας, έχει καλλιεργήσει σε αρκετούς από αυτούς τη λογική της ήσσονος προσπάθειας. Οι όποιες, δηλαδή, εφαρμογές και «έξυπνα» προϊόντα λειτουργούν ως προέκταση, τέτοια που δεν αναπληρώνει, αλλά αχρηστεύει το «μέλος» που αντικαθιστά. Οι μαθητές, ελλείψει χρόνου, κινήτρων, ενδιαφέροντος, αρκούνται στο να βρίσκουν στη μηχανή την εύκολη λύση. Την ίδια στιγμή, η ψηφιακή μετάβαση δοκιμάζει τις αντοχές, τις δεξιότητες και την υπομονή των εκπαιδευτικών που δεν είχαν την ανάλογη εξοικείωση στο παρελθόν με τα συγκεκριμένα εργαλεία, με αρκετούς να οδηγούνται στην υπερβολή και να χάνονται στους μαιάνδρους των δυνατοτήτων που αυτά προσφέρουν. Φυσικό κι επόμενο των παραπάνω διαπιστώσεων το να αμφισβητούνται τα μαθησιακά αποτελέσματα.

Κάθε προσπάθεια, όμως, που στοχεύει στη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων οφείλει να εξετάσει προσεκτικά τον ρόλο των εκπαιδευτικών. Και είναι αλήθεια πως η επιστήμη της διδακτικής έχει προσφέρει τα εφόδια για να εφαρμόσουν οι τελευταίοι επιτυχημένες και δοκιμασμένες πρακτικές. Οποιος σπουδάζει, άλλωστε, μια επιστήμη, τη σπουδάζει παντοτινά. Δεν πρέπει, όμως, να παρασυρθούμε από την ψευδαίσθηση της ύπαρξης μιας σωτήριας φόρμουλας, ούτε να αδικήσουμε τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι σε γνωστικό και παιδαγωγικό επίπεδο βρίσκονται ψηλά. Μπορεί η αξιολόγηση των διδακτικών πρακτικών να ανατροφοδοτήσει ουσιαστικά την εκπαιδευτική πράξη και να βελτιώσει τα διδακτικά μέσα; Ασφαλώς. Αρκεί να δείξουμε εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτικούς, να τους δώσουμε τον χώρο και τον χρόνο να δοκιμάσουν και να δοκιμαστούν, να διευρύνουμε το πλαίσιο της αυτονομίας τους και να επενδύσουμε σε εγχειρήματα που θα διευκολύνουν και θα υποστηρίζουν το έργο τους.

Οφείλουμε να καθορίσουμε το είδος του ανθρώπου που θέλουμε να βγαίνει από το σημερινό σχολείο. Και αυτός πρέπει να είναι ένας άνθρωπος με στέρεη γνώση και κριτικό πνεύμα.

Υπό το ίδιο πρίσμα οφείλουμε να καθορίσουμε και το είδος του ανθρώπου που θέλουμε να βγαίνει από το σημερινό σχολείο. Και αυτός πρέπει να είναι ένας άνθρωπος με στέρεη γνώση και κριτικό πνεύμα, που θα μπορεί να ανταποκρίνεται στις αλλαγές των καιρών, να ειδικεύεται, να αλλάζει και να προσαρμόζεται στον ευμετάβλητο κόσμο που θα ζήσει, με συνθετική σκέψη και ικανότητα αξιολόγησης των πληροφοριών. Πλάι, όμως, στις γνωστικές αυτές δεξιότητες χρειαζόμαστε ένα ανθρωπιστικό αντίβαρο που θα λειτουργεί ακριβώς έτσι, εξισορροπητικά, και θα θωρακίζει την κοινωνική συνείδηση των μαθητών. Το τελευταίο που θέλουμε είναι να συνθέσουμε μαζί τους (ή για χάρη τους) μια εικόνα του κόσμου αποσπασματική, βασισμένη σε βιώματα πρόσκαιρα.

* Η κ. Βάνα Δήμου είναι φιλόλογος σε ιδιωτικό λύκειο της Αθήνας.

Το στοίχημα της ψηφιακής εποχής

Του Χάρη Γεωργιακάκη

Ο νέος υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης στις πρώτες δηλώσεις του ανέφερε ότι η μάθηση καθίσταται πλέον μια διά βίου διαδικασία, ότι η νέα γενιά δεν θα εκπαιδευτεί με τον ίδιο τρόπο όπως οι προηγούμενες, ότι αλλάζει ραγδαία ο τρόπος που μαθαίνουμε και πως ο ρόλος της τεχνολογίας είναι καθοριστικός.

Μέσα και από τα λεγόμενα του υπουργού γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο χώρος της παιδείας έχει εισέλθει σε μια νέα φάση, όπου ο σύγχρονος εκπαιδευτικός θα έρχεται αντιμέτωπος με νέες προκλήσεις και ανατρεπτικά δεδομένα στο πεδίο της παιδαγωγικής επιστήμης, το οποίο επηρεάζεται όλο και περισσότερο από τη συνεχή εξέλιξη της τεχνολογίας. Τα σύγχρονα ρεύματα της παιδαγωγικής, των επιστημών και της τεχνολογίας διαμορφώνουν το εκπαιδευτικό προφίλ του, αποδίδοντάς του χαρακτηριστικά διά βίου μάθησης, διαρκούς αναστοχασμού, καινοτομίας, εύρεσης πρωτοπόρων πρακτικών και μετεξέλιξης σε έναν κόσμο που αλλάζει καθημερινά.

Ο εκπαιδευτικός σήμερα καλείται να εφαρμόζει σύγχρονες διδακτικές μεθοδολογίες και διαφοροποιημένες παιδαγωγικές μεθόδους με τη χρήση των τεχνολογιών πληροφορικής, να διαθέτει ευελιξία και προσαρμοστικότητα στις αλλαγές, να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες εκπαιδευτικού, επιμορφωτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, να πειραματίζεται ανακαλύπτοντας νέα εκπαιδευτικά δεδομένα ώστε να εμπλουτίσει το παιδαγωγικό και διδακτικό του υπόβαθρο, αλλά και συλλογικά να ενισχύσει και να διαμοιραστεί μεθόδους και πρακτικές που μπορούν να ωφελήσουν το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα φαινόμενα εκπαιδευτικής ανισότητας, τα οποία δεν παύουν να υπάρχουν μέσα στον σύγχρονο κόσμο.

Τα σύγχρονα ρεύματα της παιδαγωγικής, των επιστημών και της τεχνολογίας διαμορφώνουν το προφίλ του εκπαιδευτικού, αποδίδοντάς του χαρακτηριστικά διά βίου μάθησης.

Ως εκπαιδευτικός αφιέρωσα πέντε χρόνια σε ένα δυσπρόσιτο και απομακρυσμένο σχολείο στα Βορίζια του Ηρακλείου Κρήτης. Ενα σχολείο που, όπως και πολλά άλλα σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, είχε και έχει ανάγκες και ιδιαιτερότητες, τις οποίες οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν αφήνοντας το αποτύπωμά τους, προσπαθώντας να ανταποκριθούν στις σύγχρονες απαιτήσεις του ρόλου τους και στις ιδιαίτερες ανάγκες και συνθήκες που συναντούν. Οι εκπαιδευτικοί σε σχολεία όπως το συγκεκριμένο, και τα οποία είναι πολλά σε όλη την Ελλάδα, προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την εκπαιδευτική και κοινωνική ανισότητα προσφέροντας μέσα από τον διδακτικό και διοικητικό τους ρόλο ίσες ευκαιρίες στα παιδιά και στις τοπικές κοινωνίες στο πνεύμα της σύγχρονης εποχής.

Ο πρωταγωνιστής του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ο ίδιος ο εκπαιδευτικός. Από αυτόν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία ή η αποτυχία του. Ο ρόλος του είναι ιδιαίτερα σύνθετος και πολύπλοκος. Τα δεδομένα της σύγχρονης ψηφιακής εποχής και ο συνδυασμός τους με τη φύση της παιδαγωγικής επιστήμης είναι ένα στοίχημα, στο οποίο οι εκπαιδευτικοί καλούνται να αντεπεξέλθουν και να διαμορφώσουν μια νέα εκπαιδευτική πραγματικότητα.

* Ο κ. Χάρης Γεωργιακάκης είναι δάσκαλος στο 53ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου. Διακρίθηκε με το βραβείο του εκπαιδευτικού της χρονιάς 2022 στα Education Leaders Awards για την προσφορά και το έργο του στο απομακρυσμένο και δυσπρόσιτο Δημοτικό Σχολείο Βοριζίων κατά τα έτη 2017-2022.

Οσα (δεν) πρέπει να έχει σήμερα ο δάσκαλος 

Του Κωστή Κοντογιάννη

Υπάρχουν πάρα πολλά φαινόμενα και καταστάσεις που συνδέονται με την κρίση της εκπαίδευσης, είτε ως αίτια με σημαντικό ρόλο στην εμφάνισή της, είτε έως άμεσες συνέπειές της. Ας σταχυολογήσουμε μερικά, χωρίς καμία ιεράρχηση και χωρίς προσπάθεια να διακρίνουμε ποια είναι απότοκο της κρίσης και ποια έχουν τον ρόλο του δημιουργού της, αφού αυτά τα δύο συνήθως μπλέκονται και καταλήγουμε να τα αντιμετωπίζουμε με το παράδοξο της κότας και του αβγού.  

– Η μονίμως ισχυρή παρουσία των νεοναζί στη νεολαία, με όποιο προσωπείο και αν εμφανίζονται, η οποία προσφάτως επιβεβαιώθηκε και με τη μεταμόρφωση της Χ.Α. σε Σπαρτιάτες.  

– Η συνεχιζόμενη απαξία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η μετατροπή της σε μια χρησιμοθηρική λειτουργία που καλείται, ακόμη και από την Α΄ Γυμνασίου, να υπηρετήσει τον αναχρονιστικό θεσμό των εισαγωγικών εξετάσεων. Ετσι έχουμε αποφοίτους λυκείου που δεν έχουν ιδέα για το πώς είναι μια συμφωνική ορχήστρα ή ποια είναι τα βασικά ρεύματα στη ζωγραφική, δεν κατέκτησαν τη φιλαναγνωσία, δεν έχουν ιδέα από Ιστορία ή από τη λειτουργία του κυττάρου.      

Οταν συνειδητοποιήσουμε ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του το «εκπαιδευτικό έργο» σήμερα συνίσταται σε κάτι που το ChatGPT κάνει συντριπτικά καλύτερα, θα είναι αργά για να αντιδράσουμε.

– Τα αυξανόμενα κρούσματα βίας στα σχολεία που φθάνουν ακόμη και σε περιπτώσεις ομαδικών βιασμών.  

– Οι επελαύνουσες νέες τεχνολογίες που στηρίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη και οι οποίες αναμένεται να ανατρέψουν ό,τι ξέρουμε για την εκπαίδευση. Απέναντί τους για την ώρα μένουμε άφωνοι πιστεύοντας ότι θα τις ενσωματώσουμε και αυτές στην καθημερινότητά μας. Μόνο που όταν συνειδητοποιήσουμε ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του το «εκπαιδευτικό έργο» σήμερα συνίσταται σε κάτι που το ChatGPT κάνει συντριπτικά καλύτερα, θα είναι αργά για να αντιδράσουμε.   

– Η σώρευση πληροφοριών αντί για την επικέντρωση στην ανάπτυξη και καλλιέργεια οριζόντιων δεξιοτήτων. Την εποχή που όλες οι ευρωπαϊκές πολιτικές περί εκπαίδευσης επικεντρώνονται στα λεγόμενα 4C’s (creativity, critical, thinking, collaboration, communication), στην Ελλάδα Λυδία Λίθο της εκπαιδευτικής επιτυχίας θεωρούμε το τεστ του τετραμήνου και τεκμήριο αντιμετώπισης της αποστήθισης τις «συνθετικές» (υποτίθεται) εργασίες στις οποίες ο μαθητής αντιγράφει σελίδες από το ∆ιαδίκτυο.   

Η παράθεση απαντάει στο πώς θα έπρεπε να θέλουμε να είναι ο εκπαιδευτικός σήμερα: Να είναι ο επαγγελματίας που με τη στάση και τη δράση του θα μπορεί να αντιδράσει σε όλα τα προηγούμενα. Είτε θεραπεύοντας καταστάσεις, είτε αλλάζοντας τον μικρόκοσμο του σχολείου.  

Ισως, όμως, θα άξιζε να αναφέρουμε τι δεν θα έπρεπε να έχει ο εκπαιδευτικός του σήμερα, ώστε να υπάρχει περίπτωση να μετατραπεί σε αυτό που χρειάζονται τα σχολεία. ∆ε θα έπρεπε να έχει την αναξιοπρέπεια της πενίας του με μισθούς που του λένε «κάνε και μια δεύτερη δουλειά», τη γραφειοκρατική και στείρα ταλαιπωρία μιας γελοίας διαδικασίας αξιολόγησης σαν αυτή που ευαγγελίζεται το υπουργείο Παιδείας (τουλάχιστον η προηγούμενη ηγεσία του), επιμορφώσεις που είναι κομμένες και ραμμένες στα μέτρα του επιμορφωτή και όχι πάνω στις επιθυμίες και στις ανάγκες των επιμορφουμένων, άθλιο χώρο εργασίας στον οποίο, για παράδειγμα, οι τουαλέτες είναι μόνο για γενναίους, οι πρίζες είναι ξεκοιλιασμένες και η καθαριότητα άγνωστη λέξη, διευθυντές επιλεγμένους από τον κομματικό σωλήνα, μέσο όρο ηλικίας πάνω από 55 στα σχολεία των μεγάλων πόλεων, ασφυκτικούς ιδεολογικούς πειθαναγκασμούς από κάθε λογής μαθητευόμενους μάγους, που τελικά επιβάλλουν να εξοβελίζονται η φιλοσοφία και η κοινωνιολογία από τα σχολεία ή να αντιμετωπίζεται η Ιστορία ως εργαλείο διαμόρφωσης εθνικής συνείδησης και όχι ως ανθρωπιστική επιστήμη (αλησμόνητη δήλωση Κεραμέως).       
 

Ο κ. Κωστής Κοντογιάννης είναι φυσικός, πρώην διευθυντής του 1ου Πρότυπου Γυμνασίου Αθηνών, εκτελεστικός διευθυντής της ερευνητικής μονάδας «Αρχιμήδης» του ερευνητικού κέντρου «Αθηνά».    

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή