Αγαπημένη Αφθονία

2' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Ιουδήθ Γκοτιέ ήταν κόρη του πεζογράφου Θεόφιλου Γκοτιέ. Στη βιογραφία του Νίτσε «Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης» (μτφρ. Νίνα Μπούρη, εκδ. Πατάκη), η Σου Πριντό την περιγράφει ως «θεά του ενστίκτου και του διονυσιακού αισθησιασμού: ψηλή, μελαχρινή, ωχρή, έντονα θεατρική, με τη «χυμώδη σιλουέτα και την αμεριμνησία Ανατολίτισσας», η οποία έγραφε ρομαντικά μυθιστορήματα που «εκτυλίσσονταν σε μια Μυστηριώδη Ανατολή, την οποία δεν είχε επισκεφτεί ποτέ». 

Κατά την Πριντό, ειδίκευση της (παντρεμένης) Ιουδήθ ήταν να ερωτεύεται πολύ μεγαλύτερούς της άνδρες. Τώρα, στα τριάντα της, θα πλεύριζε τον Βάγκνερ, για τον οποίο είχε αναλάβει να γράψει ένα άρθρο. 

Πολύ σύντομα, ο Βάγκνερ θα αρχίσει να τη βομβαρδίζει με φλογερές επιστολές, όπου την προσφωνεί «Αγαπημένη Αφθονία». Συχνά, γράφει η Πριντό, εσώκλειε λίστες με απαλά υφάσματα και βαριά αρώματα που λάτρευαν και οι δύο. «Εκείνη του έστελνε σε άλλη διεύθυνση για να μην το ανακαλύψει η Κόζιμα (σύζυγος του Βάγκνερ). Η γοητεία και η μουσική του Βάγκνερ ήταν θρησκεία για την Ιουδήθ, μια εκστατική κατάσταση, όπως ήταν και για την Κόζιμα». 

Oμως η Κόζιμα αντιστάθμιζε τον διονυσιασμό της Ιουδήθ. «Η κυριαρχία της Κόζιμα επί του Βάγκνερ ήταν απολλώνεια, αποκλειστικά διανοητική, συχνά επιτιμητική. (…) Ο Βάγκνερ φοβόταν την επίπληξή της σαν παιδί. Υπέφερε φοβερά όταν η Κόζιμα του αρνούνταν το σεξ». 

Οι βαγκνερικοί ήχοι προκαλούσαν ένα είδος μανίας και σε άλλους. Ο νεαρός Νίτσε, τον οποίο ο Βάγκνερ είχε σχεδόν υιοθετήσει, λάτρευε τη μουσική του. «Οσο ο Δάσκαλος έλειπε από το σπίτι επέτρεπε στον Νίτσε να παίζει στο πιάνο του. (…) Ο Νίτσε περιερχόταν σε έκσταση καθώς έπαιζε, ξυπνώντας στην Κόζιμα (που στο κάτω κάτω ήταν κόρη του Λιστ) μια κατάσταση παραισθητικής μέθης».

Οσο πιο ξέφρενα έπαιζε ο Νίτσε, τόσο πιο σφιχτά ένιωθε η Κόζιμα να τη ζώνει «μια αίσθηση δέους και τρέμουλου». Για την Κόζιμα, όπως και για τον Νίτσε, η μουσική εισερχόταν στη σφαίρα της θείας έκστασης. «Κατά την απουσία του Βάγκνερ προσπάθησαν πολλές φορές να προκαλέσουν την εμφάνιση του κάτω κόσμου, με τον Νίτσε να παίζει παροξυσμικά στο πιάνο ως πρελούδιο της επίκλησης των δυνάμεων του αποκρυφισμού».
Θα μπορούσε κάποιος όλο αυτό να το δει ως την υπέροχη αρχή μιας παράνομης ερωτικής σχέσης. Κι ωστόσο, το μόνο που τους ένωσε ήταν η μουσική, τίποτε άλλο. Η Κόζιμα είχε στον νου της τη ζωώδη έλξη που έβλεπε να αναπτύσσεται ανάμεσα στον άνδρα της και στην Ιουδήθ. 

Το φινάλε της ιστορίας, όμως, δεν περιλαμβάνει κανένα παράφορο πάθος: στο τέλος, η Ιουδήθ θα δημοσιεύσει ένα άρθρο για τον Βάγκνερ «αντάξιο κουτσομπολίστικου περιοδικού». Η Κόζιμα θα φρίξει – ανακουφισμένη όμως μάλλον. Η «Αγαπημένη Αφθονία» θα ζήσει ένα παράφορο πάθος στην αγκαλιά ενός άλλου μεγάλου της εποχής, του Βίκτορ Ουγκό. Ο συγγραφέας των «Αθλίων» ήταν, εξάλλου, έντεκα χρόνια μεγαλύτερος απ’ τον Βάγκνερ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή