Ερευνα: Το «μηνιάτικο» τελειώνει σε 19 ημέρες για 6 στα 10 νοικοκυριά

Ερευνα: Το «μηνιάτικο» τελειώνει σε 19 ημέρες για 6 στα 10 νοικοκυριά

Πώς τα βγάζουν πέρα τις υπόλοιπες 11-12 ημέρες;

Για 19 ημέρες επαρκεί το μηνιαίο εισόδημα για το 61% περίπου των νοικοκυριών στην Ελλάδα, καθώς η αύξηση των τιμών σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες ροκανίζει το εισόδημα για τρίτο συνεχή χρόνο, ενώ ταυτόχρονα είναι πολύ μεγαλύτερη από την όποια αύξηση των μισθών το τελευταίο διάστημα. Πώς τα βγάζουν πέρα τις υπόλοιπες 11-12 ημέρες τα νοικοκυριά; Είτε τρώνε από τα έτοιμα, κάτι που προκύπτει και από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, είτε κάνουν περικοπές στις δαπάνες για διασκέδαση, ταξίδια, ρούχα και παπούτσια, είτε παύουν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς Δημόσιο και τράπεζες, είτε, ακόμη χειρότερα, αναβάλλουν την επίσκεψή τους στον γιατρό.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών –πρόκειται για τη 12η κατά σειρά– το 60,7% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το μηνιαίο εισόδημά του επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες.

Το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ από το 2018, έτος που περιλήφθηκε ο συγκεκριμένος δείκτης. Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται οι μισθωτοί, καθώς στα νοικοκυριά που κύρια πηγή εισοδήματος είναι ο μισθός, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 65,1%. Ακολουθούν τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τη σύνταξη (57,7%) και τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα (42,8%).

Tο 15% των νοικοκυριών δήλωσε ότι τα εισοδήματα του δεν επαρκούν για να καλύψουν ούτε τις βασικές ανάγκες, εύρημα που καταδεικνύει ότι υψηλό ποσοστό νοικοκυριών διαβιοί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και είναι αυξημένο σε σχέση με το ποσοστό της αντίστοιχης έρευνας του 2022 (11,9%). Πάνω από τα μισά νοικοκυριά (51,8%) δήλωσαν πως χρειάζεται να κάνουν περικοπές για να καλύψουν τα αναγκαία. Σε περίπτωση μάλιστα που προκύψει ένα έκτακτο, απολύτως αναγκαίο έξοδο της τάξης των 500 ευρώ, το 18,1% δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να το αντιμετωπίσει, ενώ το 41,6% θα κάλυπτε αυτή τη δαπάνη με μεγάλη δυσκολία.

Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος αυξάνει τα «φέσια» προς τράπεζες και Δημόσιο. Το 21,7% των νοικοκυριών που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσε ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2022 ήταν 20,9% και το 2021 16,8%. Επιπλέον, το 9,6% των νοικοκυριών (από 7,9% το 2022) έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τράπεζες για καταναλωτικά ή επιχειρηματικά δάνεια ή κάρτες, ενώ από τα νοικοκυριά που έχουν ενεργό στεγαστικό δάνειο το 20% καταβάλλει τις δόσεις συχνά με κάποια καθυστέρηση και το 10% (από 8,5% το 2022) έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από 3 μήνες.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το 5,6% των νοικοκυριών δήλωσε πως το 2023 υπέστη δέσμευση ή κατάσχεση λογαριασμού και περιουσιακών στοιχείων λόγω οφειλών έναντι ποσοστού 3,8% το 2022. Εκτός όμως από τις δόσεις των δανείων, δεν είναι λίγοι εκείνοι που καθυστερούν και την επίσκεψή τους σε γιατρούς με το σχετικό ποσοστό να προσεγγίζει το 40%.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή