Μαίρη Κουάντ, η «μητέρα» της μίνι φούστας

Μαίρη Κουάντ, η «μητέρα» της μίνι φούστας

4' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το καλοκαίρι του 2018, το βρετανικό μουσείο V&A απηύθυνε δημόσια έκκληση. Ζητούσε από το κοινό να κάνει μια «βουτιά» στις ντουλάπες του για τον πιθανό εντοπισμό ρούχων με την ιστορική πια υπογραφή Μαίρη Κουάντ. Η έκκληση γινόταν με αφορμή την πρώτη μεγάλη έκθεση για τη Βρετανίδα σχεδιάστρια που θα εγκαινιαζόταν στους χώρους του τον επόμενο χρόνο. Η ανταπόκριση είχε συγκινητικά αποτελέσματα, μέσα από μια επανεμφάνιση ρούχων τα οποία συνόδευαν οι προσωπικές ιστορίες μιας εμβληματικής στυλιστικά –και όχι μόνο– εποχής.

Ανατρέχοντας στη μεγάλη διαδρομή της μόδας, παρατηρεί κανείς ότι δεν είναι πολλοί οι δημιουργοί εκείνοι που πραγματικά οδήγησαν και άλλαξαν την εποχή τους. Η ντέιμ Μαίρη Κουάντ, η οποία πέθανε ήσυχα στο σπίτι της στο Σάρεϊ της Αγγλίας στις 13 Απριλίου, στην ηλικία των 93, ήταν ανάμεσά τους.

«Σκοπός της μόδας είναι να παράγει μοδάτα ρούχα, τα οποία είναι διαθέσιμα σε όλους», έλεγε η Κουάντ. Η ίδια το έκανε πράξη μέσα από τη μίνι φούστα, το γυναικείο σορτς, τα εμπριμέ καλσόν και τις ανδρογενείς γραμμές, ιδέες που οδήγησαν σε μια διαφορετική καθημερινή γυναικεία γκαρνταρόμπα, που καθρέφτιζε το πέρασμα σε μια καινούργια, πολύ πιο απελευθερωμένη εποχή.

«Η Μαίρη Κουάντ βγήκε από τη ζοφερή, μεταπολεμική Βρετανία, όπου η περιορισμένη διανομή φαγητού γινόταν με δελτία μέχρι το 1954 και από πολλές πλευρές τα ρούχα της ήταν μια αντίδραση ενάντια στη μουντάδα και στη λιτότητα της εποχής», μου είχαν αναφέρει οι επιμελήτριες της έκθεσης στο V&A, Τζένι Λίστερ και Στέφανι Γουντ, σε συνέντευξή τους που δημοσιεύτηκε στη Vogue Greece. «Τα πολύχρωμα και διασκεδαστικά ρούχα της καθρεφτίζουν την αισιοδοξία εκείνης της περιόδου, με την αυξανόμενη ευμάρεια και κινητικότητα των νέων που επωφελούνταν από περαιτέρω μόρφωση και καλύτερους μισθούς. Η πρωτοποριακή καριέρα ενέπνευσε και απελευθέρωσε τις γυναίκες από αποπνικτικούς κανόνες και από το να ντύνονται σαν τις μητέρες τους».

Το να βρίσκεσαι στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή μπορεί να αποδειχθεί επαναστατικό. Η Μαίρη Κουάντ βρισκόταν, λοιπόν, στο Λονδίνο την εποχή των Swinging Sixties· μια εποχή που οι προβολείς στρέφονταν προς τους δρόμους της βρετανικής πρωτεύουσας και τους ήχους τραγουδιών-χιτ όπως το «Love Me Do» των ανερχόμενων Μπιτλς, αφήνοντας πίσω τα πιο συντηρητικά ατελιέ της υψηλής ραπτικής του Παρισιού.

«Νονά της προσιτής, designer μόδας, για όλους», όπως μου είχαν αναφέρει η Τζένι Λίστερ και η Στέφανι Γουντ, η Μαίρη Κουάντ γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1930 από Ουαλλούς γονείς στο Λονδίνο. Οταν αποφοίτησε από το σχολείο, η επιθυμία της ήταν να σπουδάσει μόδα. Η μητέρα της, όμως, την έστρεψε σε ένα πτυχίο σχεδίου και τέχνης στο Goldsmiths College, από το οποίο αποφοίτησε το 1953. Εκείνη τη χρονιά είχε γνωρίσει και τον μελλοντικό της σύζυγο, τον Αλεξάντερ Πλάνκετ Γκριν, εγγονό του Ιρλανδού βαρύτονου Χάρι Πλάνκετ Γκριν. Στη συνέχεια, η Κουάντ άρχισε να εργάζεται ως βοηθός ενός δημιουργού καπέλων στην κομψή περιοχή του Μέιφερ στο Λονδίνο.

«Σκοπός της μόδας είναι να παράγει μοδάτα ρούχα, τα οποία είναι διαθέσιμα σε όλους», έλεγε. Η ίδια το έκανε πράξη μέσα από τη μίνι φούστα.

Η Κουάντ και ο Πλάνκετ Γκριν παντρεύτηκαν το 1957 και απέκτησαν ένα γιο, τον Ορλάντο, το 1970. Στο μεταξύ, το ζευγάρι συνεργάστηκε και σε επιχειρηματικό επίπεδο. To 1955 μαζί με ένα φίλο τους άνοιξαν το Bazaar, ένα μικρό κατάστημα στην περίφημη King’s Road. Το κατάστημα πρότεινε νεανικά ρούχα και αξεσουάρ σχεδιασμένα από την Κουάντ και πρώην συμφοιτητές της. Παράλληλα, ήταν ένας φιλόξενος χώρος για να ακούσεις μουσική και να απολαύσεις ένα ποτό, ένα πραγματικό στέκι για τους μοδάτους νέους της περιοχής.

«Τα ρούχα που έφτιαχνα έτυχε να δέσουν απόλυτα με την τάση των εφήβων, τους ποπ δίσκους, τα εσπρέσο-μπαρ και τα τζαζ κλαμπ», έγραφε η σχεδιάστρια σε μία από τις αυτοβιογραφίες της. Και όχι μόνο. Με λογότυπο μια μαύρη μαργαρίτα, η Κουάντ έχτισε εντέλει ένα brand, βασισμένο σε προϊόντα με καθαρή ταυτότητα, η παραγωγή των οποίων ήταν μαζική, μέσα από τη χρήση πρωτοπόρων για εκείνη την εποχή πρώτων υλών, όπως το νάιλον, το ζέρσεϊ και το PVC.

Μαζί με την έλευση του μοντέρνου στυλ, στο οποίο έπαιξε ρόλο πρωταγωνιστικό, η Κουάντ παρατήρησε ότι η καινοτόμος αυτή φρέσκια μόδα χρειαζόταν ένα αντίστοιχα ριζοσπαστικό μακιγιάζ. Μπήκε δυναμικά και σε αυτόν τον χώρο, δημιουργώντας δημοφιλή προϊόντα, όπως η αδιάβροχη μάσκαρα. Τα είδη μακιγιάζ Mary Quant αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αγαπητά, ειδικά στην Ιαπωνία, όπου συνεχίζονται να παράγονται και να διοχετεύονται παγκοσμίως.

Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η Μαίρη Κουάντ στράφηκε και στα είδη σπιτιού, ενώ το 1988 σχεδίασε τους εσωτερικούς χώρους του αυτοκινήτου Mini 1000. Το 1990 πέθανε ο Πλάνκετ Γκριν και μία δεκαετία αργότερα, το 2000, η Κουάντ παραιτήθηκε από το τιμόνι της εταιρείας καλλυντικών της όταν η τελευταία αγοράστηκε από Ιάπωνες επενδυτές.

Ελάχιστη ώρα μετά την ανακοίνωση του θανάτου της Μαίρης Κουάντ στις 13 Απριλίου, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλημμύρισαν από εικόνες και φόρους τιμής γύρω από τη ζωή και το έργο της. Ανάμεσα στις χιλιάδες αναρτήσεις, η Βρετανίδα δημοσιογράφος Σούζι Μένκες μοιράστηκε με τους ακολούθους της στο Instagram φωτογραφίες της όπου φορούσε μίνι φούστες Mary Quant. Σε ένα από τα στιγμιότυπα η ημερομηνία ήταν 1966, χρονιά που η δημοσιογράφος και κριτικός μόδας ήταν η πρώτη γυναίκα διευθύντρια έκδοσης της φοιτητικής εφημερίδας Varsity του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ. Επίδοξη τότε δημοσιογράφος, η Μένκες είχε κανονίσει μια συνέντευξη με τη δημιουργό.

«Θυμάμαι ακόμη το ταξίδι στο Λονδίνο. Φορούσα διχτυωτό καλσόν, παπούτσια με τετράγωνο τακούνι και μια φούστα, κοντή όσο τολμούσα για να συναντήσω τη διάσημη σχεδιάστρια. Η Κουάντ ήταν μια μικροκαμωμένη γυναίκα που κάπως υποτιμούσε τον εαυτό της, ισχυριζόμενη ότι η επιτυχία της είχε να κάνει με τον παράγοντα τύχη, αφήνοντας στον σύζυγό της το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης», έγραψε η Μένκες στο Instagram. «Μια πιο έμπειρη δημοσιογράφος θα την είχε ρωτήσει αν τότε αισθανόταν ότι είχε αλλάξει την κοινωνία ή απλώς είχε πάει με το στυλιστικό πνεύμα εκείνης της εποχής. Προσεγγίζοντας την ερώτηση με την απόσταση που προσφέρει ο 21ος αιώνας, είναι ξεκάθαρο ότι η Μαίρη Κουάντ ήταν ένα κρίσιμο κομμάτι μιας πολιτιστικής επανάστασης που συνεχίζεται ακόμη».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή