Από το χωράφι στο ράφι: Πού αποδίδουν την ακρίβεια οι παραγωγοί

Από το χωράφι στο ράφι: Πού αποδίδουν την ακρίβεια οι παραγωγοί

Αγρότες, κτηνοτρόφοι, μελισσοκόμοι και αλιείς αναφέρουν χαρακτηριστικά παραδείγματα αισχροκέρδειας. Σύμφωνα με στοιχεία της ΓΣΕΕ το 55% των καταναλωτών έχει μειώσει τις αγορές σε είδη τροφίμων και παντοπωλείου

7' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μεγάλες διαφορές στην τιμή των προϊόντων «από το χωράφι στο ράφι», αυξημένο κόστος παραγωγής, παραγωγοί που εγκαταλείπουν το επάγγελμα και ελληνοποιήσεις προϊόντων άνευ ελέγχων.

Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που θίχτηκαν σε ημερίδα που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024 από τη ΓΣΕΕ και την ΕΕΚΕ. Στόχος της ημερίδας όπου μίλησαν παραγωγοί από πολλές περιοχές της Ελλάδας, ήταν η ανάδειξη των αιτιών της ακρίβειας, η οποία –όπως αναδείχθηκε μέσω των τοποθετήσεων– αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. 

Από το χωράφι στο ράφι: Πού αποδίδουν την ακρίβεια οι παραγωγοί-1
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε από τη ΓΣΕΕ και την Ενωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας. Φωτό:ΙΝΤΙΜΕ

 

Οι παραγωγοί πωλούν τα μήλα στους χονδρέμπορους 0,55 ευρώ το κιλό, αλλά η τελική τους τιμή κυμαίνεται στο 1,60 ευρώ το κιλό.

Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε η ΓΣΕΕ, τα οποία προέρχονται από το Ινστιτούτο Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών, το 55% των πολιτών έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου, ενώ το 48% των καταναλωτών έχει αλλάξει μάρκα – επωνυμία προϊόντος, ’προτιμώντας κάποια άλλη φθηνότερη. Μόλις δε το 4% των πολιτών δήλωσε ότι δεν έχει λάβει κανένα μέτρο προκειμένου να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές τάσεις.

Αναφορικά με την ποσοστιαία αύξηση των τιμών την τριετία 2020-2023, η ίδια έρευνα κατέληξε στο ότι η τιμή στην κατηγορία «έλαια και λίπη» αυξήθηκε κατά 87,4%, στα λαχανικά κατά 35,2%, στα γαλακτοκομικά και αυγά κατά 33,8%, στα κρέατα κατά 31,2% και στο ψωμί και τα δημητριακά κατά 25,3%. Οι παραγωγοί πωλούν τα μήλα στους χονδρέμπορους 0,55 ευρώ το κιλό, αλλά η τελική τους τιμή κυμαίνεται στο 1,60 ευρώ το κιλό.

Αναφορικά με την έντονη διαφοροποίηση που παρατηρείται από την τιμή πώλησης των προϊόντων «από το χωράφι στο ράφι», σύμφωνα με στοιχεία της ΓΣΕΕ και της ΕΕΚΕ, τα μήλα στην Αγιά Λάρισας έχουν κόστος παραγωγής 40 λεπτά το κιλό. Οι παραγωγοί τα πωλούν στους χονδρέμπορους 0,55 ευρώ το κιλό, ενώ οι χονδρέμποροι τα πωλούν με 0,85 στο λιανεμπόριο. Η τελική λιανική πώληση των μήλων, μαζί με τον ΦΠΑ ανέρχεται στο 1,60 ευρώ. 

Κανείς δεν ελέγχει τις εισαγωγές

Τη δική του οπτική αναφορικά με το ζήτημα της ακρίβειας έδωσε ο Αλέκος Βάρσος, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Μαραθώνα, ο οποίος σχολίασε ότι η παραγωγικότητα είναι άμεσα εξαρτημένη από τα φυσικά φαινόμενα και τις καταστροφές που προκαλούν. Παράλληλα, ανέφερε ότι τα αζωτούχα λιπάσματα «πωλούνταν πριν από μερικά χρόνια 400 ευρώ ο τόνος και τώρα πωλούνται 1.200 ευρώ.

Η επιδότηση που λαμβάνουμε ανέρχεται μόλις στο 10%». Αναφορικά με το ζήτημα των ελληνοποιήσεων των αγροτικών προϊόντων, ο κ. Βάρσος έφερε το παράδειγμα της ντομάτας, που «εισάγεται από χώρες όπως η Τουρκία, η Αλβανία και η Πολωνία, οι οποίες χρησιμοποιούν φυτοφάρμακα που έχουν καταργηθεί στην Ελλάδα εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία, αλλά κανείς δεν τα ελέγχει κατά την εισαγωγή τους».  

Οταν συνέβη η καταστροφή στη Θεσσαλία οι τιμές των κηπευτικών προϊόντων στα ράφια αυξήθηκαν κατά 40%, ενώ είναι ελάχιστη η συμμετοχή της περιοχής στην παραγωγή αυτών των προϊόντων

Σχολιάζοντας το ζήτημα της ακρίβειας, ο Χρήστος Γιαννακάκης, αντιπρόεδρος της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ), ανέφερε χαρακτηριστικά πως όταν συνέβη η καταστροφή στη Θεσσαλία, «οι τιμές των κηπευτικών προϊόντων στα ράφια αυξήθηκαν κατά 40%, ενώ είναι ελάχιστη η συμμετοχή της περιοχής στην παραγωγή αυτών των προϊόντων». Αναφέρθηκε μάλιστα στην «κατάρρευση του συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα τα τελευταία χρόνια», καθώς «μόλις το 18% της παραγωγής αγροτικών προϊόντων διατίθεται μέσω συνεταιρισμών».

Οπως όμως σχολίασε, οι μεγάλες επιχειρήσεις «θέλουν μεγάλους όγκους, οπότε δεν διαπραγματεύονται με μικρούς προμηθευτές. Στην Ελλάδα υπάρχουν συνολικά 1.127 συνεταιρισμοί, εκ των οποίων οι 600 έχουν κύκλο εργασιών κάτω από 200 χιλιάδες ευρώ. Είναι αστείο ποσό». Ακόμη, η Ελλάδα, σύμφωνα με τον ίδιο, ανταγωνίζεται χώρες όπως «η Βουλγαρία, η Σερβία και η Ρουμανία που λόγω χαμηλών εισοδημάτων, δίνουν χαμηλές τιμές».

Εφερε μάλιστα το παράδειγμα των ακτινιδίων, όπου η Ελλάδα «είναι η δεύτερη χώρα σε παραγωγή παγκοσμίως, με 300.000 τόνους ετησίως, πίσω μόνο από τη Ν. Ζηλανδία. Ενώ όμως η Ν. Ζηλανδία πουλάει τον τόνο 2.389 ευρώ, η Ελλάδα τον πουλάει 1.116 ευρώ». Εφόσον όμως οι εξαγωγές αυξηθούν, όπως σχολίασε, αυτό σημαίνει ότι «ο παραγωγός θα μπορέσει να πουλήσει φθηνότερα στην Ελλάδα». 

Το 95% της παραγωγής ελαιολάδου πωλήθηκε από εμάς 4,20 ευρώ έως 5,50 ευρώ το κιλό, αλλά στους καταναλωτές φτάνει πολύ ακριβότερα. Μάλιστα, το ελαιόλαδο που κυκλοφορεί αυτήν τη στιγμή στην αγορά είναι περσινό.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοκαλλιεργητών Κρήτης, Πρίαμος Ιερωνυμάκης, ανέφερε ότι πέρσι στην Κρήτη παρήχθησαν 130 χιλιάδες τόνοι ελαιολάδου, εκ των οποίων «το 95% πωλήθηκε από τους παραγωγούς από 4,20 ευρώ έως 5,50 ευρώ», αλλά πωλείται πολύ ακριβότερα στους καταναλωτές. Μάλιστα, σχολίασε ότι «το ελαιόλαδο που κυκλοφορεί αυτήν τη στιγμή στην αγορά είναι περσινό». Ο ίδιος δήλωσε επίσης ότι «στην Κρήτη βγάζαμε ετησίως 100 χιλιάδες τόνους σταφίδα, ενώ τώρα μόλις δύο τόνους. Οι Τούρκοι παραγωγοί την πωλούν 0,7 ευρώ το κιλό, αλλά αυτό ισοδυναμεί με 4 ευρώ αγοραστική αξία για τους ίδιους. Εμείς παίρνουμε 1,60 ευρώ το κιλό».  

Η Τουρκία και η Ισπανία, που πωλούν από 0,12 έως 0,18 ευρώ το κιλό

Ο πρόεδρος του Ανεξάρτητου Αγροτικού Συλλόγου Αιγιαλείας, Τριαντάφυλλος Λουκόπουλος, ανέφερε ότι τα λεμόνια στην περιοχή του πωλούνται από τους παραγωγούς περίπου 0,50 ευρώ το κιλό, όμως από τα Χριστούγεννα και μετά έχουν μειωθεί πολύ η εσωτερική κατανάλωση και οι εξαγωγές. Αιτία, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι «μπήκαν στις ευρωπαϊκές αγορές η Τουρκία και η Ισπανία, που πωλούν από 0,12 έως 0,18 ευρώ το κιλό. Οι δικές μας οι τιμές όμως είναι ήδη μειωμένες, μένει ένα μεροκάματο μόνο, ενώ ακόμη και στα σούπερ μάρκετ της περιοχής μας, τα λεμόνια πωλούνται έως και δύο ευρώ».  

Το λίπασμα πωλείται 35% πιο ακριβά στην Ελλάδα σε σχέση με υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες

Στο ζήτημα των επιδοτήσεων στάθηκε ο Δημήτρης Μόσχος, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, οι οποίες σύμφωνα με τον ίδιο, «έχουν μειωθεί στους κτηνοτρόφους κατά 50%, που αντιστοιχεί στο 33% του κόστους παραγωγής. Παράλληλα, η αύξηση των τιμών σε εφόδια και ζωοτροφές, οδηγεί μεσοσταθμικά σε περαιτέρω αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 17%. Είναι ενδεικτικό ότι το λίπασμα πωλείται 35% πιο ακριβά στην Ελλάδα σε σχέση με υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Το 50% που έχασα, δεν πρέπει να το βάλω στην τιμή του γάλακτος; Αν δεν το βάλω, θα πρέπει να εγκαταλείψω την παραγωγή», δήλωσε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος σχολίασε επίσης ότι το 2022 το μαλακό σιτάρι στην περιοχή του πωλούνταν 35 λεπτά το κιλό, ενώ το 2023 πωλούνταν έως 17 λεπτά το κιλό. Παρ’ όλα αυτά, «η τιμή του ψωμιού δεν κατέβηκε. Το πιο φθηνό αλεύρι κοινής χρήσης πωλείται στα 2,30 ευρώ». 

Το μαλακό σιτάρι το 2022 πωλούνταν 35 λεπτά το κιλό, ενώ το 2023 έως 17 λεπτά το κιλό. Παρ’ όλα αυτά, η τιμή του ψωμιού δεν κατέβηκε. Το πιο φθηνό αλεύρι κοινής χρήσης πωλείται στα 2,30 ευρώ.

Ο πρόεδρος της ΕΕΚΕ Απόστολος Ραυτόπουλος, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων σε «αφανισμό του πρωτογενούς τομέα», φέρνοντας ως παράδειγμα τους αγελαδοτρόφους, οι οποίοι «σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΓΑ, το 2020 ήταν 2.237 και το 2023 ήταν 1.688. Δηλαδή, μείωση 25%».

Αναφορικά με την τιμή του γάλακτος, ο ίδιος ανέφερε ότι το πρόβειο γάλα που πωλείται στα ράφια στα 3,29 ευρώ, έχει πωληθεί από τους παραγωγούς για 1,6 ευρώ το κιλό, ενώ αντίστοιχα το κατσικίσιο γάλα πωλείται ένα ευρώ το κιλό από τους παραγωγούς ενώ στο λιανεμπόριο η τιμή του ανέρχεται στα 2,84-2,86 ευρώ το κιλό». 

Πουλάμε το κοτόπουλο 1,07 ευρώ το κιλό, όμως στα ράφια πωλείται έως 4,2 ευρώ το κιλό

 Στο ίδιος μήκος κύματος και ο Χάρης Λιούρης, πρόεδρος του Γενικού Αγροτικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων, σχολίασε μεταξύ άλλων ότι «πουλάμε το κοτόπουλο 1,07 ευρώ το κιλό, όμως στα ράφια πωλείται έως 4,2 ευρώ το κιλό».

Από την πλευρά του, ο Τάσος Ποντικής, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος, σχολίασε ότι οι ελληνοποιήσεις στο μέλι «καταβαραθρώνουν τις τιμές για τους παραγωγούς, ενώ είναι επικίνδυνες και για τον καταναλωτή αφού δεν ελέγχονται». Ανέφερε ακόμα πως η μεσοσταθμική πώληση από τους παραγωγούς φτάνει τα 3,8 ευρώ το κιλό, «όμως το μέλι στο ράφι πωλείται από 12 έως 15 ευρώ το κιλό». 

Οι ελληνοποιήσεις στο μέλι καταβαραθρώνουν τις τιμές για τους παραγωγούς, ενώ είναι επικίνδυνες και για τον καταναλωτή αφού δεν ελέγχονται.

Στο ζήτημα των ελληνοποιήσεων στάθηκε και ο Ιωάννης Μπουντούκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Μέσης Αλιείας, καθώς όπως ανέφερε τα ψάρια «που πλέον θεωρούνται είδος πολυτελείας, δεν ξέρει κανείς από πού έχουν αλιευθεί. Δεν υπάρχει ιχνηλασιμότητα. Η κουτσομούρα από τη Βουλγαρία πωλείται 2 ευρώ το κιλό, από την Ελλάδα 8 ευρώ το κιλό και τελικά ο ιχθυοπώλης τα βάζει όλα μαζί στον πάγκο και τα πουλάει 12 ευρώ το κιλό». 

Η κουτσομούρα από τη Βουλγαρία πωλείται 2 ευρώ το κιλό, από την Ελλάδα 8 ευρώ το κιλό και τελικά ο ιχθυοπώλης τα βάζει όλα μαζί στον πάγκο και τα πουλάει 12 ευρώ το κιλό.

Για «έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού» στον αγροκτηνοτροφικό τομέα έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος, που σχολίασε ότι από την αρχή της οικονομικής κρίσης «δεν παρατηρήθηκε πληθωρισμός αυξήσεων αλλά κερδών», καθώς και ότι «η τεράστια μείωση της αγοραστικής αξίας των καταναλωτών οδήγησε σε αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων. Το ίδιο γίνεται και τώρα».

Από την πλευρά του, ο Γιώργος Αργείτης, επιστημονικός διευθυντής της ΓΣΕΕ, σχολίασε ότι σύμφωνα με έρευνα που έχει πραγματοποιήσει το Ινστιτούτο Εργασίας, το εμπορικό ισοζύγιο «σχεδόν σε όλα τα βασικά αγαθά διατροφής διαπιστώθηκε ότι είναι ελλειμματικό». Σύμφωνα με τον ίδιο, η διατροφική αλυσίδα στη χώρα μας «είναι εξαρτημένη από εισαγωγές και από αγροτικές διαδικασίες παραγωγής που είναι αδιαφανείς», γεγονός που όπως σχολίασε, ενδεχομένως να ενέχει κίνδυνο και για την υγεία των καταναλωτών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή