Χάνει τη μάχη της ανταγωνιστικότητας η Ε.Ε.

Χάνει τη μάχη της ανταγωνιστικότητας η Ε.Ε.

Το μερίδιό της στην αξία της διεθνούς βιομηχανίας μειώνεται, οι επενδύσεις λιγοστεύουν και ο δείκτης καινοτομίας υποχωρεί

χάνει-τη-μάχη-της-ανταγωνιστικότητας-562737340

«Είτε η Ε.Ε. θα κινηθεί ενωμένη και θα εξελιχθεί σε βαθύτερη ένωση, μια ένωση με εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας, πέραν όλων των οικονομικών πολιτικών της, είτε δεν θα επιβιώσει παρά μόνον ως μια απλή ενιαία αγορά». Στην παρούσα συγκυρία, με δύο πολέμους σε εξέλιξη, στους οποίους η Ε.Ε. έχει συνταχθεί πλήρως με την Ουάσιγκτον, η προειδοποίηση μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί ως παραίνεση για αλλαγή στρατηγικής ως προς κάποια από τις εμπόλεμες πλευρές. Αποτελεί, όμως, παραίνεση προς την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης ως προϋπόθεση για την από κοινού αντιμετώπιση των υπαρξιακών πλέον κινδύνων που απειλούν την οικονομία της Γηραιάς Ηπείρου, μια οικονομία σε αποδρομή, με συνεχή υποβάθμιση του διεθνούς ρόλου της. Δεν θα περίμενε άλλωστε κανείς μια αμιγώς στρατηγικής φύσεως παραίνεση από τον συγκεκριμένο αξιωματούχο, καθώς η δήλωση ανήκει στον Μάριο Ντράγκι, πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ και πρωταγωνιστή της πολιτικής της για την αντιμετώπιση της κρίση χρέους του ευρώ.

Εχοντας αναλάβει να εκπονήσει μελέτη για τη χαμένη ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και να προτείνει τρόπους για την ανάκτησή της, ο Μάριο Ντράγκι εξέφρασε την περασμένη εβδομάδα την ανησυχία του, ενώ επισήμανε κατηγορηματικά ότι «το παλαιό μοντέλο, με την Ε.Ε. να βασίζεται στις ΗΠΑ για την άμυνά της, στην Κίνα για το εμπόριο και στη Ρωσία για την ενέργεια, έχει έρθει στο τέλος του».

Οι προειδοποιήσεις του συνδυάστηκαν με πρόσφατες παραινέσεις από στελέχη ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και από την Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα, ένα μεγάλο λόμπι των ευρωπαϊκών βιομηχανιών, που ζήτησε «μια ενιαία Ευρωπαϊκή Ενωση με κοινή αγορά, με εναρμονισμένα φορολογικά συστήματα και συστήματα έγκρισης αδειών και ένα απλό, σταθερό και προβλέψιμο ρυθμιστικό πλαίσιο που να διευκολύνει τις επενδύσεις». Προειδοποιήσεις και παραινέσεις συγκλίνουν όλες στην ανησυχία για τη χαμένη ανταγωνιστικότητα της Ε.Ε. και τη ραγδαία υποβάθμιση του ρόλου της ευρωπαϊκής οικονομίας στην παγκόσμια σκηνή.

Το παλαιό μοντέλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει έρθει στο τέλος του, προειδοποιεί ο Μάριο Ντράγκι.

Οπως επισήμανε η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα, η βιομηχανική συνεισφορά της Ευρώπης στην παγκόσμια οικονομία μειώνεται ραγδαία από το 2000 και μετά. Το μερίδιο της Ευρώπης στην αξία της παγκόσμιας βιομηχανίας έχει μειωθεί από 25%, στο οποίο έφτανε το 2000, σε 16,3% το 2020. Στο διάστημα από το 2014 έως το 2019 οι μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι κατά 20% λιγότερο κερδοφόρες από τις αντίστοιχες αμερικανικές, τα έσοδά τους αυξάνονται με ρυθμό 40% πιο αργό, επενδύουν 8% λιγότερο και δαπανούν περίπου 40% λιγότερο σε έρευνα και ανάπτυξη.

Σύμφωνα άλλωστε με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο δείκτης παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. έχει υποχωρήσει από τις 70,9 μονάδες το 2011 στις 66,8 το 2020, ενώ ανάλογη πτώση έχει σημειώσει και ο δείκτης καινοτομίας της Ε.Ε., καθώς έχει υποχωρήσει από τις 58,9 μονάδες το 2010 στις 54,7 το 2021. Την εικόνα ολοκληρώνουν οι χαμηλές επιδόσεις της Ευρώπης όσον αφορά τις επενδύσεις σε νεοφυείς εταιρείες, τις πλέον καινοτόμες και συνήθως υψηλής τεχνολογίας. Το 2020, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι επενδύσεις σε νεοφυείς εταιρείες έφτασαν στα 149,2 δισ. δολ., εκ των οποίων τα 67,9 δισ. δολ. ήταν στην Κίνα και μόνο τα 42,8 δισ. δολ. στην Ευρώπη, που κατά συνέπεια αριθμεί και τον μικρότερο αριθμό των λεγόμενων «μονόκερων», των νεοφυών εταιρειών με κεφαλαιοποίηση 1 δισ. δολαρίων.

Πλήγμα η επέλαση της Κίνας

Μια άλλη παράμετρος, που ενδεχομένως στάθηκε καθοριστική στην απώλεια ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, ήταν η άνοδος της Κίνας και ειδικότερα η εξέλιξή της από εργαστήριο του κόσμου σε τεχνολογικά προηγμένη οικονομία. Η εξέλιξη της Κίνας έχει ελαχιστοποιήσει τη δυνατότητα της Ευρώπης να εξάγει προϊόντα της στη δεύτερη οικονομία του πλανήτη, καθώς σε πολλούς τομείς, όπως π.χ. στην αυτοκινητοβιομηχανία, η Κίνα δεν προμηθεύει πλέον τις προηγμένες οικονομίες με ανταλλακτικά, αλλά παράγει και εξάγει πλήρη οχήματα.

Είναι πιθανόν το 2025 στην Ευρώπη να είναι περισσότερες οι εισαγωγές από τις εξαγωγές ηλεκτροκίνητων οχημάτων στη δεύτερη οικονομία του πλανήτη.

Πρόσφατη μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καταλήγει στο συμπέρασμα πως «από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η αύξηση της παραγωγικότητας στην Ε.Ε. ήταν σαφώς ασθενέστερη από τις άλλες οικονομίες». Η Κομισιόν αισιοδοξεί, βέβαια, πως η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης θα αρχίσει να βελτιώνεται μετά το 2030, καθώς ευελπιστεί πως θα έχει προχωρήσει τότε η εμβάθυνση και διεύρυνση της ενιαίας αγοράς με μια ενιαία κεφαλαιαγορά. Προς το παρόν συνεχίζεται η επέλαση της Κίνας, παρά την επιβράδυνση που γνωρίζει η οικονομία της και παρά τις κρίσεις που την πλήττουν τελευταία.

Σύμφωνα με την PwC, για παράδειγμα, είναι τόσο μεγάλη η ανάπτυξη της Κίνας στον τομέα των ηλεκτροκίνητων οχημάτων και αυξάνεται τόσο το μερίδιό της σε αυτήν την παγκόσμια αγορά, ώστε είναι πιθανόν το 2025 στην Ευρώπη να είναι περισσότερες οι εισαγωγές από τις εξαγωγές ηλεκτροκίνητων. Την εκτίμηση τείνει να επιβεβαιώσει ήδη η είδηση που διέρρευσε μέσα στην εβδομάδα και φέρει τις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες να προηγούνται τόσο πολύ σε ό,τι αφορά τη στροφή προς τα ηλεκτροκίνητα, ώστε η Volkswagen να καταγράφει πλέον το χειρότερο έτος που έχει γνωρίσει από το 2012 ως προς τις πωλήσεις της στην Κίνα.

Πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές θεωρούν, βέβαια, πιθανόν να επαληθευθεί η πρόβλεψη της Κομισιόν και σε λίγα χρόνια να έχει βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Εκφράζουν, όμως, φόβους πως αυτό θα γίνει κυρίως, όχι επειδή θα έχει αναβαθμιστεί σημαντικά η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, αλλά επειδή θα έχει επιβραδυνθεί η Κίνα. Σημειωτέον ότι ανάμεσα στα στατιστικά στοιχεία που αποκαρδιώνουν είναι ο αριθμός των αποφοίτων πανεπιστημιακών σχολών στους τομείς της τεχνολογίας, της μηχανολογίας, των μαθηματικών και των θετικών επιστημών, καθώς στην Κίνα ισούται με το άθροισμα των αντίστοιχων αποφοίτων σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Ιαπωνία.

Προς το παρόν η Κομισιόν προσπαθεί να προστατεύσει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, παρατείνοντας μέχρι τον Μάρτιο του επόμενου έτους τη χαλάρωση των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, έπειτα από σχετική συναίνεση της Γερμανίας και της Γαλλίας. Η είδηση διέρρευσε μέσα στην εβδομάδα και αφορά το μέτρο που αποφασίστηκε το 2020 εν μέσω της ύφεσης της πανδημίας και δίνει στις χώρες-μέλη τη δυνατότητα να στηρίξουν όσες επιχειρήσεις τους έχουν πληγεί από την ακρίβεια στην ενέργεια.

Ευρωπαϊκοί κολοσσοί μετακομίζουν στις ΗΠΑ

Η οικονομία της Ε.Ε. άρχισε να χάνει έδαφος από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 όταν το Ιντερνετ και η εκρηκτική του ανάπτυξη οδήγησε στην ανάδυση δεκάδων ομίλων τεχνολογίας στις ΗΠΑ. Οι αντίστοιχες επιχειρήσεις της Ε.Ε. δεν έφτασαν ποτέ στα μεγέθη των Apple, Alphabet ή Amazon ούτε μπορούν να ανταγωνιστούν τις κινεζικές ανταγωνίστριές τους όπως η Alibaba. Ακόμη κι όταν η Ευρώπη δημιουργεί τους δικούς της «μονόκερους», εταιρείες πως ως νεοφυείς έχουν κεφαλαιοποίηση ενός δισ. δολ. και άνω, όπως είναι για παράδειγμα η γερμανική λιανικού εμπορίου Berlin Brands Group, η βελγική λογισμικού Collibra και η γαλλική διαμοιρασμού αυτοκινήτων BlaBlaCar, συνήθως στηρίζονται από χρήματα προερχόμενα από αλλού. Σύμφωνα με έκθεση αυστριακού φορέα το 2022, υπάρχουν στην Ευρώπη 130 «μονόκεροι», περίπου το 25% από όσους υπάρχουν στις ΗΠΑ αλλά σχεδόν οι μισοί από αυτούς χρηματοδοτούνται από επενδυτικά κεφάλαια κυρίως αμερικανικά.

Η Volkswagen, η BASF, η ιταλική Enel, το μεγαλύτερο χυτήριο χαλκού της Ευρώπης, Aurubis, και η γαλλική TotalEnergies επενδύουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Ο υπαρξιακός πλέον κίνδυνος για την Ε.Ε. είναι παράλληλα με τη ραγδαία απώλεια ανταγωνιστικότητας να γνωρίσει μια σχεδόν εξίσου ραγδαία αποβιομηχάνισή της με καταλύτη το πακέτο των επιδοτήσεων και φοροαπαλλαγών, αξίας 369 δισ. δολ., που παρουσίασε η Ουάσιγκτον το 2022 και το προσφέρει σε όσες πράσινες επενδύσεις γίνουν εντός των ΗΠΑ. Το οικονομικό δέλεαρ έχει ήδη αρχίσει να προσελκύει σημαντικό αριθμό ευρωπαϊκών βιομηχανιών, πολλές εκ των οποίων αποτελούν κολοσσούς της Γηραιάς Ηπείρου και εμβληματικές επιχειρήσεις συνυφασμένες με την ιστορία χωρών.

Ενδεικτική περίπτωση η Volkswagen, που έχει διασφαλίσει επιδότηση ύψους 1,3 δισ. δολ. από την πολιτεία της Νότιας Καρολίνας και έχει ακυρώσει επένδυσή της εντός Γερμανίας, ενώ έχει δρομολογήσει την ανέγερση γιγάντιας μονάδας παραγωγής μπαταριών για ηλεκτροκίνητα οχήματα στο Οντάριο στον Καναδά. Επίσης η γερμανική βιομηχανία χημικών BASF, η οποία από το καλοκαίρι του περασμένου έτους έχει δρομολογήσει επένδυσή της ύψους 780 εκατ. δολ. για την ανέγερση μονάδας της στη Λουιζιάνα, αλλά και ο ιταλικός ενεργειακός κολοσσός Enel, που έχει εδώ και ένα έτος ανακοινώσει την ανέγερση μεγάλης μονάδας φωτοβολταϊκών στις ΗΠΑ και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμά του η μονάδα θα είναι λειτουργική στα τέλη του 2024.

Μέσα στην εβδομάδα που πέρασε, τον δρόμο για τις ΗΠΑ πήρε το μεγαλύτερο χυτήριο χαλκού της Ευρώπης, Aurubis, που έχει έδρα στη Γερμανία και ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει περίπου 700 εκατ. δολ. στη Βόρεια Αμερική για την ανέγερση χυτηρίου, αλλά και η γαλλική ενεργειακή TotalEnergies, που εξαγοράζει τρεις μονάδες από την TexGen Power LLC του Τέξας.

Οπισθοχώρηση

Σκιαγραφώντας ανάγλυφα την υποχώρηση της Ευρώπης και των οικονομιών της, ο κορυφαίος οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, υπογράμμισε προ ημερών ότι «πολλές χώρες-μέλη βρίσκονται σήμερα πίσω σε σύγκριση με το επίπεδο στο οποίο ήταν τη δεκαετία του 1990, δηλαδή όχι μόνο δεν υπάρχει πρόοδος, αλλά σημειώνεται οπισθοχώρηση, καθώς πολλές από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις έχουν ακυρωθεί».

1,2% μόνο αναμένεται να είναι το δυναμικό ανάπτυξης της Ευρωζώνης το 2027.

Αναγκαία μέτρα

Εχοντας επανειλημμένως τονίσει την ανάγκη να ληφθούν μέτρα για να αναβαθμίσει η Ευρώπη την ανταγωνιστικότητά της, ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, επισήμανε προσφάτως πως «η Ευρώπη χρειάζεται ένα πολύ πιο ευέλικτο και ευνοϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο σε τομείς όπως η έκδοση αδειών και πρέπει να διασφαλίσει ότι το δημόσιο χρήμα δαπανάται έξυπνα και αποτελεσματικά».

0,4% συρρικνώθηκε η οικονομία της Ευρωζώνης το γ΄ τρίμηνο του 2023, ενώ η αμερικανική αναπτύχθηκε 4,9%.

Ο κίνδυνος

Εκφράζοντας την ανησυχία του για τη διαρκή υποχώρηση της ευρωπαϊκής έναντι της αμερικανικής οικονομίας, ο Ερικ Νίλσεν, σύμβουλος της ιταλικής τράπεζας UniCredit, τόνισε πως «έχοντας μείνει πίσω από τις ΗΠΑ τα τελευταία 15 χρόνια, κινδυνεύουμε από μια περαιτέρω διεύρυνση της ανισότητας ως προς το κατά κεφαλήν εισόδημα εξαιτίας λανθασμένης πολιτικής».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή